Ο ΜΠΑΝ ΚΙ ΜΟΥΝ ΣΕ ΡΟΛΟ ΚΟΦΙ ΑΝΑΝ ΣΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ
H Τουρκία είχε παραιτηθεί, με τη Συνθήκη της Λωζάννης, από κάθε δικαίωμα πάνω στην Κύπρο. Η Ελλάδα δεν έπρεπε, επομένως, για κανέναν λόγο να δεχθεί να συμμετάσχει σε μια τέτοια Διάσκεψη. Με μόνη τη συμμετοχή της θα ανεγνώριζε την Τουρκία ως «ενδιαφερόμενο μέρος». Συμμετείχε όμως, δυστυχώς. Η απόφαση πάρθηκε, σε μια κρίσιμη εσωτερική συγκυρία, όταν διακυβευόταν η διαδοχή του αποθανόντος στρατάρχη Παπάγου.
Η Διάσκεψη επισήμως απέτυχε. Δεν ήταν δυνατό, άλλωστε, να βρει λύσεις στα θέματα που είχαν τεθεί στην ημερήσια διάταξη. Στην ουσία όμως πέτυχε πανηγυρικά. Ο πραγματικός της στόχος ήταν η αναγνώριση και η αποδοχή της Τουρκίας από την Ελλάδα ως «ενδιαφερόμενου μέρους».
Η Βρετανική διπλωματία πέτυχε, με τη Διάσκεψη, να εισαγάγει επισήμως την Τουρκία στο Κυπριακό και να την επιβάλει ως «ενδιαφερόμενο μέρος». Ήταν μια μοιραία εξέλιξη, που μετέτρεψε σταδιακά το Κυπριακό από Ελληνο-Αγγλικό σε Ελληνο-Τουρκικό πρόβλημα.
Η ΛΕΓΟΜΕΝΗ «ΤΡΙΜΕΡΗΣ»
ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΣΤΟ «GREEN TREE» ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΥΟΡΚΗΣ ΚΑΙ ΤΑ
ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ
Οι παραπάνω σκέψεις έρχονται στον νου, όταν επιχειρεί κανείς ν’ αξιολογήσει τα αποτελέσματα της λεγόμενης Τριμερούς στο «Green Tree» της Νέας Υόρκης, 22-24 Ιανουαρίου.
Πρώτ’ απ’ όλα, η ίδια η ορολογία της «Τριμερούς», που χρησιμοποιήθηκε για τη συνάντηση των εκπροσώπων των δύο κοινοτήτων της Κύπρου και του Γραμματέα του ΟΗΕ, δεν είναι καθόλου αθώα και πολύ κακώς έγινε εξαρχής δεκτή από την Ελληνική πλευρά.
Στην πραγματικότητα, με πρόσχημα την ισότιμη συμμετοχή των δύο κοινοτήτων στις διακοινοτικές διαπραγματεύσεις, υποβάλλεται δολίως η ιδέα της συμπαρουσίας και της ισότητας δύο «μερών» ή «κρατών». Ο Τουρκοκύπριος ηγέτης, ο οποίος αυτοπροβάλλεται ως «Πρόεδρος» του ψευδοκράτους και λειτουργεί ως εκπρόσωπος και απολογητής της Τουρκικής κατοχής, νομιμοποιείται ατύπως και εξισώνεται με τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Με τον ίδιο τρόπο, προετοιμάζεται επίσης και προεικονίζεται η συμμετοχή του ψευδοκράτους ως «ισότιμου μέρους» στην προτεινόμενη μελλοντική Πολυμερή Διεθνή Διάσκεψη (τρεις εγγυήτριες δυνάμεις συν δύο «μέρη» της Κύπρου). Επιδιώκεται, δηλαδή, ο αποκλεισμός απ’ αυτήν της Κυπριακής Δημοκρατίας, ως διεθνώς ανεγνωρισμένου νομίμου εκπροσώπου ολόκληρης της Κύπρου, και η αντιπροσώπευσή της από δύο «ίσα» μέρη. Τα τελευταία παραπέμπουν στα συζητούμενα στις διακοινοτικές συνομιλίες δύο «συνιστώντα κράτη» μιας κατ’ επίφαση «ομοσπονδίας». Με άλλα λόγια, η αποδοχή μιας τέτοιας Διασκέψεως θα ισοδυναμούσε, εκ των πραγμάτων, με την αρχή του τέλους για την Κυπριακή Δημοκρατία.
