ΣΥΡΙΑ: Εσωτερική σύγκρουση και γεωπολιτικές διαστάσεις

Η Αραβική άνοιξη, που άρχισε με ειρηνική σχεδόν ανατροπή στην Τυνησία και την Αίγυπτο, προσέλαβε μορφή εμφυλίου πολέμου και διεθνούς επεμβάσεως στη Λιβύη και άγριας αιματηρής καταστολής στη Συρία.

Στη Τυνησία, ο στρατός απέσυρε γρήγορα την υποστήριξή του προς τον Πρόεδρο Μπεν Αλί και προκαθόρισε την έκβαση των γεγονότων. Ο Αιγυπτιακός στρατός ταλαντεύθηκε σε μια πρώτη φάση. Προέκρινε όμως τελικά να μην ταυτισθεί με το πρόσωπο του Προέδρου Μουμπάρακ. Να διαφυλάξει δηλαδή τον ρόλο του εγγυητή, που διαμόρφωσε για τον εαυτό του, για μια ολόκληρη ιστορική περίοδο, μέσα στο πνεύμα αρχικά του Νασερισμού, αλλά και αργότερα των φιλοδυτικών διαδόχων του.

Στη Συρία ο στρατός παρέμεινε βασικά πιστός στον Πρόεδρο Άσαντ και ανέλαβε ρόλο σκληρής καταστολής, κατά το πρότυπο εκείνης που είχε αναλάβει ο πατέρας του σημερινού Προέδρου κατά των ισλαμιστών, μερικές δεκαετίες πριν.

ΣΗΜΕΡΑ ΟΜΩΣ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΥ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΕΣ ΟΙ ΕΞΩΤΕΡΙΚΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ

Επί πατρός Άσαντ, η Συρία αναγνωριζόταν από όλον τον Αραβικό κόσμο ως χώρα πρώτης γραμμής στον αγώνα κατά του Ισραήλ και δεχόταν πολιτική και οικονομική υποστήριξη. Αποτελούσε επίσης μέρος μιας ομάδας έντονα αντιαμερικανικών χωρών και είχε τη στρατηγική κάλυψη της Σοβιετικής Ενώσεως.

Η Σαουδική Αραβία σήμερα διέκοψε κάθε οικονομική βοήθεια στο Συριακό καθεστώς και παρέχει, αντιθέτως, μαζί με το Κατάρ και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, οικονομική βοήθεια στους αντιπάλους του καθεστώτος. Οι παραπάνω χώρες συνεργάζονται επίσης στενά με την Τουρκία για τη διοχέτευση «ανθρωπιστικής», υποτίθεται, βοήθειας προς τους εξεγερμένους, η οποία περιλαμβάνει, στην πραγματικότητα, συγκεκαλυμμένη στρατιωτική επίσης υποστήριξη.

Η αλλαγή αυτή πολιτικής από τη Σαουδική Αραβία και τα Εμιράτα του Κόλπου συνδέεται μ’ έναν νέο ανταγωνισμό, που έχει αναπτυχθεί στην περιοχή, με αναφορά το Ιράν και τους συσχετισμούς μεταξύ Σουνιτών και Σιιτών. Η προοπτική της αναδείξεως του Ιράν σε πυρηνική δύναμη δεν απασχολεί μόνο το Ισραήλ. Απασχολεί εξίσου τη Σαουδική Αραβία. Η τελευταία στέλνει μηνύματα μάλιστα ότι, εάν δεν εμποδισθεί το Ιράν, με κάθε τρόπο, να κατασκευάσει πυρηνικά όπλα, η Σαουδική Αραβία θα υποχρεωθεί ν’ ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο. Στο ίδιο πνεύμα, η Σαουδική Αραβία αναλαμβάνει επίσης ηγετικό ρόλο για την ανακοπή και, ει δυνατόν, την αναστροφή της επιρροής των Σιιτών, που συσχετίζονται, μέχρι πολύ καταχρηστικού σημείου, με το Ιράν. Η Συρία του Προέδρου Άσαντ, που στηρίζεται, κατά κύριο λόγο, στη μικρή κοινότητα των Αλαουιτών (περίπου 12% του πληθυσμού) και έχει στρατηγική συμμαχία με το Ιράν, αντιμετωπίζεται με απροκάλυπτη καχυποψία και εχθρότητα. Ο θρησκευτικός ανταγωνισμός και οι γεωπολιτικές θεωρήσεις, σε σχέση με το Ιράν, υποσκελίζουν την κοινή ανησυχία και συμπαράταξη στο Μεσανατολικό.

