Αλίμονο αν καταργηθεί κάθε δωρεά

Αφιλόξενο εντελώς το αναψυκτήριο. Τιμωρία βάλανε τους υπαλλήλους να δουλεύουν στον ημιώροφο με το ταβάνι κολλημένο στο κεφάλι τους. Και δεν πάει να λέει ό,τι θέλει ο ΓΟΚ. Κάτω από τις φτερούγες του αναπτύχθηκε το τερατούργημα της Αττικής. Ρίχνει μετά ένα «αφελές» ερωτηματικό, αν είμαστε εργαζόμενοι. Σαφώς είμαστε εργαζόμενοι, και ο Γ. Γιαννήλος κι εμείς, και η δουλειά μας είναι καθαρά δημοσιογραφική, να πληροφορούμε δηλαδή τους αναγνώστες μας και τους συναδέλφους για ό,τι καλό ή στραβό συμβαίνει στα σωματεία μας και στα Ταμεία μας. Το παλιό το κτίριο υπήρξε ένα από τα στραβά του ΕΔΟΕΑΠ των τελευταίων χρόνων, για τα οποία η αλήθεια είναι πως δεν ευθύνεται μόνο η Ελένη Σπανοπούλου. Είχαν ξεκινήσει πριν από τη δική της θητεία και συνεχίστηκαν και με τη δική της συμμετοχή στις διοικήσεις. Έτσι, αντί να εξασφαλίσουμε ένα σημαντικό έσοδο από το οίκημα ή να το μετατρέψουμε σε «σπίτι του δημοσιογράφου», το αφήσαμε να αχρηστευτεί, με αποτέλεσμα να μας κοστίσει 1.600.000 ευρώ η ανακαίνισή του, και χωρίς να είναι πλήρης.

Χρήματα ξοδεύονται ακόμα αυτήν τη στιγμή και για την οργάνωση ενός νέου ιατρείου μικροεπεμβάσεων, στις οποίες, όπως ακούσαμε, συμπεριλαμβάνονται και γαστροσκοπήσεις και κολονοσκοπήσεις. Επεμβάσεις που προϋποθέτουν νάρκωση. Ο Θεός δηλαδή να βάλει το χέρι του μην έχουμε κάποιο ατύχημα.

Εργαζόμενοι λοιπόν είμαστε, αλλά μη αμειβόμενοι. Ούτε με μισθό ούτε με μπλοκάκι. Από τον Μάκη Κουρή ζητήσαμε να φιλοξενεί κάθε Κυριακή στην εφημερίδα του κάποια πληροφοριακά κείμενά μας για τους συνταξιούχους της ΕΣΗΕΑ και της ΕΠΗΕΑ χωρίς καμία απαίτηση για οποιασδήποτε μορφής αμοιβή. Και το ζητήσαμε αφού χρόνια τώρα απέτυχε κάθε προσπάθειά μας να εκδώσει ένα ενημερωτικό έντυπο για τους ανθρώπους του Τύπου γενικά και όχι μόνο για τους συνταξιούχους κάποιος φορέας, η ΕΣΗΕΑ, η ΠΟΕΣΥ, ο ΕΔΟΕΑΠ. Σκοντάφταμε όχι στη δαπάνη που απαιτεί μια τέτοια έκδοση, αλλά στη φαγωμάρα των συνδικαλιστών μας, που δεν μπορούσαν να συμφωνήσουν ως προς τα πρόσωπα που θα αναλάμβαναν το εγχείρημα. Οι διαφωνίες αυτές οδήγησαν προ ετών στο κλείσιμο του εντύπου για τους συνταξιούχους που χρηματοδοτούσε η ΕΣΗΕΑ με ευθύνη της Ντίνας Εξάρχου. Έμεινε να κυκλοφορεί ο Αλέκος Μάλης, με δικά του έξοδα ο άνθρωπος, ένα ενημερωτικό έντυπο για τους συνταξιούχους, χρήσιμο αλλά και με κάποια κενά αντικειμενικότητας, δεδομένης της σαφούς ιδεολογικής τοποθέτησης του συναδέλφου. Καθώς δεν υπάρχει ακόμα και σήμερα ούτε καν μια τακτική εκπομπή για τον Τύπο σε κάποιο κανάλι ή ραδιοφωνικό σταθμό, οι δημοσιογράφοι, που έργο τους είναι να ενημερώνουν το κοινό, βρίσκονται στο απόλυτο σκοτάδι σε ό,τι αφορά τον δικό τους κόσμο. Και δεν είναι μόνο τα οικονομικά θέματα, για τα οποία θα έπρεπε να έχουν πλήρη ενημέρωση οι συνάδελφοι. Είναι και οι μεταξύ μας σχέσεις και η δεοντολογία και το μέλλον του κλάδου και ο μετασχηματισμός των ΜΜΕ. Απόλυτη άγνοια του τι ακριβώς συμβαίνει μέσα στην οικογένεια ή -το χειρότερο- διαστρεβλωμένες εικόνες στις ιστοσελίδες των παρατάξεων, που ελάχιστα ενδιαφέρονται για τα πραγματικά προβλήματα του Τύπου. Αποτέλεσμα, οι αναιμικές γενικές συνελεύσεις, η ψήφιση των ίδιων συμβούλων που μας οδήγησαν σε αδιέξοδο, η παραίτηση των νέων από κάθε φιλοδοξία συμμετοχής στην ανανέωση. Διασπασμένους έτσι και ανήμπορους μας βρήκε η οικονομική κρίση να παρακολουθούμε τους εκλεγμένους συμβούλους της ΕΣΗΕΑ να χοροπηδάνε ανέμελα γύρω από το καζάνι μέσα στο οποίο βράζουμε και τα πέντε χιλιάδες μέλη της Ένωσης.

