ΤΟ ΠΙΑΤΟ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
Αντί δηλαδή να μας ενημερώνουν με τρόπο ήρεμο και απλό για να μας περιορίζουν και την αύξηση της αδρεναλίνης, όπως τα κουβεντιάζουμε στις καφετέριες, στο γραφείο και στο σπίτι, όταν βέβαια μας βλέπει κι αυτό. Απλά, ρε παιδί μου, πώς το λένε, από συζητήσιμα ως και αδιάφορα, έτσι που όχι μόνο να καθρεφτίζεται η πραγματικότητα, αλλά και για να αποφορτίζεται έστω και για μια σταλιά η αγρίλα που μας περιβάλλει μέχρι πνιγμού αυτό τον καιρό με τις δέκα ληστείες και τους είκοσι νέους φόρους του κ. Βενιζέλου κατά μέσο όρο ημερησίως.
Μερικές εφημερίδες μάλιστα διαθέτουν και ειδικούς συντάκτες, τους «τιτλοφορητές», που αυτή είναι η αποκλειστική τους δουλειά, πώς να φουσκώνουν την κεντρική είδηση, κάνοντας μέχρι και την τρίχα καραβόσκοινο και σκέψου τώρα την ημέρα που η εφημερίδα χάνει μερικές μονάδες. Ποιος φταίει; Δεν το συζητάμε. Ο «τιτλογεννήτορας», με κίνδυνο να δει πόρτα, αν και επί των ημερών μας η κυκλοφορία των εφημερίδων κρέμεται από ποια ταινία ή ποιο σι-ντι με τραγούδια του Πλούταρχου συνοδεύουν την εφημερίδα, έστω κι αν το «πιάτο της ημέρας» προβλέπει για την επομένη την κήρυξη του 3ου Παγκοσμίου Πολέμου -ποιος χέστηκε; Όπως προχτές, στο περίπτερο που αγοράζω τις δικές μου, έρχεται ένα παρτσακλό και ζητάει μια εφημερίδα. «Ποια θέλεις;», τη ρωτάει ο περιπτεράς. «Αυτή με τα τραγούδια του Νταλάρα». Εκεί φτάσαμε. Νταλαροεξαρτηθήκαμε!
Άλλο λέγαμε όμως. Για τον τρόπο που διαβάζουμε μια σοβαρή είδηση, όπως π.χ. προ ημερών την αιφνίδια παραίτηση του κ. Παμπούκη από τα υπουργικά του καθήκοντα, τα ιδιαιτέρως μάλιστα σοβαρά, μια και μέσα σ’ αυτά ήταν και η μεγάλη ευθύνη για την προσέλκυση ξένων επενδυτών, θέμα για το οποίο καιγόμαστε αυτό τον καιρό, γι’ αυτό και η αποστολή που του ανατέθηκε ήταν ιδιαίτερα σοβαρή, πολύ παραπάνω που χωρίς να είναι βουλευτής εκλεγμένος από το λαό για να είμαστε όλοι συνυπεύθυνοι για την εκλογή του, αλλά μόνο και μόνο επειδή ήταν προσωπικός φίλος του πρωθυπουργού, με τη βεβαιότητα ότι οι ξένοι επενδυτές θα ερχόντουσαν μπουλούκια-μπουλούκια και δεν θα ξέραμε πού να τους αδειάσουμε.
Και διαβάστε τώρα πώς πληροφορηθήκαμε το ξαφνικό και το αναπάντεχο από τις εφημερίδες, ότι «παραιτήθηκε, λέει, λόγω διαφωνιών του με τον κ. Παπουτσή επειδή δεν επανιδρύθηκε το υπουργείο Εμπορικής Ναυτιλίας», αντί δηλαδή αυτή την είδηση να μας την έλεγαν κάπως έτσι:
«Ο ΚΟΛΛΗΤΟΣ ΤΟΥ κ. ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ TOY ΤΗΝ ΕΚΑΝΕ ΓΥΡΙΣΤΗ ΜΕ ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ ΚΑΙ ΟΣΟ ΓΙΑ TOΥΣ ΞΕΝΟΥΣ ΕΠΕΝΔΥΤΕΣ, ΜΑΠΑ ΤΟ ΚΑΡΠΟΥΖΙ!».
