ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΚΑΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ ΤΕΤΕΛΕΣΜΕΝΩΝ

Πρόκειται, συγκεκριμένα, για τη ρήξη στις σχέσεις Τουρκίας και Ισραήλ, που φαίνεται να έχει βάθος και να μην είναι καθόλου συγκυριακή, και για την ανεύρεση μεγάλων κοιτασμάτων φυσικού αερίου και πιθανόν υδρογονανθράκων στην ΑΟΖ της Ανατολικής Μεσογείου, ειδικότερα στην ΑΟΖ της Κύπρου και πιθανότατα της Ελλάδος. Σε ό,τι αφορά την τελευταία, τα πιθανά κοιτάσματα δεν περιορίζονται στην περιοχή του Αιγαίου, αλλά εντοπίζονται, κατά πρώτον λόγο, στο Ιόνιο και στην ΑΟΖ νότια της Κρήτης, μέχρι την Κύπρο.

«Οι εξελίξεις αυτές παρέχουν αντικειμενικά μια μεγάλη στρατηγική ευκαιρία στην ελληνική πλευρά για γεωπολιτική αναβάθμιση και ενίσχυση της θέσεώς της. Απαραίτητη όμως προϋπόθεση είναι η αποφασιστική και αποτελεσματική αντιμετώπιση των παρανόμων και αυθαιρέτων διεκδικήσεων της Άγκυρας. Η τελευταία επιχειρεί να προκαταλάβει τις εξελίξεις, με όρους ωμής ένοπλης ισχύος και διπλωματικών εκβιασμών, και να δημιουργήσει τετελεσμένα γεγονότα.

ΠΑΡΟΞΥΣΜΟΣ
ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΚΗΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΝΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΘΕΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

«Η Τουρκία έχει ζωτικά συμφέροντα στη θάλασσα από τον Εύξεινο Πόντο ως το Σουέζ και τον Ινδικό Ωκεανό», δήλωσε την περασμένη εβδομάδα ο τούρκος πρωθυπουργός Ταγίπ Ερντογάν, κατά την καθέλκυση μιας νέας φρεγάτας για το Τουρκικό Ναυτικό από τουρκικά ναυπηγεία.

Η νέα αυτή έκρηξη πρωτοφανούς μεγαλομανίας και νεοοθωμανικού αυτοκρατορισμού υποδηλώνει σαφώς την προτεραιότητα που δίνει σήμερα η Άγκυρα στις φιλοδοξίες της για ναυτική κυριαρχία στην Ανατολική Μεσόγειο. Για συμμετοχή επίσης, με κάθε τρόπο, στο μοίρασμα του υποθαλάσσιου πλούτου της ΑΟΖ της περιοχής, ανεξαρτήτως των προνοιών της Διεθνούς Συμβάσεως Θαλασσίου Δικαίου, την οποία η Άγκυρα αρνείται να αναγνωρίσει και να προσυπογράψει.

Οι αξιώσεις αυτές τη φέρνουν οπωσδήποτε σε αντιπαράθεση με το Ισραήλ, το οποίο δεν είναι διατεθειμένο να ανεχθεί ούτε τουρκική ναυτική κυριαρχία στην περιοχή ούτε, πολύ περισσότερο, παρέμβαση στη δική του, οριοθετημένη ΑΟΖ και στους ενεργειακούς της πόρους.

Η ΑΙΓΥΠΤΟΣ ΔΕΝ
ΘΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕΙ
ΑΠΟΣΤΑΘΕΡΟΠΟΙΗΤΙΚΕΣ
ΚΙΝΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΓΚΥΡΑΣ

Η άλλη ισχυρή χώρα της περιοχής, η Αίγυπτος, παρά τις επιθέσεις φιλίας της Άγκυρας και τα θεαματικά ανοίγματά της υπέρ των Παλαιστινίων και των Αράβων, αντιμετωπίζει με καχυποψία και επιφύλαξη την τουρκική πολιτική. Οι μεγαλομανείς δηλώσεις για τουρκικά συμφέροντα που φτάνουν μέχρι το Σουέζ και τον Ινδικό Ωκεανό είναι φυσικό να προκαλούν θυμηδία και να θέτουν ερωτήματα για τις πραγματικές τουρκικές προθέσεις και επιδιώξεις.