Όχι, λοιπόν. Δεν πληρωνόμαστε για να γράφουμε στο «ΠΑΡΟΝ», αλλά και να πληρωνόμασταν, τι δηλαδή; Θα γράφαμε ψέματα; Είναι η δεύτερη φορά που η πρόεδρός μας ασχολείται με τα προσωπικά μας εισοδήματα. Την πρώτη φορά επέτρεψε να δημοσιευτεί στο σάιτ του ΕΔΟΕΑΠ η πληροφορία ότι συγκεντρώνουμε από σύνταξη και επικούρηση τον μήνα το διπλάσιο ποσόν από αυτό που στην πραγματικότητα μας αναλογεί. Καλά θα κάνουν όσοι δεν ψωνίζουν μαζί μας ρούχα και παπούτσια μαζί με λεμόνια και σέσκουλα από τη λαϊκή αγορά, όπως μας υποχρέωσαν τα τελευταία χρόνια, να μην αναφέρονται στα οικονομικά μας. Δεν είναι σοφό να προκαλούμε συγκρίσεις στο πόθεν έσχες που θυμίζουν την ταινία «Κοίτα ποιος μιλάει».

Για τα δόντια τώρα. Δεν παραπονεθήκαμε που μας ζήτησαν συμμετοχή. Κάπου τετρακόσια ευρώ για τέσσερα απλά δόντια. Το μόνο που ζητήσαμε ήταν να τα εξοφλήσουμε σε τρεις μηνιαίες δόσεις. Μας είπαν πως η διευκόλυνση αφορά μόνο τους ανέργους και όχι τους συνταξιούχους. Το δεχτήκαμε, αν και οι συνάδελφοι τα έβαλαν μαζί μας επειδή δεν επιμείναμε. Ίσως γιατί περιμένουμε να λυθεί το πρόβλημα σύντομα με την οργάνωση δικού μας οδοντοτεχνικού εργαστηρίου, όπως μας έχουν υποσχεθεί.

Να κλείσουμε με αυτό το ψυχρό και τελεσίδικο «δωρεάν τέλος» που μας επισείει η πρόεδρος.

Έτσι, λοιπόν, καλή μας Ελένη, θα υιοθετήσουμε αδιαμαρτύρητα αυτό το τέλος για μας και για όλους τους συμπατριώτες μας; Θα δεχτούμε αυτό το οριστικό τέλος των δικαιωμάτων μας, το τέλος των αγώνων μας, το τέλος της ελεύθερης δημοσιογραφίας και των δημοκρατικών θεσμών; Γιατί όταν φτάσουν να αγοράζονται τα πάντα, ποιος θα επιζήσει με δυο δεκάρες συνείδηση και ανθρωπιά στην τσέπη;

Σοφία Μαλτέζου


Σχολιάστε εδώ