ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ

Η συμπεριφορά αυτή προς την Ελλάδα υπερβαίνει οποιοδήποτε θεμιτό όριο ανησυχίας για νόμιμα συμφέροντα και ειλικρινούς ενδιαφέροντος για να βοηθηθεί η Ελλάδα να αντιμετωπίσει τα προβλήματά της. Καταδεικνύει, αντιθέτως, πως το χρέος χρησιμοποιείται απροκάλυπτα ως εργαλείο οικονομικού ηγεμονισμού, υφαρπαγής του εθνικού πλούτου και υποδουλώσεως της χώρας.

Ο στόχος αυτός εξηγεί και την περίεργη επιμονή σε μια πολιτική που, ομολογουμένως, καταστρέφει την οικονομία της χώρας, με τη συνεχιζόμενη δραματική ύφεση, ανεργία και μείωση του εθνικού προϊόντος.

Από την άποψη όμως του στόχου αυτού, η πλήρης αποδόμηση της Ελληνικής οικονομίας θεωρείται ως απαραίτητη προϋπόθεση για την ανάληψη του οικονομικού ελέγχου της χώρας από το ξένο κεφάλαιο, τον πλήρη εξοβελισμό του κράτους από οποιονδήποτε ρόλο στην ανάπτυξη και τον στρατηγικό αναπτυξιακό σχεδιασμό, την καταστροφή των μικρομεσαίων, που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της Ελληνικής οικονομίας και της κοινωνικής συνοχής, και την εξάρτηση οποιασδήποτε «αναπτύξεως» από την παράδοση του εθνικού πλούτου και των αναπτυξιακών πόρων της χώρας σε ξένες πολυεθνικές και τους τοπικούς συνεργάτες τους.

Δείχνει επίσης το βάρος των εγκλημάτων που διεπράχθησαν κατά της χώρας επί ολόκληρες δεκαετίες από πολιτικές ηγεσίες που απέτυχαν πλήρως να αξιοποιήσουν τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της χώρας, να ανασυγκροτήσουν το κράτος, να προασπίσουν αποτελεσματικά το δημόσιο συμφέρον και να προωθήσουν την ανάπτυξη και την υγιή επιχειρηματική δημιουργία.

Πολιτικές ηγεσίες που απέτυχαν ν’ αναγνώσουν σωστά το πραγματικό νόημα των διαφόρων ιδεολογημάτων, των οποίων έγιναν κήρυκες, απολογητές και προαγωγοί, όπως η περιβόητη παγκοσμιοποίηση, και εξέθεσαν τη χώρα σε κινδύνους καταστροφής της εθνικής της παραγωγής και ληστρικής κατακτήσεως του εθνικού της πλούτου από ξένα συμφέροντα. Πολιτικές ηγεσίες που μετέτρεψαν προσφάτως, με απίστευτους ερασιτεχνισμούς, ακατανόητες ενέργειες και υποτελή πολιτική, τη διαχειρίσιμη οικονομική κρίση σε οικονομική καταστροφή και σε μεγάλη ευκαιρία για ορισμένους, που εποφθαλμιούν τον εθνικό πλούτο της χώρας, να δράσουν ως σε κατεχόμενη χώρα.

Το 2009 ήταν αναπόφευκτη η σημερινή κατάληξη. Η χώρα μπορούσε και όφειλε να διαπραγματευθεί τη συναινετική αναδιάρθρωση και περικοπή του χρέους της κατά 30%. Το χρέος θα μπορούσε να καταστεί βιώσιμο, υπό την προϋπόθεση ότι η μείωση αυτή θα συνοδευόταν από πρόγραμμα αυστηρής δημοσιονομικής περισυλλογής, για να ελεγχθούν τα ελλείμματα, και από αναπτυξιακή πολιτική, για να προληφθεί η ύφεση.

Θα ήταν επίσης αναγκαία η δρομολόγηση μακροπρόθεσμων αλλαγών και μεταρρυθμίσεων σε όλους τους τομείς για τον εκσυγχρονισμό του κράτους, τον στρατηγικό σχεδιασμό της αναπτύξεως, την ανασυγκρότηση της παιδείας, την ενίσχυση γενικά της εθνικής παραγωγής και την προώθηση της έρευνας και της τεχνολογίας.