Η σύγχυση στο ίδιο πρόσωπο της ιδιότητας του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας και της ιδιότητας του εκπροσώπου της Ελληνοκυπριακής κοινότητας επιτρέπει, δυστυχώς, να παίζονται τέτοιου είδους παιχνίδια εις βάρος της Κύπρου, υπό το πρόσχημα της διακοινοτικής ισότητας.
Επί Προέδρου Μακαρίου, όταν ακόμη δεν είχε ανακηρυχθεί το Τουρκοκυπριακό ψευδοκράτος, που κατέστησε πολύ πιο επικίνδυνη τη σύγχυση στο ίδιο πρόσωπο των δύο ιδιοτήτων, ακολουθείτο με ευλάβεια η πολιτική του αυστηρού διαχωρισμού. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας διόριζε συνομιλητή, ο οποίος εκπροσωπούσε την Ελληνική πλευρά στις διακοινοτικές συνομιλίες.
Η σταδιακή εγκατάλειψη της πολιτικής αυτής έφτασε σήμερα σε πολύ επικίνδυνο σημείο. Αφενός, λόγω της συνεχούς μειώσεως των αναγκαίων προϋποθέσεων και όρων για τη διεξαγωγή νέων διακοινοτικών συνομιλιών. Αφετέρου, λόγω της απροκάλυπτης χειραγωγήσεως της Γραμματείας των Ηνωμένων Εθνών από τη Βρετανική και την Αμερικανική διπλωματία.
Δεν είναι μυστικό ότι η χειραγώγηση αυτή, όπως έχει επιβεβαιωθεί από το προηγούμενο του Σχεδίου Ανάν, έχει ως στόχο την κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας και την υποκατάστασή της από ένα νέο, συνομοσπονδιακό στην ουσία του, δικέφαλο μόρφωμα δύο «κρατών».
Η ΚΑΤΑΛΗΚΤΙΚΗ ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ ΜΠΑΝ ΚΙ ΜΟΥΝ
Σε ό,τι αφορά την ουσία των αποτελεσμάτων της «Τριμερούς», δεν υπήρξε φαινομενικά οποιαδήποτε θεαματική πρόοδος πάνω στα επιμέρους συζητούμενα θέματα. Τα πραγματικά όμως αποτελέσματα περιλαμβάνονται στην καταληκτική δήλωση του Γ. Γραμματέα του ΟΗΕ, μετά το πέρας της Τριμερούς.
Ο Γ. Γραμματέας μιλά εκ νέου για «τέλος του παιχνιδιού», αναφερόμενος στην τρέχουσα διπλωματική διαδικασία υπό την αιγίδα του ΟΗΕ και στις προσπάθειες για λύση του Κυπριακού.
Υπενθυμίζει την επιστολή που έστειλε, σ’ αυτό το πνεύμα, στους δυο ηγέτες πριν από την Τριμερή Συνάντηση και τονίζει ότι οι συζητήσεις στο «Green Tree» «υπήρξαν αναπόσπαστο μέρος αυτής της φάσεως, στην πορεία προς μια πολυμερή διάσκεψη και με τελικό στόχο τη λύση».
Με απλά λόγια, ο Μπαν Κι Μουν αγνοεί πλέον τη συμφωνία που είχε γίνει με τις δύο πλευρές ότι η διεθνής διάσκεψη θα μπορεί να συγκληθεί μόνο εάν σημειωνόταν πρόοδος και έφταναν οι διαπραγματεύσεις σ’ ακτίνα συμφωνίας.
