Ανάπτυξη: Λόγια, Λόγια, Λόγια…
Σ’ αυτό το «παιχνίδι» έπαιξαν και παίζουν όλες οι κομματικές -και όχι μόνο- δυνάμεις.
Αδιαμφισβήτητος όμως και διαχρονικός «πρωταθλητής» έχει αναδειχθεί το ΠΑΣΟΚ.
Εδώ και καιρό, εν μέσω της πιο βαθιάς και παρατεταμένης οικονομικής -και όχι μόνο- κρίσης, αρχικά η ΝΔ, και σιγά σιγά όλα τα κόμματα, ομιλούν -και ορθά- για την αναγκαιότητα ανάπτυξης της οικονομίας.
Είναι γεγονός ότι στις δημόσιες συζητήσεις οι όροι μεγέθυνση (growth) και ανάπτυξη (development) χρησιμοποιούνται, αν και δεν είναι, ως ταυτιζόμενοι. Η οικονομική επιστήμη, αλλά και η εμπειρία, μας διδάσκουν ξεκάθαρα ότι η μεγέθυνση/ανάπτυξη σε κάθε χώρα, άρα και στην Ελλάδα, δεν μπορεί να προκύψει ούτε με ελκυστικά συνθήματα ούτε με κυβερνητικές εντολές ούτε με φλυαρίες. Δηλαδή, ότι δεν σέβεται τις επιθυμίες μας.
Μπορεί να προκύψει μόνο με:
Πρώτον: τον σαφή προσδιορισμό των προσδιοριστικών παραγόντων οι οποίοι δύνανται να την προωθήσουν.
Δεύτερον: την κατάταξη και την ανάλυση αυτών (κριτήρια: μίκρο-μάκρο επίπεδο, εξωγενές – ενδογενές, βραχύ-μέσο-μακροπρόθεσμο των επιδράσεων).
Τρίτον: την εκπόνηση εθνικού στρατηγικού σχεδίου με ποσοτικούς και ποιοτικούς στόχους. Τον σχεδιασμό και τη συνεπή εφαρμογή πολιτικών εναρμονισμένων με το εθνικό στρατηγικό σχέδιο.
Τέταρτον: τη διαμόρφωση, με κατάλληλες πολιτικές, των δυνητικών προσδιοριστικών παραγόντων έτσι ώστε να έχουν τη βέλτιστη επίδραση στο ρυθμό μεγέθυνσης – ανάπτυξης.
Πέμπτον: την κατανομή των διαθέσιμων πόρων, που πάντα είναι ανεπαρκείς, με ορθολογισμό, διαφάνεια, λογικές και μεθόδους κόστους – οφέλους, κόστους – αποτελεσματικότητας, κόστους – χρησιμότητας. Με απόρριψη της πρακτικής «κατόπιν ενεργειών μου» ή της κατάπτυστης «ογδόντα – είκοσι».
Όμως, δυστυχώς, ακόμη και τα τελευταία δυόμισι χρόνια, που η χώρα ευτελίζεται διεθνώς, τα περισσότερα νοικοκυριά πένονται και οι επιχειρήσεις καταρρέουν, δεν «βάζουμε μυαλό». Ας πάρουμε για παράδειγμα το πεδίο της διά βίου μάθησης.
Η επιστήμη, έπειτα από θεωρητική βάσανο αιώνων και εμπειρικές αναλύσεις δεκαετιών, μας βεβαιώνει ότι η διά βίου μάθηση αποτελεί δυνητικό παράγοντα προώθησης της μεγέθυνσης-ανάπτυξης της απασχόλησης και της κοινωνικής συνοχής.
Και τούτο γιατί από κοινού με το σύστημα εκπαίδευσης αποτελεί τον κύριο θεσμικό μηχανισμό παραγωγής, συσσώρευσης και διάχυσης του ανθρώπινου κεφαλαίου και σχηματισμού του κοινωνικού κεφαλαίου. Ότι προωθεί την παραγωγικότητα της εργασίας και όλων των άλλων συντελεστών παραγωγής και συνακόλουθα βελτιώνει την ανταγωνιστικότητα.
Στην Ελλάδα, την περίοδο Μάρτιος 2004 – Φεβρουάριος 2009, με την οικονομική στήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης (25% εθνικοί πόροι, 75% κοινοτικοί πόροι), συγκροτήθηκε για πρώτη φορά στη χώρα ένα λειτουργικό, ποιοτικό, αποτελεσματικό και χαμηλού κόστους σύστημα διά βίου μάθησης.
