Υψηλάντης
Το γλυπτό αναπαριστά έναν άνθρωπο με ευγενική, βασανισμένη όψη στο νεκρικό του κρεβάτι. Ίσως στο κρεβάτι του πανδοχείου της οδού Λαντ Στράσε, αριθμός 31, στη Βιέννη, όπου πέρασε τους δύο τελευταίους μήνες της ζωής του. Τους δύο μήνες ελευθερίας ύστερα από δέκα χρόνια στις φοβερές φυλακές του Μούνκατς της Ουγγαρίας, όπου τον έριξαν οι ισχυροί της εποχής ως «επικίνδυνο επαναστάτη».
Το μαρμάρινο σύμπλεγμα κιτρινισμένο, χορταριασμένο. Μια κάθετη πράσινη γραμμή από σπρέι το κόβει σαν μαχαιριά…
Στη βάση, ίσα που διαβάζονται σβησμένα από την εγκατάλειψη τα γράμματα: «ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΥΨΗΛΑΝΤΗΣ, ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΠΙΤΡΟΠΟΣ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΦΙΛΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ».
Πόσοι σύγχρονοι Αθηναίοι, πόσοι σύγχρονοι Έλληνες γνωρίζουν ότι στο προαύλιο των Ταξιαρχών, στο Πεδίον του Άρεως, στην καρδιά της Αθήνας, βρίσκονται θαμμένα τα οστά του Αλέξανδρου Υψηλάντη;
Πόσοι γνωρίζουν ότι η καρδιά του βρίσκεται στο Αμαλίειο Ίδρυμα, στην οδό Στησιχόρου;
Και, κυρίως, πόσοι σύγχρονοι Έλληνες γνωρίζουν την ιστορία του Υψηλάντη, της οικογένειάς του, των συντρόφων του, την ιστορία της Φιλικής Εταιρείας και του ξεσηκωμού στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες;
Και ποιος, αλήθεια, θα φροντίσει να μάθουμε αυτή την ιστορία; Το «κράτος» των ναιναίκων που εγκαθιδρύθηκε το 1830 και εξακολουθεί να καταδυναστεύει μέχρι σήμερα τον Ελληνισμό, με ελάχιστα φωτεινά διαλείμματα, που καταλήγουν πάντοτε -γιατί έτσι φροντίζουν να συμβεί οι «ισχυροί»- σε εθνικές τραγωδίες;
Αυτό το «κράτος», όταν τα οστά του Αλέξανδρου Υψηλάντη επαναπατρίστηκαν το 1964 ύστερα από πολύχρονο αγώνα του σπουδαίου καθηγητή Πολυχρόνη Ενεπεκίδη, τα άφησε για τρεις μήνες στα… αζήτητα του τότε αεροδρομίου του Ελληνικού, σ’ ένα πλαστικό κιβώτιο, προτού να γίνει τελικά η ταφή.
Αυτό το «κράτος» δεν οργάνωσε ποτέ μια επίσημη εκδήλωση μνήμης για τον άνθρωπο που υπήρξε ο ηγέτης της Επανάστασης, ο μάρτυρας που θυσίασε τα πάντα για την Ελλάδα.
Αυτό το «κράτος» δεν θέλει να μάθουν οι Έλληνες ποιοι στήριξαν και ποιοι πρόδωσαν τον ξεσηκωμό. Ποιοι οργάνωσαν τη Φιλική Εταιρεία, ποιοι εξόπλισαν, ποιοι πολέμησαν και ποιοι, από την άλλη, υπονόμευσαν, συκοφάντησαν και προσκύνησαν.
Ο Υψηλάντης και ο Ιερός Λόχος, ο Προύθος και το Δραγατσάνι κρύβουν πολλούς κινδύνους γι’ αυτό το διαχρονικά μειοδοτικό «κράτος». Γιατί αναδεικνύουν τόσο τον εθνικοαπελευθερωτικό όσο και τον «αντιδεσποτικό» (δηλαδή αντιιμπεριαλιστικό) χαρακτήρα του ξεσηκωμού των Ελλήνων – και όχι μόνον αυτών.
Αλλά αναδεικνύουν και πρότυπα ανθρώπων που αντιδιαστέλλονται προς τους σημερινούς «ηγέτες» της φακής. Γιατί εκείνοι είναι ηγέτες αληθινοί, που θυσίασαν τίτλους ευγενείας, περιουσίες, την ελευθερία και τη ζωή τους για την πατρίδα.
Η Ελισάβετ Υψηλάντη, μητέρα του Αλέξανδρου, ρωτήθηκε, όταν έδωσε και τα τελευταία της χρήματα για τον Αγώνα, «πώς θα ζούσε αυτή, μια πριγκίπισσα, ως φτωχή». Έδωσε την εξής απάντηση: «Περιμένετε να λυπηθώ τα κτήματα και τα ρούβλια, όταν έχω δώσει τέσσερα παιδιά για την πατρίδα;».
Η Ελισάβετ Υψηλάντη έδωσε τελικά, δηλαδή έθαψε, έξι από τα επτά παιδιά της για την πατρίδα. Δεν γνωρίζω αν υπάρχει έστω ένα δρομάκι, μια πλατεΐτσα, με το όνομά της…
Σε μια εβδομάδα έχουμε 25 Μαρτίου. Δεν θα πάω σε καμία παρέλαση. Δεν θέλω να δω κανέναν «επίσημο»… Θα πάρω ένα λουλούδι και θα πάω στο Πεδίον του Άρεως. Θα έχω στο μυαλό και στην καρδιά τους στίχους του Πέτρου Κασιμάτη:
«Αδέλφια. Περνώντας τον δικό σας Προύθο,
θυμιάζετε Αλέξανδρο Υψηλάντη».
Εκεί, στο μνήμα του Αλέξανδρου Υψηλάντη, θα γιορτάσω την 25η Μαρτίου.
Με ένα λουλούδι. Έναν στίχο. Και σιωπή…
Κρίτων Βασιλικόπουλος