Προσχωρεί στην Τουρκική θέση, που προέβαλλε συνεχώς τη θέση για διεθνή διάσκεψη, χωρίς προηγούμενη καταληκτική πρόοδο στην εσωτερική πτυχή. Ευλόγως η Τουρκική πλευρά προβάλλει αυτή τη θέση. Πρώτον, γιατί αρνείται να συζητήσει το εδαφικό. Δεύτερον, γιατί υπονοεί τη διεθνή διάσκεψη με τους δικούς της όρους. Τη μη συμμετοχή δηλαδή και την αποαναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας και την εκπροσώπηση της Κύπρου από δύο «ίσα» μέρη.
Ο Μπαν Κι Μουν, συστήνοντας στα δύο μέρη να συνεχίσουν «εντατικά» τις προσπάθειές τους για «πρόοδο», αναφέρει επιλεκτικά μόνο τρία θέματα: «την εκλογή της εκτελεστικής εξουσίας, το περιουσιακό και την ιθαγένεια». Υποβάλλει, με τον τρόπο αυτό, την ιδέα ότι θεωρεί κλειδωμένα ήδη τα άλλα κεφάλαια, τα οποία δεν είναι προς παραπομπή στη διεθνή διάσκεψη, όπως το εδαφικό, για το οποίο η Τουρκική πλευρά δεν δέχεται ουσιαστική συζήτηση στο πλαίσιο των διακοινοτικών συνομιλιών.
Ακόμη και για το κεφάλαιο διακυβέρνηση, που αφορά, μεταξύ άλλων, την εκ περιτροπής Προεδρία, αναφέρεται μόνο στο σκέλος «εκλογή της εκτελεστικής εξουσίας». Αφορά δηλαδή μόνο τη λεγόμενη διασταυρούμενη ψήφο, την οποία δεν δέχεται ο Τουρκοκύπριος ηγέτης.
Ο Μπαν Κι Μουν παρουσιάζει, με τον τρόπο αυτό, ως κεκτημένα τα κεφάλαια στα οποία υπήρξε σύγκλιση απόψεων, με παραχωρήσεις ουσιαστικά της Ελληνικής πλευράς.
Αναβαθμίζει απροκάλυπτα τον ρόλο του ειδικού συμβούλου του Αλεξάντερ Ντάουνερ, από τον οποίο ζητεί πάραυτα να ενημερώσει τα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας. Επιφυλάσσεται να υποβάλει και ο ίδιος ενημερωτική έκθεση στο Συμβούλιο Ασφαλείας, περί τα τέλη Φεβρουαρίου.
Ζητεί επίσης από τον Αλεξάντερ Ντάουνερ να του υποβάλει αξιολόγηση της διαδικασίας, στο τέλος Μαρτίου. «Εάν», λέει, «η έκθεση αυτή είναι θετική, υπό το φως των σχετικών ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας και κατόπιν διαβουλεύσεως με τις δύο πλευρές, προτίθεμαι να συγκαλέσω πολυμερή διάσκεψη στο τέλος Απριλίου ή αρχές Μαΐου».
Προτίθεται, υπογραμμίζει, να συγκαλέσει, κατά τη δική του κρίση και απόφαση, διεθνή διάσκεψη, χωρίς απαραιτήτως και τη σύμφωνη γνώμη της Ελληνικής πλευράς, που θέτει όρους και προϋποθέσεις. Η κατάληξη αυτή δείχνει πόσο έωλη ήταν η βάση των συνομιλιών, στις οποίες έσπευσε να συμφωνήσει και να πλειοδοτήσει η Ελληνική πλευρά, υπογραμμίζοντας τη συμφωνία για συνομιλίες «Κυπριακής» δήθεν «ιδιοκτησίας», που θα ήταν, υποτίθεται, ασπίδα και προστασία από επιδιαιτησία και ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα.
