ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΗΣ ΑΝΕΡΓΙΑΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΥ ΤΩΝ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ

Τα τεράστια δημόσια ελλείμματα και η συρρίκνωση των δημοσίων επενδύσεων θα ανατροφοδοτούν μια διευρυνόμενη ανεργία και υποαπασχόληση, χωρίς προοπτικές ανάκαμψης, όσο οι ελληνικές επιχειρήσεις θα παραμένουν «εσωστρεφείς» και αποκομμένες από τη διεθνή αγορά.

Το «ελληνικό μοντέλο» των απειράριθμων μικρών οικογενειακών επιχειρήσεων, με ελάχιστους εργαζομένους, πολύ λίγα κεφάλαια και ανύπαρκτο βαθμό εξωστρέφειας, είναι πλέον σε πλήρη αδυναμία να φέρει τη βιώσιμη ανάπτυξη και την αύξηση της απασχόλησης. Με βάση μελέτη του ΟΟΣΑ για τις δομές των επιχειρήσεων σε 32 χώρες, ταξινομημένων με βάση τον αριθμό των εργαζομένων σε αυτές, προκύπτει ότι η Ελλάδα καταλαμβάνει τις τελευταίες θέσεις με βάση τον βαθμό συγκεντροποίησης του επιχειρηματικού και εργατικού δυναμικού της:

• Ο μέσος αριθμός των απασχολουμένων στις ελληνικές επιχειρήσεις είναι μόλις 3,1 εργαζόμενοι έναντι 8 που είναι κατά μέσον όρο στις «32» της μελέτης του ΟΟΣΑ.

• Το 96,7% των επιχειρήσεων στην Ελλάδα απασχολεί μέχρι και 9 εργαζομένους, όταν στις «32» είναι 89,7%.

• Το 58% του συνόλου των απασχολουμένων εργάζεται σε ελληνικές επιχειρήσεις που εξασφαλίζουν απασχόληση έως και σε 9 άτομα, όταν στις «32» είναι 23%.

• Ακόμη και στις μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις, αυτές που απασχολούν από 20 έως 49 άτομα, η χώρα μας βρίσκεται στην τελευταία θέση, με ποσοστό 1% έναντι 3,4% που είναι το αντίστοιχο ποσοστό για τις «32» του ΟΟΣΑ.

Εξειδίκευση των εργαζομένων

Ο πολύ χαμηλός βαθμός συγκεντροποίησης του επιχειρηματικού δυναμικού συνδέεται άμεσα και με τα χαμηλά επίπεδα παραγωγικότητας της εργασίας. Αντίθετα, οι μεγάλες επιχειρήσεις, που εξασφαλίζουν υψηλή παραγωγικότητα εργασίας, έχουν πολύ μεγαλύτερες δυνατότητες διεύρυνσης της οικονομικής μεγέθυνσης και κοινωνικής ευημερίας μέσω της άντλησης εισοδημάτων από ξένες αγορές. Επισημαίνεται ότι στις «32» χώρες του ΟΟΣΑ οι επιχειρήσεις με πάνω από 250 εργαζομένους, αν και αποτελούν μόλις το 0,4% του συνόλου των επιχειρήσεων, δημιουργούν το 49% της συνολικής προστιθέμενης αξίας. Επίσης:

• Στις περισσότερες χώρες πάνω από το 50% των εξαγωγών πραγματοποιείται από μεγάλες και πολύ μεγάλες επιχειρήσεις, που αποτελούν ένα πολύ μικρό ποσοστό του συνόλου.

• Το μεγαλύτερο μέρος της προστιθέμενης αξίας στις αναπτυγμένες χώρες δημιουργείται από τις μεγάλες επιχειρήσεις, παρέχοντας μεγαλύτερες δυνατότητες για ικανοποιητικές παροχές (αμοιβές και ασφαλιστικές καλύψεις) προς τους εργαζομένους.

• Όσο μεγαλύτερο είναι το μέγεθος μιας επιχείρησης και η προστιθέμενη αξία που δημιουργεί τόσο περισσότερο ενισχύονται η βιωσιμότητά της, η πιστοληπτική αξιοπιστία, η κεφαλαιακή συσσώρευση, οι ικανότητες προσαρμογής σε περιόδους ύφεσης κ.λπ.

