ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΚΡΙΣΗ

Η ανάδειξη μεταβατικής κυβερνήσεως, με ευρύτερη πολιτική συνεργασία και με επικεφαλής τον Λουκά Παπαδήμο, στέλνει μηνύματα ανακουφίσεως στις ευρωπαϊκές καγκελαρίες, που βλέπουν στο πρόσωπό του έναν φερέγγυο συνομιλητή. Το πλαίσιο λειτουργίας της νέας κυβερνήσεως είναι, ασφαλώς, δεδομένο και δεν είναι άλλο από την εφαρμογή της συμφωνίας της 27ης Οκτωβρίου, που είναι συνέχεια της ανάλογης προηγούμενης και του Μνημονίου. Η διαπραγμάτευση των όρων εφαρμογής της νέας συμφωνίας αφήνει μικρά περιθώρια για αλλαγές πολιτικής, παρά την κραυγαλέα αποτυχία της πολιτικής του Μνημονίου, που βύθισε τη χώρα στην ύφεση και επιδείνωσε δραματικά την κρίση.
Η μετακίνηση της Νέας Δημοκρατίας από την απόρριψη του Μνημονίου στην αποδοχή της νέας συμφωνίας διευκολύνει τους χειρισμούς της κυβερνήσεως Παπαδήμου. Παραμένει όμως αβέβαιο το πόσο αυτό θα επηρεάσει το «μείγμα πολιτικής» που προβάλλει ως σημείο διαφορετικής αναφοράς η Νέα Δημοκρατία και το πόσο μεγαλύτερη έμφαση θα δώσει στην ανάπτυξη.
Η απουσία της τελευταίας από την ακραία, νεοφιλελεύθερη πολιτική λιτότητας ανεδείχθη σε πραγματική αχίλλειο πτέρνα του υποτιθέμενου προγράμματος «σωτηρίας». Το ερώτημα όμως που τίθεται είναι γιατί επιδείχθηκε τόση αμέλεια για την ανάπτυξη, με πρόσχημα την πρόταξη της δημοσιονομικής εξυγιάνσεως. Μήπως τελικά η αμέλεια αυτή έχει σχέση με την κυρίαρχη ιδεολογία του νεοφιλελευθερισμού και της παγκοσμιοποίησης; Ότι δηλαδή η «νέα» ανάπτυξη θα έρθει μετά την κατεδάφιση κάθε έννοιας εθνικής οικονομίας και την πλήρη «διεθνοποίησή» της, με ιδιωτικοποίηση των πάντων και ξεπούλημα της ήδη υποθηκευμένης με το Μνημόνιο δημόσιας περιουσίας;
Εάν η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι καταφατική, δεν αφορά μόνο την προηγούμενη αλλά και τη σημερινή, μεταβατική κυβέρνηση.

Η ΔΙΕΥΡΥΝΣΗ ΤΗΣ ΚΡΙΣΕΩΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ ΚΑΙ
ΟΙ ΣΥΖΗΤΟΥΜΕΝΕΣ
ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΖΩΝΗ
Η επικέντρωση της ευρωπαϊκής κρίσεως χρέους στην Ιταλία, μετά την Ελλάδα και τις άλλες δύο χώρες που βρίσκονται ήδη σε πρόγραμμα υποστηρίξεως του ευρωπαϊκού μηχανισμού EFSF, δείχνει σαφώς ότι «υπάρχει κάτι σάπιο στο βασίλειο της Ευρωζώνης». Δεν αρκούν ως μόνη εξήγηση οι εσωτερικές αδυναμίες και παθογένειες, που είναι αναμφισβήτητες.
Η Ιταλία, από απόψεως παραγωγικής δομής, βιομηχανίας και τεχνολογίας, δεν συγκρίνεται με την Ελλάδα. Παρουσιάζει όμως και αυτή πολύ μεγάλο έλλειμμα διεθνούς ανταγωνιστικότητας και έκδηλη οικονομική και κοινωνική παρακμή.
