Ο ΣΕΡ ΚΑΙ Ο ΠΡΟΛΕΤΑΡΙΟΣ…

Όπως και η πιο ουσιαστική αιτία της ασυμφωνίας που δημιουργούν τα αδιέξοδα είναι πάντα το ότι όλα δρομολογούνται, ελέγχονται και τιμολογούνται με βάση τον παραταξιακό παράγοντα και την κομματική γραμμή και που σε τελευταία ανάλυση αυτή είναι πάντα και η μήτρα που επωάζει την κάθε κρίση.

Και τα δύο βιβλία είναι γραμμένα από δύο εκ διαμέτρου αντίθετης πολιτικής τοποθέτησης συγγραφείς. Το ένα από τον Βασίλειο Μαρκεζίνη, μέλος της γνωστής πολιτικής οικογένειας, γεννημένος το 1944, στο τέλος του πολέμου, διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Αθήνας, αλλά κατάφορτος και από πανεπιστημιακές έδρες συγχρόνως στο Κέμπριτζ, στην Οξφόρδη, στο Παρίσι, στη Γάνδη του Βελγίου, στο Μόναχο, ενώ επίσης κατέχει έδρες και τιμητικές αναγνωρίσεις σε πανεπιστημιακές σχολές και παρόμοια ιδρύματα σχεδόν σε όλον τον κόσμο και επιπλέον το 2005 του έχει απονεμηθεί και ο τίτλος του «Σερ» από τη βασίλισσα της Αγγλίας για «εξαίρετες υπηρεσίες στις διεθνείς νομικές σχέσεις» και το βιβλίο του, που μόλις κυκλοφόρησε, τιτλοφορείται «ΟΙ ΕΠΤΑ ΙΔΕΕΣ ΓΙΑ ΠΙΘΑΝΗ ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ», με υπότιτλο της πρότασης «Και οι επτά Πυλώνες μιας αποτυχημένης Κυβέρνησης», από τις εκδόσεις «Α.Α. Λιβάνη», εστιάζοντας το ενδιαφέρον του στο ελληνικό πρόβλημα.

Και το άλλο βιβλίο είναι του Νίκου Μπογιόπουλου, αυτός γεννημένος το 1967, αρχίζοντας τα πρώτα του βήματα με τη φλογέρα από την «Ιτιά» να σιγοντάρει τις ερπύστριες της Χούντας, δηλαδή κατά 23 χρόνια νεότερος από τον προαναφερθέντα και το σημειώνω επειδή αυτό το χρονικό μεσοδιάστημα υπήρξε για πολλούς καθοριστικό για την ιδεολογική τους τοποθέτηση.

Πιθανότατα ο δεύτερος γνωστός σας και από τις τακτικές και συνήθως μαχητικές παρουσίες σε δημοσιογραφικά «πάνελ». Δουλεύει στον «Ριζοσπάστη» και έχει σπουδάσει στο οικονομικό τμήμα του Πανεπιστημίου της Αθήνας, χωρίς να είμαι σε θέση να σας πληροφορήσω αν είναι ενήμερη για την ύπαρξή του η βασίλισσα της Αγγλίας για ενδεχομένως μελλοντική διάκριση. Το βιβλίο του, που κι αυτό μυρίζει ακόμα μελάνι, τιτλοφορείται «ΕΙΝΑΙ Ο ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟΣ, ΗΛΙΘΙΕ» και ο θυμός του απευθύνεται σ’ αυτούς που δεν έχουν εντρυφήσει στις ευγενικές προθέσεις του καπιταλισμού, γι’ αυτό υπάρχει και εδώ ο υπότιτλος επί του εξωφύλλου, δηλαδή «Οι υπαίτιοι της κρίσης και το χρέος της ανατροπής τους» και «Μια ευγενική απάντηση στους Πραιτωριανούς των ΜΝΗΜΟΝΙΩΝ», επίσης των εκδόσεων «Α.Α. Λιβάνη», που το υπογραμμίζω για την υποχρέωση της ουδετερότητας που πρέπει να έχει στις επιλογές του ένας εκδοτικός οίκος, ανεξάρτητα από τις όποιες δικές του τοποθετήσεις.

