Θα επέλθουν και θα εισπραχθούν ακόμη χειρότερα!
Και η οποία οδηγεί σε καταθλιπτικές υποτροπές, με προβλεπτό κόστος, που θα αποτιμηθεί -εάν δεν ανακοπεί- με όρους μείζονος εθνικής καταστροφής. Κι αυτό δεν αποτελεί κασσανδρολόγημα. Είναι αντιθέτως η φυσική μετεξέλιξη όσων τείνουν εν πολλοίς να οδηγήσουν σε μιαν εκτός ορίων πτωχευτική τραγωδία. Της οποίας τις βάναυσες προδιαγραφές ήδη δοκιμάζουμε «στο πετσί μας».
Και η ενότητα φυσικά δεν πρέπει να ερμηνεύεται -ως συνήθως- με όρους συναισθηματικών (κι εν πολλοίς κενολόγων) προσεγγίσεων. Τέτοια ενότητα δεν είναι παραγωγική. Αντιθέτως, προάγει ψευδαισθήσεις και άγει σ’ επαχθέστερες διαψεύσεις. Είναι δηλαδή αχρείαστη. Με τους πολίτες να επανεισπράττουν τα χειρότερα και ν’ ανακαλύπτουν εαυτούς εξαπατημένους και επί κενού. Η πικρή αλήθεια. Σε μια στιγμή που οι πολιτικές ηγεσίες δεν προτείνουν και δεν επιτυγχάνουν στρατηγική διαχείριση της έως και κακοήθους παθογένειας. Αντιθέτως, τα πράγματα φαίνεται ότι εκφεύγουν του ελέγχου αυτού του πολιτικού συστήματος, που ευθύνεται για τις υποτροπές και τις μεταστάσεις των επικινδύνων εθνικών νεοπλασιών.
Αυτά λοιπόν των οποίων ο πολίτης γίνεται κοινωνός μετεκλογικά επιβεβαιώνουν ένα και μόνον: Ότι αυτοί που αποτελούν τους θεσμικούς διαχειριστές της χώρας βλέπουν μεν (και αντιλαμβάνονται ασφαλώς), αλλά δεν θέλουν να συνειδητοποιήσουν τα κρίσιμα μηνύματα και τις αδυσώπητες υποτροπές.
Δεν θέλουν. Όχι δεν μπορούν. Γιατί ενεργούν με σύνδρομα κομματικής αντιπαλότητος, που εκδηλώνεται ακόμη και σήμερα με προφανή (και πρωτοφανή) εχθρότητα! Η οποία και αποβλέπει σε υπονόμευση των μεν από τους δε και εξαργύρωση της εμπάθειας με παραταξιακά κέρδη! Αντιπαλότητα που: Εάν σε δεδομένη στιγμή (και πάντως σύντομα) δεν αναστραφεί και δεν εκχωρήσει τη θέση της σε άλλες και επαρκέστερες συμπεριφορές, θα αποβεί μοιραίος συντελεστής εθνικής αποδομήσεως. Και δεν υπερβάλλουμε.
Γιατί ο μέσος πολίτης βιώνει μετεκλογικά υφέρποντα εμφυλιοπολεμικά σύνδρομα. Με ό,τι αυτό σημαίνει. Και σημαίνει τελικά εσωτερικό πολυθρυμματισμό. Μακάρι τα πράγματα να μην ήσαν έτσι. Και οι εκτιμήσεις μας να είναι όχι απλώς λάθος, αλλά κι εκτός πραγματικότητος. Μακάρι. Αλλά νομίζουμε ότι αυτό που συμβαίνει μάλλον είναι χειρότερο. Και αποβαίνει παθολογική εκτροπή που υπονομεύει τις εθνικές προοπτικές. Ιδιαίτερα εάν αυτές οι τριβές που παρακολουθούμε μας οδηγήσουν σε πραγματική αδυναμία διακυβερνήσεως. Είτε για καθαρά τεχνικούς λόγους. Είτε λόγω προθέσεων.