Οι Αλαουίτες της Συρίας είναι μια ισλαμική παραλλαγή αρκετά κοντά στον Σιιτισμό, χωρίς να ταυτίζεται μ’ αυτόν. Η στρατηγική συμμαχία της Συρίας με το Ιράν συνδέεται επίσης με την κατάσταση στο Λίβανο, όπου ασκεί καθοριστική επιρροή η Σιιτική πολιτικοστρατιωτική ισλαμική οργάνωση Χεσμπολάχ.

Η Αραβική άνοιξη, με την τοπική εκδοχή της στη Συρία, ανεξάρτητα από την εσωτερική δυναμική της, προσφέρει μια ευκαιρία αλλαγής στους εσωτερικούς θρησκευτικούς και στους εξωτερικούς περιφερειακούς στρατηγικούς συσχετισμούς.

Ενδεχόμενη αλλαγή στη Συρία και ανάληψη της εξουσίας από την πλειοψηφούσα Σουνιτική ομάδα (περίπου 70%), θα ενίσχυε το Σουνιτικό μέτωπο υπό τη Σαουδική Αραβία και, στη συγκεκριμένη περίπτωση, την Τουρκία, θα ανέτρεπε τη στρατηγική συνεργασία με το Ιράν και θα αφαιρούσε από τη Ρωσία ένα πολύτιμο στρατηγικό έρεισμα στην Ανατολική Μεσόγειο και στον Αραβικό κόσμο. Θα επηρέαζε επίσης δραματικά την κατάσταση στο Λίβανο και, κατά δεύτερο λόγο, στο Ιράκ.

Στο τελευταίο, η Σιιτικής πλειοψηφίας κυβέρνηση αντιμετωπίζει με μεγάλη ανησυχία και εχθρότητα τον ρόλο της Σαουδικής Αραβίας και τις προσπάθειές της να ηγηθεί ενός Σουνιτικού μετώπου στην περιοχή. Στο πνεύμα αυτό, αντιτίθεται στην ανατροπή του Άσαντ στη Συρία.

ΟΙ ΗΠΑ ΣΥΜΠΛΕΟΥΝ ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΑΝΤΙΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΩΝ ΚΟΣΜΙΚΩΝ ΚΑΘΕΣΤΩΤΩΝ ΜΕ ΦΙΛΟΪΣΛΑΜΙΣΤΙΚΑ ΦΙΛΟΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΑ ΚΑΘΕΣΤΩΤΑ

Στον αγώνα για εθνική ανεξαρτησία στον Αραβικό κόσμο πρωτοστάτησαν μεταπολεμικά τα κοσμικά περισσότερο κινήματα, στα οποία ήταν ενταγμένες και οι χριστιανικές κοινότητες. Στο πνεύμα αυτό, ο Νάσερ διεξήγαγε σκληρό αγώνα κατά των Αδελφών Μουσουλμάνων στην Αίγυπτο. Στο ίδιο πνεύμα, το κόμμα Μπάαθ, με τους δύο κλάδους του στο Ιράκ και στη Συρία, είχε έντονο κοσμικό χαρακτήρα, ανεξάρτητα από την αυταρχική εξέλιξη που είχε στο πρόσωπο των διαδοχικών ηγετών του.