Θα μου πεις ότι δεν είναι κομψή αυτή η συμπεριφορά, ούτε και η αρμόζουσα σε έναν μέχρι χτες υπουργό και μάλιστα εκ των «κολλητών» και των «εμπίστων». Δεν το κατάλαβα αυτό, αλλά πείτε μου, σας παρακαλώ, τον ξέραμε και χτες και προχτές αυτόν τον κύριο. Και τελικά για να το καταλάβω και εγώ, ο ανυποψίαστος πολίτης αυτής της χώρας που για να φάω ένα σουβλάκι «με απ’ όλα», πρέπει να το πληρώσω με 23% ΦΠΑ για να σώσω τον οικονομικό μας Τιτανικό, μιλάμε για σύνθεση Κυβέρνησης και με δύο μάλιστα ανασχηματισμούς ή για «μπάτσελορ πάρτι» που φωνάζουμε τα φιλαράκια μας και τους λέμε:
«Καρντάσια, ελάτε να κάνουμε τις πλάκες μας σαν σωτήρες και ύστερα μαζευόμαστε όλοι μαζί στο “Περιβόλι του ουρανού”, έστω και χωρίς Τσοχατζόπουλο και Κουλούρη που ήταν μανούλες στη μάζωξη, ρίχνουμε τις ζεμπεκιές μας και τραγουδάμε και εκείνο το παλιό του Σουγιούλ “όμορφη που ήτανε η παλιοπαρέα μας – με τα καβγαδάκια μας και με τα ωραία μας – όπως το ‘χε κανονίσει κι ο Ανδρέας μας – για να είναι το Πασόκ μας ενωμένο – όποιος δεν γουστάρει – δίχως να φρενάρει – πρέπει αμέσως να κατέβει από το τρένο”»…
Όσο για τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, μια πρώτης τάξεως ιδέα θα ήταν όλες οι σοβαρές εφημερίδες να προσλάβουν ό,τι καλύτερο υπάρχει στην πιάτσα από ευθυμογράφους και σατιρικούς για να τους αναθέσουν την καθημερινή επιλογή των εντυπωσιακών τίτλων της πρώτης σελίδας, αλλά με το δικό τους τρόπο.
Και το ταχύτερο μάλιστα, επειδή οι εκλεκτοί συνάδελφοι δεν περισσεύουν για να καλύψουν τις ανάγκες της αγοράς, γιατί πόσοι είναι οι Λαζόπουλοι και πόσοι οι Καλαμίτσηδες και οι Κακουλίδηδες και οι Μητσικωσταίοι και οι Ελληνοφρένηδες και οι δεν ξέρω και ποιοι ακόμα, για να αποκτήσει και ένα κάποιο χαμόγελο ο συνήθως συνοφρυωμένος πολιτικοπλάνταχτος πρωτοσέλιδος Τύπος; Όσο για την αφεντιά μου, αν συμβεί το προτεινόμενο, με βλέπω να μετακομίζω στην 1η σελίδα και σε λίγο να γράφουμε πολιτική επιθεώρηση με τον Μάκη Κουρή, πολύ καλύτερης «Δελφιναριοστάθμης».
ΠΑΜΕ ΣΑΝ ΑΛΛΟΤΕ…
ΠΑΜΕ ΣΑΝ ΑΛΛΟΤΕ…
Θα το πω, ρε παιδιά, και ας με χαρακτηρίσετε υπερβολικό, αν όχι και «αρρωστημένο μυαλό», αλλά κάθε τόσο που διαβάζω για τη «νεκρανάσταση σπουδαίων παλιών», που ξαναπαίζονται με νέες κόπιες και αναθεωρημένες μάλιστα στην ποιότητα της εικόνας και του ήχου, με πιο σύγχρονο «εταλονάζ» στην εκτύπωση και επεξεργασμένες με πιο σύγχρονα φίλτρα του ήχου, εγώ, ως «άρρωστος» το ξαναλέω, προτιμώ να ξαναβλέπω εκείνες τις παλιές κόπιες, τις καταταλαιπωρημένες από τη χρήση τους, τις γεμάτες γραμμές και γδαρσίματα, τη «βροχή» όπως τη λέγαμε κάποτε και την απώλεια πολλών «καρέ» στο τέλος της κάθε πράξης για να γινόταν κάθε φορά η συγκόλλησή τους στην μπομπίνα των 900 και των 1.200 μέτρων.