Το σύστημα κατά κοινή ομολογία είχε προσεγγίσει το όριο της πληρότητας. Τα αποτελέσματα, ύστερα από σκληρή εργασία περίπου τριών χιλιάδων επιστημόνων (με πλήρη, μερική η ωριαία απασχόληση) επί πέντε χρόνια και απόλυτο σεβασμό σε κάθε ευρώ, υπήρξαν εντυπωσιακά.
Είχαν δημιουργηθεί σύγχρονες υποδομές σε όλη την επικράτεια. Κατασκευάσθηκαν 55 κτιριακές υποδομές εξοπλισμένες με σύγχρονο τεχνολογικό εξοπλισμό. Είχαν σχεδιασθεί, αναπτυχθεί και τεθεί σε λειτουργία δομές, προγράμματα διά βίου μάθησης. Είχε σχεδιασθεί και τεθεί σε εφαρμογή σύστημα διασφάλισης ποιότητας και αξιολόγησης.
Συγκεκριμένα:
57 Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας με 70 παραρτήματα (εξ αυτών τα 6 εντός φυλακών) τα οποία λειτουργούσαν πλήρως με εκπαιδευτικούς και εκπαιδευτικό υλικό από την πρώτη ημέρα της εκπαιδευτικής περιόδου. 58 Κέντρα Εκπαίδευσης Ενηλίκων τα οποία προσέφεραν 79 εκπαιδευτικά προγράμματα διάρκειας μέχρι ένα εκπαιδευτικό έτος και το αντίστοιχο εκπαιδευτικό υλικό. 58 Σχολές Γονέων οι οποίες προσέφεραν 10 εκπαιδευτικά προγράμματα με το αντίστοιχο εκπαιδευτικό υλικό. Το Κέντρο Διά Βίου Μάθησης από Απόσταση με 27 κόμβους κυρίως στην παραμεθόριο και νησιωτική Ελλάδα το οποίο προσέφερε 4 εκπαιδευτικά προγράμματα ετήσιας διάρκειας. Το Κέντρο Διά Βίου Μάθησης Εκπαιδευτών Ενηλίκων. 54 ΝΕΛΕ οι οποίες προσέφεραν 55 επιμορφωτικά προγράμματα. Τα αυτόνομα εκπαιδευτικά προγράμματα: «Εκπαίδευση Ενηλίκων στις Νέες Τεχνολογίες», «Εκπαίδευση Αγροτών για την Ανάληψη Δράσεων στο Δευτερογενή και τον Τριτογενή Τομέα της Οικονομίας», «Εκπαίδευση των Μεταναστών στην Ελληνική Γλώσσα, την Ιστορία και τον Πολιτισμό», «Αγωγή Υγείας», «Διαχείριση Κινδύνων και Κρίσεων και Αντιμετώπιση Εκτάκτων Αναγκών». Παράλληλα είχε αναπτυχθεί το σύστημα της αρχικής επαγγελματικής κατάρτισης.
Είχαν διαμορφωθεί θεσμοί αξιολόγησης, ελέγχου και διασφάλισης της ποιότητας (το σύστημα το οποίο τελευταία έχει νομοθετηθεί για την πρωτοβάθμια και τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, είχε εφαρμοσθεί με επιτυχία για δύο εκπαιδευτικές περιόδους στο σύστημα εκπαίδευσης ενηλίκων).
Οι δομές και τα προγράμματα είχαν προσφέρει το «αγαθό» της γνώσης και των δεξιοτήτων σε όλη την επικράτεια, σε 952.649 πολίτες και σε 19.670 πολίτες από τις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Επίσης, είχε σχεδιασθεί και διασφαλιστεί χρηματοδότηση 1.230.000 θέσεων δια βίου μάθησης για την περίοδο Σεπτ 2009 – τέλος 2011.
Αντιθέτως, από τα μέσα του 2009 και μέχρι σήμερα, έγινε μόνο κατεδάφιση.
Δεν έγινε καμιά νέα κτιριακή υποδομή. Απαξιώθηκαν η έκλεισαν οι δομές παροχής υπηρεσιών δια βίου μάθησης. Συγκεκριμένα, σήμερα υπολειτουργούν 57 ΣΔΕ με 30 παραρτήματα (ακόμη δεν έχει προσληφθεί προσωπικό για την τρέχουσα περίοδο). Δεν λειτουργεί κανένα Κέντρο Εκπαίδευσης Ενηλίκων. Υπολειτουργούν οι Σχολές Γονέων. Το Κέντρο Διά Βίου Μάθησης από Απόσταση, το Κέντρο Δια Βίου Μάθησης Εκπαιδευτών Ενηλίκων, οι ΝΕΛΕ και τα αυτόνομα Εκπαιδευτικά Προγράμματα δεν λειτουργούν. Τα αποτελέσματα σε αριθμό ωφεληθέντων πολιτών κινούνται στην περιοχή του μηδενός.
