ΤΙ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΟ ΚΟΥΡΕΜΑ;
Οι όποιες επιπτώσεις θα πρέπει να συνδυαστούν και με τους όρους που θα περιέχει η νέα δανειακή σύμβαση για τη χορήγηση του συμπληρωματικού δανείου των 100 δισ. ευρώ, των 30 δισ. για τη στήριξη του τραπεζικού μας συστήματος και του νέου Μνημονίου που θα συνοδεύει τις αποφάσεις της Συνόδου Κορυφής της 26/27 Οκτωβρίου.
Αυτοί οι όροι θα γίνουν γνωστοί τις τελευταίες μέρες του χρόνου. Προς το παρόν έχουμε ένα θολό τοπίο με φωτεινή προμετωπίδα τη μείωση του χρέους, που πρέπει να θεωρηθεί θετικό γεγονός, καθώς προκαλεί ουσιώδη συρρίκνωση των εξόδων εξυπηρέτησής του. Και θα προκαλέσει βελτίωση και στα λοιπά δημοσιονομικά μεγέθη. Το κούρεμα όμως συμφέρει και τους ομολογιούχους, γιατί τώρα θα πάρουν ομόλογα καλύτερης ποιότητας, δηλαδή απολύτως εγγυημένα. Παρά ταύτα, η Ελλάδα θα παραμείνει εκτός αγορών για μερικά χρόνια, άγνωστο προς το παρόν πόσα. Αυτό θα εξαρτηθεί από τις μελλοντικές εξελίξεις στα μακροοικονομικά μεγέθη και κυρίως στον δημοσιονομικό μας τομέα.
Αναζητώντας τις επιπτώσεις του κουρέματος και με βάση τη μέχρι τώρα διαμορφωθείσα οικονομική κατάσταση στη χώρα μας, μπορούμε να προβλέψουμε τις πιθανές εξελίξεις στην ύφεση, στην ανάπτυξη, στη δημοσιονομική εξυγίανση και στην εισοδηματική πολιτική.
α) Ύφεση: Η πορεία της δεν θα επηρεαστεί ευνοϊκά από τη μείωση του δημοσίου χρέους. Και τούτο γιατί οι λόγοι που την προκάλεσαν παραμένουν δυνάμει, χωρίς να υπάρχει η παραμικρή ένδειξη υποχώρησής τους. Η ανεργία θα συνεχιστεί, το ίδιο και το ροκάνισμα των εισοδημάτων των εργαζομένων. Επομένως, δεν πρέπει να περιμένουμε υποχώρηση της ύφεσης στο εγγύς μέλλον και μάλιστα στο επόμενο έτος η ενεργός ζήτηση θα υποστεί μεγάλη καθίζηση και η ύφεση θα παραμείνει σε έξαρση, παρά τις αισιόδοξες προβλέψεις ορισμένων τάχα εμπειρογνωμόνων, στρατευμένων στην προσπάθεια εξωραϊσμού της ασκούμενης σήμερα οικονομικής πολιτικής. Πρέπει να γίνει συνείδηση στην κυβέρνηση ότι, χωρίς περιορισμό της ανεργίας και χωρίς την τόνωση του διαθεσίμου εισοδήματος των καταναλωτών, η ύφεση δεν πρόκειται να υποχωρήσει.
