Η επόμενη μέρα μάλλον χωρίς ελπίδα και προοπτική

Απομακρύνθηκαν από το προσκήνιο όλοι εκείνοι που μέλημά τους είχαν το πώς θα πλήξουν τους πολύτεκνους. Εάν όμως δει κανείς και κάποιους που ο λαός εξέλεξε βουλευτές θα απορήσει με το κατάντημα, όταν, για παράδειγμα, σε περιοχή όπου είναι έντονο το μικρασιατικό στοιχείο εξέλεξε βουλευτή την κυρία του «συνωστισμού» της Σμύρνης! Το αποτέλεσμα των εκλογών δεν έδωσε ελπίδα και προοπτική και, δυστυχώς, οδηγούμεθα σε νέες εκλογές. Δεν υπήρξε μία παράταξη που να παρέχει τα εχέγγυα ότι μπορεί ο πολίτης, και μάλιστα ο πολύτεκνος, να την εμπιστευθεί ότι θα κυβερνήσει με ανιδιοτέλεια, θάρρος και αποφασιστικότητα και με σύνθημα την ανόρθωση της χώρας, όπως ακριβώς έγινε το 1910. Τότε δεν ήταν μόνον ο στρατιωτικός σύνδεσμος υπό τον Ζορμπά που επεδίωκε να κυβερνηθεί η Ελλάς από τον Ελευθέριο Βενιζέλο, υπήρχε και ο στρατιωτικός σύνδεσμος των κατώτερων αξιωματικών υπό τον λοχαγό και βουλευτή Γεώργιο Καραϊσκάκη, οι οποίοι ήσαν αποφασισμένοι να το επιβάλουν αυτό ακόμη και διά των όπλων! Στις εκλογές του 1910 το κόμμα των Φιλελευθέρων σάρωσε και ο Βενιζέλος, με υπουργό Δικαιοσύνης τον Νικόλαο Δημητρακόπουλο, ανέλαβε το μέγα έργο της ανορθώσεως της χώρας ύστερα από τη βαριά ήττα του 1897 και το «δυστυχώς επτωχεύσαμεν» του Χαρίλαου Τρικούπη. Οδήγησε δε το Έθνος στην εποποιία των Βαλκανικών Πολέμων του 1912-1913.

Το αποτέλεσμα των μέτρων που έλαβε σε εκείνη την κυβέρνηση ο Νικόλαος Δημητρακόπουλος αμέσως μετά την ορκωμοσία της ήταν καταπληκτικό και ο Σπύρος Μελάς το διασώζει παραστατικά αναφέροντας τα εξής:

«Ένα επεισόδιο μούδωσε όλη την εικόνα της μεταβολής που είχε γίνει. Σε μια εκδρομή από τη Ζαχλωρού – Μέγα Σπήλαιο στα Καλάβρυτα, κατά μήκος του Βουραϊκού, είχαμε σταματήσει σ’ ένα χάνι -περίφημο την εποχή εκείνη-, το λεγόμενο «της Αριστοτέλαινας». Ο Αριστοτέλης ήτανε μακαρίτης, η δε χήρα, μια γυναικάρα, μια χωριάτισσα μνημειώδης, διατηρούσε αυτό το χάνι σ’ ένα γραφικό γύρισμα της ακροποταμιάς, όπου ο οδοιπόρος, κάτω από τον ήσκιο πλατάνων κι ανάμεσα σ’ όρνιθες, γουρούνια κι ένα σκύλο, μπορούσε να καθήσει και να πάρει λιτό πρόγευμα με αυγά, τυρί, μαύρο σταρένιο ψωμί και κρασάκι. Όταν καθήσαμε, η Αριστοτέλαινα ήρθε κοντά μας, ανασκουμπωμένη, κατακόκκινη και ιδρωκοπημένη, για να μας ρωτήσει:

– Αθηναίοι είσαστε;
– Μάλιστα.
– Άμα γυρίσετε με το καλό στην Αθήνα, θα τον ιδείτε… τον Μπεντζέλο; Δεν ήξαιρε ούτε το όνομά του να πει.
– Θα τον δούμε…
– Να του πήτε χαιρετίσματα από μένα, την Αριστοτέλαινα… Και το πως ούλος ο Μοριάς δοξάζει τ’ όνομά του… και θαν του κάνουμε εικόνισμα, που λέει ο λόγος. Και θαν του ανάβουμε καντήλι… Αυτό να του πήτε….
– Θα του το πούμε… Αλλά τι καλό σούκανε εσένα, κυρά Αριστοτέλαινα;
– Τι καλό μούκανε… Αμολάω το μαρτίνι στο λιβάδι να βοσκήσει… και τ’ ακούω να βελάζει μέχρι το βράδυ… Αυτό μούκανε!
– Γιατί, πριν δε βέλαζε, δηλαδή;
– Πού να βελάξει; Τ’ άφηναν οι κλέφτες;

Αυτό το αίσθημα ασφάλειας που έλειπε και που φύτεψε στις ψυχές των Ελλήνων η Ανορθωτική Κυβέρνηση έδωσε στο λαό την εντύπωση ότι συντελείται αληθινή αναγέννηση στα πράγματα της πολιτείας. Μετά τους νόμους περί φυγοδικίας και ζωοκλοπής και την αποκατάσταση της ασφάλειας στην ύπαιθρο ήταν η ανάπλαση της Δικαιοσύνης…».

Τέτοια κυβέρνηση χρειάζεται σήμερα η Ελλάς και τέτοιους υπουργούς, όπως ο Νικόλαος Δημητρακόπουλος, για να οδηγήσουν το έθνος και να ελπίζουμε όλοι, και ιδιαίτερα οι πολύτεκνοι, ότι τα παιδιά και τα εγγόνια μας έχουν μέλλον στην πατρίδα μας. Μπορεί, όμως, να υπάρξει; Ή θα υπάρξει νέο 1922;


Σχολιάστε εδώ