Γαλλικές προεδρικές εκλογές

Είναι γνωστό ότι ούτε ο νυν Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας ούτε ο σοσιαλιστής συνυποψήφιός του εξασφάλισαν επαρκή πλειοψηφία, ώστε να κερδίσουν το χρίσμα από τον πρώτο γύρο.

Οι γαλλικές εκλογές αφορούν όλη την Ευρώπη. Και όχι μόνο. Αφορούν άμεσα και τη χώρα μας.

Οι δύο υποψήφιοι έχουν διαφορετικό προσανατολισμό. Ο κ. Σαρκοζί συνδέεται με μια σχέση συνεργασίας με τη γερμανίδα καγκελάριο. Κύριο χαρακτηριστικό της συνεργασίας αυτής, η λιτότητα. Ο κ. Ολάντ υποστηρίζει την αναθεώρηση του Δημοσιονομικού Συμφώνου, με άμεση συνέπεια, σε περίπτωση εκλογής του, να ζητήσει την επαναδιαπραγμάτευσή του.

Σε περίπτωση λοιπόν επικράτησης του κ. Ολάντ, πιστεύεται ότι θα υπάρξει αμφισβήτηση του μοντέλου αντιμετώπισης της κρίσης στην Ελλάδα, στο μέτρο που αυτό δεν έχει συμπληρωθεί με μέτρα στήριξης της ανάπτυξης.

Έτσι, ενδεχομένως να προκληθεί επαναδιαπραγμάτευση του Δημοσιονομικού Συμφώνου, εμπνεύσεως «Μερκοζί», το οποίο υπέγραψαν πρόσφατα 25 κράτη-μέλη της ΕΕ.

Αυτό βέβαια μπορεί να μη χαροποιήσει ιδιαίτερα τη γερμανίδα καγκελάριο, θα αποτελέσει όμως σημαντική βοήθεια σε χώρες όπως η Ελλάδα. Και τούτο γιατί ο κ. Ολάντ, σε περίπτωση εκλογής του, θα επιδιώξει να συμπεριλάβει στο Σύμφωνο νέα στοιχεία, όπως η ανάπτυξη και η απασχόληση, ούτως ώστε τούτο να μην περιλαμβάνει μόνο επιταγές περιορισμού του δημόσιου ελλείμματος, όπως συμβαίνει τώρα, υπό τη σημερινή του μορφή.

Τα παραπάνω ενισχύονται και από τις τελευταίες δηλώσεις του κ. Ολάντ, που αφορούσαν τη χώρα μας και υπήρξαν πολύ σαφείς. Ο σοσιαλιστής υποψήφιος εδήλωσε ότι η Ελλάδα «σήμερα βιώνει μια πολύ βαθιά ύφεση και δεν αντέχει άλλο. Όσες θυσίες και να κάνει δεν θα έχουν αποτελέσματα σε ό,τι αφορά τη μείωση του ελλείμματος». Για τον λόγο αυτό, προσέθεσε, πρέπει να τη βοηθήσουμε να επιστρέψει στην ανάπτυξη και να ελαφρυνθούν τα βάρη της.

Ορισμένα δημοσιεύματα συνδέουν τον κρίσιμο βʼ γύρο των γαλλικών εκλογών καθώς και τις εκλογές στην Ελλάδα με την τύχη των προγραμμάτων διάσωσης και το μέλλον του κοινού νομίσματος. Μιλάνε, μάλιστα, για κίνδυνο δημιουργίας αστάθειας στις αγορές λόγω των δύο εκλογών.

Ως προς την Ελλάδα, υπογραμμίζουν τον κίνδυνο απόρριψης του προγράμματος λιτότητας, σε περίπτωση που το αντιμνημονιακό μέτωπο κερδίσει στις επερχόμενες ελληνικές εκλογές.

Ασκώντας κριτική κατά του σοσιαλιστή συνυποψηφίου του, ο γάλλος Πρόεδρος ετόνισε ότι αυτός απειλεί τη Γαλλία με την τύχη της Ελλάδας ή της Ισπανίας.

Ακόμη, ο γάλλος Πρόεδρος αποφάσισε να εντάξει στην εκλογική καμπάνια του και το πρόβλημα της μετανάστευσης, που για προφανείς λόγους αφορά και τη χώρα μας.

Προβάλλοντας το θέμα της ασφάλειας των συνόρων ο κ. Σαρκοζί είπε πως «οι Γάλλοι δεν επιθυμούν μια Ευρώπη-σουρωτήρι». Προσέθεσε μάλιστα πως «αν η Ευρώπη δεν μπορεί να υπερασπιστεί τα σύνορά της, η Γαλλία θα το πράξει. Μια Ευρώπη που δεν ελέγχει το μεταναστευτικό της κύμα είναι μια Ευρώπη που έχει τελειώσει».

