Τι μήνυμα να αντλήσουμε σήμερα από το πνεύμα της Πίνδου;

Με αυτό το πνεύμα του ανυποχώρητου αγώνα, με αυτήν την αυταπάρνηση και την ακατάβλητη πίστη, γράφτηκε η εποποιία της νίκης στα βουνά της Πίνδου και έστειλε μήνυμα καρτερίας και ελπίδας σ’ όλους τους δοκιμαζόμενους λαούς της Ευρώπης.
Με την ίδια αποφασιστικότητα, μέσα σε συνθήκες σχεδόν χωρίς ελπίδα, αντιμετωπίσθηκε η επιδρομή, στη συνέχεια, των σιδερόφρακτων μεραρχιών του Χίτλερ στα οχυρά της Μακεδονίας και της Θράκης. Η προάσπιση της πατρίδος ήταν καθήκον ιερό, ανεξάρτητα από συσχετισμούς δυνάμεων. Ακόμη κι όταν η υπερφαλάγγιση των οχυρών μετά την κατάληψη της Θεσσαλονίκης κατέστησε κάθε αντίσταση μάταιη, ο αγώνας συνεχίσθηκε. Έληξε μόνο μετά την επίσημη διαταγή του Στρατηγείου. Ακόμη όμως και τότε το πνεύμα του αγώνα παρέμεινε άκαμπτο, όπως στο πρόσωπο του ηρωικού συνταγματάρχη του πυροβολικού Βάρσου. Όταν έλαβε τη διαταγή να παραδώσει το απόρθητο ακόμη οχυρό του, παρέταξε τα πυροβόλα και τους άνδρες του, χαιρέτισε στρατιωτικά και αυτοκτόνησε ενώπιον όλων. Δεν μπορούσε ν’ αντέξει την ιδέα να δει το «δούλιον ήμαρ» για την πατρίδα του.
Το ίδιο έκανε ο λοχίας Κουκίδης, στην Αθήνα, ο ηρωικός φρουρός της ελληνικής σημαίας στην Ακρόπολη. Όταν οι Γερμανοί εισβολείς ανέβηκαν στον Ιερό Βράχο και υπέστειλαν την ελληνική σημαία για να υψώσουν στη θέση της τη γερμανική με τον αγκυλωτό σταυρό, δεν άντεξε. Τυλίχθηκε με την ελληνική σημαία και έπεσε από τα βράχια της Ακροπόλεως.
Το τέλος της ηρωικής τριλογίας γράφτηκε στην Κρήτη. Σύσσωμος ο κρητικός λαός, αντιμετώπισε απτόητος τον νέο πόλεμο από τον αέρα που εγκαινίασε ο Χίτλερ με τους «ουρανίτες», όπως τους επονόμασε ο λαός, αλεξιπτωτιστές του. Η Γερμανική νίκη ήταν Πύρρειος, γιατί εκεί θυσιάσθηκε το άνθος των πλέον επιλέκτων δυνάμεων. Ο Χίτλερ διέταξε από τότε να μη επιχειρηθεί πλέον άλλη αεραποβατική επιχείρηση σε τόσο μεγάλη κλίμακα.

ΤΟ ΜΕΤΩΠΟ ΤΟΥ ΑΓΩΝΑ
ΣΗΜΕΡΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΤΟΣΟ
ΣΑΦΕΣ ΚΑΙ ΕΥΔΙΑΚΡΙΤΟ
Η Ελλάδα βρίσκεται πάλι σήμερα σε μια κρισιμότατη καμπή της ιστορίας της, μέσα σ’ έναν κόσμο πολύ διαφορετικό. Οι απειλές και οι προκλήσεις είναι ασύμμετρες και το μέτωπο του αγώνα δεν είναι για τον καθένα τόσο σαφές και ευδιάκριτο. Οι εχθροί δεν είναι μόνο στα σύνορα. Είναι και στα μετόπισθεν. Στην αποδιοργάνωση, την ανεπάρκεια και την απαξίωση του κράτους. Στην κραιπάλη των κομματαρχών και την αναξιοκρατία. Στη διαφθορά, τη μικρόνοια, την καταστροφή της ελληνικής παιδείας. Στην εξωτερική, πολιτική αλλά και ιδεολογική, υποτέλεια. Στη σύγχυση και τον αυτοφενακισμό. Στην αναπαραγωγή και αναγωγή σε επίσημη πολιτική ύπουλων, διεθνιστικών δήθεν, ιδεολογημάτων για την υπόσκαψη του έθνους και της πατρίδος και την προαγωγή ενός ψευδώνυμου «οικουμενισμού». Ο τελευταίος επιδίδεται ύπουλα σε συστηματική κατάχρηση των ιερών ιδεών και συναισθημάτων για παγκόσμια κατανόηση, συνεργασία, φιλία και αλληλεγγύη. Συγχέει σκοπίμως την παγκοσμιότητα της τεχνολογίας και την παγκόσμια οικονομία με την παγκοσμιοποίηση ως συγκεκριμένη πολιτική, που ασκείται από το διεθνές χρηματιστικό κεφάλαιο για τους δικούς του ιδιοτελείς, ολιγαρχικούς, αντεθνικούς, αντικοινωνικούς και αντιδημοκρατικούς σκοπούς.