Αυτό έχει επακόλουθο να γίνεται και αυτή στόχος των περιβόητων αγορών. Το επιτόκιο εκτοξεύθηκε θεαματικά στο απαγορευτικό επίπεδο του 7% σχεδόν. Ανησυχητική άνοδος του επιτοκίου σημειώθηκε επίσης στην Ισπανία. Η γαλλική κυβέρνηση, ανήσυχη για τα ελλείμματα και το δημόσιο χρέος, που θα μπορούσαν να της στοιχίσουν την υποβάθμιση από την άριστη πιστοληπτική της θέση ΑΑΑ, έσπευσε να εξαγγείλει πρόγραμμα λιτότητας, εν μέσω προεκλογικής περιόδου. Οι Προεδρικές εκλογές θα λάβουν χώρα τον Μάιο του 2012.
Πώς εξηγείται η γενικότερη αυτή κρίση στην Ευρώπη και η επέλαση προγραμμάτων λιτότητας, που θέτουν σταδιακά υπό αμφισβήτηση το περίφημο ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο και κατακτήσεις δεκαετιών, και υποκαθιστούν την ελπίδα για ένα συνεχώς καλύτερο μέλλον με τον φόβο ενός χειρότερου μέλλοντος;
Η απάντηση δεν είναι μονοσήμαντη. Βρίσκεται και στη φθορά και στη διαφθορά των συστημάτων, όπως συμβαίνει σε κάθε ανθρώπινη δημιουργία. Βρίσκεται στη χαλάρωση των προσπαθειών, στην επανάπαυση και στην παρακμή κινητήριων ιδεωδών και στρατηγικών επιλογών. Βρίσκεται όμως επίσης στη στασιμότητα και την αποτελμάτωση των αναπτυξιακών πολιτικών.
Η εκτροπή από την παραγωγική οικονομία προς τον άκρατο καταναλωτισμό επέφερε στασιμότητα στην παραγωγική ανάπτυξη. Η εκτροπή αυτή δεν είναι άσχετη με τη γενικότερη εκτροπή από τον παραδοσιακό ορθόδοξο παραγωγικό καπιταλισμό προς τον χρηματιστικό καπιταλισμό της εικονικής οικονομίας.
Η πρωτοκαθεδρία του δυτικού ανεπτυγμένου κόσμου στον καπιταλισμό αυτό επέφερε ήδη τη μετατόπιση του κέντρου βάρους της παγκόσμιας οικονομίας στην Ασία, με επίκεντρο την Κίνα. Ο Γάλλος Πρόεδρος Σαρκοζί, αναφερόμενος στη σύνοδο των G20 στις Κάννες, έδωσε στη δημοσιότητα μια πληροφορία που από μόνη της λέει πολλά: Η Κίνα κατέχει σήμερα το 60% των παγκοσμίων νομισματικών αποθεμάτων. Εάν λάβει κανείς υπ’ όψιν ότι οι ΗΠΑ κατείχαν, με τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το 50%, αντιλαμβάνεται τι σημαίνει το μέγεθος αυτό.
Η σύνοδος των G20 στις Κάννες συνδέθηκε για τα καθ’ ημάς με την κακομεταχείριση του πρώην πρωθυπουργού. Σε ό,τι όμως αφορά τους στόχους της, τα αποτελέσματα ήταν πενιχρά, αν όχι ασήμαντα. Δεν υπήρχαν οι αναγκαίες προϋποθέσεις για μια γενναία μεταρρύθμιση του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος και για εναρμόνιση των νομισματικών ισοτιμιών. Η παντοδυναμία της Γουώλ Στρητ στις ΗΠΑ δεν επιτρέπει στον Πρόεδρο Ομπάμα να φορέσει τη λεοντή του Φραγκλίνου Ρούσβελτ και να προωθήσει ένα νέο New Deal. Η στενή πρόσδεση της Ευρώπης στην αμερικανική πολιτική και η ταύτισή της με την παγκοσμιοποίηση δεν της επιτρέπουν να διαμορφώσει ανεξάρτητα μια δική της πολιτική, η οποία θα μπορούσε να λειτουργήσει ως καταλύτης και πρωτοπορεία για τη μεταρρύθμιση του διεθνούς συστήματος.
