ΧΩΡΙΣ ΠΑΝΗΓΥΡΙΣΜΟΥΣ Η ΔΕΚΑΤΗ ΕΠΕΤΕΙΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩ!

Την 1-1-2002 το λο­γι­στι­κό ευ­ρώ υ­λο­ποι­ή­θη­κε και με­τα­τρά­πη­κε σε υ­παρ­κτό νό­μι­σμα συ­ναλ­λα­γών. Αυ­τή η ε­πέ­τειος της συ­μπλή­ρω­σης δε­κα­ε­τί­ας του ευ­ρώ πέ­ρα­σε α­πα­ρα­τή­ρη­τη. Πα­ρά το γε­γο­νός ό­τι οι ι­θύ­νο­ντες της Ευ­ρω­ζώ­νης σκό­πευαν να ε­ορ­τα­στεί η δε­κα­ε­τί­α με α­νά­λο­γους πα­νη­γυ­ρι­σμούς, για να υ­πεν­θυ­μί­σει στους Ευ­ρω­παί­ους, αλ­λά και στις άλ­λες χώ­ρες του πλα­νή­τη, τη διε­θνή ση­μα­σί­α του κοι­νού ευ­ρω­πα­ϊ­κού νο­μί­σμα­τος. Τα βεγ­γα­λι­κά, οι πα­νη­γυ­ρι­κές ο­μι­λί­ες και τα πο­μπώ­δη άρ­θρα, ό­μως, μα­ταιώ­θη­καν και η ε­πέ­τειος πέ­ρα­σε ε­ντε­λώς α­πα­ρα­τή­ρη­τη. Και τού­το για­τί ε­πε­κρά­τη­σαν ψυ­χραι­μό­τε­ρες σκέ­ψεις που διέ­βλε­ψαν τον κίν­δυ­νο να έρ­θουν στην ε­πι­φά­νεια τα μειο­νε­κτή­μα­τα που πα­ρου­σί­α­σε η νο­μι­σμα­τι­κή με­ταρ­ρύθ­μι­ση και η α­πο­μά­κρυν­ση των κρα­τών-με­λών της Ευ­ρω­ζώ­νης α­πό τα ε­θνι­κά τους νο­μί­σμα­τα.

Kα­τά τη διάρ­κεια της δε­κα­ε­τούς ζω­ής του, το ευ­ρώ πα­ρου­σί­α­σε διά­φο­ρες δια­κυ­μάν­σεις σε πά­ρα πο­λύ με­γά­λο εύ­ρος, που δεν δι­καιο­λο­γεί­ται για έ­να νό­μι­σμα διε­θνούς εμ­βέ­λειας. Η ι­σο­τι­μί­α του έ­να­ντι του δο­λα­ρί­ου και του γιεν, των δύ­ο άλ­λων α­ντα­γω­νι­στι­κών νο­μι­σμά­των, πέ­ρα­σε α­πό με­γά­λες α­πο­κλί­σεις προς τα πά­νω και προς τα κά­τω. Ξε­κί­νη­σε με ι­σο­τι­μί­α, ό­πως εί­πα­με πα­ρα­πά­νω, με 1,18 δο­λά­ρια, για να φτά­σει στα 0,82 δο­λά­ρια, χά­νο­ντας πε­ρί­που το 30% της α­ξί­ας του, και να κυ­μαί­νε­ται σή­με­ρα η ι­σο­τι­μί­α του στο 1,30 δο­λά­ρια με­τά τη νο­μι­σμα­τι­κή πο­λι­τι­κή της ε­λεγ­χό­με­νης