Τι έγινε όμως; Δαιμονοποιήθηκε η αναγκαία αναδιάρθρωση του χρέους. Παραδόθηκε η χώρα σε τριτοκοσμικά προγράμματα του ΔΝΤ και έγινε πεδίο δοκιμής για συνεργασία του ΔΝΤ με την Ευρωπαϊκή Ένωση, στο πλαίσιο ενός ενιαίου νεοφιλελεύθερου δόγματος παγκοσμιοποιημένης οικονομίας.

Η ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ, ΑΝΤΙ ΝΑ
ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΣΕΙ ΤΑ ΜΕΛΗ ΤΗΣ ΑΠΟ
ΤΗ ΔΙΕΘΝΗ ΚΕΡΔΟΣΚΟΠΙΑ ΚΑΙ
ΝΑ ΘΕΣΠΙΣΕΙ ΕΛΕΓΧΟΥΣ ΤΟΥ
ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΟΥ
ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑ ΤΗΣ, ΥΠΕΡΑΚΟΝΤΙΖΕΙ ΣΕ
ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ

Οι αδυναμίες της Ελλάδος είναι δεδομένες. Το γεγονός όμως ότι, ως ασθενής κρίκος ενός συνόλου, επισύρει κερδοσκοπικές επιθέσεις κατά του Ευρώ δεν είναι μόνο δικό της πρόβλημα. Εφόσον συμμετέχει σ’ ένα κοινό νόμισμα, είναι λογικό να προσδοκά προστασία και αλληλεγγύη από το κοινό σύστημα του Ευρώ, εφόσον δεν μπορεί πλέον να προσφύγει σε νομισματική υποτίμηση και άλλα μέτρα εθνικού ελέγχου και δεν μπορεί να εξασφαλίσει, σε εθνικό επίπεδο, τη ρευστότητα των τραπεζών της.

Ανεφάνησαν όμως, την κρίσιμη αυτή στιγμή, το κενό και οι αντιφάσεις που υπάρχουν στη λειτουργία του Ευρώ και της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Πολύ περισσότερο ακόμη, ανεδείχθησαν οι ολέθριες συνέπειες που έχει η ταύτιση της Ευρωπαϊκής Ενώσεως με τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση.

Η πολιτική αυτή καταστρέφει κυριολεκτικά το πνεύμα αλληλεγγύης, ισοτιμίας και κοινής πορείας, που προεβλήθη ως ιδεώδες για έναν νέο, κοινό Ευρωπαϊκό ορίζοντα.

Η αδυναμία θεσπίσεως αποτελεσματικού ελέγχου του χρηματοπιστωτικού συστήματος, στον κοινό, τουλάχιστον, Ευρωπαϊκό χώρο, γιατί αυτό θα ερχόταν σε αντίθεση με τις αρχές της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, υποτάσσει την πολιτική στις λεγόμενες αγορές.

Οι προβαλλόμενες άτεγκτες αναγκαιότητες του διεθνούς ανταγωνισμού, που ασκείται σε άνισο επίπεδο, σε χώρες και περιοχές του κόσμου με πολύ διαφορετικό βιοτικό και αναπτυξιακό επίπεδο, ανατρέπουν τους παραδοσιακούς συσχετισμούς μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας. Οι φτωχές μάζες του τρίτου κόσμου χρησιμοποιούνται ως δυνάμεις ελιγμού και εκβιασμού για τη δημιουργία νέων όρων και νέων συσχετισμών στον χώρο της εργασίας και για αμφισβήτηση του κοινωνικού κράτους.

Η πολιτική αυτή αναστέλλει επίσης οποιαδήποτε βούληση για κοινές Ευρωπαϊκές πολιτικές και κοινή ανάπτυξη, εφόσον το ανταγωνιστικό συμφέρον κάθε χώρας σε παγκόσμιο επίπεδο συγκρούεται με τη σκοπιμότητα μιας δεσμευτικής κοινής Ευρωπαϊκής πολιτικής.

Η κυριαρχία του εγωιστικού συμφέροντος ευνοεί τις ισχυρότερες χώρες και εκτρέφει τον οικονομικό ηγεμονισμό, που είναι σήμερα ιδιαίτερα εμφανής στην οικονομικά ισχυρότερη χώρα της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, τη Γερμανία.