Η Κίνα αμύνεται σθεναρά στις πιέσεις για ανατίμηση του νομίσματός της, γιατί αυτό θα μείωνε την εξαγωγική της ανταγωνιστικότητα και την αξία των νομισματικών της αποθεμάτων.

ΟΙ ΣΥΖΗΤΟΥΜΕΝΕΣ
ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΖΩΝΗ
ΔΕΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΖΟΥΝ ΤΟ
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ
ΠΟΥ ΘΕΤΕΙ Η ΝΕΟΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ
ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ
Για την αντιμετώπιση της κρίσεως στην Ευρωζώνη, οι προτεινόμενες λύσεις απέχουν πολύ από το να θέσουν υπό αμφισβήτηση τα θεμέλια που έχουν θέσει οι ευρωπαϊκές συνθήκες, ειδικότερα του Μάαστριχτ και της Λισσαβώνος.
Οι τελευταίες αναγορεύουν σε συμβατικό καθεστώς της Ευρωπαϊκής Ενώσεως τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση και τη σύγχυση μεταξύ ενδοευρωπαϊκού και διεθνούς ανταγωνισμού. Οι συνθήκες αυτές δένουν ουσιαστικά τα χέρια της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και φαλκιδεύουν τις δυνατότητές της να αντιμετωπίσει με δικά της μέσα την ασυδοσία των αγορών, την ανεξέλεγκη κερδοσκοπία και τους συστημικούς κινδύνους που αντιπροσωπεύει ο τρόπος λειτουργίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος.
Με δεδομένο το πλαίσιο αυτό, που είναι η μεγαλύτερη πηγή προβλημάτων για την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη, οι Ευρωπαίοι ηγέτες αναζητούν λύσεις, που είναι εκ των πραγμάτων ατελέσφορες για την αντιμετώπιση της κρίσεως, σε μια μακροπρόθεσμη προοπτική. Αυτές επίσης αντιφάσκουν με τις ελπίδες και τις προσδοκίες που επένδυσαν οι ευρωπαϊκοί λαοί στην Ευρωπαϊκή Ένωση για σταθερή πρόοδο και καλύτερο μέλλον.
Η Γερμανίδα καγκελάριος προτείνει ως μοντέλο τη χώρα της, που συνδυάζει σταθερή ανάπτυξη με αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία. Θέλει όμως να αγνοεί ότι το παράδειγμα της Γερμανίας είναι ιδιαίτερο γιατί είναι από αυτούς που επωφελούνται από την παγκοσμιοποίηση και τα ανοικτά σύνορα.
Παραδοσιακά εξαγωγική χώρα, με προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας και πολύ ισχυρή χρηματιστική θέση, μπορεί και αντεπεξέρχεται, προς το παρόν τουλάχιστον, στο διεθνή ανταγωνισμό.
Επωφελείται επίσης από τις φθηνές αγορές της Ανατολικής Ευρώπης, στις οποίες έχει επενδύσει μαζικά, και από τις στρατηγικές οικονομικές σχέσεις που έχει αναπτύξει με τη Ρωσία. Έχοντας ανάγκη να εισάγει από την τελευταία μεγάλες ποσότητες ενέργειας, αντιστάθμισε τις εισαγωγές της με εξαγωγές τεχνολογίας και βιομηχανικού εξοπλισμού, όπως επίσης με μεγάλες επενδύσεις.
Οι προτάσεις επομένως της Μέρκελ για αλλαγές στις συνθήκες, με στόχο την επιβολή, με αυστηρές κυρώσεις, της δημοσιονομικής πειθαρχίας στις λιγότερο ανταγωνιστικές χώρες, δεν μπορούν να λύσουν το ουσιαστικό πρόβλημα, που είναι η ανταγωνιστικότητα και η ανάπτυξη. Αντιθέτως, οδηγούν σε υποβάθμιση του επιπέδου ζωής στις λιγότερο ανταγωνιστικές περιφερειακές χώρες, στην υπονόμευση της κυριαρχίας τους και σε μια μορφή αποικιοποιήσεώς τους από τις ισχυρότερες και πλουσιότερες χώρες.