υ­πο­τί­μη­σης του δο­λα­ρί­ου που α­κο­λού­θη­σαν οι Η­ΠΑ προ­κει­μέ­νου να πε­τύ­χουν τό­νω­ση της ε­ξα­γω­γι­κής τους δρα­στη­ριό­τη­τας. Έ­τσι σή­με­ρα το ευ­ρώ έ­χει ξε­πε­ρά­σει την αρ­χι­κή ι­σο­τι­μί­α του, και έ­να­ντι του δο­λα­ρί­ου και έ­να­ντι του γιεν, δεν κα­τά­φε­ρε ό­μως να πεί­σει τις α­γο­ρές για τη στα­θε­ρό­τη­τά του, ού­τε και τις άλ­λες χώ­ρες ό­τι μπο­ρεί να α­πο­τε­λέ­σει α­σφα­λές α­πο­θε­μα­τι­κό μέ­σο. Οι λα­οί θε­ω­ρούν ό­τι το ευ­ρώ εί­ναι συ­νώ­νυ­μο της κρί­σης και οι λα­οί των κρα­τών-με­λών της Ευ­ρω­ζώ­νης ταυ­τί­ζουν σή­με­ρα το ευ­ρώ με τα μέ­τρα λι­τό­τη­τας και με την ε­ξα­θλί­ω­ση των νοι­κο­κυ­ριών του με­σαί­ου και κα­τώ­τε­ρου ει­σο­δή­μα­τος. Ό­λα αυ­τά έ­χουν ο­δη­γή­σει το κοι­νό ευ­ρω­πα­ϊ­κό νό­μι­σμα στο χεί­λος του γκρε­μού, με ο­ρα­τό πλέ­ον τον κίν­δυ­νο της ε­γκα­τά­λει­ψής του και της ε­πα­νό­δου στα ε­θνι­κά νο­μί­σμα­τα. Αυ­τή ό­μως η κρι­τι­κή εί­ναι ε­ντε­λώς ά­δι­κη. Δεν φταί­ει το ευ­ρώ, για­τί α­πλώς εί­ναι έ­να α­πό τα πολ­λά νο­μί­σμα­τα που κυ­κλο­φο­ρούν. Βα­σι­κά φταί­ει η μο­νο­διά­στα­τη νο­μι­σμα­τι­κή πο­λι­τι­κή, την ο­ποί­α σχε­δί­α­σε και ε­φάρ­μο­σε η Ε­ΚΤ, που έ­θε­σε ως μο­να­δι­κό σκο­πό την προ­φύ­λα­ξη της Ευ­ρω­ζώ­νης α­πό τον πλη­θω­ρι­σμό. Ε­νώ πα­ρέ­βλε­ψε το γε­γο­νός ό­τι η νο­μι­σμα­τι­κή πο­λι­τι­κή εί­ναι βα­σι­κό ερ­γα­λεί­ο στή­ρι­ξης της πραγ­μα­τι­κής οι­κο­νο­μί­ας, της α­νά­πτυ­ξης και της α­ντα­γω­νι­στι­κό­τη­τας των προ­ϊ­ό­ντων στις διε­θνείς α­γο­ρές. Αυ­τό κα­τε­νό­η­σαν και οι κερ­δο­σκό­ποι και χτύ­πη­σαν α­νη­λε­ώς τις χώ­ρες της Ευ­ρω­ζώ­νης. Έ­τσι φτά­σα­με σή­με­ρα να μι­λά­με για τη διά­λυ­σή της, που προς το πα­ρόν φαί­νε­ται α­πί­θα­νη.