Ήταν σαν ένα είδος σεβασμού, αν το θέλετε, στην ηλικία τους, αν όχι και μια δόση νοσταλγίας για τις εποχές που κουβαλούσαν επάνω τους, τότε δηλαδή που τις ξεθάβαμε από τις αποθήκες του Σκούρα και του Δαμασκηνού για να ξαναδούμε τη «Νύχτα και την πόλη» του Ντασέν, το «Μπούμερανγκ» του Καζάν ή τη «Βιριδιάνα» του Μπονουέλ, φορτωμένες με όλη τη «βροχή» των καιρών και με τα ξεραμένα λάδια των μηχανών προβολής που είχαν στεγνώσει επάνω τους και που ήταν τα «παράσημα» της προϋπηρεσίας τους. Μου αρέσει που μερικοί, ιδιαιτέρως μπασμένοι στα κινηματογραφικά, δίνουν και οδηγίες στους αναγνώστες τους «ρωτήστε για την κόπια»! Και σε ρωτάω γιατί τις ζητάς «αναθεωρημένες» και «ξανατυπωμένες»; Μήπως όταν ανεβαίνεις στην Ακρόπολη, έχεις την απαίτηση να δεις τις Καρυάτιδες φρέσκες και καλοζωισμένες όπως τον καιρό που τις έφτιαξαν οι άνθρωποι του Περικλή; Ή όταν φιλάς με σεβασμό το κουρασμένο χέρι μιας αρχοντικής κυρίας, χάνεις το σεβασμό σου όταν σηκώνεις το βλέμμα στο πρόσωπό της και βλέπεις τα ίχνη του μπότοξ και τα σημάδια των επεμβάσεων του κ. Φουστάνου; Μέχρι που δεν χάνω κάθε σαββατόβραδο τους αρχικούς τίτλους από το «Στην υγειά σας» του Σπύρου Παπαδόπουλου, για να ξαναβλέπω όλα εκείνα τα πλάνα από τις ελληνικές ταινίες, με τις «βροχές» και τα γδαρσίματα από τις ταλαιπωρίες των χρόνων που κουβαλάνε με τον Ζαμπέτα, τον Αυλωνίτη, τον Κωνσταντάρα, τον Μηλιάδη, την Μηνιάτη, τον Βουτσά και τους όσους άλλους και να σκεφτείς ότι τα περισσότερα πλάνα είναι από ταινίες δικές μου, χωρίς ούτε τυπικά να μου έχουν ζητήσει την άδεια για τη χρήση τους, χωρίς βέβαια να τους έλεγα «όχι». Αυτά λοιπόν για τα «παράσημα του χρόνου», αλλά, είπαμε, εγώ είμαι και αρρωστημένο μυαλό λιγάκι και να μου το συγχωρέσετε.
***
ΕΝΑΣ ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ ΤΕΠΕΝΛΕΛΗΣ
ΑΛΛΑ ΚΑΙ… ΥΔΡΑΥΛΙΚΟΣ ΩΣΑΥΤΩΣ!
Είναι μερικοί ρόλοι που, λόγω της επιτυχίας, σε κυνηγούν σε ολόκληρη την ερμηνευτική σου σταδιοδρομία, όπως σαν παράδειγμα ο Χρήστος Πολίτης όποιον ρόλο και αν παίξει μετά την πολυετή θητεία του στη «Λάμψη» του Νίκου Φώσκολου, θα εξακολουθεί να θυμίζει πάντα το φοβερό και αδίστακτο Δράκο ή ο Κώστας Χατζηχρήστος τον Θύμιο ή ο Θανάσης Βέγγος τον «καλό άνθρωπο» που έτρεχε πολύ, έτσι και ο συμπαθέστατος κατά τα άλλα κ. Χαλκιάς, κάθε φορά που εμφανίζεται σε σκηνή του σίριαλ «Λίμνη των στεναγμών», παίζοντας (θα έλεγα και «εμπαίζοντας»!) τον Αλή Πασά, κάποια στιγμή περιμένεις να ρωτήσει έναν από τους τσοχανταρέους του «και τώρα που είναι ορέ ο λουτροκαμπινές για να τον ξεβουλώσω, για να πάει προς νερού της και η κυρα-Φροσύνη;», θυμίζοντας το ρόλο του υδραυλικού που τόσο επιτυχημένα έπαιζε στο σίριαλ της κ. Μαβίλη. Το έχουν αυτό οι επιτυχημένοι ρόλοι. Κολλάνε επάνω σου σαν βδέλλες και δεν λένε να σε αφήσουν, αλλά κι αυτός ο ευλογημένος δεν σκέφτηκε, όταν του το πρότειναν, ότι είχε να συγκριθεί με εκείνον τον τεράστιο Τζαβαλά Καρούσο, που έκανε τον Αλή Πασά με την Ειρήνη Παπά κυρα-Φροσύνη στη «Λίμνη των στεναγμών» που είχαν γυρίσει το 1959 οι Καρατζοπουλαίοι, με σκηνοθέτη τον Γρηγόρη Γρηγορίου, μια παραγωγή μεγάλης τόλμης για εκείνους τους καιρούς και που μόνο όταν ο Καρούσος έλεγε στο γύρισμα εκείνο το «μολόγα ορέ» στον προδότη, έτρεμαν οι τοίχοι του Στούντιο Άλφα. Ήμουν εκεί κι ακόμα ιδρώνω…
Τώρα πού πας, καημένε κύριε Χαλκιά μου, πάντα συμπαθέστατε κατά τα άλλα, μ’ αυτά τα αποκριάτικα που σε φορτώσανε και με τις γούνες Χουντάλα και που, όπως και να το κάνουμε, ήσουν πολύ καλύτερος σαν υδραυλικός και μόνο με τη «μακό» φανελίτσα σου και το μόρτικο υφάκι σου.