Δεν είναι αυτό το ιδεώδες που προεβλήθη για τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Προφανώς, η δημοσιονομική εναρμόνιση και η πειθαρχία είναι αναγκαίες στο εσωτερικό μιας Ενώσεως κρατών, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό όμως προϋποθέτει παραλλήλως μια άλλη λειτουργία του κοινού νομίσματος, προστασία από τη διεθνή κερδοσκοπία, που πλήττει, κατά πρώτο λόγο, τους πιο αδύνατους κρίκους, προστασία από αθέμιτο διεθνή εμπορικό ανταγωνισμό και κοινές ευρωπαϊκές αναπτυξιακές πολιτικές. Πάνω στη βάση αυτή μπορεί να επιτευχθεί η σύγκλιση και η συνοχή, που είναι εκ των ων ουκ άνευ για μια πραγματική και ισότιμη πολιτική Ένωση.
Ο Γάλλος Πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί, μιλώντας στο Στρασβούργο την περασμένη εβδομάδα, έκανε μια πρώτη αποκάλυψη των όσων συζητούνται απορρήτως από τον γαλλο-γερμανικό άξονα και άλλες χώρες της Ευρωζώνης με υψηλή ανταγωνιστικότητα. Μίλησε συγκεκριμένα για το ενδεχόμενο μιας Ευρωζώνης δύο ταχυτήτων. Η Ευρώπη των διαφορετικών ομοκέντρων κύκλων και των διαφορετικών ταχυτήτων είναι μια ιδέα που επανέρχεται κάθε τόσο, παρότι για λόγους πολιτικής ευσχημοσύνης και ευφημισμού συγκαλύπτεται επιτηδείως, για να μη προσβληθούν και αντιδράσουν οι χώρες-μέλη που θίγονται.
Οι προτάσεις του είδους αυτού, που έχουν αφετηρία την Ευρωζώνη και τα προβλήματα του ευρώ, είναι αλυσιτελείς γιατί προϋποθέτουν τη σημερινή οικονομική τάξη της παγκοσμιοποίησης. Δεν θέτουν υπό αμφισβήτηση τα καταφανή δεδομένα, που αντιμάχονται και υπονομεύουν την Ευρωπαϊκή Ένωση ως δημοκρατική Συμπολιτεία ισοτίμων και κυριάρχων εθνών.

ΝΕΑ ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΓΙΑ
ΥΠΕΡΕΘΝΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΕΩΣ
ΜΕ ΑΛΛΟΘΙ ΤΗΝ ΚΡΙΣΗ
Παράλληλα με τις πρωτοβουλίες του γαλλο-γερμανικού άξονα για την προώθηση αλλαγών στις συνθήκες, με στόχο την ενίσχυση της οικονομικής διακυβερνήσεως, τη δημοσιονομική πειθαρχία και, ενδεχομένως, τη δημιουργία δύο ταχυτήτων στην Ευρωζώνη, κινητοποιούνται επίσης διάφορες πολιτικές δυνάμεις για υπερεθνική εξέλιξη της Ευρώπης. Οι δυνάμεις αυτές είναι γνωστές από το παρελθόν.
Εντάσσουν την προοπτική τους στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης, την οποία υπολαμβάνουν και προπαγανδίζουν ως δήθεν αναπόφευκτη. Στο πνεύμα αυτό, ταυτίζουν την ευρωπαϊκή ενοποίηση με την παγκοσμιοποίηση και συγκαλύπτουν την τελευταία με την ιδέα της Ευρώπης για να την κάνουν πιο ελκυστική και αποδεκτή.
Είναι η πολιτική που ασκήθηκε στη χώρα μας από την κυβέρνηση Σημίτη, με τα γνωστά συνθήματα του δήθεν «εκσυγχρονισμού», με άλλοθι την Ευρώπη και τα ιδεολογήματα για «πολυπολιτισμική» κοινωνία και «προσαρμογή» της κοινωνίας και της οικονομίας μας στην «αναπόφευκτη» παγκοσμιοποίηση.
Τα ιδεολογήματα αυτά, όπως, κατά πρώτο λόγο, η λεγόμενη «πολυπολιτισμική κοινωνία», συνδέονται ιδιαίτερα με την ανεξέλεγκτη μετανάστευση και με πολιτικές εθνικής αποδομήσεως. Τα θλιβερά αποτελέσματά τους σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες τα εξώθησαν στο περιθώριο.