Κα­θό­σον α­φο­ρά την ελ­λη­νι­κή οι­κο­νο­μί­α, θα πρέ­πει να το­νί­σου­με ό­τι η κυ­βέρ­νη­ση Ση­μί­τη έ­πε­σε στο τε­ρά­στιο σφάλ­μα να ε­πι­διώ­ξει την έ­ντα­ξη της χώ­ρας μας στην Ευ­ρω­ζώ­νη, με α­θω­ρά­κι­στη και α­προ­ε­τοί­μα­στη την ελ­λη­νι­κή οι­κο­νο­μί­α για έ­να τέ­τοιο άλ­μα. Την πε­ρί­ο­δο της προ­ε­τοι­μα­σί­ας μας για την έ­ντα­ξη στην Ευ­ρω­ζώ­νη (1997-2001) στη­ρι­χτή­κα­με σε ε­σφαλ­μέ­νες ε­πι­λο­γές και σε ψευ­δή μα­κρο­οι­κο­νο­μι­κά στοι­χεία, ό­πως κατ’ ε­πα­νά­λη­ψη, κα­τά την πε­ρί­ο­δο ε­κεί­νη, εί­χα­με το­νί­σει α­πό τη στή­λη μας αυ­τή. Και δεν ή­τα­νε μό­νο αυ­τά, αλ­λά εί­χα­με και μια πε­πα­λαιω­μέ­νη πα­ρα­γω­γι­κή μη­χα­νή, χω­ρίς σύγ­χρο­νη τε­χνο­λο­γί­α, και τα ε­ξα­γώ­γι­μα ελ­λη­νι­κά προ­ϊ­ό­ντα ή­σαν χα­μη­λής προ­στι­θέ­με­νης α­ξί­ας στη χώ­ρα μας. Το α­προ­πα­ρά­σκευο της ελ­λη­νι­κής οι­κο­νο­μί­ας να κα­τα­στεί μέ­λος μιας ο­λο­κλη­ρω­μέ­νης οι­κο­νο­μι­κής και νο­μι­σμα­τι­κής έ­νω­σης, το έ­χουν ε­πι­ση­μά­νει πολ­λοί δια­κε­κρι­μέ­νοι οι­κο­νο­μο­λό­γοι, οι­κο­νο­μι­κοί α­να­λυ­τές, α­κό­μη και πο­λι­τι­κοί, ό­πως για πα­ρά­δειγ­μα ο γάλ­λος Πρό­ε­δρος Σαρ­κο­ζί. Το με­γά­λο σφάλ­μα των Ση­μί­τη, Πα­πα­ντω­νί­ου και Χρι­στο­δου­λά­κη, που χει­ρί­στη­καν τα θέ­μα­τα της προ­πα­ρα­σκευ­ής της ελ­λη­νι­κής οι­κο­νο­μί­ας, εί­ναι ό­τι α­γνό­η­σαν πα­ντε­λώς την ε­πι­σή­μαν­ση ό­τι η έ­ντα­ξη ε­νός κρά­τους σε μια οι­κο­νο­μι­κή έ­νω­ση με υ­πέρ­τε­ρες οι­κο­νο­μί­ες, α­πό ά­πο­ψη πα­ρα­γω­γι­κό­τη­τας και τε­χνο­λο­γί­ας, κα­τα­δι­κά­ζει τις α­σθε­νείς οι­κο­νο­μί­ες σε φαι­νό­με­να στα­σι­μό­τη­τας και πλη­θω­ρι­σμού. Α­κρι­βώς αυ­τήν την κα­τά­στα­ση βιώ­νει η Ελ­λά­δα σή­με­ρα και ο λα­ός της ο­δη­γεί­ται ό­χι α­πλώς σε λι­τό­τη­τα, αλ­λά σε ε­ξα­θλί­ω­ση. Η κυ­βέρ­νη­ση Ση­μί­τη δεν υ­ιο­θέ­τη­σε την προ­τρο­πή ό­τι μια χώ­ρα για να μπο­ρέ­σει να «στα­διο­δρο­μή­σει» μέ­σα σε μια Ο­ΝΕ, ό­ταν δια­θέ­τει κα­τώ­τε­ρο ε­πί­πε­δο α­νά­πτυ­ξης και τε­χνο­λο­γί­ας, εί­ναι η ε­ξει­δί­κευ­σή της στους κλά­δους ε­κεί­νους στους ο­ποί­ους δια­θέ­τει συ­γκρι­τι­κά