Η Αίγυπτος βρίσκεται ακόμη σε μια μεταβατική πολιτική περίοδο, με κύριο ρυθμιστικό παράγοντα τον στρατό. Το αίτημα για Δημοκρατία, που οδήγησε στην ανατροπή του Μουμπάρακ, είναι αλληλένδετο με την αντιμετώπιση των οικονομικών και κοινωνικών προβλημάτων και τη βελτίωση της ζωής ενός γρήγορα αυξανόμενου πληθυσμού, που προσεγγίζει ήδη τα ογδόντα εκατομμύρια. Η κατάσταση αυτή καθιστά την Αίγυπτο πολύ προσεκτική σε σχέση με τις συνθήκες που υπέγραψε με το Ισραήλ, παίρνοντας πίσω, μεταξύ άλλων, το Σινάι.

Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι η Αίγυπτος εξελίσσεται γρήγορα σε εξαγωγική χώρα φυσικού αερίου. Η ικανότητά της αυτή αναμένεται να ενισχυθεί θεαματικά κατά τα προσεχή χρόνια, μετά την ανεύρεση νέων μεγάλων κοιτασμάτων φυσικού αερίου στη δική της ΑΟΖ στη Μεσόγειο.

Το φυσικό αέριο είναι ο μόνος νέος πόρος που μπορεί να βοηθήσει αποφασιστικά την Αίγυπτο να αντιμετωπίσει τα μεγάλα οικονομικά και κοινωνικά της προβλήματα. Είναι λογικό επίσης να υποθέσει κανείς ότι η Αίγυπτος προσβλέπει στην ευρωπαϊκή ενεργειακή αγορά για τις εξαγωγές της.

Με τα δεδομένα αυτά, η χώρα του Νείλου είναι φυσικό να επιδιώκει σταθερότητα και συνεργασία στην περιοχή για να προωθήσει την αξιοποίηση των πόρων της και την ανάπτυξή της. Δεν θα σπεύσει για τον λόγο αυτό να παρακολουθήσει αποσταθεροποιητικές τουρκικές κινήσεις στην περιοχή, όταν αυτές εκπορεύονται από ηγεμονικές φιλοδοξίες, που συγκρούονται με τη δική της αίσθηση περιφερειακής δυνάμεως και τον δικό της ηγετικό ρόλο στον Αραβικό κόσμο.

Αυτό όμως δεν πρέπει να καθησυχάζει την ελληνική πλευρά σε ό,τι αφορά τις τουρκικές διεκδικήσεις στην ΑΟΖ νότια του Καστελλορίζου, μέχρι τα όρια της αιγυπτιακής ΑΟΖ. Η Άγκυρα έχει στοχοποιήσει τον χώρο αυτό για τη δημιουργία τετελεσμένου γεγονότος, αποβλέποντας, σε δεύτερο στάδιο, στην υπογραφή συμφωνίας οριοθετήσεως με την Αίγυπτο και σε διακοπή της συνέχειας μεταξύ της ΑΟΖ της Κύπρου και της Ελλάδος.

ΤΟΥΡΚΙΚΕΣ ΑΜΦΙΣΒΗΤΗΣΕΙΣ
ΣΕ ΟΛΟΚΛΗΡΗ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΑΟΖ
ΚΑΙ ΣΤΟ ΚΑΣΤΕΛΛΟΡΙΖΟ

Ήταν επόμενο η Άγκυρα, παρά τους λεονταρισμούς και τις απειλές, να κάνει πίσω σε ό,τι αφορά τις αμφισβητήσεις της ισραηλινής ΑΟΖ αλλά και σε ό,τι αφορά τη γεώτρηση στο οικόπεδο 12 της κυπριακής ΑΟΖ, που την πραγματοποιεί η εταιρεία Noble Energy, αμερικανοεβραϊκών συμφερόντων.

