Ελλάδα, Κύπρος και γεωπολιτική στην ανατολική Μεσόγειο

Ο στόχος αυτός δεν ανταγωνίζεται, προφανώς, την αεροναυτική παρουσία σήμερα των μεγάλων δυνάμεων. Αντιθέτως, παρουσιάζεται επιτηδείως ως μέρος και συμπλήρωμα της στρατηγικής του ΝΑΤΟ στην περιοχή. Η τακτική αυτή είναι αποδοτική και αναγκαία για την Άγκυρα. Πρώτον, γιατί διαφυλάσσει και ενισχύει τις σχέσεις της με το ΝΑΤΟ. Το τελευταίο, παρά τη λήξη του ψυχρού πολέμου, παραμένει η βάση της τουρκικής ασφάλειας, σε σχέση ειδικότερα με τον ρωσικό παράγοντα. Δεύτερον, γιατί επιτρέπει τη σύνδεση με την Ευρώπη και την υπερφαλάγγιση της ανταγωνιστικής Ελλάδος σ’ αυτό το πλαίσιο. Το ενδοΝΑΤΟϊκό παιχνίδι σε βάρος της Ελλάδος έχει αποφέρει μέχρι τώρα πολλά κέρδη στην τουρκική πολιτική. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η αμερικανική πολιτική αποδίδει μεγαλύτερη σημασία στον τουρκικό στρατηγικό παράγοντα, οφείλεται όμως επίσης στην επιρροή που ασκεί η αμερικανική πολιτική επί της Ελλάδος, υπέρ των δικών της επιλογών, σχεδιασμών και στρατηγικών στόχων, ανεξάρτητα από τα ελληνικά συμφέροντα. Τρίτον, γιατί συγκαλύπτει τις τουρκικές εθνικές φιλοδοξίες υπό τον μανδύα του ΝΑΤΟ και αποτρέπει πρόωρες αντιδράσεις στα μεγαλοϊδεατικά τουρκικά σχέδια.
Επισημαίνεται όμως ότι η Μεσόγειος, ιδιαίτερα η Ανατολική, δεν είναι οποιαδήποτε θάλασσα. Έχει μοναδική, παγκόσμια στρατηγική σημασία. Διακυβεύονται σ’ αυτήν τεράστια διεθνή στρατηγικά συμφέροντα. Τα τελευταία συνδέονται, προφανώς, με τα μεγάλα ενεργειακά αποθέματα στην περιοχή, τη θέση της Ανατολικής Μεσογείου ως σημείου συναντήσεως και επικοινωνίας μεταξύ τριών ηπείρων και τους γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς των μεγάλων δυνάμεων. Όχι μόνο στη μεγάλη Μέση Ανατολή, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή της Ευρασίας. Σημειώνεται επίσης η ειδικότερη σημασία της Ανατολικής Μεσογείου για τις ευρωπαϊκές δυνάμεις και την Ευρωπαϊκή Ένωση, τη Ρωσία και την επικοινωνία της με ανοικτές θάλασσες και για το Ισραήλ, η ασφάλεια του οποίου καθορίζεται ως ένας από τους πρωταρχικούς στόχους της αμερικανικής πολιτικής.

