Θνησιγενείς κυβερνήσεις συνεργασίας
Δεν ανησυχούν βεβαίως μήπως απωλέσουν τον πλήρη έλεγχο της επόμενης κυβέρνησης. Το πρόβλημα είναι ακόμα πιο σύνθετο. Γιατί οι εξελίξεις που σημειώθηκαν τα δύο τελευταία χρόνια έχουν στην κυριολεξία αποδυναμώσει και αποσαρθώσει τα κόμματα της διακυβέρνησης και ολόκληρο σχεδόν το πολιτικό σύστημα.
Σήμερα τα συστημικά-μνημονιακά συμφέροντα, η διεθνής κερδοσκοπία, οι δανειστές μας αγωνίζονται «με νύχια και με δόντια» να κρατήσουν όρθιο το κυβερνητικό «ερείπιο» που προωθεί τα συμφέροντά τους.
Όμως κατανοούν πολύ καλά ότι ο βίος της σημερινής κυβέρνησης είναι βραχύς. Όχι μόνο γιατί υπήρξε ένα «προϊόν» συναλλαγής, συμβιβασμών και εκβιασμών. Όχι μόνο γιατί κατατρύχεται από εσωτερικές αντιθέσεις, στις οποίες οι εσωκομματικές αντιπαραθέσεις στο ΠΑΣΟΚ καθίστανται κυρίαρχες.
Αλλά κυρίως γιατί δεν μπορεί να προωθήσει τη νεοφιλελεύθερη στρατηγική, αφού το πλήρες αδιέξοδο έχει γίνει προφανές ακόμα και στους πλέον φανατικούς υποστηρικτές του νεοφιλελεύθερου-μνημονιακού προγράμματος. Και γιατί αρκεί μια «σπίθα», ένα έκτακτο συμβάν, για να πυροδοτήσει μια λαϊκή – κοινωνική έκρηξη, έναντι της οποίας τα όσα συνέβησαν την 28ης Οκτωβρίου θα μοιάζουν με θεατρική παράσταση.
Προκειμένου να προωθήσει με βίαιο τρόπο τους στόχους τους, ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΩΝ ΜΝΗΜΟΝΙΑΚΩΝ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ «ΕΚΑΨΕ» ΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΤΟΥ «ΧΑΡΤΙΑ».
Το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται σε πορεία κατάρρευσης, ενώ ο «ηγέτης» του Γ. Παπανδρέου έχει καταστεί πολιτικά ανυπόληπτος. Τα εκλογικά ποσοστά του ΠΑΣΟΚ αντιστοιχούν σε εικόνα «μικρο-μεσαίου» κόμματος και κυμαίνονται σήμερα στην πρόθεση ψήφου χαμηλότερα του ποσοστού που έλαβε -υπό εντελώς αρνητικές συνθήκες- το 1974 (13,58%).
Το κυριότερο: Έχει απωλέσει (ίσως οριστικά) τα τρία θεμελιώδη του πλεονεκτήματα: την ισχυρή και λαοπρόβλητη ηγεσία, την πολιτικο-ιδεολογική του ταυτότητα και την ιστορική κοινωνική του βάση και εκπροσώπηση.
Τα πολιτικά πρόσωπα που «φιλοδοξούν» να διαδεχθούν τον Γ. Παπανδρέου έχουν ήδη αυτοακυρωθεί. Θα φέρουν από εδώ και πέρα (όσον καιρό υπάρχουν ακόμα στην πολιτική σκηνή) το άγος της «μνημονιακής σφραγίδας», τη «νεοφιλελεύθερη Ερινύα», που θα τους καταδιώκει εφ’ όρου ζωής.