Ο ΓΕΡΜΑΝΙΚΟΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ
ΗΓΕΜΟΝΙΣΜΟΣ, ΑΠΕΙΛΗ ΓΙΑ
ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ

Το θεαματικό προβάδισμα που έχει εξασφαλίσει η ενωμένη Γερμανία στην Ευρωπαϊκή Ένωση, σε συνδυασμό με μια ανανεωμένη πολιτική αυτοπεποίθηση, απελευθερωμένη από τα ενοχικά συμπλέγματα που άφησε η χιτλερική περίοδος, θέτει τη χώρα αυτή σε πρώτη θέση και αναμορφώνει τις

ισορροπίες που δημιούργησε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος.

Φαινομενικά, η Ευρωπαϊκή Ένωση άνοιξε ένα νέο κεφάλαιο, που εξορκίζει οριστικά τους παλαιούς δαίμονες, που βύθισαν επανειλημμένα την Ευρώπη σε πολέμους και συμφορές.

Η Γαλλία, που επένδυσε στην Ευρωπαϊκή Ένωση την εθνική της προοπτική, εξαντλεί κάθε περιθώριο για να συμβαδίσει με τη Γερμανία και ν’ αποφύγει τριβές που θα μπορούσαν ν’ αποτελματώσουν, αν όχι ν’ αποσταθεροποιήσουν το Ευρωπαϊκό εγχείρημα. Το χάσμα όμως μεταξύ των δύο χωρών μεγαλώνει και δεν είναι βέβαιο ότι θα κατορθώσουν οι Γαλλικές ηγεσίες να εναρμονίσουν τη Γαλλική οικονομική και πολιτική ζωή με το Γερμανικό μοντέλο, που συνοψίζεται σε βιομηχανική ανταγωνιστικότητα και αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία.

Ήδη το εμπορικό εξωτερικό έλλειμμα της Γαλλίας εκτοξεύθηκε από τα 40 στα 70 δισ. Στην ανακοίνωση της υποψηφιότητάς του, ο Γάλλος Πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί προέβαλε το σύνθημα «ισχυρή Γαλλία». Το σύνθημα αναφέρεται, κατά πρώτο λόγο, στη σύγκριση με τη Γερμανία. Η Γαλλία όμως είναι πιο τρωτή στον διεθνή ανταγωνισμό της παγκοσμιοποίησης. Αυτό οφείλεται στη μεγαλύτερη σημασία που έχει σ’ αυτήν ο γεωργικός τομέας, στη χαμηλότερη ανταγωνιστικότητα της βιομηχανίας της, που υστερεί σε ανταγωνιστικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις, και στις πολιτικές και κοινωνικές παραδόσεις της, που είναι πολύ διαφορετικές από εκείνες της Γερμανικής πειθαρχίας.

Η διευρυνόμενη αυτή διαφορά, σε συνδυασμό με τα προβλήματα της Ευρωζώνης, του χρέους και τις κερδοσκοπικές επιθέσεις του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος, μπορεί να θέσει σε δοκιμασία τον ίδιο τον σκληρό πυρήνα του Ευρώ και τη συνοχή του Γαλλο-Γερμανικού άξονα.

Ήδη, όμως, η απροκάλυπτη προβολή από τη Γερμανία ενός οικονομικού ηγεμονισμού, σε συνεργασία με τη Γαλλία ή ανεξάρτητα, δημιουργεί νέους όρους στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Υποκαθιστά σε μεγάλο μέρος τους θεσμούς της και προωθεί την πολιτική της ισχύος και της επιβολής.

Το φαινόμενο αυτό δεν ερμηνεύεται μόνο από την αίσθηση της ισχύος και από ασυναίσθητη παλινδρόμηση σε ηγεμονικές τάσεις και συμπεριφορές του παρελθόντος. Έχει άμεση σχέση με την πολιτική της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης, που κυριάρχησε στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η τελευταία ευνοεί την πολιτική του οικονομικού ελέγχου, της αχαλίνωτης κερδοσκοπίας και της προωθήσεως των αγορών και των πολυεθνικών πάνω από τις κυβερνήσεις, τα εθνικά σύνορα και τα εθνικά κράτη. Προωθεί επίσης την ουσιαστική οικονομική κατάκτηση των πιο αδύναμων χωρών-μελών και την πλήρη εξάρτηση και αποικιοποίησή τους.

