ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΡΕΟΣ: ΚΟΥΡΕΜΑ ΜΕ ΤΗΝ ΨΙΛΗ ΜΗΧΑΝΗ;

Για τον λόγο αυτόν μοναδική λύση προβάλλει σήμερα το «κούρεμα» του δημοσίου χρέους. Είναι μια λύση που έχει δοκιμαστεί σε πάρα πολλά κράτη μέχρι τώρα και είναι βέβαιο ότι θα ελαφρύνει το βάρος του χρέους, θα μειωθούν δραστικά οι δαπάνες εξυπηρέτησής του, τα περίφημα τοκοχρεολύσια.

Στη Σύνοδο Κορυφής της 21ης Ιουλίου, όπως είναι γνωστό, αποφασίστηκε το «κούρεμα» του δημοσίου χρέους κατά 21% και ο ετεροχρονισμός της εξόφλησής του, ώστε να καταστεί βιώσιμο. Ήδη όμως η απόφαση αυτή, για την οποία η κυβέρνηση πανηγύρισε σφόδρα παρουσιάζοντάς τη ως μεγάλη διαπραγματευτική της επιτυχία, έχει ξεπεραστεί και θεωρείται ανεπαρκής για την αντιμετώπιση του ελληνικού προβλήματος. Για τον λόγο αυτόν συζητείται ευρέως πλέον ότι η μείωση του χρέους πρέπει να φτάσει στο 50% για να μπορέσει να καταστεί διαχειρίσιμο. Για να καταφέρει με αυτόν τον τρόπο η ελληνική οικονομία να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις μιας ανάκαμψης σε σύντομο σχετικά χρονικό διάστημα. Ας δούμε όμως τις συνέπειες που θα έχει η μείωση αυτή του χρέους («κούρεμα») γενικά για την ελληνική οικονομία και τον ελληνικό λαό. Το «κούρεμα» κατά 21% θα έχει πολύ περιορισμένες συνέπειες, καθώς ήδη οι χρηματογορές έχουν υποτιμήσει την αξία των ελληνικών ομολόγων και σε μεγαλύτερο ποσοστό μάλιστα. Έτσι η ζημιά που θα προκληθεί στους ομολογιούχους (τράπεζες, ασφαλιστικά ταμεία, θεσμικούς επενδυτές, ιδιώτες κ.λπ.) θα είναι ελάχιστη και θα αντιμετωπιστεί εύκολα. Η αναδιάρθρωση του χρέους με μείωση κατά 21% και ετεροχρονισμό της εξόφλησής του θα έχει ελεγχόμενες συνέπειες, εύκολα αντιμετωπίσιμες και δεν θα αποτελέσει πιστωτικό γεγονός, δηλαδή δεν θα αποτελέσει κανενός είδους ελεγχόμενη χρεοκοπία της Ελλάδος.

Αντίθετα, η μείωση κατά 50% και άνω, αποτελεί πιστωτικό γεγονός ή, αν προτιμάτε, χρεοκοπία, όχι όμως πτώχευση του ελληνικού κράτους. Οι συνέπειες θα είναι βαρύτερες, όπως εύκολα μπορεί να κατανοήσει κανείς. Οι ομολογιούχοι που κατέχουν ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου θα χάσουν φαινομενικά το μισό από το κεφάλαιό τους. Όμως αυτή η ζημιά ήδη έχει υπερκαλυφθεί από τους τόκους που επί τόσα χρόνια εισπράττουν από το ελληνικό κράτος. Αυτό φυσικά ισχύει για τους παλαιούς ομολογιούχους που επί χρόνια κατέχουν κρατικά ομόλογα.

Όμως οι νέοι ομολογιούχοι, όπως είναι το ΔΝΤ, τα κράτη της ΕΕ που μας δάνεισαν και η ΕΚΤ, αν συμπεριληφθούν στη μείωση του χρέους, θα έχουν αρκετή ζημιά, δεδομένου ότι κρατούν στα χέρια τους ομόλογα ύψους 64 δισ. ευρώ. Και καθόσον αφορά το ΔΝΤ αυτό αποτελεί προνομιούχο πιστωτή, σύμφωνα με τις διεθνείς συμβάσεις και γλιτώνει από το «κούρεμα».

Όμως οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και η ΕΚΤ, που συμμετείχαν στην προσπάθεια στήριξης της ελληνικής οικονομίας («τρόικα»), ασφαλώς θα ζημιωθούν, καθώς δεν έχουν μέχρι τώρα εισπράξει τόκους.

