Ο βάναυσος παροπλισμός του Ελληνισμού!

Πέραν άλλων, που αφορούν δεοντολογικά ζητήματα για πολιτικές συμπεριφορές. Γιατί ύστερα από τέτοιες παραδοχές, συνέπεται ανάληψη ευθυνών. Και ανάληψη ευθυνών μεταφράζεται σ’ ευνόητες πρακτικές. Γιατί δεν μπορεί από τους ίδιους ν’ ασκείται διαχείριση και της καταστροφής.

Αλλά το θέμα δεν είναι αυτό. Γιατί μεγαλύτερη σημασία έχει για τους θυματοποιούμενους Έλληνες η συνέχεια. Καθώς αυτή όχι μόνο δεν αναιρεί τις έωλες συνταγές της αποτυχίας, αλλ’ αντιθέτως τις μεταλλάσσει επί τα χείρω! Με μονοδρομική κατεύθυνση, που στηρίζεται στην οριζόντια καθυποβάθμιση των εισοδηματικών δυνατοτήτων του μέσου πολίτου και των συνταξιοδοτικών καταλοίπων των απομάχων από αυτούς. Οπόταν και: Η μεν συνέχεια θα οδηγήσει σε βαναυσότερα παράγωγα. Τα οποία και θα εισπραχθούν με όρους καταθλιπτικής κοινωνικής αποσαθρώσεως. Το δε τέλος καλύτερα να μην το σκεπτόμεθα. Έστω και αν είναι προδιαγεγραμμένο. Ιδιαιτέρως για τις ασθενέστερες κοινωνικές ομάδες. Τ’ άλλα είναι κουβέντες.

Αυτή λοιπόν είναι η μία όψη του ελληνικού προβλήματος. Υπάρχει και η άλλη. Που εκτός από καταθλιπτική, αποβαίνει και δυνάμει επικίνδυνη. Διαφαίνεται και θα την αισθανθούμε με όρους ενδεχομένων εθνικών ταπεινώσεων. Έως και πιθανών γεωπολιτικών ακρωτηριασμών. Ή τουλάχιστον περιστολής κυριαρχικών συν άλλοις δικαιωμάτων. Γιατί αναδύονται ήδη στον ορίζοντα κρίσιμες συγκυριακώς εξελίξεις σε βασικά μας εθνικά ζητήματα. Τα οποία και απαιτούν ανάλογη στρατηγική διαχείριση. Που με τη σειρά της δεν μπορεί να υπάρξει και να επενεργεί αποτελεσματικά χωρίς αυτονόητες δυναμικές ισχύος και αποφασιστικών αντιστάσεων.

Κι αυτά τη στιγμή που οι εθνικές δυνατότητες αποδομούνται αδυσώπητα, ενώ οι απαιτούμενες αποτρεπτικές στρατηγικές δεν είναι δυνατόν να προταχθούν αποτελεσματικά. Όχι μόνο λόγω περισπασμών, αλλά και απουσίας εκείνων των προϋποθέσεων που χρειάζονται για να τις στηρίξουν. Τουλάχιστον κατά τρόπο που να τις καθιστά έστω και κατ’ ελάσσονα βαθμόν αξιόπιστες. Άρα και αποτελεσματικές. Κι αυτό, ενώ αποτελεί το βασικώς ζητούμενο και μείζον, εντούτοις αποβαίνει τελικά το τραγικώς μείον.

Αφήνουμε το Κυπριακό που μπαίνει ευθέως πλέον σε καταληκτική τροχιά. Με την Άγκυρα να εκβιάζει με τελεσιγραφικά χρονοδιαγράμματα και κυρίως με διχοτομικών προδιαγραφών ρυθμίσεις. Ρυθμίσεις δύο κρατών υπό συνομοσπονδιακή ομπρέλα. Προκειμένου: Ενώ θα είναι κυρίαρχος στο ένα, ν’ αποτελεί επικυρίαρχο (με τη δυναμική του θεσμικού εγγυητή) στο έτερον ήμισυ της Μεγαλονήσου.

Αλλά το θέμα συνάπτεται στην προέκτασή του, με άλλες κι ευρύτερες διαστάσεις: Εκείνες που αφορούν το νέο ενεργειακό τόξο. Που μεταβάλλει την κυπριακή γεωγραφία σ’ επίκεντρο αναδυόμενων συμφερόντων και περιφερειακών αντιπαραθέσεων. Κάτι που τελικά συνάπτεται και προς την ελλαδική πραγματικότητα. Όχι μόνο γιατί ό,τι συμβαίνει στην Κύπρο αυτομάτως αφορά και την Αθήνα (για λόγους εθνικής και ιστορικής συζεύξεως) αλλά και γιατί: Στην προέκτασή τους αυτά τα νέα κυπριακά ενεργειακά πεδία με τον υποθαλάσσιο πλούτο αλληλοσυνάπτονται με τα ελληνικά. Ενώ ήδη από πλευράς της η Άγκυρα παρεμβάλλεται με πειρατικές πρακτικές, προκειμένου να διασπάσει τον ελλαδοκυπριακό χώρο.

Προαναιρώντας το κυριαρχικό δικαίωμα της Αθήνας ν’ ανακηρύξει ΑΟΖ στην περιοχή Καστελλορίζου. Και προάγοντας ήδη διαδικασίες αφενός οικειοποιήσεως θαλασσίων ζωνών και αφετέρου αξιοποιήσεως υποθαλάσσιων κοιτασμάτων που αποδεδειγμένως πλέον υπάρχουν.

Και αυτό, αλλά και άλλες περίπου ομοιότυπες πρακτικές αμφισβητήσεως ορίων του ελληνικού εθνικού χώρου στο Αγαίο, αλλά και δημιουργίας μειονοτικών ζητημάτων (με τα οποία προετοιμάζει το έδαφος για προφανείς μεθοδεύσεις περισπασμών σε βάρος μας) συναποτελούν δείκτες αρνητικότερων προοπτικών. Που θ’ απαιτήσουν ακριβώς αποτελεσματικούς χειρισμούς και μείζονες αντιστάσεις. Την ώρα που συγκυριακά οι ενδοελληνικές παθογένειες καθηλώνουν δυνατότητες και αγκυλώνουν δυναμικές υποφερτής έστω διαχειρίσεως αυτών των δυσοίωνων προοπτικών.

Και είναι σ’ αυτό που ποντάρει ακριβώς η Άγκυρα. Κάτι που και όσοι συνεργούν στην έως και αποσυνθετική καθήλωση της Ελλάδος, δεν αγνοούν. Και αν κάποιοι απλώς δεν ενδιαφέρονται παρά για τους τόκους και τα πανωτόκια της εκβιαστικής τοκογλυφίας, κάποιοι άλλοι θεωρούν μάλλον ως ευκαιρία για προαγωγή επιθυμητών για τα περιφερειακά τους συμφέροντα ρυθμίσεων αυτών των ζητημάτων.

Κι άλλωστε και η ανέκαθεν αμφίσημη ως προς αυτά στάση τους, πιστοποιεί τις σημερινές τους συμπεριφορές. Οι οποίες κι επιβάλλουν σ’ εμάς το δέον γενέσθαι: Να συστρατευθούμε δηλαδή και ν’ ανασυντάξουμε τραυματισμένες έστω δυνατότητες. Δεν υπάρχει άλλη οδός, αν δεν θέλουμε να γίνουμε μάρτυρες μη αναστρεψίμων εθνικών ολισθήσεων και απωλειών.

Και δεν κινδυνολογούμε…


Σχολιάστε εδώ