Γνωρίζει καλά η Άγκυρα ότι η ένοπλη ισχύς του Ισραήλ, οι ειδικές σχέσεις του με τις ΗΠΑ και η υπεράσπιση των αμερικανικών συμφερόντων στο πρόσωπο της αμερικανικής εταιρείας Noble Energy δεν αφήνουν σ’ αυτήν πολλά περιθώρια τυχοδιωκτικής συμπεριφοράς. Μετατόπισε γι’ αυτό τις ενέργειές της πέρα από τη συγκεκριμένη γεώτρηση, στην αμφισβήτηση γενικά της κυπριακής ΑΟΖ και της ελληνικής ΑΟΖ, στην περιοχή ειδικότερα του Καστελλορίζου, προσπαθώντας να εγγράψει υποθήκες, να προβάλει διεθνώς την προπαγάνδα της και να δημιουργήσει τετελεσμένα γεγονότα.

Κινητοποίησε, μαζί με τουρκικά πολεμικά που εστάλησαν στ’ ανοικτά της Κύπρου, το γνωστό από το παρελθόν ερευνητικό σκάφος «Πίρι Ρέις». Το σκάφος δεν έχει τον σύγχρονο εξοπλισμό που θα επέτρεπε ουσιαστικές έρευνες σε μεγάλο βάθος.

Το ζητούμενο όμως δεν είναι η ερευνητική ικανότητα του σκάφους, αλλά η παρουσία του στην κυπριακή ΑΟΖ και η καταγραφή του «δικαιώματος» της Άγκυρας να διεξάγει έρευνες ακόμη και στην ΑΟΖ της Κύπρου στον νότο. Επικαλείται γι’ αυτό, ανάλογα με την περίσταση, πότε τα «δικαιώματα των Τουρκοκυπρίων» σε ολόκληρη την Κύπρο, πότε τα «δικαιώματά» της ως εγγυήτριας δυνάμεως και πότε τη θεωρία της ότι τα νησιά δεν έχουν υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ, και ότι η Τουρκία δεν θα μείνει έξω από τη μοιρασιά του υποθαλάσσιου πλούτου της περιοχής.

Για να εικονογραφήσει τις αμφισβητήσεις και τις βλέψεις της, η Άγκυρα έστειλε τα πλοία της και το «Πίρι Ρέις», από τα όρια του Καστελλορίζου μέχρι την περιοχή δυτικά της Πάφου και στη συνέχεια νότια και νοτιοανατολικά της Κύπρου.

Το «Πίρι Ρέις» εισήλθε μάλιστα συμβολικά στο οικόπεδο 12. Παρέμεινε όμως σε απόσταση από την πραγματοποιούμενη γεώτρηση. Ήθελε απλώς να προβάλει την απειλή ότι η Άγκυρα μπορεί να αναλάβει γεωτρήσεις σε οικόπεδα της οριοθετημένης κυπριακής ΑΟΖ.

Αυτό θα ήταν δήθεν απάντηση στη «μονομερή» πρωτοβουλία της Κύπρου να υπογράψει συμφωνίες οριοθετήσεως της κυπριακής ΑΟΖ με άλλες χώρες και να αναλάβει γεωτρήσεις «χωρίς τη σύμφωνη γνώμη των Τουρκοκυπρίων», δηλαδή του «ψευδοκράτους».

Με την ίδια λογική, της δημιουργίας δηλαδή διπλωματικού ισοδύναμου που να προβάλλει την ιδέα ότι υπάρχουν δήθεν στην Κύπρο δύο κράτη, έσπευσε να υπογράψει με το «ψευδοκράτος» συμφωνία για την πραγματοποίηση ερευνών και γεωτρήσεων στην ΑΟΖ μεταξύ Κύπρου και Τουρκίας.

ΔΙΕΘΝΗΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ
ΕΚΣΤΡΑΤΕΙΑ ΤΗΣ ΑΓΚΥΡΑΣ
ΓΙΑ ΤΑ «ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ» ΤΩΝ
ΤΟΥΡΚΟΚΥΠΡΙΩΝ ΣΤΗΝ ΑΟΖ
ΟΛΗΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

Η Άγκυρα ανέλαβε επίσης διεθνή διπλωματική εκστρατεία για την προβολή των «δικαιωμάτων» των Τουρκοκυπρίων στην ΑΟΖ όλης της Κύπρου.

Ο τουρκοκύπριος ηγέτης Έρογλου, ενεργώντας στην πραγματικότητα ως φερέφωνο της Άγκυρας, υπέβαλε στον Γενικό Γραμματέα του ΟΗΕ πρόταση για την από κοινού διαχείριση του θέματος των κοιτασμάτων του φυσικού αερίου από τις δύο κοινότητες και τη συγκρότηση για τον σκοπό αυτό ειδικής τεχνικής επιτροπής, στο πλαίσιο των διεξαγομένων διακοινοτικών συνομιλιών. Είναι μια προφανής απόπειρα της τουρκικής πολιτικής να μετατρέψει το θέμα από κυριαρχικό δικαίωμα της διεθνώς αναγνωρισμένης Κυπριακής Δημοκρατίας σε διακοινοτική διαφορά και να προβάλει «ισότιμα» δικαιώματα του «ψευδοκράτους», με πρόσχημα τους Τουρκοκυπρίους. Κατά την τουρκική λογική, οι Τουρκοκύπριοι μπορούν να χρησιμοποιούνται ως άλλοθι για την τουρκική κατοχή στη βόρεια Κύπρο και την ανακήρυξη του «ψευδοκράτους», και ταυτοχρόνως ως «πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας», που έχουν «συνεταιρικά» δήθεν δικαιώματα πάνω σε ολόκληρη την Κύπρο, με εγγυήτρια δύναμη την Τουρκία.

Δεν προκαλεί έκπληξη το ότι η προπαγάνδα αυτή είχε άμεση ανταπόκριση και απήχηση στους γνωστούς φίλους και υποστηρικτές της Άγκυρας στη Γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών και στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Στην τελευταία, στο πρόσωπο ειδικά του αρμοδίου Επιτρόπου για τη Διεύρυνση Στέφαν Φούλε.

Ο ειδικός απεσταλμένος του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ για το Κυπριακό Αλεξάντερ Ντάουνερ έσπευσε να παρουσιασθεί ως δήθεν καλοθελητής για τη συζήτηση του θέματος των κοιτασμάτων του φυσικού αερίου στο πλαίσιο των διακοινοτικών συνομιλιών, με ενδεχόμενη επιδιαιτησία του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ, «εάν, βεβαίως, τα δύο μέρη το επιθυμούν».

Ο Ευρωπαίος Επίτροπος για τη Διεύρυνση Στέφαν Φούλε, που εμφανίζεται συστηματικά ως εκφραστής του φιλοτουρκικού λόμπι στις Βρυξέλλες, με πρωταγωνιστή το Λονδίνο, έριξε, ούτε λίγο ούτε πολύ, την ιδέα ότι θα μπορούσε να παραπεμφθεί το θέμα της «διαφοράς» μεταξύ Κύπρου και Τουρκίας για την ΑΟΖ στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης! Ήταν μια χοντροκομμένη απόπειρα να προβληθεί και στην περίπτωση της κυπριακής ΑΟΖ, με πρόσχημα το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, το πάγωμα κάθε πρωτοβουλίας της Κύπρου, μέχρι που «να συμφωνήσουν και οι Τουρκοκύπριοι»! Με ποια λογική παρουσιάζεται από τον Στέφαν Φούλε η καθ’ όλα νόμιμη και σύμφωνη με το διεθνές δίκαιο γεώτρηση της Κυπριακής Δημοκρατίας, στη δική της οριοθετημένη ΑΟΖ, ως δήθεν «διαφορά» με την Τουρκία;

Η αναιδής αυτή δήλωση του Στέφαν Φούλε έρχεται σε κατάφωρη αντίθεση όχι μόνο με τις αρχές της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, το ευρωπαϊκό κεκτημένο και την επιβαλλόμενη αλληλεγγύη μεταξύ των ευρωπαίων εταίρων, αλλά επίσης με τη σαφή θέση που πήραν οι αρχηγοί των ευρωπαϊκών ομάδων στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, με επικεφαλής τα δύο μεγαλύτερα κόμματα, το Λαϊκό Χριστιανοδημοκρατικό και το Σοσιαλιστικό.