Το μέτωπο του αγώνα δεν είναι επομένως μόνο στα φυσικά σύνορα. Είναι ταυτοχρόνως στην οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική πρόοδο, στην παιδεία, την επιστήμη, τον πολιτισμό, τη διεθνή παρουσία και συμμετοχή, στην κατανόηση των όσων συμβαίνουν γύρω μας και των όσων προμηνύει το μέλλον.
Ο απολογισμός στο μεγάλο αυτό μέτωπο είναι, δυστυχώς, απογοητευτικός. Αυτοί που έπρεπε να είναι σηματωροί του μέλλοντος δεν φάνηκαν άξιοι της αποστολής τους. Έλειψε τραγικά ο στρατηγικός σχεδιασμός για την ανάπτυξη και το μέλλον της χώρας. Ακόμη και η στρατηγική επιλογή της εντάξεως της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, και αργότερα στην Ευρωζώνη, αφέθηκε να εξελιχθεί στη σημερινή κατάσταση, ανεξάρτητα από τις δομικές αντιφάσεις της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, μετά την ταύτισή της με την παγκοσμιοποίηση. Για την τελευταία, η Ελλάδα, ως ο πιο αδύνατος κρίκος της, θα έπρεπε λογικά να είναι η πρώτη που θα προέτασσε επιφυλάξεις και αντιδράσεις. Αντιθέτως όμως, συνέπλευσε πλήρως. Αφέθηκε να πιστέψει ότι είχε εξασφαλίσει ευρωπαϊκή ασπίδα προστασίας και κατέστησε επίσημη πολιτική την αυτοπροβολή της ως «πρωτοπορείας» για μια υπερεθνική Ευρώπη και μια «πολυπολιτισμική» κοινωνία στο πνεύμα της παγκοσμιοποίησης.

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΓΙΑ ΕΘΝΙΚΗ
ΑΠΟΔΟΜΗΣΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ ΚΑΙ ΣΤΟ ΚΡΑΤΟΣ
Η πρώτη και δεύτερη κυβέρνηση Σημίτη, στις οποίες διεδραμάτισε προεξάρχοντα ρόλο και ο σημερινός πρωθυπουργός, εγκαινίασε απροκάλυπτα πολιτική εθνικής αποδομήσεως, με άλλοθι την Ευρώπη, που απαιτούσε δήθεν υπερεθνική εξέλιξη, και σύνθημα τη μετατροπή της Ελλάδος σε «πολυπολιτισμική κοινωνία». Η τελευταία παρουσιάσθηκε, με τη βοήθεια προθύμων διανοουμένων του καθεστώτος και της παγκοσμιοποίησης, ως «πρωτοπορεία» και προεβλήθη στα μαζικά μέσα επικοινωνίας με ορυμαγδό προπαγάνδας. Η άκρως επείγουσα ανάγκη της παιδείας για εκσυγχρονισμό και οι διαθέσιμοι πόροι του πακέτου Ντελόρ αξιοποιήθηκαν για την υπονόμευση της ελληνοκεντρικής παιδείας και την εισαγωγή σ’ αυτήν της νέας «σύγχρονης» ιδεολογίας της «πολυπολιτισμικής» κοινωνίας.
