Καταλύουν το Σύνταγμα σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα
Ούτε λίγο ούτε πολύ πάνω από 11 «σκαστές» παραβιάσεις του Συντάγματος περιέχει αυτό το «περιβόλι αντισυνταγματικότητας» που κατάντησε να επιβάλλει στους βουλευτές του ο Γιώργος Παπανδρέου. Σε σημείο που να τίθεται πλέον ζήτημα εφαρμογής και του άρθρου 120 του Συντάγματος, του παλιού 1-1-4! Γι’ αυτό σήμερα ζούμε μέρες 1965 και βάλε, που ο κόσμος στους δρόμους ζήταγε από τους αποστάτες να φύγουν κακήν κακώς.
Ας δούμε τα «μαργαριτάρια» της αντισυνταγματικότητας, όπως τα έθεσαν στη Βουλή ο Προκόπης Παυλόπουλος, ο Μάκης Βορίδης, ο Παναγιώτης Λαφαζάνης αλλά και το Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής στην εμπεριστατωμένη –πρώτη φορά η έκθεσή του είναι σχεδόν μεγαλύτερη από το νομοσχέδιο– τεκμηρίωσή του.
1. Στο άρθρο 1 παρ. 2 και 10 προβλέπονται μειώσεις των συντάξεων του Δημοσίου και άλλων ασφαλιστικών φορέων. Οι μειώσεις αυτές είναι αντίθετες προς το Σύνταγμα –αφού παραβιάζουν την αξία του ανθρώπου και το κοινωνικό κράτος– αλλά και προς το άρθρο 1 του Πρώτου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
2. Στο άρθρο 2 παρ. 3 και 4 προβλέπονται μειώσεις των επικουρικών συντάξεων και των εφάπαξ βοηθημάτων. Οι μειώσεις αυτές, ως παντελώς αυθαίρετες, είναι αντίθετες προς το Σύνταγμα, επειδή παραβιάζουν ευθέως την αρχή της ισότητας (άρθρο 4 παρ. 1).
3. Στο άρθρο 5 προβλέπεται η θεσμοθέτηση του «κρατικού υπαλλήλου» και της «κινητικότητας». Αυτό είναι αντίθετο προς το Σύνταγμα (άρθρο 103) αφού:
α. Ο «κρατικός υπάλληλος» δεν ανήκει στις κατηγορίες προσωπικού που αναγνωρίζει το Σύνταγμα.
β. Προσκρούει στις εγγυήσεις για την απόσπαση και τη μετάθεση των δημόσιων υπαλλήλων, στο μέτρο που υποκαθιστά τα συνταγματικώς κατοχυρωμένα υπηρεσιακά συμβούλια από μια ενιαία κεντρική τριμελή επιτροπή, επιλογής του «κ. υπουργού».
4. Στα άρθρα 7 και 28 προβλέπεται ο τρόπος κατάταξης των υπηρετούντων δημόσιων υπαλλήλων στη βαθμολογική κλίμακα. Αυτός ο τρόπος κατάταξης, παντελώς αυθαίρετος, παραβιάζει τη συνταγματικώς κατοχυρωμένη αρχή της ισότητας, ιδίως ως προς το ζήτημα του ελάχιστου χρόνου παραμονής στον κάθε βαθμό.
5. Στο άρθρο 31 παρ. 9 προβλέπεται η κατάργηση κάθε γενικής ή ειδικής ρήτρας ή όρου συλλογικής σύμβασης εργασίας που καθορίζει αποδοχές, πρόσθετες αμοιβές κ.λπ. Η κατάργηση αυτή είναι, κατά πρώτο λόγο, αντισυνταγματική, ως αντίθετη προς τα άρθρα 22 παρ. 2 και 3 και 23 παρ. 1 του Συντάγματος. Και, κατά δεύτερο λόγο, αντίθετη προς 4 Διεθνείς Συμβάσεις Εργασίας. Επιπλέον παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας, που κατοχυρώνει το άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος.
6. Στο άρθρο 33 προβλέπεται, γενικώς, η προσυνταξιοδοτική διαθεσιμότητα. Η διαθεσιμότητα αυτή καθορίζεται, αποκλειστικώς, με ηλικιακό κριτήριο. Αλλά αυτό ωθεί στην έξοδο, αδιακρίτως, ό,τι καλύτερο διαθέτει σήμερα η δημόσια διοίκηση από πλευράς στελεχικού δυναμικού. Έτσι όμως αποδιοργανώνεται η δημόσια διοίκηση, πράγμα που δυναμιτίζει την ομαλή συνέχειά της και προσβάλλει το δημόσιο συμφέρον.
7. Στο άρθρο 33 παρ. 12 προβλέπεται ο τρόπος επιλογής προϊσταμένων οργανικών μονάδων που κενώνονται λόγω προσυνταξιοδοτικής διαθεσιμότητας. Επειδή η επιλογή αυτή γίνεται με απλή υπουργική απόφαση, αυτό είναι καταφανώς αντίθετο προς τις συνταγματικώς κατοχυρωμένες αρχές της ισότητας, της αντικειμενικότητας και της αμεροληψίας.
