Εκ βαθέων

Δεν θα σχολιάσω σήμερα τα ΠΟΛΥΣΗΜΑΝΤΑ, σε αρνητικότατο ιδίως επίπεδο, γεγονότα της περασμένης Κυριακής. Γεγονότα τα οποία οδήγησαν ΣΤΟ ΝΑ ΠΕΣΟΥΝ ΤΕΛΕΣΙΔΙΚΑ ΠΛΕΟΝ ΟΙ ΜΑΣΚΕΣ. Θα προσθέσω επίσης ΔΕΣΜΕΥΤΙΚΑ το εξής αυτονόητο: Δεν θα πάψω να αξιοποιώ δυναμικά το μετερίζι αυτής της στήλης στον ανελέητο αγώνα του κάθε τίμιου Έλληνα να αποτινάξει διά της ενεργού συμμετοχής του τα ΔΕΣΜΑ που έχουν χαλκέψει οι ξένοι ΔΥΝΑΣΤΕΣ της πατρίδας μας και του όλο και περισσότερο εξαθλιωνόμενου λαού μας, με την αμέριστη –και δουλόφρονα– βοήθεια των ημεδαπών σμπίρων τους.

Κανένας άνθρωπος δεν είναι μηχανή. Και δεν μπορεί να εκμηδενίζει κατά βούληση την υποκειμενικότητά του. Κυρίως όταν πρόκειται για εντονότατα συναισθήματα αυτής της υποκειμενικότητας. Από το προπερασμένο Σάββατο το απόγευμα ζω υπό το κράτος ασήκωτου πένθους. Έφυγε από τη ζωή όχι μόνο ο καλύτερος φίλος μου. Φίλος που ανατροφοδοτούσε και κρατούσε σε εγρήγορση, με τις απεριόριστες γνώσεις και τη σπάνια οξύνοιά του, την όποια ψυχοδιανοητική μου έφεση. Έφυγε και ένας σπάνιος Έλληνας.

Πενθώ, και μαζί μου πολλοί άλλοι, τον Αλέξανδρο Σχινά. Μια προσωπικότητα ΟΛΚΗΣ. Έναν ρωμαλέο, πρωτοποριακό και πρωτότυπο συγγραφέα –οι ομότεχνοί του πολλά διδάχτηκαν από τα δυσπρόσιτα γραπτά του αλλά και από το γεγονός ότι υπήρξε Ο ΠΡΩΤΟΣ που εισήγαγε τον Κάφκα στην Ελλάδα– και έναν δημοσιογράφο που διέθετε ένα εκκωφαντικά ΠΛΟΥΣΙΟ λεξιλόγιο, με λεπτεπίλεπτες υφολογικές διαφοροποιήσεις. Έναν δημοσιογράφο ο οποίος, αφού διέπρεψε ως ανταποκριτής του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας (ΕΙΡ), έλαμψε με τα ΚΑΤΑΠΕΛΤΙΚΑ του σχόλια την περίοδο της ΑΝΤΙΔΙΚΤΑΤΟΡΙΚΗΣ ελληνικής εκπομπής της «Ντόιτσε Βέλε». Εκπομπής που την άκουγαν κάθε βράδυ εκατομμύρια αντιχουντικοί Έλληνες στην πατρίδα μας.

Ο Αλέξανδρος Σχινάς, ο αγαπημένος μας Άλεκ, όπως τον αποκαλούσαμε όλοι, ήταν ο ΕΑΥΤΟΣ του χωρίς εκπτώσεις και συμβιβασμούς. Είχε στρατευτεί απόλυτα στον αντιδικτατορικό αγώνα και, εκτός από την πολυτιμότατη δραστηριότητά του στην εκπομπή μας, αρθρογραφούσε με πειθώ και αδιάσειστα επιχειρήματα σε γερμανικές εφημερίδες, ενημερώνοντας τους Γερμανούς για τη φρικτή κατάσταση στην Ελλάδα, με τις φυλακίσεις, τους εκτοπισμούς και τα ανάλγητα βασανιστήρια στους αντιφρονούντες.

Επανέρχομαι όμως στα εξουθενωτικά για τους δικτάτορες και εμψυχωτικά για τους καταπιεζόμενους Έλληνες σχόλιά του, που τα εκφωνούσε με την επιβλητική μπάσα φωνή του από το μικρόφωνο της «Ντόιτσε Βέλε». Θυμάμαι χαρακτηριστικά τι είχε πει, μεταξύ πολλών άλλων, όταν έγινε η αλλαγή φρουράς στην Αθήνα, του Παπαδόπουλου από τον Ιωαννίδη. Ήταν η περίοδος που είχε συμπέσει με την εφαρμογή εναλλάξ των μονών και ζυγών για την κυκλοφορία των αυτοκινήτων στον δακτύλιο της ελληνικής πρωτεύουσας: «Η χούντα είναι μία και αδιαίρετη. Και κατεβάζει, ανάλογα με τις σκοπιμότητές της, πότε τα μονά τανκς και πότε τα ζυγά».

