Μέτωπο ευθύνης για λύση κεντροαριστερή

Στην παρατεταμένη αυτή προεκλογική περίοδο και τη στιγμή που η χώρα έχει χάσει τον σταθερό βηματισμό της, οι ερμηνείες του εκλογικού αποτελέσματος της 6ης Μαΐου κυριαρχούν στον δημόσιο διάλογο. Οι περισσότερες αφορούν την απογοήτευση των πολιτών από τα κόμματα εξουσίας. Αρκεί άραγε μια απλή ανασύνταξη δυνάμεων, καθώς το χάσμα ανάμεσα στην κοινωνία και τα κόμματα φαίνεται να είναι τεράστιο;

Οι εκλογές της 6ης Μαΐου σκιαγράφησαν με τον πιο αποκαλυπτικό τρόπο τα ζητούμενα της νέας εποχής: συνεργασίες και συνέπεια. Οι συνεργασίες επιβάλλονται από το μέγεθος των προβλημάτων που έχουμε να αντιμετωπίσουμε ως χώρα. Απαιτούν ευρείες κοινωνικές συμμαχίες και είναι δυνατόν να επιτευχθούν εφόσον απομακρυνθούμε από αλαζονικές κομματικές συμπεριφορές και αναλάβουμε την ιστορική ευθύνη αποφεύγοντας τις κενές αντιπαραθέσεις.

Σήμερα είμαστε αντιμέτωποι με τρία διλήμματα. Πρώτον, αν επιθυμούμε ή όχι την παραμονή μας ως χώρα στην Ευρωζώνη και κατʼ επέκταση στην Ευρώπη, με τα βάρη που αυτό συνεπάγεται. Δεύτερον, αν επιθυμούμε ή όχι να μεταρρυθμίσουμε το κράτος και, τρίτον, αν είναι οι κεντροδεξιές ή οι κεντροαριστερές εκείνες οι πολιτικές δυνάμεις που μπορούν να προχωρήσουν στη χώρα τις αναγκαίες αλλαγές.

Είναι αδιαμφισβήτητο ότι τα δυο τελευταία χρόνια το βιοτικό επίπεδο των πολιτών υποβαθμίστηκε με βίαιο και άδικο τρόπο. Το ίδιο ακριβώς συνέβη στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου (Ισπανία, Πορτογαλία, Ιταλία) καθώς και στην Ιρλανδία. Το οξύτατο έλλειμμα στιβαρής ευρωπαϊκής ηγεσίας δεν θωράκισε το ευρωπαϊκό οικοδόμημα, οι ρωγμές του οποίου εμφανίστηκαν με την πρώτη δόνηση στις ασθενείς χώρες του Νότου. Σήμερα αυτές πλήττονται από ένα προβληματικό δημοσιονομικό ισοζύγιο, μαζική ανεργία, χαμηλή οικονομική ανάπτυξη και συνεχώς αυξανόμενη υποχώρηση των συστημάτων κοινωνικής προστασίας. Οι φιλελεύθερες βαθιά υφεσιακές πολιτικές μέσω Μνημονίων αποτελούν πλέον κοινό τόπο για τον ευρωπαϊκό Νότο. Η αλλαγή συσχετισμών στην Ένωση και η δημιουργία ενός αρραγούς μετώπου των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου φαίνεται ολοένα και πιο ξεκάθαρα ότι είναι το όχημα μέσω του οποίου η διαπραγμάτευση μπορεί να οδηγήσει σε μια δικαιότερη δημοσιονομική πολιτική προσαρμογής με έμφαση στην ανάπτυξη.

Διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στη δημόσια διοίκηση, στο κοινωνικό κράτος, το φορολογικό σύστημα, στην παιδεία και την υγεία, όχι μόνο για να εξοικονομηθούν οι αναγκαίοι χρηματικοί πόροι και σταδιακά η χώρα να οδηγηθεί σε μια δημοσιονομική εξυγίανση, αλλά για να αλλάξουμε παραγωγικό και αναπτυξιακό μοντέλο, είναι σήμερα o πραγματικά προοδευτικός μονόδρομος. Δεξιά και Αριστερά, κυρίως στη μεταμνημονιακή εποχή και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, επανακαθορίζονται. Παράλληλα φαίνονται αδύναμες να ανασυγκροτηθούν. Η Δεξιά ανακυκλώνεται με συγκολλήσεις στους κόλπους της ΝΔ, κάτι που συνηθίζει να δρομολογεί σε περιόδους κρίσης. Η Αριστερά κλείνει το μάτι στους απελπισμένους πολίτες εξαγγέλλοντας άλλοτε ευχάριστες και ανακουφιστικές παροχές και άλλοτε παρωχημένου παλαιο-κομμουνιστικού τύπου συνταγές ανάπτυξης με μοχλό πάντα το κράτος-ιδιοκτήτη δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών.

Η χώρα έχει σήμερα ανάγκη όσο ποτέ μια λύση υπεύθυνης προοδευτικής διακυβέρνησης μέσα από δυνάμεις που θα μπορέσουν να συγκροτήσουν το μέτωπο της σοσιαλδημοκρατίας και της Κεντροαριστεράς. Ένα μέτωπο ευθύνης που δεν διαπραγματεύεται το ευρωπαϊκό μας κεκτημένο, αλλά που θα διαπραγματευτεί τη βελτίωση και υπέρβαση των αδιέξοδων, υφεσιακών προβλέψεων του Μνημονίου με σύμμαχο μια σοβαρή εθνική επιχείρηση μεταρρυθμίσεων και τομών.

Το ΠΑΣΟΚ επέλεξε λανθασμένα να αναλάβει μόνο του αυτό το τιτάνιο εγχείρημα και, όπως ήταν αναμενόμενο, δεν τα κατάφερε εξ ολοκλήρου. Σήμερα, πιο ώριμο από ποτέ, έχει ιστορικό χρέος να πρωταγωνιστήσει στη συγκρότηση του μετώπου για την έκφραση της ριζοσπαστικής σοσιαλδημοκρατίας στην Ελλάδα. Ένα μέτωπο που δεν λαϊκίζει, αλλά αλλάζει τη χώρα με κοινωνική δικαιοσύνη και αναπτυξιακό όραμα. Είναι ζωτικό για τη χώρα στις 17 Ιουνίου τα διλήμματα αυτά να λάβουν ξεκάθαρη και προοδευτική απάντηση. Μια απάντηση που θα διασφαλίζει τη χώρα στην Ευρώπη και το ευρώ, που θα δίνει το έναυσμα να ξεκινήσουν οι μεταρρυθμίσεις, που θα επιλέγει την Κεντροαριστερά για να τις υλοποιήσει και να οδηγήσει τη χώρα σε μια νέα εποχή.


Σχολιάστε εδώ