Και δεν χρειάζεται να πω ότι και μόνο αν βάλεις μπροστά σου το ένα βιβλίο δίπλα στο άλλο, θα έλεγες, άσχετα με το τελικό αποτέλεσμα, ότι το ενδιαφέρον που παρουσιάζουν, μοιάζει με ξιφομαχία δεξιοτεχνίας επιπέδου Σκαραμούς, μεταξύ ενός «Σερ» και ενός «Προλετάριου» και μάλιστα μέσα στις αναβράζουσες οικονομικές συνθήκες που αντιμετωπίζουμε κάθε ημέρα, χωρίς ούτε τις αγωνίες μας να μπορούμε να συγκρατήσουμε, ούτε τις ελπίδες μας να ενισχύσουμε για μια πιθανή «αναγέννηση από τους αποτυχημένους πυλώνες» όπως μας τους αναλύει χωρίς δυσκολονόητες πανεπιστημιακές μεγαλοστομίες που κάποτε τις συνήθιζε και ο αείμνηστος πατέρας του «Σερ». Αλλά και όπως το ίδιο ισχύει και για τον έτερο των «ξιφομάχων» που, λόγω και της νεαρότερης μαχητικής ιδιοσυγκρασίας, δεν απουσιάζει και το υποφώσκον χιούμορ που το εκτιμώ ιδιαίτερα, όπως και από τον «Σερ» δεν απουσιάζει η λάμπουσα και φλεγματική θα την έλεγα σχολαστική διατύπωση, ικανή να είναι προσεγγίσιμη και από τον πιο αμύητο αναγνώστη.

Διατρέχοντας το πρώτο μέρος του βιβλίου του κ. Μαρκεζίνη, παρακολουθεί μια ψύχραιμη και αντικειμενική ανατομία των αφορμών που μας οδήγησαν στη σημερινή απελπιστική μας κατάσταση, διατυπωμένη χωρίς εμπάθειες και αντιπολιτευτικούς παλικαρισμούς σχετικά με την παραπληροφόρηση και τις εσφαλμένες προβλέψεις που δεν μας άφησαν να ξέρουμε στο πού πάμε, έτσι ώστε να φτάσουμε στα σημερινά ολέθρια αποτελέσματα που οι δρόμοι να θυμίζουν Βαστίλλη και Γαλλική Επανάσταση και τυχερός που απουσιάζουν οι Μαρίες Αντουανέτες για να μην πληρώσουν πάλι αυτές τα σπασμένα. Και ακόμη η επισήμανση για την «έλλειψη σχεδιασμού», δείγμα κυβερνητικής ανικανότητας, όπου «οι πολιτικοί μας είναι ασυναγώνιστοι στο να παρουσιάζουν τις προσωπικές τους βλέψεις ως γενικά ζητήματα αρχής, οδηγώντας τη χώρα στην εθνική κατάθλιψη». Πόσο σωστή και διακριτική η επιλογή της λέξης «κατάθλιψη» για την περιρρέουσα ατμόσφαιρά μας…

Να αντιγράψω ακόμα από το κεφάλαιο περί «Ευνοιοκρατίας» ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα: «Έτσι κατά έναν τρόπο φέρνει στο νου την Αικατερίνη τη Μεγάλη της Ρωσίας, ο πρωθυπουργός (εννοώντας τον κ. Παπανδρέου) έχει επιδείξει έντονη τάση να διορίζει στενούς φίλους του σε θέσεις-κλειδιά. Αντίθετα όμως με τα άτομα που διόριζε η Ρωσίδα αυτοκράτειρα, οι εν λόγω ”φίλοι” δεν διέθεταν κάποια αξιόλογα διαπιστευτήρια, ούτε και είχαν κάποια ιδιαίτερη επιτυχία στην προηγούμενη σταδιοδρομία τους. Σε μία ή δύο περιπτώσεις, δεν είχαν καν σταδιοδρομία»…

(Κάποιες επιστολές με «καλημερίσματα» δημοσιευμένες στο «ΠΑΡΟΝ» μάς θυμίζει αυτό το τελευταίο, αλλά να μη στεκόμαστε τώρα σε λεπτομέρειες όχι και τόσο ευχάριστες…)

