Ας ξαναφτιάξουμε τη Δημοκρατία και τα κόμματα

Για να μην τα χάσουμε τελείως μέσα στο αλαλούμ που ζούμε, τα κόμματα είναι οι πυλώνες, τα εργαλεία, οι τρόποι μέσα από τους οποίους υπάρχει η Δημοκρατία. Μην το ξεχνάμε. Άλλοι τρόποι δεν έχουν ανακαλυφθεί, όπως κι αν ονομάσει κανείς τα κόμματα. Οργανωμένες ομάδες πολιτών που ενώνονται στη βάση κοινής ιδεολογίας και αγωνίζονται να διαδώσουν τις ιδέες τους και να καλυτερεύσουν την κοινωνία. Τώρα, αν δεν είναι κόμματα και είναι π.χ. εργατικά συμβούλια, όπως συνέβαινε σε επαναστατικές περιόδους ανά τον κόσμο, πάλι ανάλογα λειτουργεί το σύστημα ιδεών και αντιπαράθεσης. Η Δημοκρατία λοιπόν, για να υπάρξει και να συνεχίσει να λειτουργεί, πρέπει να αποτελείται από υγιείς πολιτικούς οργανισμούς, μικρούς και μεγάλους, που συμμετέχουν ισότιμα στο γίγνεσθαι και στον δημόσιο λόγο. Τα κόμματα έχουν ταυτότητα, χαρακτήρα και ρόλο. Η εισβολή στη δημόσια ζωή εξωγενών αξιών, όπως «η δημοκρατία των αγορών» και του εύκολου χρήματος ως στοιχείου επιτυχίας και κοινωνικής καταξίωσης, οδήγησε σταθερά στην απαξίωση των κομμάτων και στην όλο και μεγαλύτερη εξομοίωσή τους. Δύσκολα πια βρίσκει κανείς σημαντικές διαφορές στα αστικά κόμματα, τα οποία είναι και αυτά που κυβερνούν. Παντού, όχι μόνο στην Ελλάδα. Δυο τρία χρόνια πριν, όχι πολύ παλιά δηλαδή, οι ηγέτες κάθε κόμματος και οι μηχανισμοί του έψαχναν και έβρισκαν (αναλόγως της ικανότητάς τους) στοιχεία που το διαφοροποιούσαν από το άλλο μεγάλο κόμμα, στοιχεία που από μόνα τους αποτελούσαν λόγο να επιλέξει αυτό το κόμμα ο πολίτης και όχι το άλλο. Ακόμα κι αυτή η προσπάθεια μοιάζει να έχει εγκαταλειφθεί ως μάταιη, μια και τα κόμματα εξουσίας, αλλά και οι όμορές τους κομματικές δυνάμεις (π.χ. Λαϊκός Ορθόδοξος Συναγερμός), φαίνεται ότι δεν ενδιαφέρονται να διαφέρουν. Ίσως και να μη θέλουν να διαφέρουν πολύ. Αν αυτό συμβαίνει, τότε αυτομάτως περνάει στους ψηφοφόρους το μήνυμα ότι μπορεί μεν ο καθένας άνετα να ψηφίζει ό,τι θέλει επειδή έτσι είναι η οικογενειακή του παράδοση, οι αρχές του, ή έτσι έχει συνηθίσει, αλλά αυτό που θα ψηφίσει μπορεί κάλλιστα να βρεθεί αύριο στο ίδιο τραπέζι με το παραδοσιακά αντίπαλο κόμμα και πολύ πιθανό να αναγκαστούν «για το καλό του τόπου» να κυβερνήσουν μαζί. Όχι απολύτως «μαζί», δηλαδή όχι μόνο οι δυο τους, αλλά θα προστεθεί κι ένα άλλο μικρότερο κόμμα, μπορεί και περισσότερα από ένα, έτσι ώστε να στοιχειοθετείται η «εθνική αναγκαιότητα», αλλά και να νιώθει πιο άνετα ο άτυχος ψηφοφόρος που εκπαιδεύτηκε πολιτικά στη βάση της αρχής