Χώρα ψηφίζει, όχι (ακόμα) αποικία
Είναι γελοίο να βαδίζουμε σε διαδικασία εκλογών υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες.
Είναι σαν να κάνει τοπικές εκλογές μια αποικία για την ανάδειξη αντιπροσώπων που θα την εκπροσωπούν σε ζητήματα ήσσονος σημασίας, όπως η μονοδρόμηση μιας οδού ή η λειτουργία πολιτιστικής λέσχης τα απογεύματα της Παρασκευής.
Ακόμα χειρότερα, στην περίπτωση μιας χώρας, της Ελλάδας, διενεργούνται εκλογές για την ανάδειξη κυβέρνησης που θα εφαρμόζει πιστά τις εντολές των δανειστών και όσων ανάγκασαν τη χώρα να τεθεί υπό εποπτεία, επιτροπεία και διεθνή έλεγχο, χάνοντας στην πραγματικότητα την εθνική της κυριαρχία. Ανήσυχοι οι ξένοι παράγοντες του χρήματος και των ισχυρών κέντρων, σπεύδουν να δώσουν οδηγίες στους έλληνες πολίτες τι να ψηφίσουν για να μη γίνει καταστροφή. Όπως φυσικά εκείνοι και οι εδώ εκπρόσωποί τους την εννοούν. Να ψηφίσουν προσηλωμένα και χωρίς επιλογή, χωρίς δεύτερη σκέψη, ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, ώστε τα κόμματα του Μνημονίου να βγουν ενισχυμένα και να εφαρμόσουν, είτε κυβερνώντας μαζί είτε στηρίζοντας το ένα το άλλο, την πολιτική που συμφώνησαν, συνυπέγραψαν και ψήφισαν στη Βουλή. Υποθηκεύοντας το μέλλον της χώρας για πολλές δεκαετίες και θάβοντας την υπόθεση της εθνικής ανεξαρτησίας. Όταν μια χώρα χάνει το δικαίωμα επιλογής για τη χρήση των πόρων της, χάνει το δικαίωμα να αποφασίσει για τις επιλογές της κεντρικής της τράπεζας (της Τράπεζας Ελλάδας, στη συγκεκριμένη περίπτωση), τότε πρέπει να κάνει βήματα ανατροπής αυτού του διασυρμού. Όχι να πηγαίνει σε εκλογές εκβιαστικές, φωτογραφικές ως προς την επιθυμία των δανειστών και υπονομευτικές για τη λαϊκή βούληση. Άρχισαν ήδη οι καθεστωτικοί παράγοντες, από τον τεχνοκράτη πρωθυπουργό έως τις εφημερίδες-ντελάληδες του ξεδιάντροπου δυτικισμού, να μιλούν για «τις πιο κρίσιμες εκλογές από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά». Και τα λένε αυτά χωρίς να κοκκινίζουν, χωρίς ίχνος συστολής, έστω με θεατρικό τρόπο, προκειμένου να διατηρηθεί μέρος των προσχημάτων.
Όταν μια χώρα έχει περάσει παγκόσμιο πόλεμο, εμφύλιο, εξορίες, διχασμό, δικτατορία, τολμούν οι οπαδοί/υπήκοοι της Λαγκάρντ και της Μέρκελ να μιλούν για κρισιμότητα και σοβαρότητα. Προφανώς αναφέρονται στη δική τους κρίσιμη κατάσταση, σε αυτήν που θα περιέλθουν αν ο κόσμος ψηφίσει όπως θέλει. Αν θα στείλει σπίτι τους τους εθελόδουλους πολιτικούς εκπροσώπους της εξάρτησης, που μπερδεύουν την Ευρώπη με τον κοσμοπολιτισμό και την ανεξαρτησία με τον εκσυγχρονισμό. Αυτούς που παρουσιάζονται έτοιμοι και πρόθυμοι στο όνομα μιας εξαρτησιακής σχέσης με τον ευρωπαϊσμό να εκποιήσουν την ιστορία, την ανεξαρτησία και το μέλλον της χώρας μας. Να τι φοβούνται τα σχήματα Μέρκελ-Λαγκάρντ-Γιούνκερ από τις εκλογές: το ανεξέλεγκτο και το αυθόρμητο. Φοβούνται ότι ίσως οι πολίτες αφήσουν τον εαυτό τους ελεύθερο παρά τους εκβιασμούς και τις απειλές.
Παρά τους εκφοβισμούς ότι, αν δεν στηρίξουμε το Μνημόνιο, επιστρέφουμε σε δραχμή, άρα (κατά τις εκφράσεις γνωστών μνημονιακών τεχνοκρατών, καθηγητών, συμβούλων που σιτίζονται στα καθεστωτικά ΜΜΕ και κυρίως στα αλαφουζικά μαγαζιά) «σε κάρα και σε μουλάρια»! Τι αθλιότητα! Και πόσο μεγάλη εξαπάτηση. Θα επιτρέψει ο κόσμος, που αποφασίζει στη δημοκρατία για τις τύχες της χώρας του, να οδηγηθούμε σε εκλογές-παρωδία; Σύντομα θα ξέρουμε.
Το βράδυ της 6ης Μαΐου θα μπορούμε να είμαστε περήφανοι ως χώρα και ιστορία ή να ντρεπόμαστε για την παράδοση αξιοπρέπειας και ιστορίας στις «αγορές». Είναι απλό το δίλημμα και σε αυτό έχουν δίκιο οι ξένοι και εγχώριοι μνημονιακοί εκβιαστές. Είναι σαφώς προτιμότερο «να μπούμε σε περιπέτειες» αναζητώντας άλλες λύσεις από αυτές που εκχωρούν αξιοπρέπεια, ιστορία και ανεξαρτησία, παρά να επισημοποιήσουμε τον θρίαμβο της οικονομικής αλητείας και την κυριαρχία των «ραντιέρηδων».
Φέτος, το Καλή Ανάσταση είναι εξαιρετικά επίκαιρο και ουσιαστικό. Σχεδόν ταυτόσημο με την πραγματικότητα και τις ζωές του καθενός ξεχωριστά και όλων μαζί.