ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΟΣ ΑΥΤΟΕΓΚΛΩΒΙΣΜΟΣ ΣΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ
Δεν έδωσε επίσης κανένα σημείο ότι επανεξετάζει καθ’ οιονδήποτε τρόπο τη στάση της, ώστε να παρέχει κάποια ελπίδα μεταβολής στην πολιτική της.
Αντιθέτως, τόσο οι ιθύνοντες της Τουρκοκυπριακής πλευράς όσο και οι Τούρκοι ιθύνοντες, που είναι οι πραγματικοί υποβολείς των παρουσιαζομένων ως Τουρκοκυπριακών προτάσεων, επαναβεβαίωσαν, με διάφορες ευκαιρίες, τις γνωστές Τουρκικές θέσεις περί δύο χωριστών λαών, δύο κρατών και Τουρκικών εγγυήσεων.
Γιατί, λοιπόν, ο Κύπριος Πρόεδρος έδωσε καταφατική απάντηση στην πρόταση του Γ. Γραμματέα του ΟΗΕ για νέα «Τριμερή»;
Η απάντηση είναι η ίδια και στερεότυπη. Δεν πρέπει να φαίνεται η Ελληνική πλευρά ότι είναι αρνητική απέναντι στις προτάσεις του Γ. Γραμματέα. Μήπως, όμως, η Ελληνική πλευρά δεν γνωρίζει από πού εκπορεύονται οι προτάσεις Μπαν Κι Μουν και ποιος είναι ο ρόλος της Γραμματείας του ΟΗΕ; Δεν γνωρίζει ότι πραγματικοί εμπνευστές των προτάσεων και πρωτοβουλιών του Γ. Γραμματέα είναι ο Βοηθός Γενικός Γραμματέας, αρμόδιος για πολιτικές υποθέσεις, Αμερικανός πρέσβυς Πάσκο, που πρωταγωνίστησε στο Σχέδιο Ανάν, και ο ειδικός σύμβουλος για το Κυπριακό Αλεξάντερ Ντάουνερ, του οποίου είναι γνωστοί οι στενοί δεσμοί με τη Βρετανική διπλωματία;
Ακόμη κι αν δεχθεί κανείς ότι, άσχετα με το τι πραγματικά αντιπροσωπεύουν οι δύο παραπάνω στενοί συνεργάτες του ΓΓ του ΟΗΕ, εκφράζουν επισήμως τη Γραμματεία του ΟΗΕ, πρέπει να σημειώσει επίσης ότι η προσφορά καλών υπηρεσιών από τον Γ. Γραμματέα ασκείται μέσα σε προσυμφωνημένο και κοινώς αποδεκτό πλαίσιο. Δεν μπορεί, δηλαδή, ο ΓΓ να επιβάλλει προτάσεις και ιδέες που δεν αποδέχεται η Ελληνική πλευρά.
Το ερώτημα επομένως παραμένει και παραπέμπει στην ίδια τη στρατηγική που ακολουθεί ο Κύπριος Πρόεδρος στο Κυπριακό.
Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΔΙΦΟΡΟΥΜΕΝΗΣ ΔΙΖΩΝΙΚΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ
ΚΑΙ ΟΙ ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΕΙΣ ΓΙΑ
ΤΟΥΣ ΤΟΥΡΚΟΚΥΠΡΙΟΥΣ
Ο Κύπριος Πρόεδρος αυτοπροεβλήθη, από την αρχή της θητείας του, το 2008, ως Πρόεδρος «λύσεως». Η προβολή αυτή είναι ατυχής, γιατί προσφέρεται σε παρεξήγηση. Όλοι, προφανώς, οι προηγούμενοι Πρόεδροι ήθελαν τη λύση του Κυπριακού. Το ότι δεν επετεύχθη δεν οφείλεται στην Ελληνική πλευρά, που είναι το θύμα της Τουρκικής εισβολής και της συνεχιζόμενης κατοχής. Οφείλεται στην αδιαλλαξία της Τουρκικής πλευράς, που επιδιώκει να νομιμοποιήσει διεθνώς τα τετελεσμένα γεγονότα και να επιτύχει «λύση» πάνω στη βάση αυτή.
