Τελεσίγραφο φτώχειας, με απειλή… πτώχευσης!
Το βασικό ερώτημα την Παρασκευή, πριν συγκληθεί η κρίσιμη σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών υπό τον Λ. Παπαδήμο, ήταν ποια διαπραγματευτικά περιθώρια έχει πραγματικά η κυβέρνηση σε αυτό το φαινομενικά ασφυκτικό πλαίσιο που διαμορφώνουν οι Γερμανοί. Θα μείνουν ανυποχώρητοι μέχρι τέλους, επιτρέποντας την πρώτη χρεοκοπία χώρας της Ευρωζώνης, ή θα αφήσουν περιθώρια στους έλληνες πολιτικούς αρχηγούς για έναν αξιοπρεπέστερο συμβιβασμό, επιτρέποντας να «νερωθούν» κάποιες από τις απαιτήσεις της «τρόικας»;
Η απειλή χρεοκοπίας από τους Γερμανούς φαίνεται πιο πειστική από κάθε άλλη φορά, αν κρίνει κανείς από όλες τις επίσημες δηλώσεις και τις «διαρροές» από το Βερολίνο. Πολλοί όμως εξακολουθούν να εκτιμούν ότι και αυτήν τη φορά η γερμανική πολιτική ηγεσία μπλοφάρει και δεν θα επιτρέψει χρεοκοπία της Ελλάδας, για τους λόγους που υπενθύμισε από το Νταβός ο επικεφαλής της Deutsche Bank, ελβετός τραπεζίτης, Γιόζεφ Άκερμαν: Το ντόμινο που θα δημιουργήσει η χρεοκοπία της Ελλάδας στις αγορές ομολόγων της Ιταλίας και της Ισπανίας θα είναι άκρως επικίνδυνο, ενώ το πραγματικό κόστος της χρεοκοπίας της Ελλάδας θα είναι πολύ μεγαλύτερο από αυτό που συνήθως υπολογίζουν οι περισσότεροι.
Ο Άκερμαν υπενθύμισε με νόημα σε αυτές τις δηλώσεις του ότι υπάρχουν μεγάλα ανοίγματα τραπεζών και επιχειρήσεων σε δάνεια σε ιδιωτικές επιχειρήσεις και σε επενδύσεις στην Ελλάδα. Επιπλέον, υπάρχει το «αφανές» χρέος της Τράπεζας της Ελλάδος στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, που φθάνει τα 110 δισ. ευρώ και εν πολλοίς έχει τελικό εγγυητή το Δημόσιο. Αυτές οι υποχρεώσεις, μέσω του συστήματος πληρωμών Target, θα κινδυνεύσουν να χαθούν σε περίπτωση χρεοκοπίας, με αποτέλεσμα να ανοίξει μια τεράστια «πληγή» στην τραπεζική «καρδιά» της Ευρωζώνης, την οποία θα πρέπει να καλύψουν κυρίως οι γερμανοί φορολογούμενοι.
«Δεν μπορούμε να αφήσουμε την Ελλάδα να καταρρεύσει. Αν το κάνουμε, ρισκάρουμε τη μετάδοση της κρίσης», τόνιζε στους «Financial Times» την Παρασκευή ευρωπαίος διπλωμάτης, καταδεικνύοντας ότι και αυτήν τη φορά είναι πολύ πιθανό οι Γερμανοί να μπλοφάρουν με τα περί χρεοκοπίας και τα πραγματικά περιθώρια διαπραγμάτευσης από την κυβέρνηση και τους πολιτικούς αρχηγούς ίσως να είναι πολύ μεγαλύτερα απ’ όσο φαίνεται.
Τα μαθηματικά της συμφωνίας
Προς το παρόν, πάντως, η συμφωνία για τη νέα διάσωση της Ελλάδας μπλοκάρεται από τους Γερμανούς: Το ΔΝΤ έχει εκτιμήσει ότι χρειάζεται σημαντική πρόσθετη χρηματοδότηση από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης και συμμετοχή της ΕΚΤ στο «κούρεμα» για να βγουν τα μαθηματικά του χρέους. Η Γερμανία όμως επιμένει πως ο επίσημος τομέας ό,τι είχε να δώσει το έδωσε και η χρηματοδότηση της Ελλάδας θα πρέπει να εξασφαλισθεί μόνο με ακόμη σκληρότερη λιτότητα και γενναίο «κούρεμα» των ιδιωτών πιστωτών. Και τούτο παρότι η Κομισιόν εκτιμά, όπως δήλωσε στέλεχός της την Παρασκευή στο Reuters, ότι μόνο για τις πρόσθετες ανάγκες ενίσχυσης των ελληνικών τραπεζών θα χρειασθεί να αυξηθεί το «πακέτο» των 130 δισ. ευρώ στα 145 δισ. ευρώ.