Η μία μετά την άλλη, όλες σχεδόν οι Ευρωπαϊκές χώρες, αρχής γενομένης από τις άλλοτε «πρωτοπορειακές» Ολλανδία και Δανία, διεκήρυξαν την αποτυχία της λεγόμενης «πολυπολιτισμικής» πολιτικής και επαναβεβαίωσαν την πίστη και την προσήλωσή τους στο εθνικό κράτος.
Ιδιαίτερα κατηγορηματική ήταν η δήλωση της καγκελαρίου Μέρκελ, όπως επίσης και του Γάλλου Προέδρου Σαρκοζί και του Άγγλου πρωθυπουργού Κάμερον.
Η πρόσφατη κρίση έδωσε όμως την ευκαιρία να ενεργοποιηθούν πάλι οι θιασώτες μιας υπερεθνικής Ευρώπης, υπό το πρόσχημα της αντιμετωπίσεως της κρίσεως. Οι δυνάμεις αυτές προωθούν, στην πραγματικότητα, την ιδέα μιας μεγαλύτερης ακόμη παγκοσμιοποίησης και του συνακολουθούντος νεοφιλελευθερισμού.
Ένα μικρό δείγμα αυτής της υπερεθνικής Ευρώπης το είδαμε, ως προεικόνιση, στο πρόσωπο του Επιτρόπου Όλι Ρεν, που απαίτησε με ιταμό ύφος από ένα κυρίαρχο κράτος και τους θεσμικούς του εκπροσώπους «δήλωση» για την εφαρμογή της συμφωνίας της 27ης Οκτωβρίου.

ΝΕΟ ΣΥΝΟΡΟ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ
ΑΓΩΝΩΝ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ
Η κρίση χρέους και η διεύρυνσή της σε μεγάλες χώρες, όπως η Ιταλία, θέτουν την Ευρώπη μπροστά σε μεγάλα διλήμματα και δύσκολες επιλογές. Λόγω της ταυτίσεώς της με την παγκοσμιοποίηση και της ιδεολογίας του νεοφιλελευθερισμού, που παραμένει ακόμη κυρίαρχη, η Ευρώπη δεν έχει αυτονομία για την αντιμετώπιση των προβλημάτων που έχουν διεθνή διάσταση, αλλά είναι και δικά της.
Η κατάσταση αυτή επιδεινώνεται από τις αντιφάσεις που έχει από καταβολής το ευρώ. Το πρόβλημα δεν είναι τεχνικό.
Είναι κατ’ εξοχήν πολιτικό. Οι συζητούμενες αλλαγές για τη δημοσιονομική πειθαρχία και γενικά για την οικονομική διακυβέρνηση έχουν αφετηρία την κρίση στην Ευρωζώνη. Θα έχουν όμως επιπτώσεις σ’ ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση και την προοπτική της. Είναι χαρακτηριστικό από την άποψη αυτή το πρόσφατο φραστικό επεισόδιο μεταξύ Σαρκοζί και Κάμερον, εν μέσω των συζητήσεων για το ευρώ, όπως επίσης και η νέα μεγάλη αναταραχή μεταξύ των ευρωσκεπτικιστών στη Μ. Βρετανία.
Διαμορφώνεται ένα νέο σύνορο πολιτικών αγώνων στην Ευρώπη, που είναι ακόμη μειοψηφικό, αλλά αναπτύσσεται γρήγορα, υπό την επίδραση της κρίσεως. Η παγκοσμιοποίηση και οι ολέθριες πολιτικές της συγκαλύφθηκαν για μεγάλο διάστημα με συνθήματα προοδευτικής παγκοσμιότητας, οικουμενικών δικαιωμάτων και «πολυπολιτισμικής» δήθεν κοινωνίας, ενώ το πραγματικό περιεχόμενό της είναι ο ακραίος νεοφιλελευθερισμός ενός αχαλίνωτου και ασύδοτου καπιταλισμού.


Σχολιάστε εδώ