Η ΚΥΠΡΟΣ ΔΕΝ ΕΙΧΕ ΚΑΝΕΝΑΝ ΛΟΓΟ ΚΑΙ ΚΑΝΕΝΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝ
ΝΑ ΠΑΕΙ Σ’ ΑΥΤΗΝ ΤΗΝ «ΤΡΙΜΕΡΗ»
Για ποιο λόγο έπρεπε η Κύπρος, εν όψει μάλιστα της Ευρωπαϊκής Προεδρίας της, να πάει σε «Τριμερή», χωρίς να έχει σημειωθεί προηγουμένως οποιαδήποτε πρόοδος, που θα το δικαιολογούσε;
Γιατί να παραμένει εγκλωβισμένη σε μια διπλωματική διαδικασία, που κυριαρχείται από τους αντιπάλους της και που χρησιμοποιείται απροκάλυπτα για την υπονόμευση της διεθνούς κρατικής υποστάσεώς της; Αυτού δηλαδή που είναι ακρογωνιαίος λίθος για τον αγώνα της κατά της Τουρκικής κατοχής και επιβουλής και για την επιβίωση του Ελληνισμού της Κύπρου;
Γιατί να αυτοεγκλωβίζεται σε μια στρατηγική που είναι συμπληρωματική της στρατηγικής των αντιπάλων της και αυτοκαταστροφική για την ίδια;
Γιατί να παραδίδει τη διπλωματική πρωτοβουλία στο Κυπριακό στους αντιπάλους της, οι οποίοι επιδίδονται συστηματικά σε υπόσκαψη της Κύπρου στο Συμβούλιο Ασφαλείας και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δύο ισχυρά διεθνή ερείσματα της Ελληνικής πλευράς;
Ο ΑΝΕΠΙΤΡΕΠΤΟΣ, ΥΠΟΝΟΜΕΥΤΙΚΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΕΙΔΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΑΛΕΞΑΝΤΕΡ ΝΤΑΟΥΝΕΡ
Ο Αλεξάντερ Ντάουνερ, ειδικός σύμβουλος για το Κυπριακό του Γ. Γραμματέα του ΟΗΕ Μπαν Κι Μουν και ουσιαστικά άτυπος εκπρόσωπος της Βρετανικής διπλωματίας, οργίασε κυριολεκτικά στην Τριμερή του «Green Tree». Ενορχήστρωσε κάθε είδους πίεση κατά της Ελληνικής πλευράς. Έφτασε, μάλιστα, στο σημείο ν’ αναφερθεί τρεις φορές σε Ευρωπαϊκή Προεδρία όχι της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά της Ελληνοκυπριακής πλευράς!
Ειδικότερα, σε ό,τι αφορά την Ευρωπαϊκή Ένωση, ανέλαβε συστηματικά να ενημερώσει καταλλήλως διάφορους Ευρωπαϊκούς παράγοντες και να τους κινητοποιήσει για ν’ ασκήσουν πίεση στην Ελληνική πλευρά.
Πρώτος στον κατάλογο ήταν ο γνωστός Επίτροπος Φούλε, απροκάλυπτος υποστηρικτής της Τουρκικής εντάξεως στην ΕΕ και υπέρμαχος του Κανονισμού για το λεγόμενο «απευθείας εμπόριο». Το απευθείας δηλαδή εμπόριο των Ευρωπαϊκών χωρών με την κατεχόμενη Κύπρο και το ψευδοκράτος, κατά παράβαση των απαγορεύσεων της Κυπριακής Δημοκρατίας για εισαγωγές και εξαγωγές από παράνομους λιμένες και αεροδρόμια. Δεύτερη στη σειρά ήταν η λαίδη Άστον, που είναι επικεφαλής της υπηρεσίας εξωτερικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ενώσεως.
Η Δανική Προεδρία προσεκλήθη επίσης να κάνει πιεστικές δηλώσεις. Από το προσκλητήριο δεν έλειψε, βεβαίως, και ο Πρόεδρος της Επιτροπής Μανουέλ Μπαρόζο. Ο τελευταίος ηγείται, επισήμως, ειδικής ομάδας εμπειρογνωμόνων, που έχουν ως αποστολή να βοηθήσουν στην εξεύρεση «λύσεως» που να είναι συμβιβάσιμη με το Ευρωπαϊκό κεκτημένο.