Η ΕΛΛΑΔΑ, ΧΩΡΑ-ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΜΙΑΣ ΕΠΙΔΙΩΚΟΜΕΝΗΣ ΝΕΑΣ ΤΑΞΕΩΣ

Από την άποψη αυτή, η Ελλάδα είναι χώρα-παράδειγμα. Η προηγούμενη κυβέρνησή της απέτυχε να διαπραγματευθεί μια επιβεβλημένη αναδιάρθρωση του χρέους της εντός του Ευρώ. Απέτυχε επίσης να διασφαλίσει μακροπρόθεσμους όρους εξυπηρετήσεως του υπολοίπου του χρέους της, προστασία από τις κερδοσκοπικές επιθέσεις, παροχή ρευστότητας και αναπτυξιακή βοήθεια για ν’ αποφύγει την ύφεση.

Έκανε, αντιθέτως, ό,τι χειρότερο για τη χώρα. Αυτοαφοπλίσθηκε. Ενεπλάκη στην πολιτική του Μνημονίου, που είχε ως ουσιαστικό στόχο να καλύψει και να κατοχυρώσει τους δανειστές, παρά να βοηθήσει τη χώρα, και να προετοιμάσει τη μεγάλη έφοδο στη δημόσια περιουσία και τον εθνικό πλούτο.

Στο πνεύμα αυτό, επεβλήθη η υποθήκευση της δημόσιας περιουσίας και η παραίτηση από την ασυλία της εθνικής κυριαρχίας. Η μετατροπή του χρέους προς ιδιώτες σε χρέος προς ξένα κράτη, με εμπράγματες εγγυήσεις και Αγγλικό δίκαιο, μετάλλαξε τη φύση του χρέους. Αφαίρεσε από την Ελλάδα το διαπραγματευτικό χαρτί της μονομερούς, στην ανάγκη, αναδιαρθρώσεως του χρέους προς ιδιώτες.

Η μετατροπή αυτή ολοκληρώθηκε με το δεύτερο Μνημόνιο και τη σχετική δανειακή σύμβαση. Η εσπευσμένη ψήφισή τους από τη σημερινή κυβέρνηση παρουσιάσθηκε, για άλλη μια φορά, ως δήθεν εθνική επιταγή για την αποφυγή της επαπειλούμενης χρεωκοπίας.

Ποια είναι όμως σήμερα η πραγματικότητα; Αυτό φάνηκε από τις αντιδράσεις Ευρωπαϊκών ιθυνόντων και από τη στάση κυρίως των Γερμανών ηγετών, που έχουν τον πρώτο λόγο.

Οι προσβλητικές και απαξιωτικές επιθέσεις κατά της Ελλάδος και η απόπειρα υπαγορεύσεως στη χώρα μέχρι και του χρόνου κατά τον οποίο πρέπει να γίνουν οι εκλογές δείχνουν καθαρά ότι για τους Γερμανούς ιθύνοντες δεν αρκεί καθόλου η ψήφιση του νέου Μνημονίου και της νέας δανειακής συμβάσεως.

Υπολαμβάνονται, αντιθέτως, ως νέα αφετηρία. Με δεμένη τώρα χειροπόδαρα την Ελλάδα, με τους απίστευτους όρους που περιλαμβάνονται στη σύμβαση, είναι ανοικτός πια ο δρόμος για πλήρη οικονομικό έλεγχο και -γιατί όχι;- για απροκάλυπτη χειραγώγηση της χώρας. Η απειλή της χρεωκοπίας παραμένει ως Δαμόκλειας σπάθη, για ν’ ασκεί εκβιαστική επιρροή. Η δήλωση του Γερμανού υπουργού Οικονομικών Σόιμπλε ότι «τώρα είμαστε πιο έτοιμοι για ν’ αντιμετωπίσουμε την ενδεχόμενη έξοδο μιας χώρας από το Ευρώ» παραπέμπει σαφώς στην κατοχύρωση των δανειστών, που έχει ήδη επέλθει με την υπογραφή των δύο Μνημονίων και δανειακών συμβάσεων με την Ελλάδα και την υποθήκευση, με βάση το Αγγλικό δίκαιο, ολόκληρης της Ελληνικής δημόσιας περιουσίας.