• Επιχειρήσεις μεγάλου μεγέθους έχουν περισσότερες ευκαιρίες να επεκταθούν ταυτόχρονα σε διαφορετικές εθνικές αγορές, μειώνοντας τα ρίσκα επιβίωσής τους από μια μονομερή ανάπτυξη σε μία και μόνο χώρα. Εξάλλου, με βάση τις εμπειρίες των περισσότερο ανεπτυγμένων χωρών -που διαθέτουν αναλογικά επιχειρήσεις με μεγάλο αριθμό εργαζομένων ανά επιχείρηση- διαπιστώνονται τα ακόλουθα:

• Οι αποδοχές των εργαζομένων πολυεθνικών ή μεγάλου μεγέθους επιχειρήσεων είναι υψηλότερες σε σχέση με αυτές των εργαζομένων σε μικρές επιχειρήσεις, καθώς η διεθνοποίηση επιτρέπει την άντληση εσόδων από ανάπτυξη εργασιών σε διάφορες χώρες χαμηλότερου επιπέδου ανάπτυξης.

• Οι μεγάλες επιχειρήσεις είναι σε θέση να πραγματοποιούν μεγάλα προγράμματα επανακατάρτισης, εξασφαλίζοντας συνεχή αύξηση της παραγωγικότητας του κάθε εργαζομένου και κατάλληλη προσαρμογή των δεξιοτήτων τους ανάλογα με τις ανάγκες των επιχειρήσεων.

• Μέσω της πραγματοποίησης μεγάλων δαπανών για Έρευνα και Τεχνολογία (R&D) εξασφαλίζεται η απασχόληση και η συνεργασία ατόμων υψηλού βαθμού κατάρτισης για την ανάπτυξη και την προώθηση προϊόντων ή υπηρεσιών υψηλής προστιθέμενης αξίας. Επομένως, μόνο μεγάλες ή μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις δύνανται να συμβάλλουν στην απορρόφηση της μεγάλης ανεργίας, να καταβάλλουν ομαλά τις εργοδοτικές εισφορές προς τα ασφαλιστικά ταμεία και να συμβάλλουν γενικότερα στην εξασφάλιση μιας διαρκούς και βιώσιμης ανάπτυξης.

Ενθάρρυνση των συγχωνεύσεων

Για να μπορέσουν οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις να γίνουν βιώσιμες, είναι εθνικής σημασίας ανάγκη να ληφθούν όλα εκείνα τα θεσμικά μέτρα που θα συμβάλουν στην ενθάρρυνση των επιχειρηματιών να προχωρήσουν σε ευρείες συγχωνεύσεις και συγκεντροποιήσεις παραγωγικού δυναμικού. Η σημαντική διεύρυνση της μετοχικής βάσης τους, η αλλαγή των μεγεθών τους (business resizing) σύμφωνα με τις απαιτήσεις της διεθνούς αγοράς και ο ανασχεδιασμός των λειτουργιών τους (business process reengineering) θα έχουν, μεταξύ των άλλων, τις εξής θετικές συνέπειες:

• Ταχύτερη βελτίωση της πιστοληπτικής ικανότητας και φερεγγυότητας.

• Ευκολότερη εξασφάλιση των απαιτούμενων εγκρίσεων για ιδιωτικές επενδύσεις από κοινοτικούς πόρους.

• Αποκατάσταση της διεθνούς αξιοπιστίας του ελληνικού επιχειρηματικού κόσμου, το κύρος του οποίου έχει τρωθεί ανεπανόρθωτα κατά την τελευταία διετία.

Μια τέτοια πολιτική ευρειών αναδιαρθρώσεων είναι η «καλύτερη συνταγή» για να μπουν οι ελληνικές επιχειρήσεις σε τροχιά ταχείας ανάκαμψης και αύξησης της εγχώριας απασχόλησης.

* Ο Κίμωνας Π. Στεριώτης είναι στέλεχος μεγάλης εισηγμένης εταιρείας, διδάκτωρ Οικονομολόγος, τέως διευθυντής σύνταξης οικονομικής εφημερίδας


Σχολιάστε εδώ