Εκείνο που έχει μεγάλο ενδιαφέρον όμως για την Ελλάδα είναι οι επιπτώσεις που θα προκαλέσει η μείωση του χρέους κατά 50% και ο ετεροχρονισμός της εξόφλησής του. Οι λεγόμενοι θεσμικοί επενδυτές, δηλαδή τράπεζες, ασφαλιστικά ταμεία, αμοιβαία κεφάλαια, θα έχουν σημαντικές ζημιές. Δεδομένου ότι οι τράπεζες κατέχουν ομόλογα ύψους περίπου 35 δισ. ευρώ, η ζημιά τους θα φτάσει στα 17 δισ. Τα ασφαλιστικά ταμεία κατέχουν ομόλογα ύψους 15 δισ. και επομένως η ζημιά τους θα είναι της τάξης των 7-8 δισ. Για τους υπόλοιπους θεσμικούς επενδυτές δεν υπάρχουν ασφαλή στοιχεία για το ύψος των ομολόγων που κατέχουν, επομένως δεν μπορεί να υπολογιστεί και η ζημιά τους.

Οι ιδιώτες ομολογιούχοι φυσικά θα χάσουν το ήμισυ του κεφαλαίου τους. Στην περίπτωση αυτή, οι τράπεζες θα υποχρεωθούν σε αύξηση του μετοχικού τους κεφαλαίου ή σε συγχωνεύσεις για να περιορίσουν όσο είναι δυνατόν τον κίνδυνο.

Όμως τα ασφαλιστικά ταμεία, που δεν έχουν αυτήν την ευχέρεια, θα πρέπει για να αποφύγουν την κατάρρευση να περιορίσουν τις παροχές τους στους ασφαλισμένους ή να λάβουν γενναίες επιχορηγήσεις από το ελληνικό Δημόσιο. Εάν περιοριστούν οι παροχές ακόμη περισσότερο (μειώσεις κυρίων και επικουρικών συντάξεων) αυτό θα προκαλέσει πλήρη εξαθλίωση των συνταξιούχων. Αντίθετα, αν το κράτος επιχορηγήσει γενναιόδωρα τα ασφαλιστικά ταμεία, τότε τα ελλείμματα του κρατικού προϋπολογισμού θα είναι τεράστια και θα αρχίσει και πάλι να διογκώνεται το δημόσιο χρέος και γρήγορα η χώρα μας θα επανέλθει στη σημερινή κατάσταση.

Για τον λόγο αυτό πολλοί συνιστούν «κούρεμα» περίπου 70% του χρέους και κυρίως αυτό υποστηρίζεται από τον υπουργό των Οικονομικών της Γερμανίας κ. Σόιμπλε. Αυτό το «κούρεμα» όμως με την «ψιλή μηχανή» θα ισοδυναμούσε με ανεξέλεγκτη χρεοκοπία της Ελλάδος και θα μετέθετε την ανάκαμψη της χώρας μας αρκετές δεκαετίες, εκτός εάν συνδυαζόταν με την αποχώρησή μας από την Ευρωζώνη και την επάνοδό μας στη δραχμή. Και η νομισματική μεταρρύθμιση να γίνει με προγραμματισμό και με χτύπημα της κερδοσκοπίας.

Οι τράπεζες, που έχουν συμφέρον για το ύψος του «κουρέματος», φαίνεται ότι υποστηρίζουν ένα «κούρεμα» της τάξης του 21% που περιορίζει τις ζημιές τους και δεν προκαλεί καμία αναταραχή στο τραπεζικό μας σύστημα. Και τώρα θα επικαλεστούμε μια δήλωση του Τζόζεφ Στίγκλιτς, νομπελίστα της οικονομίας, που προ ημερών σε άρθρο του σημείωνε τα εξής:

«Η Ελλάδα και η Ισπανία, με έξοδο τους από το ευρώ και κούρεμα του χρέους τους, θα ανακτούσαν την ανταγωνιστικότητα των οικονομιών τους, αλλά θα έφευγαν από τις αγορές». Το υπερβολικό «κούρεμα» που ζητά η κ. Μέρκελ και τα κράτη-μέλη που επηρεάζονται από τις απόψεις της, θα σημάνει την αποχώρησή μας από το ευρώ και επίσης και από τον δανεισμό από τις αγορές. Η κυβέρνηση έχει υποχρέωση να ζυγίσει σωστά και με περίσκεψη τις επιπτώσεις που θα έχει το όποιο ύψος του κουρέματος του δημοσίου χρέους μας.