β) Ανάπτυξη: Μιλώντας ο πρωθυπουργός από τις Βρυξέλλες για τα αποτελέσματα της Συνόδου Κορυφής, μας είπε ότι η ανάπτυξη θα στηριχθεί στις δικές μας δυνάμεις. Αυτό σημαίνει ότι επιτέλους η κυβέρνηση έχει αντιληφθεί ότι ανάπτυξη χωρίς τη συνεχή αύξηση της ενεργού ζήτησης αγαθών και υπηρεσιών και χωρίς την εισροή στην Ελλάδα ξένων επενδύσεων στην πραγματική οικονομία δεν είναι δυνατόν να υπάρξει. Αυτήν τη στιγμή, αφού κυριαρχεί η ύφεση, δεν μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη. Η πώληση των πλουτοπαραγωγικών πηγών της χώρας σε ξένους επενδυτές, καθώς και η εκποίηση των εν λειτουργία ΔΕΚΟ δεν συνιστούν ανάπτυξη. Ενδεχομένως να προσφέρουν μια ασήμαντη αύξηση των θέσεων εργασίας, αλλά σε αντάλλαγμα πληρώνουμε την αποδημία πλούτου από τη χώρα μας. Μόνο εάν η ανάπτυξη στηριχθεί στις δικές μας δυνάμεις θα ωφελήσει την οικονομία και φυσικά και τον λαό. Προς το παρόν, δικές μας δυνάμεις για να τεθούν στην υπηρεσία της προσπάθειας για ανάπτυξη δεν υπάρχουν. Τρανό παράδειγμα η ουσιαστική αποψίλωση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων από πιστώσεις του προϋπολογισμού και η ανυπαρξία δημοσίων έργων. Η κυβέρνηση για να μπορέσει να πετύχει περιορισμό των δαπανών, που τελικά δεν το κατάφερε, πετσόκοψε και τις πιστώσεις για την εκτέλεση δημοσίων έργων. Και τίποτα δεν προμηνύει την εξεύρεση πόρων για την ανάπτυξη. Όταν η οικονομική πολιτική είναι προσαρμοσμένη στη δημοσιονομική εξυγίανση και μόνο, είναι αδύνατο να προχωρήσει μια αναπτυξιακή πορεία και παρά το γεγονός ότι το Μνημόνιο απέτυχε παταγωδώς στην προσπάθεια της δημοσιονομικής εξισορρόπησης και στην καταπολέμηση της ύφεσης, εν τούτοις η «τρόικα» επιμένει μνημονιακά. Αυτό αποδεικνύει η δήλωση του Προέδρου της Κομισιόν Μπαρόζο, που συνόδευσε την αναγγελία της απόφασης της Συνόδου Κορυφής για το κούρεμα του χρέους, η οποία αναφέρει ότι η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει τις προσπάθειες δημοσιονομικής εξυγίανσης. Αυτή η δήλωση έχει παραλήπτη και την κυβέρνηση, η οποία πρέπει να ξεχάσει την ανάπτυξη για μερικά χρόνια. Αυτά καθόσον αφορά και τις αναπτυξιακές προοπτικές.
Δημοσιονομική εξυγίανση: Ο κ. Μπαρόζο μάς προειδοποίησε, μετά το πέρας της Συνόδου Κορυφής της 26/27 Οκτωβρίου, ότι η Ελλάδα πρέπει να συνεχίσει την προσπάθεια της δημοσιονομικής εξυγίανσης. Και αυτό φυσικά είναι που επιθυμούν και η «τρόικα» και οι ιδιώτες δανειστές μας, αλλά ενδιαφέρει πρωτίστως και τη χώρα μας, για να σταματήσει ο ασυλλόγιστος υπερδανεισμός της. Έτσι όμως που αντιλαμβάνεται η κυβέρνηση τη δημοσιονομική εξυγίανση, αυτή οδηγεί ευθέως στην ύφεση και στη γενική παράλυση της οικονομίας μας. Οι δύο πυλώνες στους οποίους στηρίζει η κυβέρνηση τη δημοσιονομική εξυγίανση είναι η επαχθής αύξηση της φορολογίας μέχρι παραλογισμού για την τόνωση των δημοσίων εσόδων και, στο σκέλος των εξόδων, το συνεχές κούρεμα των μισθών και των συντάξεων. Όμως ακριβώς στους δύο αυτούς πυλώνες στηρίζεται και η ύφεση και διατηρείται σε υψηλούς ρυθμούς. Αυτή η εσφαλμένη μέθοδος δημοσιονομικής εξυγίανσης οδηγεί στον φαύλο κύκλο της εξαθλίωσης. Και φυσικά δεν συμβάλλει στη δημοσιονομική ισορροπία. Η αύξηση των εσόδων του κράτους και ο περιορισμός των δημοσίων δαπανών έπρεπε διαφορετικά να σχεδιαστούν από την κυβέρνηση. Υπάρχει πληθώρα δημοσίων δαπανών εντελώς περιττών, που θα έπρεπε να είχαν σταματήσει. Αντ’ αυτού οι περιττές δαπάνες για τη λειτουργία του κράτους έχουν αυξηθεί. Και καθόσον αφορά τα κρατικά έσοδα, θα έπρεπε να δοθεί έμφαση στην είσπραξη των «παγωμένων» οφειλών προς το Δημόσιο, στον περιορισμό της φοροδιαφυγής και φοροαποφυγής και στη διεκδίκηση των ζημιών που υπέστη το κράτος από όσους με διάφορα κόλπα κατάφεραν να πλουτίσουν σε βάρος των δημοσίων πόρων και οι οποίοι θα έπρεπε να λογοδοτήσουν για αδικαιολόγητο πλουτισμό. Αντί γι’ αυτά, η σημερινή κυβέρνηση προτίμησε να καταστρέψει την οικονομία και να εξαθλιώσει τον λαό. Τώρα με το κούρεμα του δημοσίου χρέους και τους όρους που θα περιέχει η νέα δανειακή σύμβαση και το νέο Μνημόνιο που θα υπογραφεί, οι δανειστές μας φυσικό είναι να ζητήσουν μέτρα εξασφάλισης των δανείων. Επομένως το κούρεμα του χρέους, που θα αυξήσει την αναξιοπιστία της Ελλάδος και θα προκαλέσει τη δικαιολογημένη δυσπιστία στην εξόφληση των δανειακών μας υποχρεώσεων, θα αυξήσει την πίεση για τη λήψη μέτρων δημοσιονομικής εξυγίανσης. Και η κυβέρνηση έδειξε ότι η δημοσιονομική εξυγίανση, από την πλευρά της, εξυπηρετείται τάχα μόνον με την αύξηση των φορολογικών βαρών και με τις συνεχείς μειώσεις των εισοδημάτων των εργαζομένων.
