Μια φορά και έναν καιρό

Μια αναφορά του Καλαμίτση στον Γιάννη Βογιατζή, τον περίφημο Μικέ μιας πολύ επιτυχημένης ραδιοφωνικής εκπομπής τη χρυσή εποχή της ραδιοφωνίας μας, που έγινε προσπάθεια να μεταφερθεί και στην τηλεόραση, όχι δυστυχώς με ανάλογη επιτυχία, μου ξύπνησε αναμνήσεις από τα χρόνια που το ραδιόφωνο ήταν ο ένας και μοναδικός αχώριστος σύντροφος, στο σπίτι, στη δουλειά και στο αυτοκίνητο.

Διότι τότε ήταν αδιανόητο να έχεις αυτοκίνητο που να μην είχε στην κονσόλα του ραδιόφωνο, με αδύνατο σημείο του την κεραία του, που τη σπάγανε οι τσογλαναράδες. Έτσι, η τεχνολογία επινόησε τις πτυσσόμενες και κατόπιν τις κεραίες με κλειδαριά. Αλλά οι γαβριάδες, φύσει εφευρετικοί ως Έλληνες, έβρισκαν τρόπο να σπάζουν και τις τεχνολογικά… προηγμένες.

Χωρίς να έχω την πρόθεση να μπω σε ξένα χωράφια, ας μου επιτραπεί να αναφερθώ, ως ένας εξ απαλών ονύχων ακροατής και λάτρης του ραδιοφώνου, σε κάποιες εκπομπές που κατά την ταπεινή μου γνώμη έγραψαν ιστορία, παρέμειναν ζωντανές στη μνήμη και έγιναν το έναυσμα για το σημερινό σημείωμα.

Ο Γιάννης Βογιατζής υπεδύετο έναν χαζούλη, τον Μικέ, και ιστορική έμεινε η ατάκα του: «Σας χαιρέτησα; Δεν σας χαιρέτησα… Τι κάνετε; Πολύ καλά, ευχαριστώ…».

Η ερωταπόκριση ήταν του ίδιου και την απηύθυνε στον όποιον συνομιλητή του, άλλοτε μόλις τον συναντούσε, άλλοτε ύστερα από πολλή ώρα συνομιλίας και συχνά πριν… αποχαιρετιστούνε. Τίτλος της εκπομπής ήταν το «Ημερολόγιο ενός θυρωρού», με βασικό πρωταγωνιστή τον Παντελή Ζερβό και συγγραφέα -αν δεν κάνω λάθος- τον αξέχαστο Κώστα Πρετεντέρη. Ήταν μια σειρά από αυτοτελή σκετς που διαδραματίζονταν σε μια πολυκατοικία, με πολλούς ηθοποιούς στους ρόλους των ενοίκων της. Ανάμεσά τους ο πιο συμπαθής, ο πιο αγαπητός, ήταν ο Γιάννης Βογιατζής. Η ατάκα του-χαιρετισμός πέρασε από το σκετς στα χείλη του απλού κοσμάκη στον καθημερινό του βίο. Έγινε δική του. Το «Σας χαιρέτησα; Δεν σας χαιρέτησα» λεγότανε παντού, τις περισσότερες φορές επιδεικτικά ξεκάρφωτα, για να μιμηθούν τον πρώτο διδάξαντα. Οι διάλογοι του Μικέ ήσαν πανέξυπνοι και χαριτωμένοι, όπως, π.χ., όταν ένας συγκάτοικός του τον πληροφόρησε πως έστειλε τη γυναίκα του σε σχολή οδηγών γιατί θα της αγόραζε αυτοκίνητο και ο Μικές, γεμάτος θαυμασμό, αναφώνησε: «Ω! Το τέλειον έγκλημα…». Ήταν μια εκπομπή που μακροημέρευσε και εναγωνίως την περίμεναν και την απολάμβαναν οι ακροαταί.

Ιστορική επίσης και ανωτάτης ποιότητος εκπομπή ήταν ένα πεντάλεπτο με τον Δημήτρη Χορν, που μεταδιδόταν καθημερινά πριν από τις ειδήσεις των οκτώ. Τίτλος της εκπομπής «Τα καθημερινά του καθημερινού», όπου ο Χορν μ’ έναν χιουμοριστικό μονόλογο σχολίαζε γεγονότα της επικαιρότητος. Ήταν απολαυστικός, καθώς κυριολεκτικά «έπαιζε» με τις φράσεις του κειμένου και οι πολυπληθείς πιστοί του καρφώνονταν μπροστά στα ραδιόφωνά τους για να τον ακούσουν.

