«Σκληρό ροκ» από την Άγκυρα για την Κύπρο και τα κοιτάσματα

Συγκεκριμένα, με αφορμή την απόφαση της Λευκωσίας να προχωρήσει σε υλοποίηση προγραμμάτων για την αξιοποίηση των υδρογονανθράκων στη δική της ΑΟΖ, η Τουρκία ετοιμάζει πειρατικές παρεμβάσεις και πυροδοτεί επικίνδυνες εντάσεις, που δεν θα αφήσουν φυσικά εκτός τις ευρύτερες σχέσεις της με την Αθήνα.

Και ναι μεν Λευκωσία και Αθήνα έχουν αντιδράσει καταγγελτικώς, αλλά η Άγκυρα «δεν παίρνει από λόγια» ούτε συγχύζεται από το ότι αυτές της οι ενέργειες αντιστρατεύονται το διεθνές δίκαιο, καθώς στρέφονται κατά αναγνωρισμένων δικαιωμάτων ανεξάρτητου κράτους-μέλους των Ηνωμένων Εθνών και επιπλέον εταίρου του σκληρού πυρήνα της ΕΕ.

Το οποίον όμως η ίδια δεν αναγνωρίζει! Και το διακηρύττει αυτό σε υψηλούς τόνους, με κάθε ευκαιρία. Η Άγκυρα δημιουργεί εκ προοιμίου ζητήματα και εμπλέκει στο θέμα το Κυπριακό και τις παραμέτρους τού αναζητούμενου κρατικού συνεταιρισμού, προσπαθώντας να θέσει θέμα τουρκοκυπριακού μεριδίου σε αυτόν τον υποθαλάσσιο φυσικό πλούτο. Ενώ με τη σειρά τους οι εγκάθετοί της στο κατοχικό μόρφωμα θέτουν και ζήτημα συμφερόντων της ίδιας της Τουρκίας, η οποία όμως δεν έχει συνομολογήσει συμφωνίες με τα όμορα κράτη όσον αφορά τις ΑΟΖ και επομένως δεν νομιμοποιείται να αυθαιρετεί.

Εάν τώρα θέλουμε να πούμε τα πράγματα με το όνομα τους, θα πρέπει να επισημάνουμε ότι η Άγκυρα ποντάρει εν πολλοίς στους έωλους ελληνικούς δισταγμούς και στα φοβικά σύνδρομα που τους διέπουν, αφού βλέπει ότι από την πλευρά της η Αθήνα δεν προχωράει σε ανακήρυξη δικών της ΑΟΖ. Όπως, δηλαδή, δικαιούται και ως ώφειλε να είχε ήδη πράξει. Με αποτέλεσμα να παραμένει κρίσιμη εκκρεμότητα όσον αφορά το θέμα, κάτι που τείνει να δημιουργήσει τετελεσμένο σε συγκεκριμένες θαλάσσιες ζώνες της εθνικής κυριαρχίας, όπως εκείνη του Καστελλόριζου, όπου η Τουρκία προσπαθεί να δημιουργήσει, αφύσικα, νέα κατάσταση πραγμάτων.

Όσο κι αν αυτό φαίνεται άσχετο με την απόφαση της Λευκωσίας (ως του άλλου κρατικού πυλώνα του Ελληνισμού) να προχωρήσει στην εξόρυξη των υδρογονανθράκων στη δική της περιοχή, και μάλιστα σε συνεννόηση και συνεργασία με το Ισραήλ, τα δύο ζητήματα εμπλέκονται.

Αφενός, με την έννοια ότι στοχοποιούνται από την ίδια πειρατική πολιτική της Άγκυρας και βρίσκονται στο ίδιο στόχαστρο των απειλών για γεωπολιτικά τετελεσμένα και, αφετέρου, εάν αυτές οι πειρατικές πρακτικές επιβληθούν στη μια περίπτωση και επιτύχουν τις επιδιωκόμενες ανασχέσεις οι συνέπειες θα βαρύνουν αυτομάτως και την άλλη.

Κοινός στόχος είναι ο ακρωτηριασμός της εθνικής κυριαρχίας και της Κύπρου (που είναι ήδη γεωπολιτικά κρεουργημένη) και της Ελλάδος, η οποία μέχρι στιγμής αποφεύγει το αυτονόητο, που όλες οι χώρες της περιοχής το πράττουν συνομολογώντας μεταξύ τους συμφωνίες που προσδιορίζουν τα όρια των Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών τους και επιτρέπουν εν συνεχεία την προαγωγή διαδικασιών αξιοποιήσεως των κοιτασμάτων που ενδεχομένως (και στην προκειμένη περίπτωση αποδεδειγμένως) υπάρχουν.

Άρα, καλές οι δηλώσεις και η διατύπωση επιχειρημάτων, αλλά δεν φτάνουν. Απαιτείται, όσο ποτέ πριν, πιο στρατηγική διαχείριση των εξελίξεων και πιο πρακτική αντιμετώπιση του κινδύνου για τετελεσμένα, τα οποία καμία δήλωση περί δικαίου δεν αποτρέπει. Εάν δηλαδή δεν υπάρξουν αποτελεσματικές πολιτικές, που να διέπονται από αποφασιστικότερες παρεμβάσεις, και δεν εννοούμε, προς Θεού, στρατιωτικοποίηση τέτοιων ζητημάτων, αλλά οπωσδήποτε αυτονοήτως ανάταξη εθνικής ισχύος, με τρόπο που τέτοια στρατηγική διαχείριση να διαθέτει τεκμήριο πειστικότητος.

Διαφορετικά, ο Ερντογάν θα παίζει μονότερμα, οι δε τρίτοι (εταίροι και σύμμαχοι) θα σφυρίζουν αδιάφορα. Η πικρή αλήθεια…


Σχολιάστε εδώ