Η Μόρφου της ελευθερίας
Η σημερινή ημέρα, 14η Αυγούστου, δεν πρέπει να είναι μόνο ημέρα θλίψης και μνήμης αλλά και ντροπής, γιατί αποτελεί μια σχεδόν ξεχασμένη τραγική επέτειο της ημέρας που τα βάρβαρα στίφη του νέου «Αττίλα» κατέλαβαν μετά την Κερύνεια, που προδομένη αντιστάθηκε ηρωικά, αμαχητί και κατόπιν οδηγιών για «αναδίπλωση» –όπως απεκλήθη τότε η κατάπτυστη απόφαση των ηγεσιών Ελλάδας και Κύπρου για παράδοση στους βανδάλους– της Μόρφου, της Αμμοχώστου και την Καρπασίας. Εδώ πρέπει να θυμηθούμε τα λόγια του Περικλή, του κορυφαίου πολιτικού αλλά και στρατηγικού αναλυτή όλων των εποχών, όπως μεταφέρονται διά χειρός Θουκυδίδη, προς τους Αθηναίους όταν ξεκινούσε ο Πελοποννησιακός Πόλεμος, λόγια διαχρονικά, επίκαιρα και αιώνια: «Πρέπει να ξέρετε ότι με την ελευθερία, αν την υπερασπιστούμε και τη διαφυλάξουμε, τη διεκδικήσουμε, την κατακτήσουμε, θα αποκτήσουμε πάλι και σπίτια και χωράφια, ενώ αν υποκύψουμε στον εχθρό θα χάσουμε και αυτό που έχουμε σήμερα. Μη φανείτε διπλά κατώτεροι από τους προγόνους σας, που δεν κληρονόμησαν τόση δύναμη, αλλά ό,τι κληρονόμησαν, το κληρονόμησαν με μόχθο, το διεκδίκησαν με αίμα και μας το παρέδωσαν».
Αυτό που έγινε τον Ιούλιο – Αύγουστο του ʼ74 ήταν πανθομολογουμένως προδοσία εις βάρος του Ελληνισμού και της Κύπρου. Το ότι όμως δεν αντισταθήκαμε στην πολεμική επιδρομή του «Αττίλα» και κυρίως το ότι στη συνέχεια αρχίσαμε να διαπραγματευόμαστε χωρίς τη στρατηγική, το σχέδιο και την αποφασιστικότητα της απελευθέρωσης προσβάλλουν την ιστορία, τις παραδόσεις και τον πολιτισμό του Ελληνισμού. Αυτό που συμβαίνει τα τελευταία 37 χρόνια είναι μια πολιτική διαπραγμάτευσης όρων παράδοσης, και μάλιστα ακόμη και αυτό χωρίς σχέδιο, χωρίς «κόκκινες γραμμές» και χωρίς πρόβλεψη των σχεδίων του εχθρού. Επαφιέμεθα κυρίως στις καλές «προθέσεις» και στις διαμεσολαβητικές παρεμβάσεις τρίτων χωρών, που έχουν τα δικά τους, εν πολλοίς άνομα, συμφέροντα.
Ο Περικλής, απευθυνόμενος στους Σπαρτιάτες –διά γραφίδος Θουκυδίδη πάντα–, φωτίζει τη σύγχρονη στρατηγική σκέψη κατά τρόπο εξόχως επίκαιρο: «Από πάντα υπάρχει η αρχή πως ο αδύνατος υπακούει στη θέληση του δυνατού, ο ισχυρός επιβάλλεται όσο του επιτρέπει η δύναμή του και ο αδύνατος υποχωρεί όσο του επιβάλλει η αδυναμία του. Κι εσείς άλλωστε δέχεστε την αρχή αυτή ως τη στιγμή κατά την οποία επιδιώκοντας τα συμφέροντά σας επικαλείστε αρχές δικαιοσύνης που δεν εμπόδισαν ποτέ κανέναν να αποκτήσει με τη βία μεγαλύτερα πλεονεκτήματα. Τη δικαιοσύνη την επικαλούνται οι ισχυροί, ώστε εκ του ασφαλούς να νομιμοποιούν την εξουσία τους».
Σήμερα βρισκόμαστε ως Κυπριακός Ελληνισμός στο ναδίρ της σύγχρονης ιστορίας μας. Αφού παραδώσαμε την ψυχή μας, δηλαδή τον πολιτισμό μας, που σημαίνει διεκδίκηση ελευθερίας και δικαιωμάτων, είμαστε αμήχανα αβοήθητοι και φοβισμένοι, σε μια αποτελμάτωση αδιεξόδων που μας φέρνουν στα όρια του αφανισμού. Όλα αυτά τα χρόνια έχουν γίνει φοβερά και ασυγχώρητα λάθη, κυρίως από την πλευρά της ηγεσίας, που θα έπρεπε να ήταν αποφασισμένη και συνεπής, με στρατηγική στόχων, τακτικών και μέσων επίτευξής τους, κατά τρόπο αδιάλειπτα συνεχή και σταθερό, ανεξαρτήτως προσώπων που βρίσκονται στην εξουσία. Κάναμε, αναίτια και ανεξήγητα, πολλές υποχωρήσεις τις οποίες χαρακτηρίζαμε μικρές για να δείξουμε την καλή μας πίστη. Ο Περικλής όμως μας υπενθυμίζει και πάλι: «Ούτε πρέπει να έχετε την ενδόμυχη σκέψη ότι αρχίζετε τον πόλεμο για ασήμαντη αιτία. Αυτό το ασήμαντο είναι η δοκιμασία του φρονήματος και της αποφασιστικότητάς σας. Αν υποχωρήσετε στη μικρή απειλή, θα προβάλουν αμέσως μεγαλύτερη απαίτηση. Γιατί θα θεωρήσουν ότι τώρα ενδώσατε από φόβο. Αντιθέτως, αν δείξετε σταθερότητα, θα τους δώσετε να καταλάβουν ότι πρέπει να μας φέρονται σαν ίσοι προς ίσους. Αυτοί που έρχονται και μας προβάλλουν απαιτήσεις, μικρές ή μεγάλες, σημαίνει για μας ότι ζητούν την υποταγή μας».
Αυτά για τη θλιβερή ξεχασμένη επέτειο της δεύτερης εισβολής, σαν μια μνήμη για την ελευθερία που βρίσκεται στα βεβηλωμένα σπλάχνα της γης των παιδικών μου χρόνων Μόρφου, της Καρπασίας, της Αμμοχώστου και της Κερύνειας.