«Κούρεμα» σωτηρίας ή εθνικό σκάνδαλο;

Και οι ελληνικές κυβερνήσεις, πρώτα του Γ. Παπανδρέου, τώρα του Λ. Παπαδήμου, εμφανίζονται να έχουν ήδη εκχωρήσει στους πιστωτές το προνόμιο της έκδοσης νέων ομολόγων με βάση το αγγλικό δίκαιο, απεμπολώντας οριστικά το δικαίωμα μονομερούς διαγραφής χρέους στο μέλλον αλλά και τη δυνατότητα να «γυρίσει» το χρέος σε δραχμές, αν οι Γερμανοί πραγματοποιήσουν την απειλή τους για αποβολή της χώρας από την Ευρωζώνη!

Όταν η Ελλάδα βρέθηκε στο χείλος της χρεοκοπίας και αποδέχθηκε το Μνημόνιο διάσωσης του Μαΐου 2010, είχε στα χέρια της ένα πανίσχυρο διαπραγματευτικό «χαρτί»: το χρέος της χώρας, σε ποσοστό άνω του 90%, είχε συναφθεί με βάση το ελληνικό δίκαιο και οι κάτοχοι των ελληνικών ομολόγων ήταν κυρίως ξένοι τραπεζικοί και επενδυτικοί οίκοι. Ο Έλληνας πρωθυπουργός είχε, θεωρητικά τουλάχιστον, τη δυνατότητα, με ένα νομοσχέδιο ελάχιστων σελίδων που θα εισήγαγε η κυβέρνηση στη Βουλή, να «κουρέψει» το χρέος όσο χρειαζόταν για να καταστεί βιώσιμο, χωρίς τη συναίνεση των πιστωτών. Και αν η χώρα, κατόπιν τούτου, υποχρεωνόταν να επιστρέψει σε εθνικό νόμισμα, θα μπορούσε να μετατρέψει το χρέος από ευρώ σε δραχμές. Αυτές, βεβαίως, ήταν θεωρητικές δυνατότητες: εξαρχής ήταν σαφές ότι, αν η Ελλάδα αποφάσιζε να κινηθεί σε τέτοιες κατευθύνσεις, θα προκαλούσε μια άνευ προηγουμένου τραπεζική και οικονομική κρίση στην Ευρωζώνη, που θα έστελνε το ευρώ στο… χρονοντούλαπο της νομισματικής ιστορίας.

Όλο το χρέος
σε ξένο δίκαιο!

Παρά ταύτα, ένα «πυρηνικό όπλο» τέτοιας εμβέλειας είναι χρήσιμο σε μια διαπραγμάτευση, ακόμη κι αν όλοι γνωρίζουν ότι είναι απαγορευτικό το κόστος από το «πάτημα του κουμπιού». Εν πολλοίς, χάρη σε αυτό το «όπλο» και όχι στην ευρωπαϊκή αλληλεγγύη υποχρεώθηκαν οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης να διαθέσουν δάνεια 110 δισ. ευρώ για τη «διάσωση» της Ελλάδας. Προσπάθησαν, όμως, να στερήσουν αυτό το «όπλο» από την Ελλάδα, κι αυτό ακριβώς φαίνεται ότι θα επιτύχουν, τόσο με τη δανειακή σύμβαση του Μαΐου 2010 όσο και με τη συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου 2011:

n Όχι τυχαία, η δανειακή σύμβαση για τα 110 δισ. ευρώ, που ουδέποτε συζητήθηκε στη Βουλή, έχει συναφθεί με βάση το αγγλικό δίκαιο και περιλαμβάνει πλήθος επαχθών όρων για την Ελλάδα, μεταξύ των οποίων η παραίτηση της χώρας από την ασυλία της εθνικής κυριαρχίας, ώστε να μπορούν να κατασχεθούν τα περιουσιακά στοιχεία του Δημοσίου χωρίς την παραμικρή δυνατότητα αντίδρασης νομικού χαρακτήρα.

n Η μεταφορά του χρέους από το ελληνικό στο αγγλικό δίκαιο ολοκληρώνεται με τη συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου: η Ελλάδα θα δανειστεί άλλα 130 δισ. ευρώ από τους επίσημους πιστωτές (κυβερνήσεις και ΔΝΤ) με βάση το αγγλικό δίκαιο και προφανώς με όρους ταυτόσημους ή παραπλήσιους με αυτούς της αρχικής δανειακής σύμβασης του 2010. Έτσι, συνολικά 240 δισ. ευρώ εθνικού χρέους θα έχουν περάσει στο αγγλικό δίκαιο και θα ελέγχονται από επίσημους πιστωτές, οι οποίοι δεν επιδέχονται «κούρεμα». Αν, δε, η Ελλάδα συρθεί σε έξοδο από το ευρώ, αυτό το χρέος θα γίνει εντελώς δυσβάστακτο, αφού δεν θα μπορεί να «γυρίσει» σε δραχμές, ενώ θα δίνει στις κυβερνήσεις της Ευρωζώνης δικαιώματα κατάσχεσης μιας ολόκληρης χώρας!

