Γιατί και πώς θα ψηφίσουμε

Αρνείται τη συμπερίληψή του στον πολιτικό και κοινωνικό όρο «Αριστερά», λέγοντας «μη μας βάζετε στην Αριστερά, εμείς είμαστε κομμουνιστές». Και οι κομμουνιστές άραγε δεν ανήκουν στην Αριστερά; Πολύ περισσότερο όταν ο όρος χρησιμοποιείται για λόγους συνεννόησης. Είναι όμως προφανής η προσπάθεια του ΚΚΕ να διαχωριστεί και από τους δύο πόλους. Και από τον κυβερνητικό που περιγράψαμε (είναι σχεδόν εφιάλτης για το ΚΚΕ η πιθανότητα να του ζητηθεί να κυβερνήσει ή να συμμετάσχει εκ των αποτελεσμάτων σε μια κυβέρνηση) και από αυτόν της ευρύτερης αντιπολίτευσης. Το ΚΚΕ έχει ένα πρόβλημα που αφορά το αντιμνημονιακό στρατόπεδο: το άτυπο μπλοκ ανόμοιων πολιτικών δυνάμεων που –αυθαίρετα, αλλά συχνά– συναθροίζονται στη βάση της αντιμνημονιακής τους στάσης. Θέλει να ξεχωρίζει με τρόπο διακριτό και γιʼ αυτό αρνείται καθετί που θα μπορούσε να θεωρηθεί συμμαχικό σε μια μελλοντική, μετεκλογική εξέλιξη.

Πάντως, τα δύο μεγάλα εκλογικά στρατόπεδα είναι, από τη μια, αυτό που ήδη κυβερνά και μπορεί να συνεχίσει να το κάνει και, από την άλλη, αυτό που και είναι δύσκολο να κυβερνήσει, λόγω των δεσμεύσεων της χώρας προς τους δανειστές-«τρόικα», αλλά και εκ των πραγμάτων είναι δύσκολο να συνυπάρξει σε κυβέρνηση. Είναι αυτονόητο ότι ο κ. Καμμένος, π.χ., δύσκολα μπορεί να κάνει κυβέρνηση με τον κ. Κουβέλη και την κ. Κατσέλη. Το σχήμα αυτό, του μελλοντικού σχηματισμού κυβέρνησης από ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, προβάλλεται ως μοναδική και σώφρων λύση από Μέσα Ενημέρωσης που χειραγωγούν και ελέγχουν σε μεγάλο βαθμό την πληροφόρηση. Προετοιμάζουν έτσι την κοινή γνώμη για την κυβερνητική συνύπαρξη των δύο μεγάλων κομμάτων, ενώ στην προσπάθειά τους να σιγουρέψουν την επικράτηση των δύο, δεν διστάζουν να ασκούν εκβιαστικές πιέσεις και τρομοκρατία προς τους πολίτες περί ακυβερνησίας, χάους που θα ακολουθήσει αν δεν κάνουν κυβέρνηση οι δύο κ.λπ.

Αυτό είναι ένα νέο φαινόμενο στη μεταπολιτευτική ζωή του τόπου. Μέχρι τώρα οι πολίτες είχαν την απόλυτη βεβαιότητα ότι τα δύο μεγάλα κόμματα, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, εκφράζουν δύο διαφορετικούς χώρους (ή και κόσμους…) και εν πολλοίς ψήφιζαν σε αυτήν τη βάση. Τώρα αυτό καταργείται και από τις εξελίξεις (υποταγή των δύο μεγάλων κομμάτων σε συγκεκριμένη νεοφιλελεύθερη πολιτική στερήσεων, εσωτερικής υποτίμησης και εξάρτησης της χώρας) και από τα διαπλεκόμενα ΜΜΕ, που δίνουν μάχη επιβίωσης και (κυβερνητικής) επικράτησης των δύο μεγάλων κομμάτων. Εις βάρος φυσικά όλων των άλλων.

Το πρόβλημα είναι ότι την επόμενη Κυριακή καλούμαστε να ψηφίσουμε όχι μόνο για τη διακυβέρνηση του τόπου, αλλά και για την απεμπλοκή της χώρας από τα δεσμά που της έβαλαν οι μνημονιακοί κοινοβουλευτικοί, με σημαιοφόρους τα πρωτοκλασάτα στελέχη του ΠΑΣΟΚ. Περί αυτού πρόκειται. Για το αν και πώς θα υπάρξει η χώρα. Όχι αν και πώς θα κυβερνηθεί. Αυτό είναι το εύκολο. Εδώ το ΠΑΣΟΚ και ο απελθών ΓΑΠ νομιμοποίησαν δημοκρατικά τον ακροδεξιό ΛΑΟΣ (που σχηματίστηκε και από πολιτικά και κοινωνικά απόβλητα), έτσι ώστε να μπορεί σήμερα να μας λέει πόσο επικίνδυνη είναι η Χρυσή Αυγή, θα έχει πρόβλημα να συνεργαστεί με οποιονδήποτε άλλον; Γιατί αν ο Γ. Καρατζαφέρης δεν έφευγε μόνος του από την κυβέρνηση Παπαδήμου, οι άλλοι δύο μεγάλοι εταίροι ακόμα εκεί θα τον κρατούσαν, ακόμα και για άλλοθι πολυκομματικής στήριξης μιας υποτελούς κυβέρνησης.

Ο γράφων διάβασε κάπου ορισμένες σκέψεις υποψηφίου κόμματος, απολύτως σωστές και αντιπροσωπευτικές για την τρέχουσα κατάσταση. Για να μην κατηγορηθούμε για αθέμιτη προβολή υποψηφίου και κόμματος (αν και δεν έχουμε την παραμικρή σχέση ούτε με την περιοχή όπου εκλέγεται ούτε με τον ίδιο – δεν τον γνωρίζει καν ο γράφων προσωπικά), δεν θα γράψουμε το όνομά του. Αλλά θα παραθέσουμε τη σύντομη, περιεκτική και ειλικρινή επιχειρηματολογία του:

«Μας λένε ότι θα μας διώξουν από το ευρώ αν δεν συμφωνήσουμε με το Μνημόνιο.

Μας λένε ότι θα πτωχεύσουμε αν δεν στηρίξουμε τις τράπεζες.

Πρώτη φορά στην ιστορία έχει στηθεί τέτοια πλεκτάνη.

Έντρομο, το σύστημα των διεθνών τοκογλύφων και των ντόπιων υπηρετών του δίνει την τελευταία του μάχη.

Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης έχουν αναλάβει εργολαβικά την τρομοκράτηση του ελληνικού λαού.

Είναι πια στο χέρι μας να στείλουμε, στις 6 Μάη, ένα ηχηρό μήνυμα τόσο στα κόμματα του Μνημονίου όσο και στην κυρία Μέρκελ και τους διεθνείς τοκογλύφους, οι οποίοι τρέμουν μήπως οι περήφανοι Έλληνες καταψηφίσουν τους υπαλλήλους τους».

Θα προσθέταμε απλώς ότι την επόμενη Κυριακή μπορούμε να ψηφίσουμε αυτό που μας προσβάλλει λιγότερο. Καλή τύχη!


Σχολιάστε εδώ