Το προαναφερθέν το παρέθεσα από μνήμης. Ακολουθούν κατά λέξη από καταγεγραμμένο σχόλιό του μετά την εισβολή στο Πολυτεχνείο των οργάνων της χουντικής λαίλαπας τα εξής τρία «ΟΤΑΝ»: «Όταν οι εγκάθετοι υπερασπιστές των βρώμικων συμφερόντων ενός διεθνούς μηχανισμού υποταγής και εκμεταλλεύσεως ξαναχτυπάνε άνανδρα τον λαό της Ελλάδας. Όταν οι ταγματασφαλίτες και οι μπουραντάδες και οι αρτισύστατες εφεδρείες τους, οι δωσίλογοι συνεργάτες και τα μίσθαρνα όργανα των κάθε λογής κατακτητών της χώρας μας αιματοκυλάνε πάλι την αδάμαστη εργατιά, την προοδευτική διανόηση, τα περήφανα νιάτα του ελληνικού λαού και ξαναγεμίζουν τις φυλακές και τα γήπεδα με τους αξιότερους εκπροσώπους μας απέναντι του κόσμου και της Ιστορίας. Όταν τα αφιονισμένα όργανα μιας ετοιμοθάνατης χούντας με τη δολοφονική υστερία των πανικόβλητων σκοτώνουν, τραυματίζουν, φυλακίζουν, βασανίζουν εκατοντάδες και χιλιάδες από τα ηρωικότερα παιδιά της μαχητικής πρωτοπορίας των Ελλήνων».

Μετά τα τρία αυτά συγκλονιστικά και ανατριχιαστικά στην ευθυβολία τους «ΟΤΑΝ», δεν υπάρχει, όπως θα αναμενόταν, «διά ταύτα». Και δεν υπάρχει ΣΥΝΕΙΔΗΤΑ. Διότι ο Αλέξανδρος Σχινάς πίστευε ότι το αιωρούμενο «εξεγερθείτε, αντισταθείτε, συντρίψτε τους!» ΔΕΝ ΕΧΕΙ ΚΑΝΕΝΑΣ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΝΑ ΤΟ ΔΙΑΛΑΛΕΙ ΑΠΟ ΤΟ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟ. Είναι αποκλειστική υπόθεση εκείνων που υφίστανται τα δεινά της δικτατορίας.

Θα προσθέσω και κάτι άλλο: Τα τρία «ΟΤΑΝ» του Σχινά ως παρακαταθήκη είναι ΠΡΟΦΗΤΙΚΑ και ΙΣΧΥΟΥΝ ΚΑΙ ΣΗΜΕΡΑ. Αρκεί να αλλάξουμε λίγες λέξεις και να τις αντικαταστήσουμε με μερικές άλλες. Τότε θα δούμε ανάγλυφα και παραστατικά, χωρίς καν να κατονομάζονται, τη Μέρκελ, τον Σόιμπλε και όσους δικούς μας τους ΠΡΟΣΚΥΝΑΝΕ με εκ προοιμίου ΦΡΟΥΔΕΣ ΕΛΠΙΔΕΣ, καταδικάζοντάς μας ΣΕ ΥΠΟΔΟΥΛΩΣΗ ΚΑΙ ΑΝΕΧΕΙΑ πολλών δεκαετιών.

Ο Αλέξανδρος Σχινάς ως λογοτέχνης υπήρξε ολιγογράφος μεν, καίριος δε. Με αιχμηρό σαρκασμό, παιγνιώδη διάθεση και υπονόμευση κάθε ΠΑΓΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑΣ δημοσιεύει σε ηλικία 24 ετών ένα ποίημα-διαμάντι –«Το άνθος»–, που σημάδεψε τη μεταπολεμική νεοελληνική λογοτεχνία. Το 1966 το αδιανόητης πρωτοποριακής εφευρετικότητας έργο του, απαρτιζόμενο από πέντε αφηγηματικής μορφής κείμενα, «Αναφορά περιπτώσεων», αφήνει άναυδους λογοτέχνες και κριτικούς της λογοτεχνίας. (Το 1989 το ίδιο έργο κυκλοφορεί εμπλουτισμένο με τριπλάσιες σελίδες.) Πρόκειται για προϊόν ΥΠΕΡΛΕΞΙΣΜΟΥ, τον οποίο εκείνος επινόησε, που συνίσταται στη χωρίς όρια διεύρυνση της εκφραστικότητας διά της εκμεταλλεύσεως ΚΑΘΕ γλωσσικής δυνατότητας. Το 1977, τέλος, δημοσίευσε μια σειρά εκπομπών του με τον εντυπωσιακό τίτλο «Για την υπεράσπισι της ελληνικής εγκεφαλοκρηπίδας», διατηρώντας το γιώτα των τριτόκλιτων θηλυκών και πιστεύοντας ότι η… κρηπίδα του εγκεφάλου δεν λειτουργεί χωρίς πλούσια γλώσσα και ευρεία παιδεία.

Ο καθένας που φεύγει απʼ αυτή τη ζωή αφήνει πίσω του ένα ίχνος. Και το ίχνος που άφησε πίσω του ο Σχινάς –το θεωρώ σίγουρο– θα μείνει ΑΝΕΞΙΤΗΛΟ.


Σχολιάστε εδώ