ΜΑΣ ΒΡΗΚΑΝ ΕΞΙΛΑΣΤΗΡΙΟ ΘΥΜΑ…

Όμως η ζημιά στην εικόνα της Εκκλησίας είχε ήδη γίνει, με τη βοήθεια και των καναλιών που βρήκαν ευκαιρία να βγάλουν τα απωθημένα τους. Από τη Βουλή μέχρι τα καφενεία του χωριού, όλο το αρνητικό κλίμα που δημιουργήθηκε για το έκτακτο χαράτσι στους λογαριασμούς της ΔΕΗ εκτονώθηκε πάνω στην Εκκλησία. Και, τουλάχιστον αυτήν τη φορά, χωρίς να δώσει καμία αφορμή! Εξαιτίας μιας κακής διατύπωσης στην εγκύκλιο του υπουργείου Οικονομικών, θεωρήθηκε πως η Εκκλησία απαλλασσόταν από την υποχρέωση καταβολής του έκτακτου ειδικού τέλους σε όλα της τα ακίνητα.

Αν και οι ανακοινώσεις για το έκτακτο ειδικό τέλος έγιναν το μεσημέρι της Τετάρτης, χαμηλόβαθμοι κυβερνητικοί παράγοντες έκαναν τις απαραίτητες διευκρινίσεις – όχι και με πολλή μεγάλη… ζέση, είναι αλήθεια– το πρωί της Πέμπτης. Στους κόλπους της Εκκλησίας κάποιοι μιλούν για εσκεμμένο αποπροσανατολισμό, αφού δεν υπήρχε ούτε ψήγμα αλήθειας σε όσα ακούγονταν.

Η «είδηση» όμως είχε κυκλοφορήσει παντού και είχε ξεσηκώσει θύελλα διαμαρτυριών, ακόμη και ανάμεσα στους πιστούς:

«Δημιουργήθηκε η εντύπωση πως υπήρχε αίτημα της ηγεσίας της Εκκλησίας να μην καταβληθεί το ειδικό τέλος. Και αυτό ξεσήκωσε τους πάντες, με πρώτους αυτούς που την περιμένουν στη… γωνία», έλεγε υψηλόβαθμο στέλεχος της Ιεράς Συνόδου. «Και ο λαός που είχε ανάγκη κάπου να ξεσπάσει για τα σκληρά μέτρα, τα έβαλε με την Εκκλησία», συμπλήρωσε.

Διευκρινίσεις

Ο Αρχιεπίσκοπος, βλέποντας το κύμα των αντιδράσεων, έσπευσε να κάνει τις απαραίτητες διευκρινίσεις. «Δεν θέσαμε ποτέ ζήτημα απαλλαγής από το έκτακτο ειδικό τέλος όσον αφορά την περιουσία που αξιοποιούμε εμπορικά, σε μια περίοδο που ο ελληνικός λαός δοκιμάζεται σκληρά».

Έδωσε έτσι τέλος στις φήμες και στην παραφιλολογία περί υπόγειων «συνεννοήσεων» με την κυβέρνηση για να μην πληγεί ο κορβανάς της Εκκλησίας. Διευκρίνισε πως ισχύει μόνο η απαλλαγή σε ναούς και άλλους χώρους λατρείας, κάτι που συμβαίνει και για τα άλλα δόγματα που υπάρχουν στην Ελλάδα.

Ο Μητροπολίτης Δημητριάδος Ιγνάτιος είπε πως είναι αυτονόητο να μη φορολογούνται οι ναοί όταν, ειδικά αυτήν την περίοδο, σηκώνουν το βάρος της κάλυψης των αναγκών απόρων και φτωχών. «Συμφωνώ απόλυτα να φορολογηθεί η Εκκλησία, και φορολογείται κανονικά, αν π.χ. διαθέτει διαμερίσματα που νοικιάζονται. Αλλά όταν πρόκειται για ιδρύματα, όταν είναι κοινόχρηστοι χώροι, που φιλοξενούν ενδεείς ανθρώπους και απόρους, περνά από το μυαλό κανενός ότι αυτά είναι δίκαιο να φορολογηθούν;» αναρωτήθηκε ο κ. Ιγνάτιος, αφήνοντας αιχμές για εκείνους που, όπως είπε, έχουν πέσει θύματα του μύθου που κυριαρχεί τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα περί αμύθητης εκκλησιαστικής περιουσίας.