Στην πραγματικότητα, όμως, επιστρατεύεται για την άσκηση πιέσεων στην Ελληνική πλευρά και για την απομόνωσή της από τον Ευρωπαϊκό παράγοντα, ο οποίος λογικά θα έπρεπε να υποστηρίζει άτεγκτα τις Ευρωπαϊκές αρχές και να είναι αλληλέγγυος με μια χώρα-μέλος.
Ο Αλεξάντερ Ντάουνερ είναι ο ίδιος επίσης που μεθόδευσε παλαιότερα, κατά την επίσκεψη του Μπαν Κι Μουν στην Κύπρο, τη συνάντηση του τελευταίου με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη Μεχμέτ Ταλάτ στο λεγόμενο «Προεδρικό Μέγαρο» του ψευδοκράτους, σε μια προφανή προσπάθεια να προσδώσει διεθνή αναγνώριση στο ψευδοκράτος και να εξισώσει τα δύο «μέρη» στην Κύπρο.
ΑΔΥΣΩΠΗΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ
Τα ερωτήματα που προκύπτουν είναι αδυσώπητα. Γιατί γίνεται ανεκτός ακόμη ο Αλεξάντερ Ντάουνερ, του οποίου ο ρόλος αναβαθμίζεται από τον Γ. Γραμματέα, και δεν ζητείται από την Ελληνική πλευρά η ανάκλησή του; Γιατί η Ελληνική Κυπριακή πλευρά επιδεικνύει τόση εμμονή στον αυτοεγκλωβισμό της σε μια διαδικασία που οδηγεί αναπότρεπτα, υπό χειρότερους μάλιστα όρους, στην επανάληψη του ολέθριου προηγουμένου του Σχεδίου Ανάν;
Γιατί συνεχίζει ο Κύπριος Πρόεδρος την πολιτική των μονομερών παραχωρήσεων, που βρίσκονται σε πλήρη διάσταση με τη συντριπτική πλειοψηφία του Κυπριακού λαού;
Μεταδίδεται προσφάτως από τα μέσα επικοινωνιών, χωρίς να έχει διαψευσθεί, ότι υπήρξε επίσης συμφωνία του Κυπρίου Προέδρου με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη Έρογλου για την παραχώρηση στους Τούρκους υπηκόους, μετά τη λύση, των τεσσάρων ελευθεριών της Ευρωπαϊκής Ενώσεως: ελεύθερη δηλαδή διακίνηση και εγκατάσταση προσώπων, ελεύθερη κυκλοφορία προϊόντων, κεφαλαίων και υπηρεσιών.
Ο Αρχιεπίσκοπος και Πρόεδρος Μακάριος είχε θέσει, το 1977, τις τρεις λεγόμενες ελευθερίες, την ελευθερία δηλαδή εγκαταστάσεως, ελευθερο-επικοινωνίας και περιουσίας, ως βασική αρχή και προϋπόθεση για την αποδοχή διπεριφερειακής ομοσπονδίας. Ήταν ένας τρόπος να διασφαλισθεί η επιστροφή των προσφύγων, το δικαίωμα περιουσίας και η ουσιαστική ενότητα του εδάφους της οικονομίας και του κράτους.