Η Αμερικανική πολιτική θεωρεί σήμερα ως αναπόφευκτη τη σύμπλευσή της με την αλλαγή των αντιαμερικανικών κοσμικών καθεστώτων και την αντικατάστασή τους από φιλοϊσλαμικά καθεστώτα. Τα τελευταία ελπίζει ότι θα ποδηγετηθούν από την ίδια και τους συμμάχους της προς μια «μετριοπαθή» κατεύθυνση, μέσα στο ιδεολογικό και πολιτικό πλαίσιο της Δυτικής δημοκρατίας και του παγκόσμιου καπιταλισμού. Επιχειρεί, με άλλα λόγια, να διαχειρισθεί τις λαϊκές εξεγέρσεις στον Αραβικό κόσμο, με όρους «ήπιου» ισλάμ, κατά το πρότυπο της Τουρκίας. Πειραματίσθηκε εκεί με την ιδέα αυτή, μετά την εκλογική κατάρρευση του Κεμαλικού κόμματος, που προήλθε από εσωτερική φθορά, αλλά και από διεθνείς εξελίξεις, μετά την πτώση της Σοβιετικής Ενώσεως και τη διεθνή άνοδο του ισλαμισμού.

Στο πνεύμα της πολιτικής αυτής, μετριάζει τους τόνους και αναπτύσσει σχέσεις με τους Αδελφούς Μουσουλμάνους στην Αίγυπτο, τους οποίους παρουσιάζει τώρα ως «μετριοπαθείς». Με τη δική της συγκατάθεση, γίνεται επίσης αποδεκτή τώρα και από τον Αιγυπτιακό στρατό η προβολή υποψηφιότητας από τους Αδελφούς Μουσουλμάνους για τη θέση του Προέδρου. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με προηγούμενες επιφυλάξεις, σύμφωνα με τις οποίες θα έπρεπε ο Πρόεδρος να είναι υπερκομματικό πρόσωπο γενικότερης αποδοχής.

Η σημαντική αυτή αλλαγή στην Αμερικανική πολιτική υποκινείται από τις ανησυχίες και τους φόβους της για μια ενδεχόμενη πολύ πιο ακραία και αντιαμερικανική εξέλιξη του ισλαμιστικού κινήματος, που δεν είναι, άλλωστε, καθόλου θεωρητική. Ήδη το Σαλαφιστικό, κίνημα στην Αίγυπτο, που είναι μια πολύ πιο ακραία εκδοχή ισλαμισμού, έχει σημειώσει εντυπωσιακά αποτελέσματα στις πρόσφατες εκλογές για την Εθνοσυνέλευση, με ποσοστό περίπου 30%. Ο προσανατολισμός αυτός της Αμερικανικής πολιτικής στον Αραβικό κόσμο ενισχύει σ’ αυτήν γενικότερα το βάρος του ισλάμ. Το γεγονός αυτό ευνοεί, αντικειμενικά, τον ρόλο της Τουρκίας, που παρουσιάζεται ως μια ισλαμική χώρα, που μπορεί να συνδυάζει το Ισλάμ με τη Δυτική δημοκρατία και την οικονομική πρόοδο. Αντισταθμίζει επίσης σ’ ένα βαθμό τις «αυτονομήσεις» της Τουρκίας από την Αμερικανική πολιτική και ιδιαίτερα τη ρήξη των σχέσεών της με το Ισραήλ.

ΑΝΗΣΥΧΙΕΣ ΚΑΙ ΔΙΛΗΜΜΑΤΑ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ

Το Ισραήλ είναι κατ’ αρχάς ευχαριστημένο που η Αραβική ενδοστρέφεια θέτει σε δεύτερη μοίρα το Μεσανατολικό. Είναι όμως ανήσυχο για την άνοδο του ισλαμισμού, που μπορεί να προσλάβει έντονη αντιισραηλινή κατεύθυνση και να οδηγήσει σε παλινδρομήσεις, όπως θα ήταν, π.χ., η αμφισβήτηση από την Αίγυπτο των Συμφωνιών του Καμπ Ντέιβιντ.

Ελπίζει όμως ότι η έντονη Αμερικανική παρουσία, τα μεγάλα εσωτερικά προβλήματα των Αραβικών χωρών και ο νέος ρόλος που διαδραματίζουν τα πλούσια, συντηρητικά και φιλοαμερικανικά καθεστώτα της Σαουδικής Αραβίας και του Κόλπου, θα παίξουν ανασχετικό και σταθεροποιητικό ρόλο, ώστε οι εξελίξεις σε χώρες όπως η Αίγυπτος να μην υπερβούν τα εσκαμμένα.

