Απόρρητες δαπάνες υπουργείων: Πλήρης αδιαφάνεια!
Πρόσφατα το θέμα τέθηκε επίσημα από τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ κ. Αλέξη Τσίπρα, ο οποίος με σχετική ερώτησή του στη Βουλή ζητούσε να πληροφορηθεί από τον αρμόδιο υπουργό πού και πώς διατίθενται οι απόρρητες δαπάνες του ΥΠΕΞ. Το πνεύμα της ερώτησης ήταν ότι δεν νοείται δαπάνη του Δημοσίου που να κείται εκτός του δημοσιονομικού ελέγχου, ακόμα και αν η φύση αυτής θα επέτρεπε αποκλίσεις από τον κανόνα. Η απάντηση του τότε υπουργού κ. Στ. Λαμπρινίδη -συνοπτική και συντεταγμένη σε γραφειοκρατικό ύφος- είναι βέβαιο ότι δεν θα ικανοποίησε την ερώτηση του βουλευτή ούτε όποιον πολίτη θα τη διάβαζε. Όντως το να βεβαιώνεις ότι οι απόρρητες δαπάνες προβλέπονται από τον νόμο και ότι αυτές δεν μπορούν να δημοσιοποιηθούν χωρίς τον κίνδυνο να προκληθεί βλάβη στα εθνικά συμφέροντα δεν απαντά επί της ουσίας. Μάλλον συνιστά άλλοθι και αντί να αίρει τη δυσπιστία του πολίτη, απλώς την ενισχύει.
Τα απόρρητα του ΥΠΕΞ ανέκαθεν ήταν πολύ υψηλά. Αναλογούν στο 1/20 περίπου επί του συνόλου του ετήσιου προϋπολογισμού του εν λόγω υπουργείου. Ο εκάστοτε υπουργός τα διαχειρίζεται κατά το δοκούν και ουσιαστικά δεν υπόκεινται σε κανέναν έλεγχο.
Η προβλεπόμενη από το άρθρο 39 του Οργανισμού του υπουργείου Εξωτερικών (Ν. 3586/2007) Επιτροπή Ειδικών Δαπανών, που απαρτίζεται αποκλειστικά από υπηρεσιακά στελέχη, επιλογής του εκάστοτε υπουργού, ουδεμία αρμοδιότητα έχει για την έγκριση ή την απόρριψη μιας απόρρητης δαπάνης. Απλώς γνωμοδοτεί. Ουσιαστικά αποδέχεται το αίτημα του υπουργού -συντεταγμένο ασαφώς και αορίστως- συνήθως εκ των υστέρων.
Η έλλειψη ουσιαστικού ελέγχου πριν και μετά την εκταμίευση της δαπάνης, που συνιστά αδιαφανή διαδικασία, δικαίως επιτρέπει την έγερση υποψιών ότι τα απόρρητα μπορεί να μη δαπανώνται πάντα για ειδικούς σκοπούς. Οι κατά καιρούς διάφορες φήμες ουδέποτε διαψεύστηκαν.
Ακριβώς για την εξάλειψη κάθε δυσπιστίας και κριτικής αλλά και για την εξασφάλιση του απαραίτητου δημοσιονομικού ελέγχου που επιβάλλει το Σύνταγμα για κάθε κρατική δαπάνη, είναι απαραίτητη η τροποποίηση του σχετικού άρθρου του Ν. 3586 με τη θέσπιση άλλων διατάξεων που να παρέχουν τη δυνατότητα, σε ενδεδειγμένη μορφή, και κοινοβουλευτικού ελέγχου από Ειδική Επιτροπή Υψηλής Ευθύνης, όπως συμβαίνει και σε άλλες προηγμένες, δημοκρατικές χώρες. Το επιχείρημα ότι τα απόρρητα των υπουργείων εξυπηρετούν υψηλούς εθνικούς σκοπούς και για τον λόγο αυτό ο δημόσιος έλεγχος θα έθετε σε κίνδυνο τα εθνικά συμφέροντα είναι έωλο. Αλήθεια, ποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι θεματοφύλακες των κρατικών μυστικών είναι μόνο οι εκάστοτε επικεφαλής του υπουργείου; Ασφαλώς ο έλεγχος από Επιτροπή Υψηλής Ευθύνης του Κοινοβουλίου δεν θα αφορά το καθαρά λογιστικό μέρος της δαπάνης (παραστατικά, αποδείξεις κ.λπ.) αλλά το σκόπιμο και το ορθόν της δαπάνης. Όσοι στο ΥΠΕΞ εχρημάτισαν σε ανώτερες και ειδικές θέσεις μπορεί να γνωρίζουν ότι πολλές απόρρητες δαπάνες χρησιμοποιούνται για αλλότριους σκοπούς. Στις Ηνωμένες Πολιτείες τα αποδεικτικά στοιχεία για τη διάθεση απορρήτων φυλάσσονται σε ειδικό αρχείο -δεν καταστρέφονται όπως στην Ελλάδα- υψίστης εθνικής ασφαλείας, στο οποίο έχουν πρόσβαση ειδικά εξουσιοδοτημένα κρατικά όργανα, που αξιολογούν το σκόπιμο ή μη της απόρρητης δαπάνης και αν εξυπηρετεί ή εξυπηρέτησε πραγματικά εθνικούς σκοπούς. Λέγεται ότι ο μόνος, τα τελευταία χρόνια, έλληνας υπουργός Εξωτερικών που επέστρεψε αδιάθετες απόρρητες δαπάνες ήταν ο πρέσβης κ. Πέτρος Μολυβιάτης. Μήπως ο εν λόγω υπουργός δεν νοιάστηκε για τα εθνικά θέματα; Μια τέτοια αφελής ερώτηση είναι ασυζητητί απορριπτέα. Απλώς η επιστροφή επιβεβαιώνει ότι τα διατιθέμενα ποσά απορρήτων δαπανών είναι υψηλά. Σε κάθε περίπτωση, ο έλεγχος των απορρήτων δαπανών του ΥΠΕΞ και κάθε άλλου υπουργείου ή δημόσιου φορέα -σε ενδεδειγμένη μορφή- επιβάλλεται τόσο για λόγους δημοσιονομικής ευνομίας όσο και για την άρση κάθε καλόπιστης ή και κακόπιστης κριτικής για το κατά πόσον η χρήση αυτών έγινε πράγματι για το «εθνικώς δέον».
Πρώην Διπλωματικός