Είναι όμως προφανές ότι οποιαδήποτε προπαγάνδα εθνικής αποδομήσεως σε μια κοινωνία που παραμένει εθνικά συμπαγής και ομοιογενής είναι καταδικασμένη σε αποτυχία. Συγκρούεται με την απτή, καθημερινή πραγματικότητα.
Η μετατροπή της χώρας σε «πολυπολιτισμική» κοινωνία έχει ανάγκη από δημογραφικό υπόβαθρο. Από δημογραφικές αλλαγές στην κοινωνία.
Το άνοιγμα των συνόρων και η ανοχή στη λαθρομετανάστευση αποτελεί για τον λόγο αυτό αναγκαίο όρο για την εθνική αποδόμηση και την προώθηση της «πολυπολιτισμικής κοινωνίας». Έτσι εξηγείται η παράδοξη ανοχή και «πρωτοπορεία» των ελληνικών κυβερνήσεων απέναντι στη λαθρομετανάστευση, για την ανοχή της οποίας έσπευσαν να επιστρατεύσουν και να παραχαράξουν μέχρι και τον Ισοκράτη, τον Ξένιο Δία και τις οικουμενικές ανθρωπιστικές αξίες του Ελληνισμού. Δεν υπεστήριξε όμως ποτέ ο Ισοκράτης τον εποικισμό της Ελλάδος από ξένους πληθυσμούς, ούτε ο Ξένιος Ζευς έχει οποιαδήποτε σχέση με τη μαζική ανεξέλεγκτη λαθρομετανάστευση. Αναφέρεται στον μεμονωμένο ξένο, που έρχεται υπό οποιεσδήποτε συνθήκες στη χώρα και είναι τότε, προφανώς, υπό τη σκέπη των άγραφων και ιερών κανόνων της φιλοξενίας και του Ξενίου Διός.
Σε ό,τι αφορά τις ανθρωπιστικές αξίες του Ελληνισμού, αυτές ταυτίζονται, πράγματι, με τις αληθινές οικουμενικές αξίες. Η παγκοσμιοποίηση συγχέει, εκ του πονηρού, με ιδεολογική παραπλάνηση, τις αξίες αυτές με τους στόχους της. Οι τελευταίοι όμως, όπως ήδη αναφέρθηκε, δεν έχουν καμία σχέση με οικουμενικό ανθρωπισμό. Εκπορεύονται από σχεδιασμούς του χρηματιστικού κεφαλαίου για κυριαρχική επιβολή των αγορών, με τις γνωστές «αξίες» που τις χαρακτηρίζουν, ιδιαίτερα μέσα στο σημερινό ασύδοτο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Η παγκοσμιοποίηση προάγει τη λαθρομετανάστευση γιατί, πρώτ’ απ’ όλα, είναι μέσα στη λογική της δημιουργίας μιας ενιαίας παγκόσμιας αγοράς, που είναι η βασική της επιδίωξη. Γιατί, κατά δεύτερο λόγο, είναι ο καταλύτης με τον οποίο προωθείται η εθνική αποδόμηση και η μετάλλαξη μιας εθνικής κοινωνίας σε «πολυπολιτισμική». Γιατί, κατά τρίτο λόγο, προσφέρεται φθηνό εργατικό κόστος για τις πολυεθνικές, ανατρέπεται το υπάρχον ισοζύγιο μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας στην αγορά εργασίας και υπονομεύονται, στο όνομα της διεθνούς ανταγωνιστικότητας, ιστορικές κοινωνικές κατακτήσεις και εργατικά δικαιώματα.
Η μετάλλαξη της κοινωνίας από εθνική σε «πολυπολιτισμική» υποσκάπτει την έννοια και την αίσθηση της πατρίδος. Η τελευταία συσπειρώνει και εκφράζει μια συλλογική θέληση, που εμπνέεται από την ιστορία και τη μνήμη ενός λαού, την κοινή ταυτότητα, την οικειότητα και τον τρόπο ζωής, όπως και από την πίστη και τον αγώνα για ένα κοινό εθνικό μέλλον. Η λαθρομετανάστευση δεν πρέπει, τέλος, να συγχέεται με τη νόμιμη μετανάστευση. Η χώρα μας έχει μεγάλη ιστορική εμπειρία απ’ αυτήν και είναι γνωστό κάτω από ποιες συνθήκες και αυστηρούς ελέγχους έγινε. Η Ελλάδα αντιμετωπίζει δυστυχώς, σήμερα, το φάσμα μιας νέας μεταναστεύσεως, πολύ διαφορετικής ποιοτικά από τις προηγούμενες. Τη μετανάστευση νέων, επιστημόνων και παραγωγικών στελεχών, που υπό άλλες συνθήκες θα ήταν πολύτιμοι για την ανάπτυξη και την πρόοδο της χώρας.