Η σύγκριση των αποτελεσμάτων κατά τις δύο περιόδους είναι καταλυτική.
Ως εκ τούτων εύλογα γεννάται, σε κάθε λογικό πολίτη, το ερώτημα:
Γιατί αυτή η καταστροφική πολιτική κίνηση; Γιατί επελέγη και σε αυτό το πεδίο η καθοδική πορεία στο σπιράλ της κατάρρευσης;
Η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας, Διά Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων πρόβαλε ως επιχείρημα το πέρασμα του πεδίου ουσιαστικά στην αυτοδιοίκηση. (προφανώς δεν είχε διδαχθεί τίποτε από την προηγούμενη αποτυχία της με το πείραμα των ΝΕΛΕ). Έκανε ένα νόμο και νόμισε ότι «καθάρισε». Προτίμησε το άλμα στο κενό χωρίς σχέδιο, χωρίς μέθοδο. Προτίμησε την κατεδάφιση αντί να προωθήσει το σύστημα που παρέλαβε με συμπληρώσεις στη βάση του σχεδιασμού της Εθνικής Επιτροπής Διά Βίου Μάθησης.
Πεποίθησή μας είναι ότι ακόμη και το πέρασμα στην αυτοδιοίκηση θα μπορούσε να γίνει παράλληλα, σε πρώτη φάση, με τη λειτουργία του υφιστάμενου συστήματος. Με πιλοτική εφαρμογή. Εν πορεία, μετά από συγκριτική αξιολόγηση του κόστους και των αποτελεσμάτων η πολιτεία να έπαιρνε τις τελικές αποφάσεις της.
Αποτέλεσμα αυτής της επιλογής τα δυόμισι τελευταία χρόνια είναι να έχουν ξεχαρβαλωθεί τα πάντα. Να μην έχουν απορροφηθεί και αξιοποιηθεί οι κοινοτικοί πόροι (πλέον φτάνουν στο επίπεδο συμμετοχής του 95%). Να μην έχουν παραχθεί αποτελέσματα με συνέπεια τη στέρηση από εκατοντάδες χιλιάδες πολιτών, νέων γνώσεων και δεξιοτήτων ή την επικαιροποίηση υπαρχουσών.
Κάθε ορθολογικός παρατηρητής, γνώστης του σκεπτικού και των πρακτικών ΠΑΣΟΚ, πέρα από τα προσχήματα, δεν μπορεί παρά να καταλήξει ότι ο πραγματικός λόγος αυτής της πολιτικής επιλογής και πρακτικής της ηγεσίας του Υπουργείου Παιδείας, Διά Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων ήταν άλλος. Αφού δεν ήλεγχε απολύτως, κομματικά και προσωπικά, το σύστημα που είχε δομηθεί προτίμησε να το κατεδαφίσει…
Δηλαδή, προτίμησε, αφού δεν ήλεγχε τον «τροχονόμο» διανομής των χρηματικών και των ανθρώπινων πόρων, να ξηλώσει τα πάντα. Είναι αυτή πολιτική πρακτική συμβατή με τις ανάγκες της πατρίδας; Είναι λυπηρό που με τις επιλογές και τις πρακτικές της στέρησε τη χώρα από έναν σχεδόν πλήρως διαμορφωμένο και λειτουργικό συντελεστή προώθησης της μεγέθυνσης – ανάπτυξης, της απασχόλησης και της κοινωνικής συνοχής.
Συνεπώς, τι αξία έχουν τα λόγια, λόγια, λόγια… συγκεκριμένων πολιτικών, οι οποίοι αυτοπαρουσιάζονται ως μεταρρυθμιστές και «λοκομοτίβες» οι οποίες δήθεν θα σύρουν την ανάπτυξη, την απασχόληση και την κοινωνική συνοχή; Iδιαίτερα μάλιστα όταν δεν ομολογούν την αλήθεια και δεν αναγνωρίζουν, έστω εκ των υστέρων, τα συγκεκριμένα λάθη τους. Επί της ουσίας καμία.