Ο κόσμος απάντησε με σαφήνεια, σκληρότητα και δικαιοσύνη

Το ΠΑΣΟΚ δεν έχασε την περασμένη Κυριακή. Συνετρίβη. Σχεδόν εξαφανίστηκε. Επέστρεψε στα ποσοστά της εκκίνησής του, όταν το 1974 είχε πάρει περίπου 13%. Μόνο που τώρα δεν ξεκινά, αλλά πιθανόν τελειώνει. Τουλάχιστον με τη μορφή και τον ρόλο που ξέραμε. Πιο σωστά, με τη μορφή και τον ρόλο που του προσέδωσε ο εκσυγχρονιστικός δρόμος στον οποίο το έβαλε ο πρώτος μεταπαπανδρεϊκός του ηγέτης (αν είναι δυνατόν…) Κ. Σημίτης. Ο άνθρωπος που έγινε αρχηγός πρώτα της Κοινοβουλευτικής Ομάδας και έπειτα από το Συνέδριο με μοναδικό κριτήριο αν είναι ο πιθανότερος που μπορεί να οδηγήσει το ΠΑΣΟΚ στη διατήρηση της εξουσίας. Όπως περίπου επελέγη ο Κων. Μητσοτάκης το 1984 στην ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας αντί του Κωστή Στεφανόπουλου και του Γιάννη Μπούτου, με μοναδικό κριτήριο ότι «είναι αυτός που μπορεί να νικήσει τον Ανδρέα». Η Δεξιά τότε ήθελε να επιστρέψει στην εξουσία και έψαχνε κάποιον να κάνει «τη βρώμικη δουλειά». Τον βρήκε στο πρόσωπο του Κ. Μητσοτάκη, που πέντε χρόνια μετά την εκλογή του και με την άφθονη χρήση σκανδάλων, σκανδαλολογίας, συμμαχιών με την Αριστερά μετήλθε όλων των μέσων και κατάφερε να γίνει πρωθυπουργός τον Απρίλιο του ’90, στέλνοντας και τον Α. Γ. Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο. Ανετράπη βεβαίως τριάμισι χρόνια μετά, τον Οκτώβριο του 1993, από τον Α. Σαμαρά και τους βουλευτές που ο Μεσσήνιος ήλεγχε. Στη συνέχεια έχασε τις εκλογές που προκηρύχτηκαν από τον Α. Γ. Παπανδρέου, που επέμενε να υπάρχει βιολογικά και πολιτικά, παρά τις μεγάλες προσπάθειες για το αντίθετο που είχε καταβάλει το σύστημα Μητσοτάκη. Ο Κ. Σημίτης παραλαμβάνοντας το ΠΑΣΟΚ αρχικά τον Ιανουάριο του 1996 και μετά (από το Συνέδριο) τον Ιούνιο της ίδιας χρονιάς έκανε δύο πράγματα: Το απογύμνωσε σταδιακά και αποτελεσματικά από την ιδεολογία του. Στη συνέχεια, μέσω της καθαρά δεξιάς και φιλελεύθερης πολιτικής του, αλλοίωσε την εκλογική του βάση. Το θεωρούμενο ως μεγάλο του επίτευγμα, η είσοδος στο ευρώ, αποδείχτηκε ολέθρια επιλογή, που οδήγησε στη σημερινή δεινή θέση. Ένας κοσμοπολίτικος ευρωπαϊκός μικρομεγαλισμός τον έκανε να παραβλέψει ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να τα καταφέρει μέσα σε ένα τόσο ισχυρό νόμισμα, και μάλιστα με μια ισοτιμία που ήταν σχεδόν θηριώδης για τα ελληνικά δεδομένα: 1 ευρώ=340,75 δραχμές. Ταυτόχρονα η νεοφιλελεύθερη πολιτική του οδήγησε στην πλαστή ανάπτυξη και στη συνέχεια στο σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου, όπου έχασαν τις οικονομίες τους χιλιάδες μικροκαταθέτες. Οι άνθρωποι αυτοί εμπιστεύτηκαν τον τότε πρωθυπουργό και τον αρμόδιο υπουργό Γ. Παπαντωνίου, που διαλαλούσαν ότι η ισχύς μιας χώρας φαίνεται και από το πόσο ισχυρό είναι το Χρηματιστήριο. Λίγο μετά, όταν κόντεψε να διαλυθεί το Δημόσιο με τις ανάλγητες και αυθαίρετες ασκήσεις Γιαννίτση-Σπράου περί τα ασφαλιστικά και τα συνταξιοδοτικά, ο Κ. Σημίτης κατάλαβε ότι θα χάσει τις επόμενες εκλογές. Δεν πήγε ο ίδιος στις εκλογές, για να μην καταγραφεί ήττα στο ηγετικό του προφίλ, αλλά παρέδωσε το ΠΑΣΟΚ στον πρωτότοκο γιο του ιδρυτή, Γιώργο Παπανδρέου, ο οποίος αποδείχτηκε εντελώς ακατάλληλος για τη θέση και τον ρόλο.

Ο Γ.Α.Π. βύθισε το ΠΑΣΟΚ στην αναξιοπιστία και μετέβαλε την αντιπάθεια του κόσμου προς κυβερνήσεις που κάνουν πολιτική λιτότητας σε μίσος. Το ΠΑΣΟΚ μισήθηκε, κι αυτό φάνηκε στο αποτέλεσμα των εκλογών. Όταν ο ΓΑΠ αποφάσισε να αποχωρήσει, το ΠΑΣΟΚ ήταν ήδη απαξιωμένο στις συνειδήσεις των πολιτών.

Η έλευση του Ευ. Βενιζέλου στην ηγεσία δεν βελτίωσε κάτι, αντίθετα η προσωπική του αλαζονεία και το άνευ λόγου απειλητικό του ύφος προς οποιονδήποτε μεγάλωσαν την οργή του κόσμου. Έτσι, στις εκλογές της Κυριακής 6 Μαΐου το έστειλαν στα τάρταρα του 13%, κάνοντας σαφές ότι το πολιτικό αυτό σχήμα εξεμέτρησε το ζην και θα πρέπει αλλιώς και με άλλο περιεχόμενο να επιζητήσει την επιβίωσή του.

Το πρώτο που πρέπει να κάνει (και η ΝΔ φυσικά, που συμπεριφέρεται ως… πρώτο κόμμα με ποσοστό 18%!) είναι να αποδεχτεί τόσο το αποτέλεσμα όσο και τις αιτίες που οδήγησαν εκεί.

Το δεύτερο είναι να αποδεχτεί ότι ο κόσμος απορρίπτει τόσο την πολιτική λιτότητας, τις στερήσεις και το άθλιο Μνημόνιο όσο και την πολιτική αντίληψη που τα εμπεριέχει.

Το τρίτο θα είναι εύκολο, μια και αφορά το βήμα που πρέπει να κάνει στη βάση των προηγούμενων παραδοχών. Σύντομα, πολύ σύντομα θα αποδειχτεί αν ΠΑΣΟΚ και ΝΔ έχουν τις δυνατότητες γι’ αυτά τα βήματα. Αν όχι, η χώρα θα προχωρήσει διαφορετικά. Με γνώμονα την αξιοπρέπεια και την αυτοδιάθεση. Κάτι που υπονομεύτηκε και υποθηκεύτηκε και από τα δύο κυβερνητικά κόμματα.


Σχολιάστε εδώ