n Τι γίνεται, όμως, με το σκέλος του χρέους (περίπου 200 δισ. ευρώ σήμερα) που παραμένει στο ελληνικό δίκαιο και ελέγχεται από ιδιώτες πιστωτές; Με τη συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου, αυτό θα «κουρευτεί» μεν κατά 50%, αλλά και οι νέοι τίτλοι που θα εκδοθούν στη θέση του θα εκδοθούν με βάση το αγγλικό δίκαιο. Έτσι, οι ελληνικές κυβερνήσεις ούτε θα έχουν τη δυνατότητα να «κουρέψουν» μονομερώς στο μέλλον τους ιδιώτες πιστωτές ούτε και να «γυρίσουν» τα χρέη στη δραχμή, αν αυτό απαιτηθεί. Η Ελλάδα θα έχει γίνει η πρώτη και μοναδική χώρα της Ευρωζώνης που το σύνολο του χρέους της θα έχει εκδοθεί με βάση ξένο δίκαιο, και μάλιστα το αγγλικό, που προστατεύει υπέρμετρα τους πιστωτές. Γι’ αυτό η συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου είναι το «ιερό δισκοπότηρο» όχι μόνο των συντηρητικών κυβερνήσεων Γαλλίας και Γερμανίας, αλλά και των πανίσχυρων εθνικών τραπεζικών συμφερόντων που τις υποστηρίζουν. Ο κ. Παπαδήμος, ως τεχνοκράτης του τραπεζικού τομέα, γνωρίζει καλά τι σημαίνουν αυτές οι συμφωνίες για την Ελλάδα. Γι’ αυτό και στη δεύτερη ομιλία του ως πρωθυπουργός στη Βουλή, όταν περιέγραψε τις τραγικές συνέπειες της επιστροφής στη δραχμή, θεώρησε δεδομένο ότι το χρέος της χώρας είναι εκφρασμένο σε ευρώ και θα παραμείνει έτσι και μετά την επιστροφή στο εθνικό νόμισμα, με συνέπεια να γίνει αδύνατη η εξυπηρέτησή του.

Χρέος… αβίωτο

Σε αντάλλαγμα για την επαχθή συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου, υποτίθεται ότι η Ελλάδα εξασφάλισε μια ελάφρυνση από το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους προς τους ιδιώτες, που θα καταστήσει βιώσιμη την εξυπηρέτησή του στο μέλλον. Θα μπει, επιτέλους, ο «πάτος στο βαρέλι» του χρέους, για τον οποίο αρέσκεται να μιλά ο κ. Β. Βενιζέλος. Είναι, όμως, έτσι;

Από την έναρξη των διαπραγματεύσεων του (τραπεζίτη) πρωθυπουργού της χώρας με τους τραπεζίτες του Διεθνούς Χρηματοπιστωτικού Ινστιτούτου (IIF) φάνηκε καθαρά ότι οι πιστωτές μας έχουν όλη την… καλή διάθεση να εξανεμίσουν τα οφέλη που θα είχε η χώρα από ένα πραγματικό «κούρεμα» του χρέους προς ιδιώτες κατά 50%:

– Η αρχική τους πρόταση προβλέπει την έκδοση νέων ομολόγων με επιτόκιο βάσης 8%, που θα προσαυξάνεται ακόμη και κατά 1%, αν η Ελλάδα εμφανίσει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Δηλαδή, ένα χρέος 200 δισ. ευρώ με μέσο επιτόκιο 4-5% θα μετατραπεί σε ένα χρέος 100 δισ. ευρώ, αλλά με σχεδόν διπλάσιο επιτόκιο. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς οικονομολόγος, για να αντιληφθεί ότι αυτό οδηγεί σε σχεδόν μηδενικά οφέλη για την Ελλάδα από τη μείωση της ετήσιας επιβάρυνσης από τόκους. Απλώς επιτυγχάνεται μια μείωση των χρεολυσίων και η μετακίνησή τους χρονικά στο απώτερο μέλλον. Όλοι γνωρίζουν, όμως, ότι αυτό που έχει τη μεγαλύτερη σημασία για την οικονομική βιωσιμότητα μιας χώρας είναι το ετήσιο κόστος των τόκων του χρέους, τα οποία οι τραπεζίτες θέλουν ουσιαστικά να διατηρήσουν αμείωτα.

Ανεξάρτητα από το πού ακριβώς θα «κάτσει η μπίλια» αυτής της διαπραγμάτευσης, που αναμφίβολα θα καταλήξει σε όρους ευνοϊκότερους για την Ελλάδα από τις αρχικές προτάσεις των τραπεζιτών, η ουσία δεν αλλάζει: με τη συμφωνία που θα επιτευχθεί, το βάρος εξυπηρέτησης του χρέους προς τους ιδιώτες θα μειωθεί πολύ λιγότερο από όσο υπέθεταν οι περισσότεροι, ακούγοντας για τη συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου για «κούρεμα 50%».

Στην καλύτερη περίπτωση, το χρέος θα μειωθεί στο 120% του ΑΕΠ το 2020, αλλά και πάλι θα είναι δυσβάστακτο για μια οικονομία χαμηλής ανταγωνιστικότητας, όπως η ελληνική. Το σπουδαιότερο, οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν θα έχουν μετά την ολοκλήρωση της συμφωνίας της 26ης Οκτωβρίου το παραμικρό περιθώριο ουσιαστικής επαναδιαπραγμάτευσης του χρέους, αφού ο κύριος όγκος του θα έχει περάσει σε επίσημους πιστωτές, ενώ στο σύνολό του θα έχει εκδοθεί με βάση το αγγλικό δίκαιο και με εξαιρετικά επαχθείς όρους, σε περίπτωση αθέτησης πληρωμών. Ουσιαστικά, η συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου θα έχει καταλήξει στο ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα από αυτό που παραπλανητικά προβάλλεται: αντί να ελαφρύνει τα βάρη της χώρας, θα τη μετατρέψει στην πρώτη Χρέους Υποτελή Χώρα της Ευρώπης. Σε μια χώρα που με πολύ μικρότερο κόστος θα μπορεί πλέον να αποβληθεί από το ευρώ. Και σε ένα παράδειγμα προς αποφυγή για κάθε άλλη χώρα που θα θελήσει στο μέλλον να αμφισβητήσει τους γερμανικούς όρους παιχνιδιού στην Ευρωζώνη…


Σχολιάστε εδώ