Περισσότερο δηκτικοί, όπως το προανέφερα, οι τίτλοι των κεφαλαίων του ογκωδέστερου βιβλίου του Νίκου Μπογιόπουλου, με τις 476 σελίδες του, αναφέροντας ενδεικτικά μερικούς από αυτούς με θέμα και εδώ τη γενική μας κατάσταση, αλλά στη δική του περίπτωση με περισσότερο τονισμένη την πολιτική του τοποθέτηση, όπως για παράδειγμα: «Όλοι για τον καπιταλισμό κι αυτός για τον εαυτό του» ή το «Πόσοι φτωχοί παράγουν έναν πλούσιο» αναφέροντας ενδεικτικά ότι στην Αμερική τη χρονιά που οι οικονομικοί όμιλοι αύξησαν τα κέρδη τους κατά 335%, προχώρησαν σε 821.000 απολύσεις εργαζομένων, το «Η φιλανθρωπία είναι μπίζνες» (που το υπογράφω και με τα δύο τα χέρια), το περί «Γερμανίας και το περίστροφο στο τραπέζι» (μόνο που δεν προλάβαμε να το βγάλουμε πρώτοι), το «Ασφαλιστικό ίσον λεηλασία με δυόμισι κατοχές» (και με περισσότερο απάνθρωπη την καταδίκη σε θάνατο αντί της οφειλόμενης τιμής στον πατέρα και τη μητέρα) και το «Περνάμε καλά στην Ελλάδα» και που τελικά και που από μια φράση διαλεγμένη από τα 24 κεφάλαια του βιβλίου του κ. Μπογιόπουλου θα έφταναν για να το παίζει ισοβίως όπως εμφανίζεται αποστεωμένος ο Στάθης Ψάλτης στα κατά τόπους «Δελφινάρια»…

Το πρόβλημα βέβαια δεν είναι το πόσο «αναγνώσιμα» και πόσο «ρουφηχτή» τρέχει η διαδρομή τους από σελίδα σε σελίδα, όσο το ισόπαλο αποτέλεσμα της ξιφομαχίας που λέγαμε, αφού όταν τα κλείσεις και τα τοποθετήσεις σε κάποιο βολικό ράφι, αναρωτιέσαι, αφού τόσο πολύ συμφωνούν ένας Σερ και ένας Προλετάριος, εμείς γιατί τσακωνόμαστε και άδικα χαλάμε τις καρδιές μας;


ΑΠΟ ΤΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΠΑΝΤΟΣ ΚΑΙΡΟΥ
ΚΑΙ ΠΑΣΗΣ ΑΝΟΧΗΣ…