Σε ό,τι αφορά ειδικότερα την κατάσταση στη Συρία, το Ισραήλ είναι, προφανώς, διχασμένο στα αισθήματα και τις εκτιμήσεις του. Αντιμετωπίζοντας το θέμα από την σκοπιά του Ιράν, έχει, ασφαλώς, κάθε συμφέρον να επιθυμεί την ανατροπή ενός καθεστώτος που είναι στρατηγικός σύμμαχος του Ιράν και λειτουργεί επίσης ως συνδετικός κρίκος με τη Χεσμπολάχ στον Λίβανο. Αντιμετωπίζοντας όμως το θέμα από την σκοπιά του νέου εχθρού, στον οποίο έχει αναδειχθεί η Τουρκία, δεν έχει πολλούς λόγους για να θέλει προέλαση της Τουρκικής επιρροής μέχρι τα σύνορά του στη Συρία και στον Λίβανο. Η Συρία του Άσαντ ακολουθεί, άλλωστε, παγίως σταθερή και προβλέψιμη πολιτική έναντι του Ισραήλ και δεν αποτελεί γι’ αυτό ιδιαίτερο πρόβλημα. Εξαίρεση αποτελεί μόνο η πτυχή της στρατηγικής συμμαχίας του με το Ιράν.

Αυτή η πτυχή ανησυχεί περισσότερο το Ισραήλ, παρά η Ρωσική παρουσία που αποτελεί θέμα πρώτης προτεραιότητας για τους Αμερικανούς.

ΣΥΡΙΑ, ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΚΥΠΡΟΣ

Με τα δεδομένα αυτά, η κρίση στη Συρία, δυστυχώς, θα συνεχισθεί γιατί στην εσωτερική σύγκρουση προστίθενται οι εξωτερικές προεκτάσεις της σε μια περιοχή με πολύ υψηλή στρατηγική και γεωπολιτική σημασία.

Η έκβασή της δεν μπορεί να κριθεί γρήγορα από διεθνή στρατιωτική παρέμβαση, όπως στην περίπτωση της Λιβύης. Υπάρχει σ’ αυτό αντίθεση της Ρωσίας και της Κίνας στο Συμβούλιο Ασφαλείας.

Συμφωνούν όλοι σε μια διπλωματική διαμεσολάβηση του ΟΗΕ, που έχει όμως τα όριά της. Το σχέδιο καταπαύσεως του πυρός, που υπέβαλε ο εκπρόσωπος του ΟΗΕ, ο γνωστός μας Κόφι Ανάν, είναι στην ουσία του διφορούμενο. Δεν απαντά στο ερώτημα ποιος θα ελέγχει το χώρο μετά την κατάπαυση του πυρός. Το Συριακό καθεστώς δεν θέλει εγκαθίδρυση ντε φάκτο, διπλής εξουσίας, που θα προεικονίσει το τέλος του. Αντιδρά επομένως στην εφαρμογή του και ζητά ανέφικτες εγγυήσεις.

Οι πολιτικές πρωτοβουλίες του ήρθαν πολύ αργά και δεν αναγνωρίζονται από τους αντιπάλους του. Η κρίση αναμένεται, επομένως, να παραταθεί γι’ απροσδιόριστο ακόμη χρόνο.

Η τελική έκβαση των εξελίξεων στην Συρία θα επηρεάσει τους συσχετισμούς στην περιοχή και σ’ ολόκληρη την Ανατολική Μεσόγειο. Η τελευταία σήμερα, μετά την ανακάλυψη πολύ σημαντικών ενεργειακών κοιτασμάτων, είναι ακόμη μεγαλύτερο πεδίο ανταγωνισμών και φιλοδοξιών για παρουσία και ηγεμονία. Το θέμα, προφανώς, δεν είναι άσχετο με ζωτικά συμφέροντα της Ελλάδος και της Κύπρου.


Σχολιάστε εδώ