ΑΤΥΧΕΙΣ ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΓΙΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΟΚΥΠΡΙΩΝ ΣΤΟ ΦΥΣΙΚΟ ΑΕΡΙΟ ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗ ΛΥΣΗ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ

Η τουρκική προπαγάνδα έσπευσε να εκμεταλλευθεί ασύστολα δηλώσεις του κυπρίου Προέδρου στη Νέα Υόρκη για τους Τουρκοκυπρίους σε σχέση με το φυσικό αέριο και την αξιοποίησή του υπέρ του συνόλου των νομίμων κατοίκων της Κυπριακής Δημοκρατίας. Συγκεκριμένα, ο κύπριος Πρόεδρος δήλωσε ότι οι Τουρκοκύπριοι θα επωφεληθούν από την αξιοποίηση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου ακόμη και χωρίς λύση του Κυπριακού.

Ο κύπριος Πρόεδρος ήθελε να στείλει ένα μήνυμα καλής θελήσεως, κατά πρώτον λόγο, προς τους Τουρκοκυπρίους. Κατά δεύτερον λόγο, προς τη διεθνή κοινότητα ότι η Κυπριακή Δημοκρατία λαμβάνει υπ’ όψιν τα συμφέροντα επίσης της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Αυτά τα οποία διατείνεται ότι υπερασπίζει η Άγκυρα και προσπαθεί, στο όνομά τους, να προβάλλει άλλοθι νομιμότητας στις επεμβάσεις της.

Η δήλωση αυτή, ανεξάρτητα από τις προθέσεις της, ήταν ατυχής. Πρώτον, γιατί η αναφορά στους Τουρκοκυπρίους είναι αμφίσημη επειδή δεν υπολαμβάνεται από όλους ότι αναφέρεται σε νόμιμους τουρκοκύπριους πολίτες της Κυπριακής Δημοκρατίας. Εκπρόσωπος, π.χ., των Τουρκοκυπρίων και συνομιλητής του Προέδρου και του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ είναι ο Ντερβίς Έρογλου, που παρουσιάζεται ως «Πρόεδρος» του «ψευδοκράτους». Θα παρουσίαζε επίσης το θέμα της γεωτρήσεως, που είναι κυριαρχική αρμοδιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας, ως δήθεν διακοινοτικό θέμα, υποσκάπτοντας τη διεθνή αναγνώριση και την κυριαρχία της Κύπρου. Δεύτερον, γιατί οι «Τουρκοκύπριοι» που εκπροσωπεί ο Ντερβίς Έρογλου είναι πολίτες ενός αποσχιστικού «κράτους», πέρα από το γεγονός ότι περιλαμβάνονται σ’ αυτούς, κατά δύο σχεδόν τρίτα, έποικοι από την Τουρκία. Εφόσον επίσης προσφέρονται σ’ αυτούς δικαιώματα και οφέλη ακόμη και χωρίς λύση, γιατί να θέλουν λύση; Εκτός και αν αυτή ήταν συνώνυμη με συνομοσπονδία δύο κρατών και παρουσιαζόταν, με τη βοήθεια της λεγομένης δημιουργικής ασάφειας, ως ομοσπονδία. Τρίτον, γιατί, υπό τις συνθήκες αυτές, οποιαδήποτε τέτοια πρόταση μπορεί να παραχαραχθεί και να αξιοποιηθεί για να προβληθούν «δικαιώματα Τουρκοκυπρίων» πάνω σ’ ολόκληρη την Κύπρο, την ίδια στιγμή που κατέχεται στο όνομά τους η βόρεια Κύπρος. Είναι χαρακτηριστικές από την άποψη αυτή οι σχετικές δηλώσεις τουρκοκυπρίων και τούρκων ηγετών για «δικαίωμα» ερευνών και γεωτρήσεων σ’ ολόκληρη την ΑΟΖ της Κύπρου.

