ΠΟΥ ΖΟΥΝ;

Απολύσεις, λουκέτα, φόροι, ανατροπές έρχονται να γκρεμίσουν ό,τι έχτισε η κάθε οικογένεια χρόνια τώρα. Διαλύουν τα πάντα. Γενική διάλυση βάρεσε και το κράτος. Ταμπέλα για οριστικό ξεπούλημα, όσο όσο, έβαλε…

Δεν διαφωνεί κανείς ότι αρκετά πρέπει ν’ αλλάξουν. Προνόμια να καταργηθούν. Να μη χωρίζουν ρυθμίσεις τους εργαζόμενους σε πατρίκιους και πληβείους. Κάποια στιγμή πρέπει η νομοθεσία που ισχύει στον ιδιωτικό τομέα να είναι η ίδια ακριβώς και στο Δημόσιο. Αυτό όμως δεν μπορεί να γίνει από τη μια ώρα στην άλλη. Δεν μπορούν να καταστρέφουν σπίτια. Να αρπάζουν περιουσίες. Πάνω στις οποίες έχεις επενδύσει τα όνειρά σου, το αύριο των παιδιών σου.

Να ανοίξει το επάγγελμα του ταξιτζή. Από δω και μπρος. Δεν μπορεί, κύριε Παπανδρέου και κύριε Βενιζέλο, να τους ληστεύεις αυτά που είναι δικά τους. Το ταξί είναι η περιουσία του κάθε ταξιτζή. Με ιδρώτα και μόχθο, μέρα νύχτα στο τιμόνι, έφτιαξε κάτι στη ζωή του και έρχεσαι εσύ, κύριε Ραγκούση, και του λες ότι δεν αξίζει τίποτε, απαξιώνοντας την άδεια. Αυτό προόριζε να το αφήσει στα παιδιά του, να το πουλήσει για να προικίσει την κόρη του. Τώρα; Στην ψάθα… Για φούντο…

Πάνω από 200.000 απολύσεις στο Δημόσιο. Περισσεύουν, λέει. Να απολυθούν… Και μετά τι θα γίνουν όλοι αυτοί; Άνεργοι; Έχουν μετρήσει τις συνέπειες στην αγορά και την ύφεση, που 200.000 οικογένειες θα κόψουν δραματικά ό,τι μέχρι τώρα αγόραζαν;

Η ευκολία με την οποία όλο το Υπουργικό Συμβούλιο «ψήφισε» υπέρ της θανατικής ποινής σʼ ένα και μόνο συμπέρασμα οδηγεί. Ότι δεν έχουν καμιά επαφή με το τι συμβαίνει σε κάθε δρόμο του κέντρου της Αθήνας, στις συνοικίες, στις γειτονιές.

Δεν προλαβαίνεις να μετράς κλειστά μαγαζιά. Αυξάνονται οι ουρές στα συσσίτια. Η κατανάλωση στα σούπερ μάρκετ και τις λαϊκές πέφτει. Το βερεσέ στα ψιλικατζίδικα της γειτονιάς επέστρεψε…

Δύο χρόνια η χώρα όλη έχει βυθιστεί στην κατάθλιψη. Δεν υπάρχει παρέα, συντροφιά στο σπίτι που να κουβεντιάζει τίποτε άλλο από την αγωνία, το πού πάμε, για πόσο θα έχεις ακόμη δουλειά, πώς θα πληρώσεις τις επιταγές, τα νοικοκυριά τους λογαριασμούς.

Δύο χρόνια δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να κόβουν συνεχώς. Στερήσεις, περιορισμοί και εκεί που ψάχνεις για καμιά ελπίδα, νέος τυφώνας έρχεται να σαρώσει ό,τι έχει απομείνει… Και λες, καλά η Ιρλανδία και η Πορτογαλία πώς τόσο γρήγορα κατάφεραν να πάρουν την πάνω βόλτα; Απάντηση μήπως έχετε, κύριε Παπανδρέου;


Σχολιάστε εδώ