πλε­ο­νε­κτή­μα­τα έ­να­ντι των α­ντα­γω­νι­στών της. Προς την κα­τεύ­θυν­ση αυ­τή θα έ­πρε­πε να εί­χαν κι­νη­θεί οι τό­τε υ­πουρ­γοί Οι­κο­νο­μί­ας Πα­πα­ντω­νί­ου και Χρι­στο­δου­λά­κης. Η κα­τά­στα­ση που βιώ­νει σή­με­ρα η χώ­ρα μας εί­ναι α­πό­το­κος των σφαλ­μά­των της ε­πο­χής ε­κεί­νης. Και θα πρέ­πει οι υ­πεύ­θυ­νοι κά­πο­τε να λο­γο­δο­τή­σουν. Έ­χει ε­πι­ση­μαν­θεί ό­τι οι «α­δύ­να­μοι κρί­κοι» μιας νο­μι­σμα­τι­κής έ­νω­σης πα­ρου­σιά­ζουν τα πα­ρα­κά­τω φαι­νό­με­να με­τά την έ­ντα­ξη τους (σε βά­θος χρό­νου) και με­τά τους πα­νη­γυ­ρι­σμούς που η προ­πα­γάν­δα ε­πι­βάλ­λει για να προ­κα­λέ­σει στον λα­ό μια πρό­σκαι­ρη ευ­φο­ρί­α:
α) Ο­δη­γεί τους λα­ούς σε υ­περ­κα­τα­νά­λω­ση. Αυ­τή η ε­πι­θυ­μί­α του λα­ού για βελ­τί­ω­ση των συν­θη­κών δια­βί­ω­σης, ι­κα­νο­ποιεί­ται ποι­κι­λο­τρό­πως με την αύ­ξη­ση της ει­σα­γω­γής α­γα­θών α­πό τις οι­κο­νο­μι­κά ι­σχυ­ρές χώ­ρες της Έ­νω­σης. Βρα­χυ­πρό­θε­σμη ευ­δαι­μο­νί­α και κα­λο­πέ­ρα­ση και μα­κρο­πρό­θε­σμη υ­περ­χρέ­ω­ση των νοι­κο­κυ­ριών. Ε­κεί ο­δη­γεί συ­νή­θως η κα­τα­νά­λω­ση που ευ­νο­εί τα ξέ­να προ­ϊ­ό­ντα και τις ε­ξα­γω­γι­κές δρα­στη­ριό­τη­τες των οι­κο­νο­μι­κά ι­σχυ­ρών κρα­τών. Ε­πει­δή η ει­σα­γω­γή α­γα­θών α­πό άλ­λες χώ­ρες της Ευ­ρω­ζώ­νης κα­θί­στα­ται πλέ­ον εύ­κο­λη και η ε­ξό­φλη­ση της α­ξί­ας τους πραγ­μα­το­ποιεί­ται στο κοι­νό νό­μι­σμα, διευ­κο­λύ­νε­ται σε με­γά­λο βαθ­μό η ει­σα­γω­γή α­γα­θών στις α­σθε­νείς οι­κο­νο­μί­ες και μά­λι­στα ό­ταν η ε­ξό­φλη­ση τους ε­τε­ρο­χρο­νί­ζε­ται (ει­σα­γω­γές ε­πί πι­στώ­σει). Έ­τσι ο­δη­γού­νται και οι ε­πι­χει­ρή­σεις στην υ­περ­χρέ­ω­ση. Αυ­τό βέ­βαια δεν εί­ναι μειο­νέ­κτη­μα που συ­ναρ­τά­ται με την κυ­κλο­φο­ρί­α του ευ­ρώ, εί­ναι ό­μως μειο­νέ­κτη­μα για την ε­ξα­σφά­λι­ση βιω­σι­μό­τη­τας των ε­πι­χει­ρή­σε­ων κα­θώς και για την προ­στα­σί­α της εγ­χώ­ριας πα­ρα­γω­γής. Και τα α­πο­τε­λέ­σμα­τα συ­νή­θως έρ­χο­νται στην ε­πι­φά­νεια με­τά την πα­ρέ­λευ­ση αρ­κε­τών ε­τών, ό­ταν πλέ­ον η υ­περ­χρέ­ω­ση νοι­κο­κυ­ριών και ε­πι­χει­ρή­σε­ων εί­ναι τε­τε­λε­σμέ­νο γε­γο­νός.