ΥΠΕΡΦΙΑΛΟΙ ΟΙ ΤΟΥΡΚΙΚΟΙ ΣΤΟΧΟΙ

Λαμβάνοντας υπ’ όψιν τους παραπάνω παράγοντες, οι μεγαλεπήβολες τουρκικές φιλοδοξίες είναι αναμφισβήτητα υπερφίαλες. Αυτό όμως δεν αλλάζει το γεγονός ότι η Τουρκία αναπτύσσει μια συστηματική πολιτική προβολής αεροναυτικής ισχύος στην περιοχή, που ενισχύει το βάρος, τον ρόλο και την επιρροή της. Αυτό επηρεάζει τους περιφερειακούς συσχετισμούς ισχύος και αφορά άμεσα την Ελλάδα και την Κύπρο.
Η πολιτική αυτή εκφράσθηκε, σε πρώτη φάση, με μια θεαματική προσπάθεια της τουρκικής πολιτικής στον τομέα της αεροπορίας και της πολεμικής βιομηχανίας. Κατά τα τελευταία χρόνια διακηρύχθηκε επισήμως η στροφή προς τη θάλασσα και ανελήφθη μια τεράστια προσπάθεια στον τομέα του πολεμικού ναυτικού και της ναυπηγικής βιομηχανίας. Ήδη ναυπηγούνται στην Τουρκία κάθε είδους πολεμικά πλοία, περιλαμβανομένων έξι γερμανικών υποβρυχίων τύπου 214, τα ίδια που παρήγγειλε από χρόνια και προσμένει ακόμη το Πολεμικό Ναυτικό. Παρατηρείται έτσι το παράδοξο, η Ελλάδα, που είναι παγκόσμια ναυτιλιακή δύναμη και έχει για την εθνική της ασφάλεια τόση ανάγκη από το ναυτικό πλεονέκτημα, να χάνει έδαφος και στον τομέα αυτό. Να φαίνεται ανίκανη να συντηρήσει αποτελεσματικά τη ναυπηγική της βιομηχανία, ιδιαίτερα την πολεμική. Να την ξεπουλάει σε ξένα συμφέροντα, όταν η επιβίωση της τελευταίας βασίζεται, κατά κύριο λόγο, στις παραγγελίες του Πολεμικού Ναυτικού.
Ο υπερφίαλος χαρακτήρας των τουρκικών φιλοδοξιών δεν είναι λόγος για την υποτίμηση των τουρκικών συστηματικών προσπαθειών. Είναι προφανές ότι, ανεξάρτητα από τη μακροπρόθεσμη έκβασή τους, επηρεάζουν άμεσα τις τοπικές ισορροπίες, που μας αφορούν. Ένας λόγος παραπάνω είναι το γεγονός ότι τώρα διακυβεύονται ύψιστα εθνικά μας συμφέροντα, με την ανακήρυξη ή μη της ΑΟΖ και την αξιοποίηση του υποθαλάσσιου εθνικού πλούτου.

ΑΠΡΟΚΑΛΥΠΤΕΣ ΤΟΥΡΚΙΚΕΣ
ΑΠΕΙΛΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΝΑΡΞΗ
ΓΕΩΤΡΗΣΕΩΝ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΑΟΖ

Η Άγκυρα ενοχλείται αφάνταστα από το γεγονός ότι η Κύπρος, αψηφώντας τις τουρκικές απειλές, προχώρησε, με απόφαση του αείμνηστου Προέδρου Παπαδόπουλου, στην ανακήρυξη της ΑΟΖ και στην οριοθέτησή της, διαδοχικά με την Αίγυπτο, τον Λίβανο και το Ισραήλ. Η συμφωνία με τον Λίβανο δεν επικυρώθηκε ακόμη από το Κοινοβούλιο, λόγω των εσωτερικών προβλημάτων τής χώρας, και παραμένει σε εκκρεμότητα. Η Άγκυρα εκμεταλλεύεται τη συγκυρία και ασκεί πιέσεις για το πάγωμά της.
Η συμφωνία με το Ισραήλ έχει ιδιαίτερη σημασία, κάτω από τις σημερινές συνθήκες. Της ρήξεως δηλαδή στις σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ και της ανευρέσεως μεγάλων κοιτασμάτων φυσικού αερίου και πιθανόν πετρελαίου στην ισραηλινή ΑΟΖ και πιθανότατα στη γειτονική κυπριακή ΑΟΖ.
Στις 21 Σεπτεμβρίου, το μεγάλο γεωτρύπανο της εταιρείας Noble Energy, που διεξήγαγε τις έρευνες στην ισραηλινή ΑΟΖ και επιβεβαίωσε την ύπαρξη του κοιτάσματος «Λεβιάθαν», θα μετακινηθεί στο οικόπεδο 12 της κυπριακής ΑΟΖ για την πραγματοποίηση γεωτρήσεων. Από αυτές θα διακριβωθεί η ύπαρξη και το μέγεθος του πιθανολογούμενου κοιτάσματος «Αφροδίτη», το οποίο ενδέχεται ν’ αποδειχθεί μεγαλύτερο ακόμη και από το ισραηλινό «Λεβιάθαν». Με την εφαρμογή του προγράμματος αυτού, η Κύπρος θα εγκαινιάσει την αξιοποίηση της ΑΟΖ και θα μπορέσει να προμηθευθεί το πρώτο δικό της φυσικό αέριο περίπου σ’ έναν χρόνο. Τα υπολογιζόμενα έσοδα της Κύπρου, στην περίπτωση αυτή, θα είναι ετησίως περίπου μισό δισ. ευρώ. Λίγες μέρες μετά τις ωμές, αδιάλλακτες δηλώσεις, στις οποίες προέβη ο τούρκος πρωθυπουργός Ερντογάν, κατά την παράνομη επίσκεψή του στην κατεχόμενη Κύπρο, με την ευκαιρία του εορτασμού της 37ης επετείου της τουρκικής εισβολής, πήρε τη σκυτάλη ο τούρκος υπουργός Εξωτερικών. Εξετόξευσε, στο ίδιος ύφος, απειλές για την προγραμματισμένη έναρξη γεωτρήσεων στην Κυπριακή ΑΟΖ. Επικαλέσθηκε ως πρόσχημα τα δικαιώματα δήθεν των Τουρκοκυπρίων, αλλά και θολά επιχειρήματα, που παραπέμπουν στις γνωστές τουρκικές θέσεις για την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ των νήσων.
Πραγματικός στόχος των τουρκικών απειλών είναι η ματαίωση ή η αναστολή επ’ αόριστον των προγραμματισμένων γεωτρήσεων, που αποτελούν, εκτός των άλλων, προηγούμενο και παράδειγμα προς μίμηση για την Ελλάδα. Η Τουρκία ακολούθησε και προηγουμένως την ίδια τακτική για να εμποδίσει, σε πρώτη φάση, την ανακήρυξη της ΑΟΖ και, σε δεύτερη φάση, την πραγματοποίηση ερευνών. Απέστειλε, μεταξύ άλλων, πολεμικά πλοία για να παρεμποδίσουν τις έρευνες. Η Κύπρος κατήγγειλε διεθνώς την Τουρκία και κατόρθωσε να εξασφαλίσει, με βάση το Διεθνές Δίκαιο, δηλώσεις υποστηρίξεως τόσο από την Ευρωπαϊκή Ένωση όσο και από τις ΗΠΑ. Κατήγγειλε τώρα εκ νέου την Άγκυρα και επιφυλάσσεται να θέσει το θέμα στη Σύνοδο των
Υπουργών Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ενώσεως, στις αρχές Σεπτεμβρίου και να ζητήσει την αλληλεγγύη των ευρωπαίων εταίρων. Σημειώνεται σχετικά ότι τόσο οι χώρες-μέλη όσο και συλλογικά η Ευρωπαϊκή Ένωση επικύρωσαν τη Διεθνή Σύμβαση για το Θαλάσσιο Δίκαιο του Montego Bay του 1982. Η Σύμβαση αποτελεί επομένως μέρος του ευρωπαϊκού κεκτημένου.