Στο σημείο αυτό θα πρέπει να υπενθυμίσουμε, όσον αφορά τη χώρα μας, ότι σε σχετική του συνέντευξη προ ημερών στην εφημερίδα «Journal du Dimanche», ο γάλλος Πρόεδρος είχε τονίσει πως «υπάρχουν 120 χλμ. στα σύνορα της Ελλάδας με την Τουρκία τα οποία δεν φυλάσσονται. Έχω δικαίωμα να απαιτήσω ποιες κυρώσεις θα πρέπει να υπάρξουν».

Προφανώς, ο κ. Σαρκοζί αποφάσισε να σκληρύνει τη στάση του, στο πλαίσιο της προεκλογικής εκστρατείας του, στα θέματα μετανάστευσης, προκειμένου, όπως λέγεται, να προσελκύσει τους ψηφοφόρους του Εθνικού Μετώπου. Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, αυτοί προσανατολίζονται να ψηφίσουν στον βʼ γύρο τον κ. Σαρκοζί, αν και λέγεται ότι ένα ποσοστό αυτών, της τάξεως του 25% θα ψηφίσει υπέρ του κ. Ολάντ.

Ανεξάρτητα, πάντως, από τα παραπάνω, ο σοσιαλιστής υποψήφιος φέρεται, σε πολλές δημοσκοπήσεις, να αποβαίνει ο νικητής του επόμενου γύρου.

Οι συνέπειες της επικράτησης του ενός ή του άλλου υποψηφίου στη Γαλλία μπορεί να επηρεάσουν τις εξελίξεις ακόμη και στη Γερμανία, αφού ορισμένοι πιστεύουν ότι οι τοποθετήσεις Ολάντ μπορούν να βρουν ευήκοον ους στη Γερμανία, εν όψει μάλιστα των εκεί προσεχών βουλευτικών εκλογών του 2013. Αν αληθεύουν οι σχετικές πληροφορίες, οι θέσεις των γερμανών σοσιαλδημοκρατών έχουν πλησιάσει αρκετά εκείνες των γάλλων σοσιαλιστών. Ανεξάρτητα όμως από αυτό, τελευταία γίνεται λόγος για ορισμένες τοποθετήσεις, ακόμη και στη Γερμανία, σύμφωνα με τις οποίες η ακραιφνής δημοσιονομική πειθαρχία δεν οδηγεί στην ανάπτυξη, θέση που υποστηρίζει φυσικά και ο κ. Ολάντ και που ευνοεί βέβαια τη χώρα μας.

Συμπερασματικά, πιστεύουμε ότι, ανεξάρτητα από το ποιος ασκεί την εξουσία και στις δύο χώρες, η πρόσφατη ιστορία απέδειξε πως η σχέση Βερολίνου και Παρισίων παραμένει σε χρονικό βάθος σχεδόν αμετάβλητη. Η γαλλογερμανική συνεργασία θα συνεχίσει να αποτελεί τη λεγόμενη «ατμομηχανή» της Ευρώπης. Ο πολιτικός ρεαλισμός το επιβάλλει. Και τα δύο όμως μέρη πρέπει, στο πλαίσιο μιας κοινής ευρωπαϊκής πολιτικής, να κάνουν αμοιβαίες «προσαρμογές» στις θέσεις τους. Γιατί η ισχυρή οικονομικά θέση της Γερμανίας στην ΕΕ είναι μεν αναμφισβήτητη, αλλά εξίσου αναμφισβήτητη είναι και η αναγκαιότητα του Βερολίνου να συμπλέει με τη Γαλλία, προκειμένου να διατηρήσει τον ηγετικό του ρόλο στην Ευρώπη.

Δίκαια, λοιπόν, όλοι έχουν στραμμένη την προσοχή τους στον βʼ γύρο των γαλλικών εκλογών, στο μέτρο μάλιστα που ο κ. Ολάντ εδήλωσε, μέσα στην εβδομάδα που πέρασε, ότι αν εκλεγεί θα αποστείλει επιστολή στους ευρωπαίους ηγέτες με τέσσερις ιδέες που θα αποσκοπούν στη βελτίωση της οικονομικής ανάπτυξης στην ΕΕ. Επιπλέον, θα ζητήσει την επαναδιαπραγμάτευση του Δημοσιονομικού Συμφώνου, το οποίο θα πρέπει να εμπλουτιστεί με ρήτρες υπέρ της ανάπτυξης.

Η επομένη λοιπόν των γαλλικών εκλογών, η 7η Μαΐου, θα σηματοδοτήσει άραγε νέα φάση αναδιάταξης δυνάμεων στην Ευρώπη ή θα αποτελέσει σημείο περαιτέρω σύγκλισης;

Την απάντηση θα τη λάβουμε σύντομα.


Σχολιάστε εδώ