Η ΕΘΝΙΚΗ ΑΠΟΔΟΜΗΣΗ
ΣΤΟΝ ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΕΚΦΡΑΣΘΗΚΕ ΩΣ ΑΝΑΓΚΗ «ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ»
ΣΤΗΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗ
Ειδικότερα στον χώρο της οικονομίας, η πολιτική της εθνικής αποδομήσεως εκφράσθηκε ως αναγκαία «προσαρμογή» στην παγκοσμιοποίηση. Ο επαγγελλόμενος και πράγματι αναγκαίος εκσυγχρονισμός δεν οδήγησε σε ουσιαστική ανασυγκρότηση του κράτους και σε εκσυγχρονισμό του πολιτικού συστήματος και των παραγωγικών δομών. Αντιθέτως, στο πνεύμα της παγκοσμιοποίησης, ιδεολογικοποιήθηκε και εγκατελείφθη οποιοσδήποτε στρατηγικός σχεδιασμός και εθνική στρατηγική για την ανάπτυξη και το μέλλον της χώρας.
Κοντά στις παλιές παθογένειες και τις ενδημικές εσωτερικές αδυναμίες, η χώρα αφέθηκε στον υποτιθέμενο αυτόματο πιλότο της ευρωπαϊκής και της παγκόσμιας αγοράς και υπέστη τις συνέπειες του άκριτου ανοίγματος των συνόρων της χώρας προς κάθε κατεύθυνση. Τα αποτελέσματα ήταν τραγικά και αντιμετωπίσθηκαν με τη συνήθη αλόγιστη προσφυγή στον εξωτερικό δανεισμό, που εξελίχθη σταδιακά σε ωρολογιακή βόμβα.
Το πάθημα δεν έγινε μάθημα. Το δόγμα της παγκοσμιοποίησης και του νεοφιλελευθερισμού, που εξακολουθεί να είναι κυρίαρχο στη σημερινή κυβέρνηση, καθηλώνει τη χώρα σε μια καταστροφική πορεία. Αντιμετωπίζεται ως μόνη διέξοδος η πολιτική της ακραίας λιτότητας και θεωρείται ως εντελώς ανορθόδοξη η άμεση, παράλληλη εφαρμογή μιας αναπτυξιακής πολιτικής, που θα είχε χαρακτηριστικά εθνικής στρατηγικής. Αναμένεται η «σωτηρία» από τις ξένες επενδύσεις που υποτίθεται ότι θα έρθουν μετά τη δημιουργία των «καταλλήλων συνθηκών» διεθνούς ανταγωνιστικότητας.
Εύγλωττη επιτομή της σημερινής καταστάσεως είναι η συμφωνία για την αναδιάρθρωση, κατά 50%, του ελληνικού χρέους και οι συναφείς στόχοι που θέτει. Προβλέπεται σχετικά η μείωση του εξωτερικού χρέους το 2020 σε ποσοστό 120% του ΑΕΠ. Το ποσοστό αυτό ήταν 127% το 2009, όταν άρχισε η θεραπεία-σοκ για ν’ ανακοπεί η πορεία προς τη χρεωκοπία. Με απλά λόγια, έπειτα από μια δεκαετία σκληρότατων θυσιών, την υποβάθμιση του βιοτικού επιπέδου, την κατάρρευση του χρηματιστηρίου, την υποθήκευση της δημόσιας περιουσίας με στόχο την «αξιοποίηση»-ξεπούλημά της, την αναδιάρθρωση του χρέους κατά 50%, τον πολύ ενδεχόμενο αφελληνισμό των ελληνικών τραπεζών και την υποθήκευση της εθνικής κυριαρχίας και αξιοπρέπειας, το χρέος θα επανέλθει περίπου στα επίπεδα που ήταν το 2009.