β) Συ­νή­θως η κυ­κλο­φο­ρί­α ι­σχυ­ρού κοι­νού νο­μί­σμα­τος τρο­φο­δο­τεί την κερ­δο­σκο­πί­α σε βά­ρος του τε­λι­κού κα­τα­να­λω­τή. Οι αυ­ξή­σεις τι­μών δεί­χνουν να εί­ναι α­νε­παί­σθη­τες, για πα­ρά­δειγ­μα α­να­φέ­ρου­με μια αύ­ξη­ση της τι­μής κα­τά 20 δραχ­μές στο πα­ρελ­θόν προ­κα­λού­σε έ­ντο­νες α­ντι­δρά­σεις. Τώ­ρα μια αύ­ξη­ση κα­τά 6 λε­πτά του ευ­ρώ περ­νά ε­ντε­λώς α­πα­ρα­τή­ρη­τη. Έ­τσι η κερ­δο­σκο­πί­α γρή­γο­ρα κυ­ριαρ­χεί στις α­γο­ρές, με α­πο­τέ­λε­σμα την ε­ξα­σθέ­νη­ση της α­γο­ρα­στι­κής δύ­να­μης του κοι­νού νο­μί­σμα­τος και την υ­πο­βάθ­μι­ση του βιο­τι­κού ε­πι­πέ­δου του λα­ού. Με την πα­ρέμ­βα­ση της κερ­δο­σκο­πί­ας δη­μιουρ­γεί­ται συ­νή­θως έ­να ά­νοιγ­μα με­τα­ξύ της α­γο­ρα­στι­κής α­ξί­ας του ευ­ρώ στο ε­σω­τε­ρι­κό της Ο­ΝΕ και της ι­σο­τι­μί­ας του έ­να­ντι των άλ­λων νο­μι­σμά­των στις διε­θνείς χρη­μα­το­πι­στω­τι­κές α­γο­ρές.
γ) Η δια­τή­ρη­ση υ­περ­τι­μη­μέ­νου νο­μί­σμα­τος δεν διευ­κο­λύ­νει τη διόρ­θω­ση της α­ντα­γω­νι­στι­κό­τη­τας των προ­ϊ­ό­ντων στις διε­θνείς α­γο­ρές. Α­κρι­βώς η ση­με­ρι­νή ι­σο­τι­μί­α του ευ­ρώ έ­να­ντι του δο­λα­ρί­ου εί­ναι αυ­τή που φέρ­νει ε­μπό­δια στην ε­ξα­γω­γι­κή δρα­στη­ριό­τη­τα. Το φαι­νό­με­νο αυ­τό γί­νε­ται πε­ρισ­σό­τε­ρο έ­ντο­νο στις α­δύ­να­μες οι­κο­νο­μί­ες της Ο­ΝΕ, οι ο­ποί­ες α­δυ­να­τούν να βελ­τιώ­σουν την α­ντα­γω­νι­στι­κό­τη­τα των προ­ϊ­ό­ντων τους, κα­θώς δεν έ­χουν την ευ­χέ­ρεια πλέ­ον να α­σκούν α­νε­ξάρ­τη­τη νο­μι­σμα­τι­κή πο­λι­τι­κή και κυ­ρί­ως δεν μπο­ρούν να βελ­τιώ­σουν τις τι­μές των ε­ξα­γο­μέ­νων προ­ϊ­ό­ντων με την υ­πο­τί­μη­ση του νο­μί­σμα­τος. Αυ­τή εί­ναι μια ου­σιώ­δης α­δυ­να­μί­α σε κά­θε οι­κο­νο­μι­κή έ­νω­ση, που συ­χνά α­πο­βαί­νει αρ­νη­τι­κός πα­ρά­γων στη συ­νο­χή των κρα­τών-με­λών της. Για­τί συ­νή­θως, και αυ­τό εί­ναι φυ­σι­κό, η νο­μι­σμα­τι­κή πο­λι­τι­κή σχε­διά­ζε­ται