Με τους πρώτους να υπηρετούν βεβαίως τις δεύτερες. Για να μην αυταπατώμεθα και να μην εμπαίζομε εαυτούς και αλλήλους. Αδυναμία δε διακυβερνήσεως δεν είναι μόνον απλό φαινόμενο ακυβερνησίας, αλλά και συρροή άλλων παραμέτρων που συνέπονται.
Αυτό δεν είναι αρνητική κριτική των μεν ή των δε του πολιτικού συστήματος. Του οποίου οι ευθύνες, εν πάση περιπτώσει, δεν αμφισβητούνται. Αντιθέτως. Αυτές οι αρθρογραφικές επισημάνσεις είναι απλώς απόπειρα προσδιορισμού της εθνικής κακοδαιμονίας. Που υποτρέπεται ήδη σε ανίατη εν πολλοίς παθογένεια. Η οποία και οδήγησε, αφενός, σε περιστολή της εθνικής κυριαρχίας. Και, αφετέρου, σε ταπείνωση των ιδίων των πολιτών. Εσωτερικά με την οικονομική εξαθλίωση μεγάλων πληθυσμιακών ομάδων. Κι εξωτερικά με διασυρμό που τον αισθάνεται ο καθένας όταν βρεθεί έξω από τα εθνικά σύνορα. Οπότε και βρίσκεται αντιμέτωπος με βάναυση αντιμετώπιση, ως υπήκοος ήδη πτωχευμένου (και διεφθαρμένου) κράτους. Και ως φύσει ακαμάτης ο ίδιος κι ένας «εν δυνάμει μπαταξής»! Η άλλη και τραυματική αλήθεια. Την οποία και πρέπει ν’ αποδείξουμε σε κάποια στιγμή ως μέγα ψεύδος. Ως απότοκο και αθλιότητος ημετέρων και κακοβουλίας εταίρων. Και η διάψευση και παλινόρθωση του ελληνικού ονόματος δεν γίνεται ούτε με φιλολογίες ούτε με αυτοψιμυθιώσεις.
Το κακό είναι όμως ότι: Ενώ η κακοήθης νεοπλασία της χρεοκοπίας κατατείνει προς θανάσιμες (εκ των πραγμάτων) μεταστάσεις, υπονομεύοντας κάθε τομέα του εθνικού οργανισμού, εκείνοι που οφείλουν να διαχειρισθούν και ν’ ανασχέσουν το πρόβλημα περί άλλα τυρβάζουν! Ή, στην καλύτερη περίπτωση, αναμηρυκάζουν τετριμμένους αφορισμούς, χωρίς ν’ αποδύονται σε στρατηγικές μεθοδεύσεις. Τέτοιες που: Αφενός θα ανακόπτουν την έως και ακατάσχετη κατιούσα. Και αφετέρου θα αναστρέφουν τη δυναμική της ολικής πτωχεύσεως. Η οποία, παρεμπιπτόντως, δεν αφορά μόνο τα οικονομικά δεδομένα. Δυστυχώς επιδρά σ’ ένα ευρύτερο τόξο της εθνικής ζωής. Διεμβολίζοντας την ποιότητά της σε πολλά επίπεδα. Με ό,τι αυτό σημαίνει. Και σημαίνει καθήλωση του εθνικού παρόντος και ανασκολοπισμό των ελληνικών προοπτικών.
Αφαιρώντας δυνατότητες ανανήψεως. Την κρισιμότερη ώρα.
Κι άλλωστε όλοι βιώνουμε την κατολίσθηση. Σ’ ένα περιβάλλον -κι αυτό είναι το κρισιμότερο- αποσυνθετικού πολυτεμαχισμού και εσωτερικής διασπάσεως. Που εμποδίζει δυνάμει την εκ των ων ουκ άνευ εθνική συνεννόηση. Αυτή δηλαδή που συνιστά μονοδρομική διέξοδο και μοναδική δυναμική παλινορθώσεως. Γιατί εάν δεν υπάρξει, κανένας απ’ έξω και καμιά δύναμη άλλων δεν μπορεί να το πράξει για λογαριασμό μας.
Οπότε κι εαυτούς να μεμφόμεθα. Όχι μόνο για όσα βιώνουμε. Αλλά κυρίως για όσα συνέπονται.