• ΕΠΕΙΔΗ, λόγω μακράς θητείας, πολλά τα βλέπω λιγάκι «σεναριακά» και «κινηματογραφικά», φαντάζομαι όταν πριν από κάποια χρόνια ο Γεράσιμος Αρσένης βρέθηκε με αιφνιδιαστική απόφαση του Ανδρέα Παπανδρέου «εκτός τρένου» και χωρίς την υπουργική πολυθρόνα του Τσάρου της Οικονομίας επειδή τόλμησε να έχει αντίθετη άποψη με τον Μεγάλο Αρχηγό, αν την έγραφα αυτή τη σκηνή για σενάριο κινηματογραφικής ταινίας, θα την περιέγραφα κάπως έτσι:
Η Λούκα, ιδιαίτερα περιποιημένη, περίπου ως Σκάρλετ Ο’Χάρα, καλοχτενισμένη, παρφουμαρισμένη, με ένα έξωμο βραδινό Ιβ Σεν Λοράν, λέμε τώρα, με χαμηλωμένα τα φώτα του κεντρικού πολυελαίου της τραπεζαρίας, ενώ θα ακούγεται από το στερεοφωνικό το «Φασινέσιον», να τον περιμένει ανοίγοντας ένα μπουκάλι σαμπάνια Ντον Περινιόν και να του λέει, μόλις εκείνος θα έμπαινε στις μαύρες του μέσα, άνευ υπουργικού χαρτοφυλακίου:
«Μη στενοχωριέσαι, Μάκη μου, η ζωή είναι μπροστά μας, θα το πάρουμε το αίμα μας πίσω…». Και για να επιβεβαιώσουν την αισιοδοξία τους θα τραγουδούσαν σε πρίμο-σεγόντο το «θα σ’ ανταμώσω στους μπαξέδες, τρεις του Σεπτέμβρη να περνάς»…
Ελπίζω κάπως έτσι να υποδέχτηκε και ο πρώην Τσάρος την εκπεσούσα Τσαρίνα Λούκα του, το βράδυ της περασμένης Τετάρτης, όταν και εκείνη δοκίμασε το ίδιο «κατέβασμα» από το τρένο, αυτή τη φορά από τον διάδοχο κληρονόμο κοντρολέρ του τρένου του ΠΑΣΟΚ, ύστερα και από το δικό της γενναίο «όχι» στις αποφάσεις του κάποτε «αδιαπραγμάτευτου» πράσινου, προς το λαχανοντολμαδί τώρα,ΠΑΣΟΚ!
Ίδια και ο Γεράσιμος, καλοκουρδισμένος, με ένα μαύρο κοστούμι Βαλεντίνο, με κολόνιες Ντιορίσιμο, με δύο ποτήρια Ντον Περινιόν στο χέρι, με το ίδιο «Φασινέσιον» στο στερεοφωνικό και με ένα φαρδύ σαν τον Πλαταμώνα χαμόγελο να της είπε:
«Όχι στενοχώριες, αγάπη μου, το έχουμε ξαναδεί το έργο, η ζωή είναι μπροστά μας, μαζί τρεις του Σεπτέμβρη θα τους ξανανταμώσουμε στους μπαξέδες…».
Αλλά η Λούκα ήταν απαρηγόρητη:
«Με τι τραγούδι, Γεράσιμε, αφού η ”τρόικα” μας πήρε και τους μπαξέδες…».
• ΕΠΕΙΓΟΝΤΩΣ μέσα στα προοδευτικά σχέδια που καταστρώνει η υπουργός Παιδείας κ. Άννα Διαμαντοπούλου είναι το να εφοδιάσει τους 300 «υπηρέτες του λαού» της Ελληνικής Βουλής με τα λεξικά της καθομιλουμένης λαϊκής και τρέχουσας γλώσσας, όπως δηλαδή το «Λεξικό της πιάτσας» του Βρασίδα Καπετανάκη, το «Γλωσσάρι των παιδιών της πιάτσας» του Νίκου Τσιφόρου και τα άκρως ακαταλαβίστικα «Καλιαρντά» του Ηλία Πετρόπουλου, για την εκμάθηση των οποίων πιθανόν να χρειαστούν και νυχτερινά σχολεία και απελευθερωμένοι καθηγητές. Διότι μετά τον σκυλοκαβγά του πανεπιστημιακού κ. Βενιζέλου αποκαλώντας «τζάμπα μάγκα» τον κ. Τσίπρα, την «Ομερτά» του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ και τα «γομάρια» του κ. Ροντούλη, όταν θα μιλάει ένας «νεοτεριστής» βουλευτής, θα χρειάζονται και επεξηγηματικοί υπότιτλοι στη μικρή οθόνη, ενώ από τη θέση της θα φωνάζει η κ. Λιάνα Κανέλλη «Γράμματα χασάπηδες της φραντζόλας του ελληνικού λαού».

ΠΑΡΑΜΕΝΟΥΣΑ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ

Θα ήμουν ασυγχώρητος αν είχα αγνοήσει την προχθεσινή επέτειο της καθολικής μας άρνησης να συμμαχήσουμε πριν από 71 χρόνια με τον φασιστικό άξονα του ’40, μέχρι που είχα διαλέξει και ένα καταπληκτικό σκίτσο του μέγιστου Φωκίωνα Δημητριάδη, αναφερόμενο στο Αλβανικό Έπος. Είναι όμως τόσο ηχηρό το «ΟΧΙ» των τωρινών καιρών μας, ώστε να έχει, έστω και προσωρινά, το προβάδισμα από εκείνο το μεγάλο «ΟΧΙ» που το έχουμε επί τόσες δεκαετίες τιμήσει.
Άσχετα αν μερικοί επιλήσμονες φέρθηκαν τόσο ανάρμοστα στον οριζοντιωμένο «άγνωστο πρόγονό μας» στις πρόσφατες αψιμαχίες τους για την άλωση της Βουλής, φορώντας μαύρες κουκούλες στερώντας μας την ευκαιρία να τους θυμόμαστε.


Σχολιάστε εδώ