ώ­στε να ε­ξυ­πη­ρε­τεί τις α­νά­γκες και τις ι­διαι­τε­ρό­τη­τες των ι­σχυ­ρών οι­κο­νο­μιών οι ο­ποί­ες κατ’ αυ­τόν τον τρό­πο κα­θί­στα­νται ι­σχυ­ρό­τε­ρες και οι α­σθε­νείς οι­κο­νο­μί­ες α­σθε­νέ­στε­ρες. Γε­γο­νός που τε­λι­κά προ­κα­λεί την κα­τάρ­ρευ­ση της έ­νω­σης. Για τον λό­γο αυ­τόν συ­νή­θως ε­πι­διώ­κε­ται και η πο­λι­τι­κή ε­νο­ποί­η­ση. Ό­μως οι η­γέ­τες της Ε­Ε δεν προ­λα­βαί­νουν τα γε­γο­νό­τα, αλ­λά έ­πο­νται. Και τέ­λος
δ) στις α­σθε­νείς οι­κο­νο­μί­ες της Ο­ΝΕ δια­πι­στώ­νε­ται ε­πεν­δυ­τι­κή στα­σι­μό­τη­τα, λό­γω υ­περ­χρέ­ω­σης και πε­ριο­ρι­σμού της κα­τα­νά­λω­σης. Έ­τσι ε­πέρ­χε­ται η ύ­φε­ση της α­σθε­νούς οι­κο­νο­μί­ας με ό­λα τα πα­ρα­τρά­γου­δά της και κυ­ρί­ως με α­νερ­γί­α και λι­τό­τη­τα. Αυ­τό το φαι­νό­με­νο α­κρι­βώς α­πο­τε­λεί το κο­ρύ­φω­μα των α­πο­τε­λε­σμά­των της έ­ντα­ξης μιας α­προ­ε­τοί­μα­στης οι­κο­νο­μί­ας στο κλα­μπ των πλου­σί­ων χω­ρών. Ό­λες οι προ­η­γού­με­νες α­δυ­να­μί­ες εί­ναι που προ­κα­λούν το φαι­νό­με­νο που ο­νο­μά­ζου­με στα­σι­μο­πλη­θω­ρι­σμό.
Η ελ­λη­νι­κή οι­κο­νο­μί­α και ο ελ­λη­νι­κός λα­ός βιώ­νει σή­με­ρα αυ­τήν την κα­τά­στα­ση. Και η α­πό­γνω­ση προ­κα­λεί­ται κυ­ρί­ως α­πό την υ­περ­χρέ­ω­ση των νοι­κο­κυ­ριών, σε συν­δυα­σμό με το κού­ρε­μα των α­πο­δο­χών, την α­νερ­γί­α και τις σο­φές τά­χα α­πο­φά­σεις με τις ο­ποί­ες χα­ρα­τσώ­νε­ται κα­θη­με­ρι­νά ο έλ­λη­νας πο­λί­της.
Πώς εί­ναι δυ­να­τόν να τα βγά­λει πέ­ρα έ­νας ερ­γα­ζό­με­νος ό­ταν χρω­στά­ει στις τρά­πε­ζες κάρ­τες και στε­γα­στι­κό δά­νειο και μέ­νει ά­νερ­γος ή μπαί­νει σε ε­φε­δρεί­α; Και η κυ­βέρ­νη­ση με α­ναλ­γη­σί­α α­ντι­με­τω­πί­ζει αυ­τήν την κα­τά­στα­ση ε­ξα­θλί­ω­σης και το μό­νο που κά­νει εί­ναι να προ­σπα­θεί να ε­ξυ­πη­ρε­τεί τα συμ­φέ­ρο­ντα των δα­νει­στών μας. Τα υ­πό­λοι­πα προ­βλή­μα­τα κα­λύ­πτο­νται με «ε­θνι­κές» κο­ρώ­νες


Σχολιάστε εδώ