Η δήλωση του Προέδρου προκάλεσε, δικαιολογημένα, θύελλα αντιδράσεων στο εσωτερικό απ’ όλα τα κόμματα, εκτός του κυβερνώντος κόμματος. Καταγγέλθηκε ως μια ακόμη μονομερής και δωρεάν παραχώρηση προς την τουρκική πλευρά, κοντά σε μια σειρά άλλες πολύ σημαντικές μονομερείς παραχωρήσεις, που έγιναν από τον ίδιο.

Η νέα αυτή ένταση φορτίζει περαιτέρω μια ήδη δύσκολη κατάσταση. Στο επίκεντρό της είναι ο ίδιος ο Πρόεδρος. Αμφισβητούνται οι χειρισμοί του. Του επιρρίπτονται επίσης ευθύνες για τη μεγάλη καταστροφή στο Μαρί. Για το τελευταίο αναμένεται σύντομα το πόρισμα της διερευνητικής επιτροπής.

Η κατάσταση αυτή δεν είναι η καλύτερη, Ελλάδα και Κύπρος βρίσκονται μπροστά σε μια κρισιμότατη συγκυρία. Καλούνται να αξιοποιήσουν μια στρατηγική ευκαιρία και ταυτόχρονα να αποτρέψουν διπλωματικούς εκβιασμούς και δημιουργία τετελεσμένων γεγονότων.

ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΩΝ ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΕΩΝ ΚΑΙ Η ΑΝΑΓΚΗ ΜΙΑΣ ΑΜΕΣΗΣ ΚΑΙ ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΕΝΗΣ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗΣ

Η Άγκυρα καραδοκεί απροκάλυπτα για να υφαρπάξει την ελληνική ΑΟΖ νότια του Καστελλορίζου, εκμεταλλευόμενη τη σημερινή αδυναμία της Ελλάδος. Κεφαλαιοποιώντας επίσης την πολιτική κατευνασμού των δύο τελευταίων δεκαετιών, που αποδυνάμωσε την Ελλάδα στο διπλωματικό και στο στρατιωτικό επίπεδο.

Η Ελλάδα, πρώτη ναυτιλιακή δύναμη στον κόσμο, κατά το ήμισυ νησιωτική χώρα και με ανοικτές και απροκάλυπτες τις τουρκικές διεκδικήσεις στο Αιγαίο, «κουράσθηκε» και διαβρώθηκε από τις αμυντικές της προσπάθειες. Σήμερα, αντί να ναυπηγεί νέα πλοία, για τη διατήρηση της ναυτικής ισορροπίας δυνάμεων, αποσύρει πρόωρα καθ’ όλα αξιόμαχα πολεμικά πλοία για οικονομικούς λόγους και μειώνει την οροφή των αναγκαίων πλοίων στον στρατηγικό της σχεδιασμό.

Πώς θα αντιμετωπίσει όμως η Ελλάδα μια πολύ πιθανή τουρκική πρόκληση στη δική της ΑΟΖ; Θα επιτρέψει στην Τουρκία να υφαρπάζει, «ειρηνικά», με τετελεσμένα γεγονότα, δικαιώματα που της αναγνωρίζονται από το διεθνές δίκαιο και τα οποία έχουν τεράστια σημασία για τη στρατηγική και οικονομική θέση και προοπτική της;

Ακόμη και στο διπλωματικό επίπεδο, σε αντίθεση με την Κύπρο, η Ελλάδα, όμηρος της κατευναστικής της πολιτικής, δεν ανέλαβε καμία πρωτοβουλία για την κατοχύρωση των θέσεών της, κατά πρώτον λόγο στο ευρωπαϊκό επίπεδο. Η προσέγγιση με το Ισραήλ, με κοινό παρονομαστή τις απειλές της Άγκυρας και όχι στρεφόμενη κατά των Αράβων, προσφέρει νέες δυνατότητες στην ελληνική διπλωματία για τον επηρεασμό της αμερικανικής πολιτικής.