Παραπέμπει επίσης στην πείρα που έχει αποκτηθεί, στην πλάτη της Ελλάδος, για τον χειρισμό των κερδοσκοπικών επιθέσεων και των προβλημάτων της Ευρωζώνης, όπως επίσης στην προβολή του καταντήματος της Ελλάδος ως παραδείγματος προς αποφυγήν.

ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΑΡΠΑΓΗ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΠΛΟΥΤΟΥ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΥΠΟΔΟΥΛΩΣΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ

Είναι προφανές από τα παραπάνω ότι η ψήφιση του νέου Μνημονίου και της νέας δανειακής συμβάσεως, υπό τον εκβιασμό της χρεωκοπίας, δεν απομακρύνει την τελευταία. Για πραγματικούς λόγους και για λόγους τακτικής. Οι πραγματικοί λόγοι συνδέονται με την εξασφάλιση των δανειστών και την καλύτερη προετοιμασία για τον έλεγχο των συνεπειών της σε άλλες χώρες και του συνδρόμου ντόμινο.

Οι λόγοι τακτικής συνδέονται με την ανάγκη να επισείεται συνεχώς η απειλή της χρεωκοπίας ως μέσο πειθαναγκασμού και χειραγωγήσεως. Προφανώς, οι συνέπειες μιας ενδεχόμενης χρεωκοπίας της Ελλάδος δεν είναι τόσο εύκολο να ελεγχθούν, γιατί υπεισέρχονται σ’ αυτές μεγάλες, ανεξέλεγκτες κερδοσκοπικές δυνάμεις της αγοράς.

Η προβαλλόμενη, επομένως, άνεση για την αντιμετώπιση των συνεπειών της είναι πολύ σχετική και εν μέρει πλασματική. Αυτό πρέπει να λαμβάνεται υπόψη στη διαμόρφωση μιας άλλης Ελληνικής πολιτικής.

Οι ενστάσεις για τη γρήγορη προσφυγή σε εθνικές εκλογές όχι μόνο πρέπει ν’ απορριφθούν ως απαράδεκτη παρέμβαση στην εσωτερική πολιτική της χώρας, αλλά πρέπει επίσης να συνεγείρουν τους πάντες, ώστε να συνειδητοποιήσουν ότι η σημερινή κρίση δεν είναι πια μόνο οικονομική και κοινωνική. Έχει προσλάβει ήδη διαστάσεις εθνικής κρίσεως. Η τελευταία απειλεί την εθνική συνοχή, την εθνική κυριαρχία και ανεξαρτησία και το εθνικό μέλλον του Ελληνικού λαού.

Η εφαρμοζόμενη εξοντωτική πολιτική δεν έχει πραγματικό στόχο να βοηθήσει την Ελλάδα. Έχει ως στόχο να αποδομήσει την εθνική οικονομία της Ελλάδος και να θέσει υπό τον έλεγχο ξένων πολυεθνικών συμφερόντων τους κύριους πλουτοπαραγωγικούς πόρους της χώρας, στο πνεύμα της ολέθριας πολιτικής ακραίου παγκοσμιοποιημένου νεοφιλελευθερισμού.

Αμετανόητοι θιασώτες του πιο ακραίου νεοφιλελευθερισμού συνεχίζουν το έργο τους μέσα από τις τάξεις της σημερινής κυβερνήσεως. Ένας από αυτούς, που ανεδείχθη ως υπουργός Οικονομικών σε πρωτομάστορα κυριολεκτικά, μαζί με τον πρώην πρωθυπουργό, της σημερινής καταστροφής, εξακολουθεί να πρωτοστατεί προς την ίδια κατεύθυνση, στον τομέα της ενέργειας.