Η υποτιθέμενη «νέα» στρατηγική του Κύπριου Προέδρου για την επίτευξη λύσεως αποτελεί, στην πραγματικότητα, συνέχιση της στρατηγικής που οδήγησε στο ολέθριο Σχέδιο Ανάν. Η Κυπριακή Δημοκρατία διασώθηκε, το 2004, με το βροντερό «ΟΧΙ» του αείμνηστου Προέδρου Τάσσου Παπαδόπουλου και της συντριπτικής πλειοψηφίας του Κυπριακού λαού στο δημοψήφισμα. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η Κύπρος δεν πλήρωσε γι’ αυτό πολύ βαρύ διπλωματικό κόστος.
Η Άγκυρα και οι σύμμαχοί της εξακολουθούν μέχρι σήμερα να εκμεταλλεύονται διπλωματικά το Σχέδιο Ανάν και να προπαγανδίζουν ότι, εάν δεν λύθηκε το Κυπριακό, δεν φταίει δήθεν γι’ αυτό η Τουρκική πλευρά, η οποία αποδέχθηκε το Σχέδιο, αλλά η Ελληνική πλευρά, που το απέρριψε. Μετά τη δραματική αυτή περιπέτεια και την ένταξη πλέον της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση θα έπρεπε λογικά η πολιτική αυτή να είχε εκμετρήσει το ζην.
Η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση της Κυπριακής Δημοκρατίας, που περιλαμβάνει ολόκληρη την Κύπρο, άλλαξε, σε στρατηγικό επίπεδο, τις συντεταγμένες του Κυπριακού προβλήματος. Η κατεχόμενη Κύπρος είναι έδαφος της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και το Ευρωπαϊκό κεκτημένο είναι υποχρεωτικό πλαίσιο αναφοράς για τη λύση του Κυπριακού.
Η έμφαση του διπλωματικού αγώνα θα έπρεπε επομένως να είχε μεταφερθεί στο προνομιακό για την Ελληνική πλευρά διπλωματικό πεδίο της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και πάνω στη βάση της ουσίας του προβλήματος, που είναι η Τουρκική εισβολή και κατοχή. Αυτό δεν σήμαινε αναγκαστικά την εγκατάλειψη του πλαισίου του ΟΗΕ, για λόγους που αναφέρονται κυρίως στο Συμβούλιο Ασφαλείας. Το τελευταίο αποτελεί στρατηγικό έρεισμα για την Κύπρο, η οποία καταμετρά σ’ αυτό φίλιες δυνάμεις, όπως είναι η Γαλλία, η Ρωσία και η Κίνα.
Για ποιους λόγους θα έπρεπε η Κύπρος, μετά την εμπειρία του Σχεδίου Ανάν, να σπεύσει πάλι να επανεγκλωβισθεί, χωρίς ουσιαστικές προϋποθέσεις, στη στρατηγική των διακοινοτικών συνομιλιών; Στο πλαίσιο, ειδικότερα, της Γραμματείας του ΟΗΕ, που είναι γνωστό ότι κυριαρχείται και κατευθύνεται από τον Αγγλο-Αμερικανό διπλωματικό παράγοντα; Το επιχείρημα που προβάλλεται διαχρονικά για την αποδοχή των διακοινοτικών συνομιλιών είναι ότι η Τουρκική πλευρά δεν αποδέχεται κανένα άλλο πλαίσιο για συζητήσεις και διαπραγματεύσεις. Προφανώς, το πλαίσιο αυτό είναι βολικό για την Τουρκική πλευρά, που θέλει να παρουσιάζει το Κυπριακό ως δήθεν διακοινοτική διαμάχη και να συγκαλύπτει τον πραγματικό χαρακτήρα του, που είναι η Τουρκική εισβολή και κατοχή. Σε ό,τι αφορά όμως την Ελληνική πλευρά, θα πρέπει να υπογραμμισθεί ότι το πλαίσιο αυτό είναι παραπλανητικό αλλά και ιδιαίτερα παρωχημένο, μετά την ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Είναι επίσης ψευδεπίγραφο, μετά την ανακήρυξη του ψευδοκράτους το 1983.