Στο σκέλος του «κουρέματος» των πιστωτών, η συμφωνία έχει κλείσει και προβλέπει μείωση του επιτοκίου των νέων ομολόγων στο 3,6%, που οδηγεί σε απώλειες άνω του 70% σε όρους καθαρής παρούσας αξίας των ομολόγων. Πέραν αυτού του σημείου, οι ιδιώτες πιστωτές δεν πρόκειται να κινηθούν. Έτσι, η πίεση της «τρόικας» εστιάζεται απολύτως στην ελληνική κυβέρνηση, με απαιτήσεις που ξεπερνούν κάθε όριο ανοχής του πολιτικού συστήματος, των πολιτών και της οικονομίας:
• Για το Δημόσιο, όπως έχει κατ’ επανάληψη επισημάνει το «Π», η «τρόικα» θέλει μαζικές απολύσεις φέτος. Ένα μέρος τους, ίσως και 10.000, θα γίνει με το κλείσιμο οργανισμών, που πρέπει να αποφασισθεί αμέσως, με έκδοση σχετικής Υπουργικής Απόφασης. Για τις υπόλοιπες απολύσεις η κυβέρνηση έλεγε ότι δεν υπάρχει περιθώριο, ακόμη κι αν φθάσει βαθιά το «νυστέρι» της επικείμενης ριζικής αναδιάρθρωσης του δημόσιου τομέα. Αυτό δεν είναι πρόβλημα, απαντούν οι «τροϊκανοί»: Υπάρχει και η «δεξαμενή» των 350.000 ένστολων και εκπαιδευτικών! Και ζητούν να μπουν και αυτές οι δύο κατηγορίες δημοσίων λειτουργών στο στόχαστρο της αναδιάρθρωσης, ώστε να φθάσει ο αριθμός των φετινών απολύσεων στο ζητούμενο των 35.000! Αδιαπραγμάτευτη είναι και η απαίτησή τους για «κούρεμα» των ειδικών μισθολογίων, με ένταξη όλων (δικαστικών λειτουργών, πανεπιστημιακών, γιατρών) στο ενιαίο μισθολόγιο.
• Για τον ιδιωτικό τομέα, η «τρόικα» φαίνεται να επιμένει μέχρι τέλους σε μια ακραία συνταγή φτωχοποίησης όλων των εργαζομένων, από τους αμειβόμενους με τον βασικό μισθό μέχρι τα «ρετιρέ» τραπεζών και ΔΕΚΟ. Ζητάει μείωση του βασικού μισθού κατά 20%, στα 600 ευρώ, κατάργηση 13ου και 14ου μισθού, κατάργηση των κλαδικών συμβάσεων, κατάργηση των ειδικών επιχειρησιακών συμβάσεων σε τράπεζες και ΔΕΚΟ. Αυτή η εμμονή, παρά τις προειδοποιήσεις ότι τέτοια υποβάθμιση εισοδημάτων θα βαθύνει απίστευτα την ύφεση, έχει την εξήγησή της: Η «τρόικα», σύμφωνα με πληροφορίες του «Π», θέλει να πετύχει άμεσο κλείσιμο της «ψαλίδας» στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών και, αφού αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί κυρίως με αύξηση των εξαγωγών, το επιδιώκει μέσω της μείωσης των εισοδημάτων, που θα «γονατίσει» τις εισαγωγές.
Η αλήθεια για τις τράπεζες
Η απαίτηση της «τρόικας» για παροχή κεφαλαιακών ενισχύσεων στις τράπεζες με έκδοση τίτλων χωρίς δικαιώματα ψήφου οδηγούσε σε μια συμφωνία βάσει της οποίας το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας θα χρηματοδοτούσε τις τράπεζες με ομόλογα μετατρέψιμα σε μετοχές, τα οποία θα είχαν απόδοση υψηλότερη από το κόστος χρηματοδότησης του Δημοσίου από τον ευρωπαϊκό μηχανισμό στήριξης. Όπως περιέγραψε αυτήν τη συμφωνία μιλώντας την Τρίτη στη Βουλή ο Β. Βενιζέλος, θα εξασφάλιζε υψηλές αποδόσεις για το κεφάλαιο του Δημοσίου («5% – 10% και πάντως όχι 1%»), χωρίς οι τράπεζες να κρατικοποιηθούν. Στη λήξη των δανείων, οι τράπεζες θα έπρεπε να επιστρέψουν το κεφάλαιο και τους τόκους, αλλιώς θα αντιμετώπιζαν τότε τον κίνδυνο κρατικοποίησης, με μετατροπή των ομολόγων σε κοινές μετοχές.
Σε αυτήν τη συμφωνία, όμως, προέβαλε «βέτο» ο Γ. Παπανδρέου την Πέμπτη, εμμένοντας στην παροχή των ενισχύσεων με κοινές μετοχές, όπως ακριβώς προβλέπει ο ισχύων σχετικός νόμος. Υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι πολλοί βουλευτές, όχι μόνο από το ΠΑΣΟΚ αλλά και από τη ΝΔ, συμφωνούν με αυτήν την τοποθέτηση, καθώς κρίνουν ότι η παροχή ενισχύσεων χωρίς κρατικοποίηση θα προκαλέσει έντονες αντιδράσεις.