Χρειάζεται άλλη εθνική πολιτική τώρα
Δυστυχώς γι’ αυτήν και ακόμα δυστυχέστερα για εμάς, η κυβέρνηση αυτή βρέθηκε παγιδευμένη στα δίχτυα διεθνών δανειστών, κερδοσκόπων, συμφερόντων και εκβιαστών. Από τη μια, η εγγενής ανεπάρκειά της να αντεπεξέλθει σε πραγματικά δύσκολες συνθήκες και, από την άλλη, η ανεξήγητη αφέλεια της πίστης ότι η μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια θα βοηθήσει τη χώρα μας την οδήγησαν σε διασυρμό και βαθιά αναξιοπιστία. Προκαλεί από οίκτο έως και οργή (και αντιστρόφως) η εμφάνιση κυβερνητικών στελεχών που προσπαθούν να πείσουν ότι τα πράγματα, αν και είναι δύσκολα, κυλούν φυσιολογικά, ότι ελέγχουμε τις εξελίξεις και όλες οι δυσκολίες που έχουμε με την «τρόικα» και τους πολιτικούς προϊσταμένους της (τις κυβερνήσεις των χωρών-μελών της Ευρωζώνης, δηλαδή) αφορούν… τεχνικά ζητήματα που επιλύονται σήμερα αύριο. Οι γελοιότητες αυτές εκφέρονται σε δύο κυρίως τόνους:
Τον ήρεμο και ψιλοανάλγητο του παντελώς άγνωστου στην πολιτική και δημόσια ζωή (υπουργού μόνο λόγω της γνωριμίας του με τον Γ. Α. Παπανδρέου) κ. Μόσιαλου.
Και τον θρασύ, απειλητικό και εκβιαστικό τόνο του ευτραφούς καθηγητή που εδώ και χρόνια φαίνεται να θεωρεί έως και απαράδεκτο το ότι δεν είναι ακόμη πρωθυπουργός. Όταν μάλιστα σφίγγουν τα πράγματα και αντιλαμβάνεται (ή του λένε) ότι το παράκανε και πρέπει να πει και τίποτα ανθρώπινο, θυμίζει πόσο δημοφιλής ήταν, αλλά αποφάσισε να γίνει θυσία για το καλό της πατρίδας, κι ας χάσει τη δημοφιλία και το πολιτικό του μέλλον. Συγκινητικό μεν, αλλά δεν πιάνει, μια και είναι οφθαλμοφανές ότι ο κ. Βενιζέλος επενδύει στο «σύνδρομο της χρησιμότητας» που ελπίζει να επηρεάσει ή και να καταλάβει τους Έλληνες για να τον επιλέξουν ως επόμενη ηγετική λύση όταν με το καλό θα έχει φύγει ο σημερινός πρωθυπουργός. Να επικρατήσει, δηλαδή, η λογική που λέει «σημασία έχει ποιος κουβάλησε στην πλάτη του τα προβλήματα και ποιος διάλεξε να χωθεί στα δύσκολα», με αποτέλεσμα ο τολμηρός αυτός και αυτοθυσιασθείς για το καλό της πατρίδας να προβάλλει ως φυσικός της ηγέτης.
Αλλά ποια είναι αυτά τα δύσκολα και ποιος έφτασε τα πράγματα εδώ;
= Ποιος αποφάσισε την εκχώρηση των δικαιωμάτων της χώρας στους δανειστές και στους κερδοσκόπους;
= Ποιος αποφάσισε ότι δεν υπάρχει άλλη λύση πλην της με κάθε όρο συνεργασίας με την Ευρωζώνη και την «τρόικα»;
=Ποιος απέκλεισε άλλες λύσεις, χωρίς καν να τις συζητήσει και να γίνουν γνωστές τόσο στον πολιτικό κόσμο όσο και στον λαό; Διότι όλοι έχουν προσέξει ότι οι μόνες λύσεις που συζητούνται είναι η εφαρμογή του Μνημονίου, η εναρμόνιση με τις εντολές της «τρόικας» και οι επιπτώσεις που θα έχουμε αν δεν υποκύψουμε.
= Ποιος, λοιπόν, ευθύνεται για όλα αυτά;
Η κυβέρνηση μόνο, επιφανές μέλος της οποίας είναι ο καθηγητής Βενιζέλος.
Θα είχε ενδιαφέρον η διαμόρφωση και η καταγραφή μιας άλλης στάσης και πρότασης από στελέχη του ΠΑΣΟΚ και μέλη της κυβέρνησης που θα έλεγαν απλώς: «Όχι, ρε παιδιά, δεν μπορούμε να τα ξεφτιλίσουμε όλα. Ας δούμε αλλιώς τα πράγματα». Αυτή η στάση δεν διαμορφώθηκε ποτέ. Σποραδικές δειλές φωνές ακούστηκαν μόνο, που συμβιβάστηκαν και σιώπησαν λίγο αργότερα υπό το βάρος του επιχειρήματος: «Δεν μπορώ να πάρω την ευθύνη να πτωχεύσει η χώρα». Κατανοητό, αλλά η χώρα έχει ήδη πτωχεύσει μέσω αυτής της πολιτικής, ενώ συγχρόνως διασύρεται ανά τον κόσμο λόγω της συμπεριφοράς των μεγάλων φίλων και εταίρων της στην Ευρωζώνη.
Μέσα σε αυτό το κλίμα αποφάσισε, με ένα πολύ ενδιαφέρον (για τον τρόπο σκέψης των ευρωλάγνων γερμανοτραφών) άρθρο στην «Καθημερινή» της περασμένης Κυριακής, να απειλήσει τους πάντες ο πρώην πρωθυπουργός Κ. Σημίτης ότι πιθανή επιστροφή στη δραχμή θα είναι καταστροφή. Και ότι μπορεί να μας πετάξουν εκτός Ευρωζώνης, και τότε χαθήκαμε. Παρέλειψε να πει ο τιμητής πρώην πρωθυπουργός γιατί αποφάσισε να βάλει τη χώρα στο ευρώ με
ισοτιμία 340 δρχ., όταν όλοι οι ειδικοί είχαν προειδοποιήσει ότι η Ελλάδα δεν άντεχε σε ισοτιμία μεγαλύτερη των 270 δραχμών. Λεπτομέρεια, που βέβαια οδήγησε νομοτελειακά στη σημερινή κατάσταση.
Σε κάθε περίπτωση, κοινή είναι η αίσθηση ότι θα υπάρξουν σύντομα εξελίξεις, που ίσως ξεπερνούν τις προβλέψεις και φυσικά ακυρώνουν όλη την υπόδουλη, υποτελή πολιτική αυτής της κυβέρνησης. Και μαζί ακυρώνουν φόρους, χαράτσια, κλοπές εισοδήματος, ζωής και ονείρων.