Οι διακοινοτικές συνομιλίες διεξάγονται, υποτίθεται, πάνω στη βάση των υψηλών αρχών που συμφωνήθηκαν μεταξύ Μακαρίου και Ντενκτάς, το 1977, και Κυπριανού και Ντενκτάς, το 1979. Οι Συμφωνίες όμως αυτές αναιρέθηκαν ουσιαστικά από την Τουρκική πλευρά, μετά την ανακήρυξη του ψευδοκράτους, το 1983. Αναιρέθηκε επίσης μονομερώς η ιδέα της λεγόμενης Διζωνικής Ομοσπονδίας, που ήταν εφεύρημα και πρόταση της Τουρκικής πλευράς. Υπενθυμίζεται σχετικά ότι, με πρόταση του τότε ηγέτη των Τουρκοκυπρίων Ραούφ Ντενκτάς, η «Βουλή» της «Προσωρινής Αυτόνομης Τουρκοκυπριακής Διοικήσεως» απεκήρυξε επισήμως, με ψήφισμά της, την ομοσπονδία ως στόχο για τη λύση του Κυπριακού. Προέβαλε στη θέση της την ιδέα του χωριστού κράτους. Πάνω στη βάση αυτή ανακηρύχθηκε το ψευδοκράτος.
Υπό τις συνθήκες αυτές, οποιαδήποτε επανάληψη διακοινοτικών συνομιλιών θα έπρεπε να έχει ως ελάχιστη αφετηρία την επαναβεβαίωση ενός κοινού εδάφους και ενός κοινού στρατηγικού στόχου, προς τον οποίο θα συνέκλιναν, υποτίθεται, οι συζητήσεις και οι διαπραγματεύσεις.
Η «νέα» στρατηγική του Κύπριου Προέδρου προέβαλε ως σημαία αγώνα τη Διζωνική Ομοσπονδία, που η Τουρκική πλευρά απέρριψε ήδη από δεκαετίες, μετακινούμενη στη θέση του χωριστού κράτους. Η αποδοχή της από την Τουρκική πλευρά, ως κοινού εδάφους για νέες διακοινοτικές συνομιλίες, είναι, προφανώς, διφορούμενη και εξηγείται από τη γνωστή τακτική της εποικοδομητικής ασάφειας. Προέβαλε επίσης ως βασική ιδέα την προσέγγιση με τους Τουρκοκυπρίους, με την οποία θα δημιουργηθεί, υποτίθεται, κοινό μέτωπο για την «επανένωση» της Κύπρου.
Οι Τουρκοκύπριοι όμως δεν είναι αυτοί που υπολαμβάνονται από ιδεολογικές ψευδαισθήσεις και ευσεβείς πόθους. Είναι ταυτισμένοι με την ιδέα και τον στόχο του χωριστού κράτους, ανεξάρτητα από επιμέρους διαμαρτυρίες και κινητοποιήσεις, και ελέγχονται στρατηγικά από την Άγκυρα. Η άκριτη προσεγγιστική πολιτική καταλήγει να είναι, εκ των πραγμάτων, συμπληρωματική της Τουρκικής πολιτικής. Η Άγκυρα και οι σύμμαχοί της επιδιώκουν σταδιακή, ντε φάκτο, εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ των δύο «ισοτίμων» μέτρων και προώθηση της αναγνωρίσεως του ψευδοκράτους ως «συνιστώντος κράτους» μιας επιδιωκόμενης ομοσπονδιακής, κατ’ όνομα, και συνομοσπονδιακής, κατ’ ουσίαν, «λύσεως».
ΕΠΑΝΑΒΕΒΑΙΩΣΗ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΙΚΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΓΙΑ «ΚΡΑΤΟΣ» ΚΑΙ
ΤΟΥΡΚΙΚΕΣ ΕΓΓΥΗΣΕΙΣ, ΜΕ ΤΗΝ
ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΗΔΕΙΑΣ ΤΟΥ ΡΑΟΥΦ ΝΤΕΝΚΤΑΣ
Ο θάνατος και η κηδεία του πρώην ηγέτη των Τουρκοκυπρίων Ραούφ Ντενκτάς έδωσαν μια νέα ευκαιρία στην Τουρκοκυπριακή και στην Τουρκική ηγεσία να καταστήσουν σαφείς, για άλλη μια φορά, τις αδιάλλακτες θέσεις τους και την επιμονή τους σε χωριστό κράτος και Τουρκικές εγγυήσεις.
Ο Ντενκτάς χαιρετίσθηκε από όλους ως «ήρωας του Τουρκικού κόσμου». Στο πνεύμα της νέας Οθωμανικής πολιτικής, δεν αρκεί πια η αναφορά μόνο στην Τουρκία. Επεκτείνεται και σ’ όλο τον Τουρκικό κόσμο.
