Στο νέο πανεπιστήμιο δεν θα υπάρχει ούτε αρετή ούτε τόλμη

Αυτό επιτυγχάνεται αφενός εισάγοντας ένα μοντέλο διοίκησης το οποίο εφαρμόζεται στις επιχειρήσεις (διοικητικό συμβούλιο – διευθύνων σύμβουλος) και αφετέρου δημιουργώντας δομές κατάλληλες για επιχειρηματική δραστηριότητα (ίδρυση στα πανεπιστήμια νομικού προσώπου ιδιωτικού δικαίου για εξεύρεση ιδίων πόρων με τους οποίους μάλιστα ρητά αναφέρεται πως θα χρηματοδοτείται η φύλαξη του πανεπιστημίου και η φοιτητική μέριμνα) και εξυπηρέτησης πελατών (ευέλικτα προγράμματα σπουδών που θα επιτρέπουν την πλήρη προσαρμογή των σπουδών στην αγορά εργασίας και δυνατότητα επιλογής μαθημάτων α λα καρτ). Το εργαλείο για τον σκοπό αυτόν είναι ένα πανίσχυρο συμβούλιο, το οποίο μπορεί να αποκλείει οποιονδήποτε υποψήφιο πρύτανη δεν είναι της αρεσκείας του και να διορίζει τους πανίσχυρους κοσμήτορες, οι οποίοι συγκεντρώνουν όλη την ακαδημαϊκή και οικονομική εξουσία στις σχολές (από την εκλογή καθηγητών και τις αναθέσεις μαθημάτων, μέχρι την κατανομή όλων των πόρων) και ελέγχουν τη σύγκλητο. Με τον τρόπο αυτό μεγιστοποιείται ο κίνδυνος συναλλαγής και διαπλοκής (πόσω μάλλον που μιλάμε για την ελληνική πραγματικότητα) με την πολιτική και οικονομική εξουσία, μέσω των εξωτερικών μελών του συμβουλίου που κατά κανόνα θα διαθέτουν τη δυνατότητα πρόσβασης σε κρατικές και μη κρατικές πηγές χρηματοδότησης και άλλες διευκολύνσεις και πόρους. Προωθείται ο αυταρχισμός και η υποτέλεια του ακαδημαϊκού προσωπικού μέσω της απόλυτης εξουσίας των διορισμένων κοσμητόρων και της εξάρτησης των πάντων από αυτούς, αφού απουσιάζει κάθε θεσμικό αντίβαρο. Επιπλέον, για τον ίδιο λόγο, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος ελέγχου της διεξαγόμενης έρευνας και των αποτελεσμάτων της. Κινδυνεύουν με συρρίκνωση οι ανθρωπιστικές σπουδές και πολλές κοινωνικές επιστήμες ως μη ανταποδοτικές. Διευκολύνεται ο χαρακτηρισμός της αμφισβήτησης που εκφράζουν νέοι άνθρωποι ως παραβατικής συμπεριφοράς με την υιοθέτηση πληθώρας κατασταλτικών μέτρων για τους φοιτητές (από το ένα άκρο στο άλλο).

Υποβαθμίζονται οι σπουδές με την κατάτμηση των ενιαίων επιστημών σε διάφορα προγράμματα σπουδών «της μόδας», τα οποία μπορεί να εξυπηρετούν βραχυπρόθεσμα την αγορά εργασίας, αλλά βλάπτουν την επιστημονική επάρκεια των αποφοίτων και δημιουργούν αναλώσιμους και φτηνούς επιστήμονες οι οποίοι θα αναγκάζονται κάθε φορά που η «μόδα» στην αγορά θα αλλάζει, να προστρέχουν (με το αζημίωτο) σε κέντρα κατάρτισης για να αποκτούν νέο «επιστημονικό» look, ώστε να παραμένουν in. Οι τριετείς σπουδές και η δυνατότητα κατάταξης των αποφοίτων ΙΕΚ σε κάποιο εξάμηνο των προγραμμάτων σπουδών είναι επίσης σαφής ένδειξη του προσανατολισμού αυτού. Αυτό επιτυγχάνεται με την κατάργηση των τμημάτων ως ακαδημαϊκές μονάδες που αντιστοιχούν σε συγκεκριμένα και συνεκτικά επιστημονικά αντικείμενα.

Η έρευνα ουσιαστικά απουσιάζει από την αποστολή του πανεπιστημίου, το οποίο υποβιβάζεται σε απλό εκπαιδευτικό ίδρυμα, ενώ οι καθηγητές (εάν θέλουν) θα μπορούν να διεξάγουν την έρευνά τους κάπου αλλού που θα το πει επόμενος νόμος. Στο ίδιο πνεύμα τα προσόντα των καθηγητών δεν ορίζονται ενιαία στον νόμο, αλλά κάθε ίδρυμα θα μπορεί να καθορίζει τα δικά του. Στο σημείο αυτό διαφαίνεται ακόμα ένα στοιχείο αντισυνταγματικότητας του νόμου διότι οι καθηγητές, ως δημόσιοι λειτουργοί κατά το Σύνταγμα, οφείλουν να έχουν ταυτόσημα προσόντα. Πέραν αυτού, δημιουργείται μια σημαντική αντίφαση διότι μπορεί ένας καθηγητής που δεν έχει ερευνητικό έργο να κληθεί να κρίνει συνάδελφό του άλλου ιδρύματος με πλούσιο ερευνητικό έργο. Προετοιμάζεται έτσι το έδαφος (διότι η έρευνα έχει κόστος) για την απρόσκοπτη λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων χαμηλού επιπέδου, επαληθεύοντας τους φόβους ότι αυτός ο νόμος ουσιαστικά προετοιμάζει την ένταξη της ανώτατης εκπαίδευσης στους κανόνες του ελεύθερου εμπορίου, θυσιάζοντας την ανεξάρτητη και ελεύθερη έρευνα.

Εάν λοιπόν θέλει αρετή (παιδεία) και τόλμη η ελευθερία, στο νέο πανεπιστήμιο δεν θα υπάρχει ούτε αρετή ούτε τόλμη και συνεπώς η κοινωνία κινδυνεύει να στερηθεί την ελευθερία. Της εξασφαλίζεται πάντως η συνεχής κατάρτιση και η ασφάλεια των νεόπτωχων. Όμως, κατά τον Βενιαμίν Φραγκλίνο, όσοι απαρνιούνται θεμελιώδεις ελευθερίες για να εξαγοράσουν πρόσκαιρα λίγη ασφάλεια, δεν δικαιούνται ούτε ελευθερίας ούτε ασφάλειας.


Σχολιάστε εδώ