Γιατί ένα στραβοπάτημα μπορεί να έχει τραγικές συνέπειες για τον ελληνικό λαό και για την εθνική μας ακεραιότητα.

Σήμερα η κυβέρνηση έχει αποδείξει ότι είναι προσκολλημένη στην πολιτική προστασίας των συμφερόντων των πιστωτών μας και υποπτευόμαστε ότι και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ακολουθεί μια πολιτική τμηματικής προσαρμογής της ΝΔ στη λογική και τις απαιτήσεις των αγορών. Αυτό μαρτυράει η στάση του κ. Σαμαρά απέναντι στις αποκρατικοποιήσεις, στην εφεδρεία και στις απεργίες των εργαζομένων, που είναι το μοναδικό όπλο που διαθέτουν. Αυτή η σύγκλιση κυβέρνησης-αξιωματικής αντιπολίτευσης οδηγεί αναπόφευκτα στην προστασία των πιστωτών μας και θα καταλήξει σε επιλογές φιλικές προς αυτούς, που θα σακατέψουν την ελληνική οικονομία και θα εξαθλιώσουν τους εργαζόμενους. Γι’ αυτό και οι ξένοι παράγοντες της ΕΕ και της Ευρωζώνης πιέζουν ασφυκτικά για μια συγκυβέρνηση που θα διασφαλίσει τα συμφέροντα των αγορών και των πιστωτών μας, ανεξάρτητα εάν αυτό θα σημάνει δεινά για τον ελληνικό λαό, περιορισμό των δημοκρατικών δικαιωμάτων μας και συρρίκνωση της εθνικής μας κυριαρχίας.

Δυστυχώς, η μερική παγκοσμιοποίηση που έχει επικρατήσει στην ομάδα των δυτικών οικονομιών έχει ανατρέψει πλήρως τα δεδομένα που εξασφαλίζουν τη βιωσιμότητα των ασθενών οικονομιών της Δύσης.

Με το δεδομένο αυτό, το ερώτημα που προβάλλει είναι: Συμφέρει την Ελλάδα η επάνοδος στη δραχμή και με ποιες προϋποθέσεις θα μπορέσει να πετύχει η χώρα μας την έξοδο από τη σημερινή οικονομική κρίση, η οποία δεν είναι μόνο κρίση χρέους, είναι περισσότερο συστημική και γενικότερα πολιτική; Η συστημική κρίση εκδηλώνεται πάντα με βίαιες συγκρούσεις, καθώς ένα σύστημα που πνέει το λοίσθια επιστρατεύει τη σύγκρουση με τη διαφωνούσα κοινωνία και το έγκλημα για τρομοκράτηση. Αυτό είναι ιστορικά αποδεδειγμένο και δυστυχώς προς τα εκεί οδηγείται ο πλανήτης.

Ο στραγγαλισμός των αδύνατων κρατών μόνο με βίαια μέσα μπορεί να εξασφαλίσει στο σύστημα μια μικρή περίοδο ζωής. Η πολιτική κρίση έγκειται στο γεγονός ότι σε όλα σχεδόν τα κράτη, εάν εξαιρέσουμε τη μητρόπολη του καπιταλισμού (ΗΠΑ), σήμερα υπάρχουν κυβερνήσεις κατώτερες των περιστάσεων, ψοφοδεείς και ανίκανες, ή κυβερνήσεις αφοσιωμένες στην εξυπηρέτηση του συστήματος.

Τώρα που μπαίνουμε στην τελική ευθεία για το «κούρεμα», μη υπαρχούσης πλέον ελληνικής κυβέρνησης (η κυβέρνησή μας βρίσκεται σε εφεδρεία) η ευθύνη του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης κ. Σαμαρά γίνεται ακόμα μεγαλύτερη, καθώς ως διακεκριμένος οικονομολόγος που είναι αντιλαμβάνεται πλήρως τις συνέπειες που θα έχει το ύψος του «κουρέματος».

Και πρέπει, αν διαφωνεί, να τηρήσει στάση αμετακίνητη για να μη θρηνήσουμε αργότερα πάνω στα ερείπια της ελληνικής οικονομίας και στην πλήρη εξαθλίωση του ελληνικού λαού.

Ο ελληνικός λαός (με εξαίρεση τους έχοντες και κατέχοντες υψηλά αξιώματα) και υπερήφανος είναι και εργατικός. Η εξουσία όμως τον έχει απαξιώσει. Κάποιος ηγέτης πρέπει να τον βάλει εκεί όπου του αξίζει.


Σχολιάστε εδώ