Ο Τουρκοκύπριος ηγέτης Ντερβίς Έρογλου, μιλώντας πάνω από το φέρετρο του Ντενκτάς, είπε: «Ιδρυτή Πρόεδρε, ηγέτη για πάντα, μην ανησυχείς. Κανείς δεν μπορεί εμένα και τον λαό να μας αναγκάσει να υποχωρήσουμε από το κράτος».
Η Τουρκική ηγεσία παρέστη σύσσωμη στην κηδεία και έπλεξε με διθυραμβικά λόγια το εγκώμιο του Ντενκτάς. Ο Τούρκος πρωθυπουργός Ερντογάν τον παρουσίασε ως «αγωνιστή της ειρήνης» και «απελευθερωτή» του λαού του. Δεν παρέλειψε, πάντως, να κάνει και μια σπονδή στη διπλωματική σκοπιμότητα, μιλώντας για σθεναρή υπεράσπιση από τον Ντενκτάς των δικαιωμάτων των Τουρκοκυπρίων που αντιπροσώπευε, «στο όνομα της ειρήνης, του διαλόγου και μιας διευθετήσεως»! «Η Τουρκία θα συνεχίσει», κατέληξε, «να υποστηρίζει τους Τουρκοκυπρίους και ν’ αποτελεί πηγή ειρήνης και ελευθερίας στο νησί» (σαφής υπαινιγμός για μόνιμη στρατιωτική παρουσία και Τουρκικές εγγυήσεις).
Ο Τούρκος Πρόεδρος Γκιούλ βρήκε ακόμη πιο υψηλό τόνο για να υμνήσει τον Ντενκτάς: «Κύμβαλο εδώ και μισό αιώνα του αγώνα των Τουρκοκυπρίων για ελευθερία και ισότητα, ιδρυτής της ΤΔΒΚ, ακαταπόνητος υπερασπιστής της υποθέσεως της Κύπρου. Θα είναι μια απώλεια στην αιωνιότητα για ολόκληρο τον Τουρκικό κόσμο».
Τα μηνύματα αυτά ήρθαν να προστεθούν σε επανειλημμένες προηγούμενες διακηρύξεις της Τουρκικής πλευράς για τον ανυποχώρητο στόχο του χωριστού κράτους, της δήθεν «ισότητας», που υπονοεί λεόντεια εξίσωση της Τουρκοκυπριακής μειοψηφίας του 18% με την Ελληνική πλειοψηφία του 80%, και των Τουρκικών εγγυήσεων στο διηνεκές.
ΑΝΗΣΥΧΙΕΣ ΓΙΑ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΗ ΤΟΥΡΚΟ-ΒΡΕΤΑΝΙΚΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΝΕΔΡΑ ΜΕ ΟΡΓΑΝΟ
ΤΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΤΟΥ ΟΗΕ
Υπήρξαν όμως και άλλες πολύ ανησυχητικές ενδείξεις:
Ο ΓΓ του ΟΗΕ αγνόησε προφορικά διαβήματα του Κύπριου Προέδρου για τη ματαίωση της τριμερούς της Νέας Υόρκης, εφόσον δεν υπήρξε οποιαδήποτε πρόοδος στις συναντήσεις που είχε με τον Τουρκοκύπριο ηγέτη Ντερβίς Έρογλου.