ΟΙ ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΓΚΥΡΑΣ ΠΡΟΣΚΡΟΥΟΥΝ ΣΗΜΕΡΑ ΣΤΗ ΡΗΞΗ ΜΕ ΤΟ ΙΣΡΑΗΛ ΚΑΙ ΣΕ ΙΣΧΥΡΑ
ΔΙΕΘΝΗ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ

Είναι πιθανόν να αποστείλει πάλι η Άγκυρα πολεμικά πλοία στην περιοχή. Τη φορά όμως αυτή προσκρούει στη ρήξη με το Ισραήλ και σε μεγάλα αμερικανικά συμφέροντα. Τα τελευταία εκφράζονται μέσα από την ανάδοχη εταιρεία γεωτρήσεων «Noble Energy», αμερικανοεβραϊκών συμφερόντων. Θα επιτρέψουν οι ΗΠΑ την εκδίωξη από την περιοχή, από τουρκικά πολεμικά, του γεωτρυπάνου μιας αμερικανικής εταιρείας, που δραστηριοποιείται στην ΑΟΖ της Κύπρου, με άδεια και συμβόλαιο του νόμιμου κράτους και στο πλαίσιο του ισχύοντος Διεθνούς Δικαίου; Το Ισραήλ, που δεν έχει κανένα λόγο ν’ ανεχθεί σιωπηρά ή να νομιμοποιήσει τουρκικές αξιώσεις στην ΑΟΖ μεταξύ Κύπρου και Ισραήλ, θ’ ασκήσει επίσης έντονες πιέσεις στην αμερικανική πλευρά, αλλά και στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Η τελευταία έχει, τέλος, συμβατικούς αλλά και ουσιαστικούς λόγους να εκφράσει την έντονη αντίθεσή της σε οποιαδήποτε δυναμική τουρκική παρέμβαση. Τα κοιτάσματα φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο είναι ένα νέο δεδομένο, που δεν αφήνει αδιάφορη την Ευρώπη.