Μια άλλη αγαπητή εκπομπή, που επίσης μακροημέρευσε, ήταν το «Θέατρο στο μικρόφωνο» με τον δημοσιογράφο Αχιλλέα Μαμάκη, που μεταδιδόταν τα μεσημέρια της Κυριακής και είχε θέμα τα διάφορα θεατρικά δρώμενα της πρωτεύουσας. Λιγοστές οι θεατρικές αίθουσες τότε και οι «επώνυμοι» άνθρωποι του θεάτρου, με τους τρανταχτούς θιάσους, δημιουργούσαν καλλιτεχνικό γεγονός με κάθε έργο που επρόκειτο να ανεβάσουν. Και ο Μαμάκης, με τα ρεπορτάζ του, τις πληροφορίες και τις κριτικές του, ενημέρωνε τους θεατρόφιλους από ραδιοφώνου. Ο Μαμάκης από την εφημερίδα «Έθνος», όπου εργαζότανε παράλληλα, οργάνωσε γύρω στο ’50-51 τα πρώτα μεταπολεμικά καλλιστεία, όπου Σταρ Ελλάς ανεδείχθη η κρητικοπούλα Νταίζη Μαυράκη.

Καθώς ήταν τότε περίοδος με αλλεπάλληλες βουλευτικές εκλογές, ο… «πρωταγωνιστής τους» Σοφοκλής Βενιζέλος, αρχηγός του κόμματος των Βενιζελικών Φιλελευθέρων και γιος του «Λευτέρη», σκέφθηκε ως Κρητικός να εκμεταλλευθεί την καταγωγή της Σταρ Ελλάς, που είχε γίνει πρόσωπο της ημέρας, και την «έσερνε» δεξιά – αριστερά, ρίχνοντας «δυο παράδες» τις κυβερνητικές του υποχρεώσεις. Και ο σατιρικός έριξε τη χολή του:

«Όλα τα ‘χει παρατήσει / κι ασχολείται με την Νταίζη / πότε τρώει, πότε πίνει, πότε…».

Ο στίχος έμενε ημιτελής σαν την… αντίστοιχη συμφωνία του… Σούμπερτ, επειδή τότε οι καλλιτέχνες περιορίζονταν σε υπονοούμενα και δεν βωμολοχούσαν. Και μια που μπλέξαμε με ρίμες, ο ευτραφής και στρογγυλούτσικος Αχιλλεύς Μαμάκης αδυνάτισε, όπως όλοι στην Κατοχή. Και ο Δημήτρης Γιαννουκάκης τον «ζωγράφισε» με το τετράστιχο: «Γνώστης των παρασκηνίων / λάτρης των καμαρινιών / από Αχιλλεύς μηνίων / έγιν’ Αχιλλεύς… μινιόν».

Άλλη, αμφιλεγόμενη όμως, εκπομπή στα χρόνια της αθωότητος της ραδιοφωνίας ήταν και το «Εκείνος που σε όλα απαντά». Ρωτούσε, να πούμε, ένας φιλομαθής ακροατής, π.χ., αν πετάει ο γάιδαρος. Και «Εκείνος», πριν ολοκληρωθεί η ερώτηση, απαντούσε σαν έτοιμος από καιρό: «Ο γάιδαρος, δηλαδή ο όνος, ως γνωστόν δεν ανήκει στην ομοταξία πτηνών ή κολεοπτέρων, αλλά είναι ζώον θηλαστικόν, της τάξεως των περιττοδακτύλων. Επομένως αδίστακτα λέμε: ΟΧΙ! Ο γάιδαρος δεν πετά…». Υπήρχε όμως και μια ανάλογη σοβαρή εκπομπή γνώσεων, που κι αυτή έγραψε ιστορία. Ήταν τα «30 δευτερόλεπτα», όπου ο Μίμης Πλέσσας αιφνιδίαζε τον συμμετέχοντα με απροσδόκητες ερωτήσεις, στις οποίες ο τρακαρισμένος ακροατής έπρεπε να απαντήσει μέσα σε μισό λεπτό.

Αυτά και πολλά άλλα ακόμα καταβρόχθισε ο πανδαμάτωρ χρόνος. Για την ώρα ας πούμε: Σας χαιρέτησα; Δεν σας χαιρέτησα. Τι κάνετε; Πολύ καλά, ευχαριστώ…


Σχολιάστε εδώ