Αντιθέτως, ο ΓΓ έστειλε επιστολή στον Κύπριο Πρόεδρο και στον Τουρκοκύπριο ηγέτη, στην οποία ασκεί πιέσεις για πρόοδο στις συνομιλίες και κάνει λόγο για ενδεχόμενο «τέλος του παιχνιδιού» στην τριμερή της Νέας Υόρκης. Δυστυχώς, δεν είναι άμοιρη ευθυνών για τη στάση αυτή του ΓΓ του ΟΗΕ η υποχωρητική πολιτική της Ελληνικής πλευράς, η οποία δέχθηκε να εγκλωβισθεί σε μια διπλωματική διαδικασία, από την οποία θα έπρεπε να αναμένει συμπεριφορές τύπου Κόφι Ανάν με νέο όνομα. Ο Γεν. Γραμματέας του ΟΗΕ Μπαν Κι Μουν ζήτησε από τις δύο πλευρές να υποβάλουν ολοκληρωμένο έγγραφο, με κωδικοποιημένες τις θέσεις τους. Η Ελληνική πλευρά έσπευσε να υποβάλει ένα προκαταρκτικό έγγραφο, επιφυλασσόμενη να υποβάλει στη Νέα Υόρκη το πλήρες έγγραφο. Η Τουρκική πλευρά αρνήθηκε να υποβάλει οποιοδήποτε έγγραφο. Σημειώνεται, άλλωστε, ότι δεν έχει υποβάλει στις διακοινοτικές συνομιλίες κανένα ολοκληρωμένο έγγραφο για το εδαφικό, τις περιουσίες και την ιθαγένεια. Σε τρία δηλαδή καίρια κεφάλαια, στα οποία έχει, υποτίθεται, να δώσει και όχι να πάρει. Επιμένει, αντιθέτως, στην ολοκλήρωση των κεφαλαίων διακυβέρνηση, Ευρωπαϊκή Ένωση, οικονομία και εσωτερική ασφάλεια, στα οποία διεκδικεί «ίσο» ρόλο. Τα προτάσσει για ευνόητους λόγους και υπαινίσσεται ότι θα μπορούσαν ν’ αποτελέσουν αντικείμενο μερικής ή ενδιάμεσης συμφωνίας ώστε να κατοχυρωθεί ως κεκτημένο η σημειωθείσα «πρόοδος», η οποία προήλθε ουσιαστικά από παραχωρήσεις της Ελληνικής πλευράς. Η Ελληνική πλευρά είναι φυσικό ν’ ανησυχεί για το ενδεχόμενο μιας νέας μορφής συγκεκαλυμμένης επιδιαιτησίας. Την τελευταία μπορεί ν’ ασκήσει ο ΓΓ του ΟΗΕ είτε με δικές του «γεφυρωτικές» προτάσεις είτε με την παραπομπή των διαφορών σε διεθνή διάσκεψη, με τη συμμετοχή των εγγυητριών δυνάμεων. Σε ό,τι αφορά το χρονοδιάγραμμα, η προσεχής ανάληψη από την Κύπρο της Ευρωπαϊκής Προεδρίας, για το β΄ εξάμηνο του 2012, προσφέρει στους καλοθελητές ένα πρόσχημα χρονοδιαγράμματος. Είναι αυτονόητο ότι δεν μπορούν να συνεχισθούν οι διακοινοτικές συνομιλίες κατά τη διάρκεια της Προεδρίας. Γιατί όμως η Κύπρος να συζητά, μέχρι την αρχή της Προεδρίας της, την ενδεχόμενη κατάλυση της Κυπριακής Δημοκρατίας, αντί να ενισχύει, με κάθε τρόπο, την κρατική της υπόσταση, με την οποία συμμετέχει στην ΕΕ;
Η Ελληνική πλευρά βλέπει να δημιουργούνται κίνδυνοι, που κινούνται παρασκηνιακά από τις ίδιες δυνάμεις, για την επιβολή επιδιαιτησίας, χρονοδιαγράμματος και διεθνούς διασκέψεως, τρία στοιχεία που δρομολόγησαν το Σχέδιο Ανάν. Υποτίθεται ότι αποτελεί συμπεφωνημένο η μη άσκηση επιδιαιτησίας από τον Γ. Γραμματέα και η μη επιβολή ασφυκτικού χρονοδιαγράμματος. Σε ό,τι αφορά τη διεθνή διάσκεψη, η δεδηλωμένη θέση της Κυπριακής πλευράς είναι ότι θα συμφωνήσει στη σύγκλησή της, εφόσον η πρόοδος των συνομιλιών φθάσει σε ακτίνα συμφωνίας.
ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ
ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΓΙΑ
ΤΗΝ ΟΡΙΟΘΕΤΗΣΗ ΤΗΣ «ΤΡΙΜΕΡΟΥΣ» ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΥΟΡΚΗΣ
Το Εθνικό Συμβούλιο της Κύπρου, που συνεκλήθη πριν από την αναχώρηση της Κυπριακής αντιπροσωπείας για τη Νέα Υόρκη, προσπάθησε να υπερβεί τις έντονες διαφορές απόψεων που υπάρχουν μεταξύ των κομμάτων. Η διαχωριστική γραμμή τη φορά αυτή είναι μεταξύ του κυβερνώντος κόμματος ΑΚΕΛ και όλων των άλλων κομμάτων, περιλαμβανομένου του ΔΗΣΥ, η ηγεσία του οποίου είχε υποστηρίξει, το 2004, το Σχέδιο Ανάν.