δ) Εισοδηματική πολιτική: Η ύφεση συνδέεται ευθέως με την εισοδηματική πολιτική της κυβέρνησης και ασφαλώς και με τη φορολογική της πολιτική. Και στους δύο αυτούς τομείς η κυβέρνηση απέτυχε παταγωδώς, με αποτέλεσμα να προκαλέσει γιγάντωση της ύφεσης. Και εάν ξέφυγε εντελώς από τους στόχους που είχαν τεθεί από την «τρόικα», αυτό οφείλεται βασικά στα λάθη που διέπραξε στον φορολογικό και δημοσιονομικό τομέα και στη λανθασμένη εισοδηματική πολιτική της. Το ερώτημα που προκύπτει είναι: Tα χρήματα που περίσσευσαν από το κούρεμα των φορολογικών βαρών γιατί δεν βοήθησαν στην προσπάθεια της δημοσιονομικής εξυγίανσης; Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Ευρωζώνη δεν θα επιτρέψουν πλέον αποκλίσεις από τους στόχους που θα τεθούν με τη νέα δανειακή σύμβαση και το Μνημόνιό της. Και καθώς η κυβέρνηση δεν διαθέτει κανένα σχέδιο σφαιρικής αντιμετώπισης της κρίσης, θα καταφύγει και πάλι στο σφίξιμο της εισοδηματικής πολιτικής. Ο κομπογιαννιτισμός αυτής της κυβέρνησης είναι μια ακόμη ελληνική πρωτοτυπία. Για πρώτη φορά κυβέρνηση σκληραίνει μέτρα που έχουν αποτύχει και προσπαθεί να σκεπάσει μια γκάφα με άλλη γκάφα. Επομένως, κατά την προσωπική μας άποψη, το κούρεμα του χρέους και ο καινούργιος δανεισμός δεν πρόκειται να προκαλέσουν θετική αλλαγή στην εισοδηματική πολιτική. Αντίθετα, μισθωτοί και συνταξιούχοι πρέπει να περιμένουν και παραπέρα μείωση του διαθέσιμου εισοδήματός τους (και με τη μέθοδο της μείωσης των αποδοχών και με την επισώρευση νέων φορολογικών βαρών).
Από την παραπάνω ανάλυση προκύπτει ότι η Ελλάδα καταδικάζεται σε μακροχρόνια ΥΦΕΣΗ – ΥΠΕΡΧΡΕΩΣΗ – ΥΠΟΔΟΥΛΩΣΗ, οικονομική και πολιτική. Εδώ που βρισκόμαστε τώρα θα βρεθούμε και πάλι το αργότερο μέχρι το 2020, καθώς θα έχουν σταματήσει τότε τα προγράμματα στήριξης της ελληνικής οικονομίας από την «τρόικα» και θα έχει αυξηθεί η δυσπιστία των δανειστών μας για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Και αυτά με την προϋπόθεση ότι δεν θα μας επιτρέψουν μια αλλαγή της οικονομικής πολιτικής, παρά την αλλαγή της κυβέρνησης. Οι δεσμεύσεις που έχει αναλάβει η Ελλάδα θα απαιτήσουν οι δανειστές μας να ικανοποιηθούν στο ακέραιο. Άλλωστε αυτό δήλωσε προ ημερών και η επικεφαλής του ΔΝΤ Κ. Λαγκάρντ, η οποία μας υπενθύμισε ότι οι μεταρρυθμίσεις για τις οποίες έχει δεσμευτεί η Ελλάδα πρέπει οπωσδήποτε να πραγματοποιηθούν. Από το λούκι αυτό που μας έβαλε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ δύσκολα θα βγούμε.