Είναι δυνατό να προβάλλονται σήμερα οι κατοχυρωμένες ελευθερίες της Ευρωπαϊκής Ενώσεως ως δικαίωμα και προνόμιο στην Κύπρο όλων των υπηκόων της Τουρκίας; Αντί δηλαδή να επιτευχθεί η αποχώρηση των Τούρκων εποίκων, να συμφωνείται το άνοιγμα σε μια ανεξέλεγκτη Τουρκική πλημμυρίδα σ’ ολόκληρη την Κύπρο;
Φαίνεται αδιανόητο ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Εάν όμως έχει, όντως, συμβεί, πρέπει πάραυτα ν’ αποσυρθεί. Είναι όμως, από μια άλλη άποψη, ένα σαφές δείγμα του πώς η Άγκυρα και οι σύμμαχοί της προσπαθούν να μετατρέψουν την Ευρωπαϊκή Ένωση σε μπούμερανγκ για την Κύπρο και ταυτοχρόνως ν’ αξιοποιήσουν το Κυπριακό για να συμπλέξουν μ’ αυτό και να προωθήσουν την Τουρκική ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΑΜΕΣΩΣ ΑΛΛΑΓΗ
ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ
Η Κύπρος έχει μπροστά της την ανάληψη της Ευρωπαϊκής Προεδρίας, που είναι μια μοναδική ευκαιρία να προβάλει το πρόβλημα της συνεχιζόμενης Τουρκικής κατοχής και να ενισχύσει τη διεθνή της κρατική υπόσταση. Δεν πρέπει να επιτρέψει η ευκαιρία αυτή να γίνει μπούμερανγκ για την Κύπρο, αναγορευόμενη και προβαλλόμενη ως χρονοδιάγραμμα για καταστρεπτική «λύση» τύπου Σχεδίου Ανάν.
Με ποια λογική εντάσσει η σημερινή ακολουθούμενη πολιτική τον ορίζοντα της Κυπριακής Ευρωπαϊκής Προεδρίας στα σενάρια Μπαν Κι Μουν και των υποβολέων του;
Είναι δυνατόν μια χώρα-μέλος που προετοιμάζεται ν’ ασκήσει την Ευρωπαϊκή Προεδρία ν’ αφήνει έξω από το κάδρο την Τουρκική κατοχή και να παρουσιάζεται ότι είναι έτοιμη να αυτοκαταλυθεί, ως Κυπριακή Δημοκρατία, υπόσταση με την οποία συμμετέχει στην ΕΕ;
Όταν μάλιστα η θέση της έχει αναβαθμισθεί γεωστρατηγικά, μετά την ανακάλυψη στην ΑΟΖ της ελεύθερης Κύπρου πολύ σημαντικών ενεργειακών κοιτασμάτων, που ενισχύουν τον ρόλο και το γόητρό της στην Ευρωπαϊκή Ένωση; Όταν επίσης η στρατηγική σημασία της ενισχύεται από την αυξανόμενη αστάθεια και αβεβαιότητα στην ευρύτερη περιοχή;
Όλ’ αυτά δεν αναιρούν, προφανώς, την αναγκαιότητα για την ενεργό αναζήτηση λύσεως στο πρόβλημα της Τουρκικής κατοχής. Αυτό απαιτεί, προφανώς, μια στρατηγική που δεν έχει ως στόχο την καθήλωση στο status quo, αλλά όχι, βεβαίως, και την ανατροπή του υπέρ των αντιπάλων μας.
Η Κύπρος έχει ασκόπως και επικίνδυνα εμπλακεί σε μια περιπέτεια που απειλεί την υπόστασή της ως κράτους, ενώ αφήνει στο απυρόβλητο την Τουρκική κατοχή, που είναι η ουσία του προβλήματός της.
Η εξέλιξη αυτή είναι το αποτέλεσμα μιας ιδεολογίστικης, ανερμάτιστης και ανεδαφικής πολιτικής. Ο πρώτος που πρέπει να το συνειδητοποιήσει και να συνεργασθεί με τις άλλες πολιτικές δυνάμεις για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που δημιούργησε η πολιτική αυτή και για μια σχετικά εύσχημη και ομαλή απαγκίστρωση είναι ο ίδιος ο Πρόεδρος, που είναι ο αρχιτέκτονας της πολιτικής αυτής.
Οποιαδήποτε εμμονή προς την ίδια κατεύθυνση, με οποιοδήποτε πρόσχημα, είναι στρατηγικό σφάλμα και αυτοκαταστροφική πορεία. Δεν πρέπει σε καμιά περίπτωση ο Κυπριακός λαός και ολόκληρος ο Ελληνισμός να το επιτρέψει.