ΕΙΝΑΙ ΠΙΘΑΝΟΝ Ν’ ΑΝΑΖΗΤΗΘΕΙ
ΔΙΕΞΟΔΟΣ ΣΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΩΝ ΠΙΕΣΕΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΜΕ ΠΡΟΣΧΗΜΑ ΤΙΣ ΔΙΑΚΟΙΝΟΤΙΚΕΣ ΣΥΝΟΜΙΛΙΕΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ ΚΑΙ ΤΙΣ ΔΙΕΡΕΥΝΗΤΙΚΕΣ ΕΠΑΦΕΣ
ΓΙΑ ΤΟ ΑΙΓΑΙΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ;

Με δεδομένη κυρίως την αμερικανική πολιτική, σε ό,τι αφορά το Κυπριακό αλλά και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, είναι πολύ πιθανόν ν’ αναζητηθεί διέξοδος στην άσκηση διπλωματικών πιέσεων προς την Ελλάδα και την Κύπρο.
Ο στόχος, σε μια τέτοια περίπτωση, θα ήταν η εύσχημη αναβολή επ’ αόριστον των προγραμματισμένων γεωτρήσεων, μέχρι την εξάντληση της τρέχουσας διαδικασίας των διακοινοτικών συνομιλιών για «λύση» του Κυπριακού.
Μια τέτοια εξέλιξη θα ήταν εντελώς απαράδεκτη, γιατί θ’ ανταποκρινόταν πλήρως προς τη διπλή τουρκική στρατηγική. Είτε δηλαδή να παγώσει επ’ αόριστον την αξιοποίηση της κυπριακής ΑΟΖ και τη δημιουργία προηγούμενου συνδέοντάς τη με τη «λύση», είτε να μπει συνέταιρος 50% με 50% στην κυπριακή ΑΟΖ και στα κοιτάσματα φυσικού αερίου, μέσω μιας «λύσεως» ισότιμου και ισοκυρίαρχου συνεταιρισμού δύο «κρατών». Με άλλα λόγια, μέσω μιας «λύσεως» τύπου Σχεδίου Ανάν.
Η Άγκυρα προσπαθεί, μέσω απειλών και επισειόμενου κινδύνου κρίσεως, να εκφοβίσει την ελληνική πλευρά και ν’ ασκήσει πίεση στον αμερικανικό παράγοντα για παρέμβαση υπέρ των τουρκικών θέσεων στην Ελλάδα και στην Κύπρο.
Από την άποψη αυτή, σε ό,τι αφορά την Κύπρο, είναι ανησυχητική η εμμονή του κυπρίου Προέδρου σε μια προσέγγιση των διακοινοτικών συνομιλιών, που δεν ανταποκρίνεται στις πραγματικές δυνατότητες εξευρέσεως μιας αποδεκτής λύσεως. Εφέλκει, αντιθέτως, κινδύνους παγιδεύσεως και διπλωματικού εγκλωβισμού της ελληνικής πλευράς, με πολύ δυσάρεστες συνέπειες. Πολύ χειρότερες, ενδεχομένως, εκείνων του Σχεδίου Ανάν, γιατί καραδοκεί σήμερα κίνδυνος, ως αποτέλεσμα των ίδιων των μονομερών παραχωρήσεων που έγιναν στις συνομιλίες από την ελληνική πλευρά, να προωθηθεί το λεγόμενο «απευθείας εμπόριο» και η ντε φάκτο αναγνώριση του «ψευδοκράτους» ως «ισότιμου» μέρους με την Κυπριακή Δημοκρατία. Ο τούρκος πρωθυπουργός, με τις δηλώσεις του στα κατεχόμενα, δεν άφησε περιθώριο για ψευδαισθήσεις σε ό,τι αφορά το είδος της «λύσεως» που απαιτεί η τουρκική πλευρά.
Ο τουρκοκύπριος ηγέτης Έρογλου δεν προτείνει τίποτε διαφορετικό. Προτείνει ακριβώς το ίδιο, συσκοτίζοντας απλώς την ορολογία, για να μη χρεωθεί «επισήμως», αν υπάρχει επισημότερος εκφραστής της τουρκικής πλευράς από τον τούρκο πρωθυπουργό, ότι απορρίπτει την υποτιθέμενη «κοινή» βάση των συνομιλιών για ομοσπονδία και όχι συνομοσπονδία.
Η θέση αυτή επιβεβαιώνεται και από τον ελιγμό στον οποίο προέβη ο τουρκοκύπριος ηγέτης, αποδεχόμενος τη γενναιόδωρη προσφορά του κυπρίου προέδρου για εκ περιτροπής προεδρία (μεταξύ του 80% και του 18%) προς δόξαν της αρχής της δημοκρατικής πλειοψηφίας! Συνόδευσε όμως και αυτήν την αποδοχή του, με αξίωση για παράλληλα αποδοχή από την ελληνική πλευρά της αρχής του βέτο σε όλα τα επίπεδα.
Για να επιβεβαιώνει έτσι και να κατοχυρώνει και η εκ περιτροπής προεδρία τον συνομοσπονδιακό ουσιαστικά χαρακτήρα του λεγόμενου συνεταιρισμού των δύο «ισοτίμων» μερών.