Το «κατόρθωμα» αυτό είναι πρωτοφανές και δείχνει το μέγεθος των ευθυνών αυτών που απέτυχαν, κατά τόσο οικτρό τρόπο, να προασπίσουν τα ζωτικά συμφέροντα της χώρας. Το πλήγμα αυτό θέτει, επιπλέον, τη χώρα σε θέση αδυναμίας, που μπορεί να βάλει σε πειρασμό επίβουλους γείτονες να την εκμεταλλευθούν.

Η ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ ΤΩΝ
ΑΓΩΝΩΝ, ΟΠΩΣ Η 28η
ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ, ΠΗΓΗ ΚΑΡΤΕΡΙΑΣ, ΦΡΟΝΗΜΑΤΙΣΜΟΥ ΚΑΙ
ΕΜΠΝΕΥΣΕΩΣ ΓΙΑ ΤΟΝ
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΛΑΟ
Ο ελληνικός λαός βρίσκεται στη χειρότερη στιγμή της ιστορίας του από τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο και την ξένη κατοχή. Ίσως μάλιστα η θέση του να είναι ακόμη χειρότερη σήμερα, γιατί αντιμετωπίζει μια ύπουλη προσπάθεια εθνικής αποδομήσεως, παράλληλα με την υφαρπαγή του εθνικού του πλούτου, την αποεθνικοποίηση της οικονομίας του και τη φαλκίδευση της ανεξαρτησίας και κυριαρχίας του.
Στο πνεύμα αυτό, ο εορτασμός της εθνικής επετείου αποκτά ένα εντελώς νέο νόημα. Είναι μια ευκαιρία για εθνικό επαναπροβληματισμό για τα θεμελιώδη, που απειλούνται σήμερα. Είναι επίσης μια ευκαιρία για σκέψη για τα εθνικά αυτονόητα. Γιατί πολέμησε ο ελληνικός λαός στην Πίνδο και, στη συνέχεια, στην Αντίσταση; Προφανώς, για να διαφυλάξει την πατρίδα του, την ελευθερία του, την εθνική του ανεξαρτησία, ταυτότητα και ιδιοπροσωπία.
Η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση εκπορεύθηκε από το κοινό όραμα των ευρωπαϊκών λαών για Ενωμένη Ευρώπη, με σεβασμό στην κυριαρχία του κάθε εθνικού κράτους, πέρα, βεβαίως, από εκείνη που κατατίθεται στο ευρωπαϊκό κοινόν, με βάση τις συνθήκες. Η σύγχυση της Ευρώπης με την παγκοσμιοποίηση, για την οποία φέρουν τεράστιες ευθύνες οι ευρωπαϊκές ηγεσίες, έδωσε μια πολύ επικίνδυνη εξέλιξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Την αφόπλισε από τις δυνατότητες που έπρεπε να έχει για να προστατεύει την προνομιακή θέση που πρέπει να έχουν τα μέλη της στην ευρωπαϊκή αγορά. Για να τα προστατεύει επίσης από τις διεθνείς κερδοσκοπικές επιθέσεις των ανεξέλεγκτων αγορών.
Στο πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα δεν μπορεί να διαπραγματεύεται θέματα εθνικής κυριαρχίας. Δεν μπορεί επίσης, όταν βλέπει πού πάει η Ευρώπη, να εξακολουθεί να πιστεύει ότι δεν χρειάζεται εθνική στρατηγική και στρατηγικός σχεδιασμός για την ανάπτυξή της και κυρίως για την ενίσχυση της παραγωγικής της δομής.
Το εθνικό μας κράτος δεν είναι παρωχημένο, όπως δεν είναι η εθνική μας ταυτότητα, η συνοχή της ελληνικής κοινωνίας, η ιστορία, η γλώσσα και ο πολιτισμός μας.
Γι’ αυτά αγωνίσθηκαν και θυσιάσθηκαν οι ήρωες της Πίνδου. Για την Ελλάδα, την ύπαρξή της, την υπερηφάνεια και το μέλλον της.
Αυτά πρέπει ν’ αποτελούν και σήμερα το μήνυμα της 28ης Οκτωβρίου και να εμπνέουν δύναμη και πίστη.


Σχολιάστε εδώ