***
ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΑ «ΣΥΝΤΟΜΑ»,
ΤΑ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΑ..
• Καλό σου ταξίδι, Λυκούργο Καλλέργη, ως την τελευταία σου ώρα, οι αισθήσεις σου σε εγρήγορση, καθώς ταιριάζει στον άγρυπνο για όλα. Συμπληρώνοντας κοντά έναν αιώνα με τη δημιουργική, προοδευτική και αγωνιστική παρουσία σου. Η Εταιρεία των Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων, Συνθετών και Μεταφραστών, εκτός από ανεκτίμητο φίλο, υποδειγματικό ερμηνευτή, θα σε διατηρήσει στον κατάλογο των αλησμόνητων και για τις υποδειγματικές μεταφράσεις σου.
• Διαβάζουμε ότι μέσα στους σχεδιασμούς για την αναστήλωση της ΕΡΤ που κάνει ο κ. Μόσιαλος (3ος στη σειρά στην παρούσα «ρεκτιφιέ» κυβέρνηση) είναι και η κατάργηση μικροκαναλιών που είχε κατά καιρούς φορτωθεί η κρατική τηλεόραση, όπως επαρχιακά, δορυφορικά, Χρίσμα, Κλύσμα, Πρίσμα και δεν συμμαζεύεται, που με τη μηδενική τους ακροαματικότητα, μόνο τη ζημία εμεγάλωναν, άρα τζάμπα και άδικα πληρώναμε και πληρώνουμε ακόμα το χαράτσι της ΕΡΤ στους λογαριασμούς της ΔΕΗ και κανονικά θα πρέπει να μας τα επιστρέψουν ως «αδικαιολογήτως χαρατσωθέντα»!
Θα μας πείτε «από πού να σας τα δώσουμε, ρε παιδιά, αφού το ταμείον είναι μείον;». Εντάξει, δεν θα χαλάσουμε τις καρδιές μας. Να μας τα επιστρέψετε σε «είδος» και να πατσίσουμε τους λογαριασμούς. Και συγκεκριμένα, να μας μεταδώσετε ΟΛΕΣ τις κομμένες ειδήσεις του παρελθόντος που ανεξαρτήτως κυβερνήσεων δεν μεταδόθηκαν ποτέ για να βγάλουμε έτσι, έστω και καθυστερημένα, το άχτι μας, αλλά και για να πληροφορηθούμε το μέγεθος της ξεφτίλας εκείνων που κρατούσαν στα χέρια τους τη μεγάλη ψαλίδα.
• Για 100 «συμπαραγωγές» ελληνικών ταινιών δηλώνει πολύ υπερήφανη η NOVA της 24ωρης κινηματογραφικής προσφοράς, μέχρι μπουχτίσματος μη θεραπευομένου με καμιά ανακουφιστική σόδα. Και μέσα σ’ αυτόν τον καταιγισμό και «100 συμπαραγωγές», κάθε βράδυ τον Αύγουστο που μας πέρασε, στις 10 ακριβώς. Και μέσα σ’ αυτές τις 100, με εξαίρεση τις 5 ή 6, όχι περισσότερες από τις μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού, οι υπόλοιπες ελληνικές, χωρίς καμιά να έχει φιλοξενηθεί σε αίθουσα κανονικού κινηματογράφου, θα μπορούσαν να αποτελέσουν ένα μοναδικό Φεστιβάλ ξερατού και κακογουστιάς.
• «Έλα της θάλασσας θεριό και του πελάγου μπόρα – το φοβερό σκουπιδαριό να διώξεις απ’ τη χώρα» είναι οι στίχοι του Νίκου Γκάτσου για ένα τραγούδι και ύστερα σου λένε ότι μας λείπουν και σήμερα τα πολιτικά τραγούδια, όταν θυμάσαι τους Μπέους, τους Ψωμιαδέους και τους πόσους ακόμα…
• Γιατί το «καλό πρέπει να λέγεται», η έρευνα κατά τη λήξασα εβδομάδα εις ουδέν απέδωσε. Ελπίζουμε η επομένη, με την επιστροφή των αδειούχων «αστέρων», να είναι πιο αποδοτική, γιατί με μια μόνη Νάντια Μπουλέ τι χαΐρι και προκοπή και χόρταση να έχεις; Ούτε σαν μια σκέτη από γκιουβέτσι δεν μετράει.