Oι «δυνάμεις της λογικής» ως δύναμη χειραγώγησης και εκβιασμού
Όσο πλησιάζουν οι εκλογές (δεύτερες μέσα σε δυο μήνες), τόσο αυξάνεται το κλίμα τρομοκρατίας περί κατάρρευσης της Ελλάδας αν δεν ψηφίσει καθεστωτικά. Αν δεν ψηφίσει πολιτικά ορθά, αν δεν επιλέξει δηλαδή τα κόμματα του «με κάθε θυσία ευρώ» που υπέγραψαν, στήριξαν και προώθησαν Μνημόνια και δανειακές συμβάσεις. Η πίεση αυτή στους πολίτες θα μεγαλώνει όσο πλησιάζει η μέρα των εκλογών: Παράδοξο (και ενδεχομένως αθέμιτο και άδικο) ότι, ενώ απαγορεύεται η δημοσιοποίηση των δημοσκοπήσεων είκοσι μέρες πριν από κάθε εκλογική αναμέτρηση, επιτρέπεται η με κάθε τρόπο προπαγάνδιση στόχου και επηρεασμού των πολιτών. Τα «lead» Μέσα Ενημέρωσης, αυτά που διαμορφώνουν κάθε βράδυ όχι μόνο την κοινή γνώμη, αλλά και τις διαθέσεις των πολιτών ανάλογα με τη… μαυρίλα που βάζουν στην παρουσίαση των ειδήσεων και στο περιεχόμενο των ρεπορτάζ τους, προβάλλουν με κάθε τρόπο την εκδοχή στήριξης «με κάθε τρόπο και θυσία» του ευρώ, της Ευρωζώνης, του Μνημονίου και της δανειακής σύμβασης. Είναι πρόθυμα να δικαιολογήσουν κάθε είδους πολιτική αυθαιρεσία και γελοιότητα ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, προκειμένου να αποκλείσουν την πιθανότητα να πάει η διακυβέρνηση της χώρας σε άλλα χέρια, εκτός συστήματος, ή εκτός (δικού τους) ελέγχου. Είναι πρόθυμα να παρουσιάσουν από φυσιολογική την επιστροφή της Ντόρας Μπακογιάννη στη ΝΔ του μισητού (της) κ. Α. Σαμαρά έως αυτονόητη τη συνεργασία/επιστροφή στη ΝΔ όλων όσοι έφυγαν προκειμένου να αντιμετωπιστεί ο κίνδυνος ανάληψης της εξουσίας από «αντιευρωπαϊκές δυνάμεις». Έτσι ονομάζουν όσες πολιτικές δυνάμεις δεν είναι ταλιμπάν του (με κάθε τρόπο και τίμημα) ευρώ και του Μνημονίου. Ρίχνουν το βάρος τους στην ενίσχυση της ΝΔ, επειδή βλέπουν ότι μάταια θα επιχειρούσαν κάτι τέτοιο για το ΠΑΣΟΚ, που ακολουθεί πορεία φθοράς και αυτοδιάλυσης. Εκείνο που τους ενδιαφέρει είναι να ενισχυθεί αυτός που κατά τις συγκεκριμένες εκλογές μπορεί να αντιμετωπίσει τον αντιμνημονιακό κίνδυνο, κι αυτός είναι μάλλον η Νέα Δημοκρατία. Το κάνουν όμως αυτά τα ΜΜΕ με τόσο εξόφθαλμο και προκλητικό τρόπο, που μοιάζει να πετυχαίνουν αντίθετο από το προσδοκώμενο αποτέλεσμα. Μόνο αν επικρατήσει ο φόβος ως κυρίαρχο συναίσθημα στην πλειοψηφία των πολιτών, θα λειτουργήσει το σχέδιό τους. Μόνο αν έχουμε συνθήκες εκτεταμένου φόβου με οριακό πανικό, μπορεί να επικρατήσουν οι μνημονιακές δυνάμεις, που αποκαλούνται πια από τους μάνατζέρ τους «δυνάμεις της λογικής», «δυνάμεις του ευρωπαϊσμού και του μέλλοντος», αποφεύγοντας ιδεολογικούς και πολιτικούς χαρακτηρισμούς. Το σύστημα πια δεν ενδιαφέρεται για τη διάκριση των πολιτικών χαρακτηριστικών μεταξύ ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, έχει αποδεχτεί ότι ο κόσμος τα έχει ταυτίσει ως υπερασπιζόμενα κοινές αξίες και συμφέροντα. Ενδιαφέρεται για τη διάσωση και των δύο, αλλά στη συγκεκριμένη περίοδο, επειδή κρίνεται η διακυβέρνηση της χώρας, για τη διάσωση ενός εκ των δύο – όποιου έχει τις περισσότερες πιθανότητες να διασωθεί εκλογικά και να κυβερνήσει έστω και απαξιωμένος, έστω και συρόμενος. Ο πανικός αυτών των ΜΜΕ (και των συμφερόντων που τα ελέγχουν) μπροστά στην πιθανότητα να επικρατήσουν εκλογικά άλλες δυνάμεις από αυτές που επιθυμούν είναι τόσο μεγάλος, ώστε δεν διστάζουν να καταφύγουν σε ακραία αθέμιτες συμπεριφορές προς εκπροσώπους των δυνάμεων αυτών. Οι δημοσιογράφοι /παρουσιαστές τους, για παράδειγμα, στην ουσία κακοποιούν τους εκπροσώπους του ΣΥΡΙΖΑ (κυρίως), θέλοντας να τους εκθέσουν στην κοινωνία που παρακολουθεί ως φορείς λανθασμένων, κακών και επιζήμιων απόψεων (άρα και προγραμμάτων) για τη χώρα. Διακόπτουν συνεχώς, προσβάλλουν, παρεμβάλλουν άσχετες φράσεις και άλλες ερωτήσεις, επιτίθενται, ειρωνεύονται, αντιπαρατίθενται προσωπικά με τον «καλεσμένο», ξεχνώντας τον ρόλο και τη δουλειά τους. Το ίδιο θα έκαναν αν επρόκειτο για άλλο κόμμα που απειλεί τη δική τους τάξη; Itʼs not personal, όπως λένε οι Αμερικανοί όταν σκοτώνουν –κυριολεκτικά ή μεταφορικά– κάποιον, itʼs just business. Όλο αυτό που συμβαίνει είναι εξαιρετικά χρήσιμο για κοινωνιολογική παρατήρηση και εξαγωγή συμπερασμάτων, ανεξαρτήτως του τι θα συμβεί στις επερχόμενες εκλογές. Η συγκεκριμένη περίοδος είναι μια άριστη ευκαιρία επαναξιολόγησης του ρόλου και της ποιότητας των ΜΜΕ, της σχέσης τους με επιχειρηματικά συμφέροντα και της δυνατότητας που έχουν να εισβάλλουν στην καθημερινότητα των ανθρώπων.