Ο Πρόεδρός του Νίκος Αναστασιάδης εξήγγειλε υποψηφιότητα για τις Προεδρικές εκλογές του Φεβρουαρίου 2013. Έχει κάθε λόγο να θέλει να πάρει αποστάσεις από το καταδικασμένο στη συνείδηση του Κυπριακού λαού Σχέδιο Ανάν και να μη θέλει να συνεπωμισθεί την υποχωρητική πολιτική του σημερινού Προέδρου, που δημιουργεί κινδύνους νέου Σχεδίου Ανάν.
Το Εθνικό Συμβούλιο, σε μια προσπάθεια να οριοθετήσει την «Τριμερή», συμφώνησε σε τρία «όχι»: «όχι» σε επιδιαιτησία, «όχι» σε χρονοδιάγραμμα, «όχι» σε διεθνή διάσκεψη, εάν δεν διαπιστωθεί προηγουμένως πρόοδος στην εσωτερική πτυχή που να επιτρέπει επίτευξη συμφωνίας.
Η «ΤΡΙΜΕΡΗΣ» ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΥΟΡΚΗΣ ΤΟΠΙΟ ΣΤΗΝ ΟΜΙΧΛΗ
Η οριοθέτηση του Εθνικού Συμβουλίου της Κύπρου ενισχύει τον Κύπριο Πρόεδρο ν’ αντιμετωπίσει πιέσεις για ν’ αδράξει την υποτιθέμενη ευκαιρία. Είναι άγνωστο ακόμη τι θα πράξει η Άγκυρα, σε αγαστή συνεργασία με τη Βρετανική κυρίως διπλωματία. Η ρήξη με το Ισραήλ και τα ενεργειακά κοιτάσματα στην ΑΟΖ της Κύπρου και της Ανατολικής Μεσογείου είναι νέοι παράγοντες, που λαμβάνονται υπόψιν από την Τουρκική στρατηγική. Δεν αποκλείεται η Τουρκική διπλωματία να επιχειρήσει κάποιον αιφνιδιασμό, ο οποίος δεν θα είναι σε αντίθεση με τους στρατηγικούς της στόχους, αλλά θα έχει ως ειδικότερο στόχο να δώσει στην Τουρκική πλευρά, με τη βοήθεια των συμμάχων της, το τακτικό πλεονέκτημα. Είναι χαρακτηριστική, από την άποψη αυτή, η δήλωση Νταβούτογλου, μετά την πρόσφατη συνάντησή του με τον Μπαν Κι Μουν στη Βηρυτό: «Βρισκόμαστε στο κατώφλι σημαντικών εξελίξεων στο Κυπριακό. Δεν πρέπει να χαθεί αυτή η ευκαιρία».
Η δήλωσή του αποτελεί, κατά πρώτο λόγο, παρότρυνση προς τον Μπαν Κι Μουν για την ανάληψη πρωτοβουλιών προς την κατεύθυνση επιδιαιτητικού ρόλου, χρονοδιαγράμματος και διεθνούς διασκέψεως. Μπορεί όμως, κατά δεύτερο λόγο, να εκφράζει και σκέψεις για ενεργότερη αξιοποίηση της ευκαιρίας αυτής από την Τουρκική διπλωματία. Υπάρχει το ερώτημα κατά πόσο ο Αμερικανικός παράγων επιδεικνύει σήμερα τον ίδιο ζήλο που επέδειξε το 2004. Από την άποψη αυτή, είναι ενδεικτική η προγραμματιζόμενη επίσκεψη του Ισραηλινού πρωθυπουργού Νετανιάχου τον Φεβρουάριο στην Κύπρο. Το σκηνικό σήμερα είναι αρκετά διαφορετικό σε σχέση με το 2004. Η γεωστρατηγική θέση της Κύπρου έχει αναβαθμισθεί από τα ενεργειακά αποθέματα και τη ρήξη στις σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ.
Όπως έλεγε ο Περικλής στην αρχή του Πελοποννησιακού πολέμου, «δεν φοβάμαι τους αντιπάλους μας. Φοβάμαι τα δικά μας λάθη».