ότι ο άλλος (ο αντίπαλος) είναι περίπου προδότης. Οι συνεργασίες των πολιτικών δυνάμεων δεν είναι απαραιτήτως κακό πράγμα, αρκεί να συνοδεύονται από δύο τίμιες αρχές: Πρώτα την υιοθέτηση απλής αναλογικής στο εκλογικό σύστημα, έτσι ώστε να δηλώνεται από την Πολιτεία η πρόθεση της συνεργασίας. Κάτι που διαφοροποιεί ποιοτικά τη Δημοκρατία. Και ύστερα τις σαφείς προγραμματικές συζητήσεις και συγκλίσεις προ των εκλογών, έτσι που ο πολίτης να έχει εικόνα του ποιος συνομιλεί με ποιον και πού πάει το πράγμα. Όταν αυτά τα δύο δεν υπάρχουν, πέφτουμε (γιατί ηθική κατάπτωση είναι) στις αναγκαστικές συνεργασίες διασυρμού σαν κι αυτή που ζούμε τώρα. Τις συνεργασίες που επιβλήθηκαν από εξωελλαδικούς παράγοντες οι οποίοι πίεζαν ασφυκτικά και χυδαία κόμματα και πολιτικούς αρχηγούς να φτιάξουν έναν αχταρμά συνενοχής στην Ελλάδα για να περάσουν τα μέτρα εξάρτησης και υποθήκευσης της χώρας για δεκάδες χρόνια. Αυτό έγινε. Η κυβέρνηση συνεργασίας είναι προϊόν ωμών εκβιασμών στους πολιτικούς αρχηγούς των κομμάτων εξουσίας που απειλήθηκαν από τον γερμανογαλλικό άξονα ότι αν δεν συνεργαστούν και δεν καταστούν συνένοχοι σε όσα συμβαίνουν και πρόκειται να συμβούν, θα αφήσουν τη χώρα χωρίς δάνεια και χρήματα, κάτι που θα απαξιώσει και θα διαλύσει πρώτα τα κόμματά τους. Και τους ίδιους φυσικά. Και γιατί άραγε ήθελαν τη συνενοχή και των δύο; Μα για να μην μπορεί στη συνέχεια (ό,τι κι αν συμβεί) κανείς από τους δύο να κατηγορήσει τον άλλο για «μειοδοσία», ξεπούλημα κ.λπ. Όσα αποφασίστηκαν και δρομολογήθηκαν θα προέρχονται από την κυβέρνηση που μαζί έφτιαξαν και στήριξαν. Το αν πέφτει μεγαλύτερο βάρος στο ΠΑΣΟΚ (μια και αυτό αποτελεί τα δύο τρίτα της κυβέρνησης Παπαδήμου) έχει τη σημασία του, αλλά δεν απενοχοποιεί τη ΝΔ που αποφάσισε να μετέχει για να μην κατηγορηθεί ότι «αυτή άφησε τον κοσμάκη χωρίς μισθούς και συντάξεις». Όσο για τον ΛΑΟΣ του κ. Καρατζαφέρη, απλώς «του ‘φεξε», όπως λέει ο λαός, μια και βρέθηκε να υποδύεται τον ισότιμο εταίρο σε μια κυβέρνηση ξενοκρατίας, άρα να αποκτά ρόλο μεγαλύτερο από το πολιτικό του μέγεθος.

Να λοιπόν ένα καλό αυτής της άθλιας εξέλιξης. Τα κόμματα θα αναγκαστούν να ξαναστηθούν ιδεολογικά και οργανωτικά, αρχής γενομένης από το διαλυμένο ηθικά και πολιτικά ΠΑΣΟΚ (τη δουλειά διάλυσης που ξεκίνησε ο Κ. Σημίτης την προχώρησε άριστα ο ΓΑΠ) που θα κληθεί να χαράξει νέα πορεία με νέο αρχηγό. Τέτοια που να έχει μια (γεωγραφική τουλάχιστον) σχέση με το παρελθόν και τις αξίες του κόμματος που ίδρυσε ο Α.Γ. Παπανδρέου.


Σχολιάστε εδώ