Στο ίδιο μήκος κύματος και ο πρώην Ζακύνθου Χρυσόστομος, που απάντησε σε όσους μιλούν συνεχώς για μεγάλη εκκλησιαστική περιουσία: «Υπάρχουν στρέμματα της Εκκλησίας που είναι δεσμευμένα και η ΕΚΥΟ που διαχειρίζεται την περιουσία αυτή έχει 1.500 ακίνητα ξενοίκιαστα», δήλωσε.

«Τι πληρώνουμε»

Έπειτα από πολύωρες διαβουλεύσεις αποφασίστηκε τελικά να εκδοθεί ανακοίνωση από την Ιερά Σύνοδο, «για να μην καούν μαζί με τα ξερά και τα χλωρά και ο κόσμος αποκομίσει λάθος εντυπώσεις», όπως έλεγε κληρικός στη Μονή Πετράκη. Στην ανακοίνωση λοιπόν αναφέρονται όλοι οι φόροι που επιβαρύνουν την Εκκλησία, δηλαδή:

1. Φόρος επί των κατ’ έτος μισθωμάτων με συντελεστή 20% επί της αξίας τους. 2. Συμπληρωματικός φόρος επί των εισοδημάτων τους από οικοδομές και εκμισθώσεις γαιών με συντελεστή 3%. 3. Προκαταβολή του φόρου (για το επόμενο έτος) με συντελεστή 55% επί της αξίας του παραπάνω συμπληρωματικού φόρου. 4. Φόρος επί της ακίνητης περιουσίας με συντελεστή 3‰ επί της αντικειμενικής τους αξίας (εκτός εάν πρόκειται για οικοδομήματα λατρευτικής, εκπαιδευτικής, θρησκευτικής ή κοινωφελούς χρήσεως, π.χ. ναοί, γηροκομεία, χώροι συσσιτίων). 5. Φόρος επί των κληρονομιών και δωρεών με συντελεστή 0,5% επί της αξίας τους. 6. Τέλος χαρτοσήμου και δικαιώματα ΟΓΑ συνολικού ποσοστού 2,40% επί κάθε χρηματικής παροχής πιστών προς τους ναούς λόγω ιεροπραξιών.

Επιπλέον, τα νομικά πρόσωπα της Εκκλησίας παρακρατούν και αποδίδουν στις ΔΟΥ τα εξής φορολογικά έσοδα: 1. Φόρο μισθωτών υπηρεσιών για τους εκκλησιαστικούς υπαλλήλους και συνεργάτες τους, που αμείβονται από τον προϋπολογισμό τους. 2. ΦΠΑ με τους προβλεπόμενους συντελεστές για υπηρεσίες και αγαθά. 3. Φόρο εισοδήματος με συντελεστή 8% σε όλα τα τιμολόγια παροχής υπηρεσιών. 4. Φόρο εισοδήματος με συντελεστή 4% σε όλα τα δελτία αποστολής αγαθών και με συντελεστή 1% για τα υγρά καύσιμα.

Το ερώτημα που τίθεται είναι αν θα μπορούσε να κάνει περισσότερο έργο η Εκκλησία, παρά τα μειωμένα έσοδα στα παγκάρια. Πολλοί υποστηρίζουν πως ναι. Αρκεί να το αποφασίσουν οι Μητροπολίτες και να ασκήσουν σωστή διοίκηση, όπως έχουν την ηθική υποχρέωση σ’ αυτούς τους κρίσιμους χρόνους που περνά η Ελλάδα.


Σχολιάστε εδώ