Οι δυνατότητες αυτές πρέπει σύντομα και οργανωμένα να αξιοποιηθούν, σε συντονισμό με την αμυντική προσέγγιση και συνεργασία μεταξύ Ελλάδος, Κύπρου και Ισραήλ. Η προσέγγιση αυτή πρέπει, χωρίς πολλές τυμπανοκρουσίες, να πάρει σάρκα και οστά και να στείλει εγκαίρως μήνυμα στην Άγκυρα. Η τελευταία έχει κάθε λόγο να θέλει να προκαταλάβει μια τέτοια αμυντική προσέγγιση και συνεργασία.

Είναι πολύ πιθανόν επίσης η Άγκυρα, σε συνεργασία με τους γνωστούς φίλους και υποστηρικτές της, να αναλάβει πρωτοβουλία για τον διπλωματικό εγκλωβισμό της Κύπρου, στο πλαίσιο των διεξαγομένων διακοινοτικών συνομιλιών, με τη συνενοχή της υποχείριας τού αγγλοαμερικανικού διπλωματικού παράγοντα Γραμματείας του ΟΗΕ.

Δεν πρέπει στο θέμα αυτό να συγχέεται η αμερικανική στάση στο θέμα της γεωτρήσεως στην κυπριακή ΑΟΖ με τη γενικότερη αμερικανική θέση απέναντι στην Τουρκία και την ευρωπαϊκή προοπτική της. Η τελευταία παραμένει αμετάβλητη, γιατί απορρέει από την παγκόσμια αμερικανική στρατηγική και γεωπολιτική απέναντι κυρίως στη Ρωσία και την Ευρώπη.

Το Κυπριακό αντιμετωπίζεται, από την άποψη αυτή, ως εμπόδιο στην ένταξη της Τουρκίας. Υποστηρίζεται, για τον λόγο αυτό, η «λύση» του κατά τρόπο αποδεκτό από την Άγκυρα, με ένα σχέδιο κατά το πρότυπο του Σχεδίου Ανάν. Αυτό θα απάλλασσε την Τουρκία από αυτό το εμπόδιο και θα έδινε νέα δυναμική στην ευρωπαϊκή της προοπτική.

Μπορεί βεβαίως να εκφράζει κανείς σήμερα έντονες αμφιβολίες για το κατά πόσο η Άγκυρα επιδιώκει πραγματικά την ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με δεδομένο τον νεοοθωμανικό προσανατολισμό και τον περιφερειακό ηγεμονισμό που τόσο έντονα εκδηλώνει.

Ανεξάρτητα όμως από τις πραγματικές προθέσεις του, ο τούρκος πρωθυπουργός έχει κάθε πολιτικό λόγο να συνεχίζει την ίδια πολιτική, όπως και οι ανεπιφύλακτοι υποστηρικτές της εντάξεως της Τουρκίας έχουν τους δικούς τους λόγους να εμμένουν στη δική τους πολιτική.

Χρειάζεται επομένως μεγάλη προσοχή στις διεξαγόμενες διακοινοτικές συνομιλίες και στα διακινούμενα σενάρια στο παρασκήνιο.

Πολύ περισσότερο χρειάζεται τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο το τέλος των ψευδαισθήσεων, πραγματιστική και αποφασιστική αντιμετώπιση των προκλήσεων, οικοδόμηση διπλωματικών και αμυντικών συμμαχιών και εθνική κινητοποίηση.

Παρέχεται σήμερα μια πραγματική στρατηγική ευκαιρία για την Ελλάδα και την Κύπρο. Η ευκαιρία αυτή πρέπει να αξιοποιηθεί αποφασιστικά και αποτελεσματικά για την αποτροπή επίσης των τετελεσμένων γεγονότων που απειλεί να δημιουργήσει η Άγκυρα στην ΑΟΖ της Ελλάδος και της Κύπρου.


Σχολιάστε εδώ