Τα ψέματα γι’ αυτούς τελείωσαν. Όσες δικαιολογίες κι αν προβάλλουν, σε όσες υποκριτικές «δηλώσεις μετανοίας» κι αν προβούν, δεν μπορούν να εξαπατήσουν κανέναν. Είναι πλέον «πολύ αργά για δάκρυα», πολύ αργά για να «συγχωρεθούν» τα εθνικά εγκλήματα, στα οποία συνήργησαν και τα οποία συναποφάσισαν. Όσο για τις πολιτικές και ιδεολογικές αρχές και θέσεις του ΠΑΣΟΚ, τις οποίες οι ίδιοι ακύρωσαν, ευτέλισαν και διέσυραν, θα πρέπει να αντιληφθούν ότι δεν μπορούν πια ούτε να τις χρησιμοποιήσουν ούτε να τις αναβιώσουν. Αποτελούν οι ίδιοι ΤΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥΣ ΝΕΚΡΟΘΑΦΤΕΣ ΤΟΥ ΠΑΣΟΚ και έτσι θα καταχωριστούν στην πολιτική ιστορία του τόπου.
Σαρώνοντας και καθυποτάσσοντας το πολιτικό σύστημα, τα μνημονιακά συμφέροντα ακύρωσαν και τον «εναλλακτικό» ρόλο του ετέρου πόλου του δικομματισμού, της Νέας Δημοκρατίας. Γιατί, πράγματι, ο Α. Σαμαράς και η ΝΔ θα μπορούσαν να «χρησιμοποιηθούν» από τα συστημικά-μνημονιακά συμφέροντα ως μια χειραγωγήσιμη λύση, ικανή να διασφαλίσει μια περίοδο «νομιμοποίησης», στην ουσία μια τυπική ανοχή από την κοινωνία, μέχρις ότου υπογραφεί και επισημοποιηθεί το ξεπούλημα της εθνικής περιουσίας και σαρωθούν και τα τελευταία «υπολείμματα» των κοινωνικών και εργασιακών δικαιωμάτων… Η πλήρης ενσωμάτωση, όμως, του Α. Σαμαρά στη «μνημονιακή» στρατηγική ακύρωσε και αυτό το «πρόσχημα»…
Η κοινωνία «προηγείται» με άλματα απέναντι στις δυνατότητες του πολιτικού συστήματος να ανταποκριθεί στις σημερινές κρίσιμες συνθήκες. Η πραγματική «κοινωνική νομιμοποίηση» της «μνημονιακής» στρατηγικής βρίσκεται κυριολεκτικά στο «ναδίρ», αφού κυμαίνεται γύρω στο 10%…
Αυτό σημαίνει ότι ο σχεδιασμός των μνημονιακών συμφερόντων, που επιδιώκουν να διαμορφώσουν στο άμεσο μέλλον κυβερνήσεις «συνεργασίας», οι οποίες θα έχουν περιορισμένη διάρκεια και θα «ανασχηματίζονται» ανά περιόδους, αλλάζοντας απλώς τους εκάστοτε κομματικούς συσχετισμούς, είναι ρηχός και σχηματικός.
Ήδη το «προείκασμα» των κυβερνήσεων συνεργασίας, η κυβέρνηση Παπαδήμου, αποδεικνύει τον πρόσκαιρο και επισφαλή χαρακτήρα των εγχειρημάτων αυτών. Κανένα κυβερνητικό σχήμα δεν μπορεί να «σταθεί», ιδιαίτερα σε περιόδους οξύτατης κρίσης, όταν έχει απέναντί του τη μεγάλη κοινωνική πλειοψηφία.
Η απάντηση στην κρίσιμη κατάσταση που αντιμετωπίζει η χώρα δεν είναι ένα εθελόδουλο και ελεγχόμενο κυβερνητικό «σχήμα», αλλά μια διαφορετική στρατηγική, που θα θέσει σε νέα βάση τη σχέση μας με τους δανειστές μας και θα απαλλάξει τη χώρα από τα μνημονιακά δεσμά. Η κατάρρευση του ΠΑΣΟΚ, που ήδη σε κρίσιμες εκλογικές περιοχές (όπως στη Β’ Αθήνας) έχει χάσει και τη δεύτερη θέση, αποτελεί ένα χρήσιμο παράδειγμα για όσους νομίζουν ότι μπορούν να εξαπατούν, να λοιδορούν και να εκβιάζουν εσαεί μια ολόκληρη κοινωνία.