Θέλουν ξανά τη συγχώνευση της ΕΤ1 με τα ψηφιακά κανάλια
Αυτό είναι το πρώτο βήμα και ακολουθεί ο διαμοιρασμός του ανταποδοτικού τέλους στη… ΡΑΕ, τα ασφαλιστικά ταμεία και το ΑΠΕ – ΜΠΕ και στη συνέχεια η μείωσή του.
Δύο είναι τα βασικά επιχειρήματα: Κατ’ αρχάς, ότι το κράτος δεν μπορεί να έχει τόσο μεγάλη κρατική ραδιοτηλεόραση, κάτι που έρχεται σε σύγκρουση με το καθεστώς των υπόλοιπων ευρωπαϊκών χωρών, και ακόμη πως δεν μπορεί το ανταποδοτικό τέλος των 300 εκατ. ευρώ να πλησιάζει τα μεικτά έσοδα της ιδιωτικής τηλεόρασης (320 εκατ. ευρώ), ξεχνώντας πως ήταν η ΝΔ που πριν από επτά χρόνια, στα τέλη του 2005, αύξησε το τέλος κατά 30%. Το συμπέρασμα είναι πως δεν έχει κατατεθεί σχέδιο αναδιάρθρωσης της εταιρείας και λειτουργίας της στα πρότυπα των υπόλοιπων ευρωπαϊκών δημόσιων ραδιοτηλεοράσεων. Είναι χαρακτηριστικό πως στην αρμόδια επιτροπή «σοφών» για το μέλλον της ΕΡΤ δεν υπάρχει κανένας καθηγητής που να έχει εμπειρία στα ΜΜΕ, και ιδιαίτερα στις δημόσιες ραδιοτηλεοράσεις, την ίδια ώρα που η κυβέρνηση κατήργησε την αυτόνομη λειτουργία του ΙΟΜ, του μοναδικού επιστημονικού φορέα της χώρας για τα ΜΜΕ, μετατρέποντάς το σε υπηρεσία της ΕΡΤ. Το προφανές για την ΕΡΤ είναι πως χρειάζεται άλλο μοντέλο λειτουργίας, με στόχο και τη διατήρηση των θέσεων εργασίας. Το πρόβλημα είναι πως η κυβέρνηση επιμένει στην έμμεση διάλυσή της. Πάντως, στον προϋπολογισμό δεν υπάρχει κάποια εκτίμηση για περικοπές στη λειτουργία της εταιρείας. Αντιθέτως, για παράδειγμα, η έκδοση της «Ραδιοτηλεόρασης» εμφανίζεται ισοσκελισμένη, ενώ η πορεία των οικονομικών της ΕΡΤ, μετά και την έγκριση των στοιχείων εννιαμήνου από το ΔΣ, είναι ιδιαίτερα θετική.