8. Στο άρθρο 34 παρ. 1 εδ. ε’ προβλέπεται η εφεδρεία για τους εργαζόμενους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου στον ευρύτερο δημόσιο τομέα. Όπως όμως η εφεδρεία αυτή οργανώνεται, είναι αντίθετη προς τις ρυθμίσεις του ευρωπαϊκού δικαίου. Και, ειδικότερα, προς τις ρυθμίσεις της οδηγίας 75/29 περί ομαδικών απολύσεων.
9. Στο άρθρο 35 παρ. 4 προβλέπεται η ανάθεση της αξιολόγησης των δημόσιων υπαλλήλων σε ιδιώτες εξωτερικούς συμβούλους. Τούτο όμως προσβάλλει προδήλως τις συνταγματικώς κατοχυρωμένες αρχές της λαϊκής κυριαρχίας και της διάκρισης των εξουσιών.
Διότι η αξιολόγηση των δημόσιων υπαλλήλων αφορά το δημόσιο συμφέρον και πρέπει να γίνεται από κρατικά όργανα, επειδή συνδέεται αναποσπάστως με τον σκληρό πυρήνα του κράτους και, συγκεκριμένα, της δημόσιας υπηρεσίας.
10. Στο άρθρο 37 προβλέπεται η προτεραιότητα των επιχειρησιακών συλλογικών συμβάσεων, πράγμα αντίθετο προς το Σύνταγμα που κατοχυρώνει τη συλλογική αυτονομία. Και, μεταξύ άλλων, την κήρυξη συλλογικής σύμβασης εργασίας ως υποχρεωτικής, εφόσον συντρέχουν οι προβλεπόμενοι όροι, ιδίως δε να δεσμεύουν τουλάχιστον το 50% των εργαζομένων.
Με αποτέλεσμα να γεννάται θέμα με το δημόσιο συμφέρον, το οποίο επιτάσσει την ύπαρξη ομοιόμορφων όρων εργασίας σε συγκεκριμένο επαγγελματικό τομέα και την προστασία της συλλογικής ρύθμισης από τον ανεπιθύμητο ανταγωνισμό εκ μέρους επιχειρήσεων που δεν δεσμεύονται αμέσως από τη σύμβαση εργοδοτών και εργαζομένων. Άρα ο ανταγωνισμός των μη συνδικαλισμένων απειλεί την αποτελεσματικότητα της συλλογικής σύμβασης εργασίας.
11. Στο άρθρο 38 προβλέπεται η μείωση του αφορολογήτου ορίου στα 5.000 ευρώ. Τούτο όμως είναι αντίθετο προς το Σύνταγμα, που κατοχυρώνει την ισότητα ενώπιον των φορολογικών βαρών –άρθρο 4 παρ. 5– διότι: Η μείωση του αφορολογήτου ορίου στα 5.000 –από 8.000 ευρώ που είναι σήμερα– βρίσκεται κάτω ακόμη και από το κατώφλι της φτώχειας, όπως αυτό ορίζεται από τα στοιχεία της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής (Δεκέμβριος 2010 με αναφορά στο 2008) που είναι 6.897 ατομικά και 14.484 για το ζευγάρι. Υπάρχει πάγια νομολογία του γερμανικού συνταγματικού δικαστηρίου, το οποίο ορίζει ότι δεν μπορεί το αφορολόγητο να είναι χαμηλότερο από το ελάχιστο όριο επιβίωσης του φορολογουμένου (existenxminimum), όπως επιβάλλεται από την αρχή του σεβασμού της αξίας του ανθρώπου, της προστασίας της οικογένειας και του παιδιού και την αρχή της προστασίας του κοινωνικού κράτους.
Από τη στιγμή που το κράτος υποχρεούται να διασφαλίσει για τους πολίτες, που δεν διαθέτουν ίδια μέσα, τις ελάχιστες προϋποθέσεις για μια διαβίωση που προσιδιάζει στον σεβασμό της αξίας του ανθρώπου, θα ήταν παράλογο να τους αφαιρεί αυτό που πρέπει να τους επιστρέψει υπό μορφή παροχών κοινωνικής πρόνοιας.
Με βάση όλα αυτά, που τεκμηριώνει όχι μόνον η θεωρία αλλά και η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, ας είναι βέβαιοι τόσο οι δημόσιοι υπάλληλοι όσο και οι υπάλληλοι του ιδιωτικού τομέα: Η αυθαιρεσία δεν θα περάσει. Υπάρχει Δικαιοσύνη που θα προστατεύσει τους εργαζομένους από την επιδρομή στη σταδιοδρομία τους και το εισόδημά τους. Μόνο να μην πέσουν θύματα των «εργατολόγων» των καναλιών, δηλαδή των «εργολάβων» της αγωνίας τους. Και εδώ μπορεί να παίξει μεγάλο ρόλο ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών. Ο πρόεδρός του, ο κ. Γ. Αδαμόπουλος, έχει δώσει θετικά δείγματα γραφής. Περιμένουμε να τα ολοκληρώσει.