Μάχεται να κομματιάσει και να ξεπουλήσει τη ΔΕΗ, τη μεγαλύτερη Ελληνική επιχείρηση, υπολαμβάνοντας το έργο αυτό ως μεγάλη «μεταρρύθμιση». Γιατί η Γαλλία, π.χ., που είναι μια μεγάλη και ισχυρή χώρα, διατηρεί ακόμη υπό κρατικό έλεγχο μια εταιρεία κολοσσό, όπως η EDF; Ο ίδιος συζητά επίσης με Γερμανούς επενδυτές να τους κάνει δώρο το σχέδιο «Ήλιος». Το τελευταίο αφορά την παραγωγή ηλιακής ενέργειας στην Ελλάδα για μεταφορά στη Γερμανία. Εάν όμως παραχωρηθεί στους Γερμανούς, ποιο θα είναι το κέρδος της Ελλάδος από το σχέδιο αυτό;

Με την ίδια νοοτροπία και στο πνεύμα της ίδιας πολιτικής, δεν γίνεται καμιά απολύτως προσπάθεια για στρατηγικό αναπτυξιακό σχεδιασμό, αναπτυξιακό ρόλο του κράτους, με δημόσιες επενδύσεις σε στρατηγικούς τομείς, και αναπτυξιακή πολιτική.

ΟΙ ΜΙΚΡΕΣ ΧΩΡΕΣ ΕΧΟΥΝ ΑΠΟ
ΕΝΑΝ ΔΗΜΟΣΙΟ ΤΟΜΕΑ ΓΙΑ ΤΗΝ
ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΤΟΥΣ
ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΟΣ

Το νέο Ευαγγέλιο που διακηρύσσεται είναι η ιδιωτικοποίηση των πάντων και η αναμονή της αναπτύξεως από τους ξένους επενδυτές.

Πώς όμως θ’ ασκήσει η χώρα στρατηγικές πολιτικές, εάν δεν έχει υπό τον έλεγχό της ορισμένους φορείς, σε κρίσιμους τομείς, που ν’ αντιπροσωπεύουν και να εκφράζουν το δημόσιο και εθνικό συμφέρον; Πώς, π.χ., θ’ ασκήσει η Ελλάδα πολιτική αγωγών φυσικού αερίου με τη Ρωσία ή άλλη χώρα, εάν η σχετική εταιρεία ελέγχεται από ξένα, αντιτιθέμενα συμφέροντα;

Με το ίδιο σκεπτικό, πώς μπορεί η χώρα ν’ αξιοποιήσει τα πιθανά ενεργειακά αποθέματά της, εάν δεν έχει υπό τον έλεγχό της έναν φορέα δημοσίου συμφέροντος, που θα είναι συνομιλητής με ξένες εταιρείες και συμφέροντα;

Αυτά τα αυτονόητα είναι για ορισμένους παρωχημένος κρατισμός, που δυσφημίσθηκε από την κομματοκρατία και το πελατειακό σύστημα.

Συγχέουν όμως την πολιτική που ασκεί μια μεγάλη χώρα με οικονομικούς κολοσσούς, με την Ελλάδα, που έχει ανάγκη να στηριχθεί σε δημόσιο τομέα για να διαφυλάξει ζωτικά κεφάλαια του εθνικού της πλούτου και το δημόσιο και εθνικό συμφέρον.

Η ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΚΑΙ
Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΕΙΝΑΙ
ΑΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΤΕΣ

Η ακολουθούμενη πολιτική δεν βγάζει τη χώρα από το αδιέξοδο. Η υποτακτική και ταπεινωτική συμμόρφωση στα κελεύσματα της «τρόικας» έχει εξαντλήσει κάθε ανοχή. Η απειλή για χρεωκοπία δεν θα οδηγήσει τη χώρα στην πλήρη απαξίωση, οικονομική καταστροφή και υποδούλωση. Ο Ελληνικός λαός δεν μπορεί να δεχθεί ένα τέτοιο δίλημμα. Η εθνική κυριαρχία, η ανεξαρτησία, η ελευθερία και το εθνικό του μέλλον είναι αδιαπραγμάτευτα. Αυτό είναι το μήνυμα που πρέπει να σταλεί προς κάθε κατεύθυνση και η βάση πάνω στην οποία πρέπει να χαραχθεί μια νέα πολιτική απέναντι σε ηγεμονισμούς και τη χρησιμοποίηση του χρέους ως όπλου για οικονομική κατάκτηση.


Σχολιάστε εδώ