Η ΕΛΛΑΔΑ ΑΔΡΑΝΕΙ ΦΟΒΙΚΑ
ΣΤΗΝ ΑΝΑΚΗΡΥΞΗ ΤΗΣ ΑΟΖ ΚΑΙ
ΕΡΩΤΟΤΡΟΠΕΙ ΜΕ ΤΗΝ ΙΔΕΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΠΟΜΠΗΣ «ΟΛΩΝ» ΣΤΗ ΧΑΓΗ

Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, συνεχίζεται η ίδια πολιτική. Της αδράνειας αφενός σχετικά με την ανακήρυξη της ΑΟΖ και των ατελείωτων αφετέρου «διερευνητικών επαφών» στο παρασκήνιο για το Αιγαίο.
Είχαμε στο παρελθόν απρόσμενο φως στο παρασκήνιο από τα μηνύματα προς την Ουάσινγκτον της αμερικανικής πρεσβείας, που διέρρευσαν στα wikileaks. Έχουμε, προσφάτως, το βιβλίο του τούρκου διπλωμάτη Μπουλούκμπασι, στο οποίο προβαίνει σε αποκαλύψεις σχετικά με τα συζητούμενα κατά τους περίπου 50 μέχρι σήμερα γύρους επαφών.
Δεν σπεύδουμε να υιοθετήσουμε τους ισχυρισμούς του τούρκου διπλωμάτη. Υπάρχει όμως πληθώρα ενδείξεως ότι συζητούμε πράγματα που δεν συνιστούν για μας «διαφορές», όπως ισχυρίζεται η τουρκική πλευρά. Διαπραγματευόμαστε, παρασκηνιακά, κυριαρχικά μας δικαιώματα, που ασκούνται μονομερώς, χωρίς μάλιστα να έχουν αποσυρθεί από το τραπέζι οι γνωστές τουρκικές αξιώσεις και ισχυρισμοί για «γκρίζες ζώνες». Συζητούμε σοβαρά για παραπομπή «όλων» των θεμάτων στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, γιατί μόνο υπό τον όρο αυτό ενδέχεται ν’ αποδεχθεί η τουρκική πλευρά την προσφυγή στη Χάγη. Ποια είναι όμως αυτά τα «όλα», όταν η πλευρά μας έχει επισήμως ως πάγια αρχή ότι μόνη υπάρχουσα διαφορά είναι η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας μεταξύ των δύο χωρών και ότι μόνο αυτή μπορεί να παραπεμφθεί στη Χάγη; Αναλογίζονται οι αρμόδιοι τι σημαίνει η παραπομπή «όλων» στη Χάγη και τι αποτελέσματα θα είχε αυτή για τη χώρα;
Διαπιστώνουμε γενικά μια διολίσθηση, μέσα από τη διαδικασία των υποτιθέμενων «διερευνητικών επαφών» προς την τουρκική θέση και αξίωση για συζήτηση των υποτιθέμενων ως «προβλημάτων» του Αιγαίου πάνω σε διμερή πολιτική βάση, αντί στο αυστηρό πλαίσιο του ισχύοντος Διεθνούς Δικαίου.
Η διολίσθηση αυτή μπορεί να έχει ολέθριες συνέπειες για την ελληνική πλευρά. Αυτές θα προσκληθεί να συγκαλύψει μετά το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, μέσα από ένα κατάλληλο διαμορφωμένο συνυποσχετικό και την παραπομπή «όλων των θεμάτων» στη Χάγη.
Η τουρκική πλευρά έδειξε στο Κυπριακό, διά στόματος Ερντογάν, πώς εννοεί τη λεγόμενη «λύση». Δείχνει καθημερινά, με κάθε τρόπο, ποιες αξιώσεις και βλέψεις έχει στο Αιγαίο.
Η ελληνική πλευρά, ακόμη και σήμερα που κλυδωνίζεται από την οικονομική και κοινωνική κρίση, πρέπει να παραμείνει σταθερή στις θέσεις της. Πρέπει να προετοιμάσει διπλωματικά την ανακήρυξη της ΑΟΖ, που αποτελεί μέρος του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Η συζήτηση για την οριοθέτησή της είναι άλλο κεφάλαιο. Πρέπει, τέλος, να μην ξεχνά την εθνική της άμυνα, σε όσο δύσκολη θέση και αν βρίσκεται.


Σχολιάστε εδώ