ΕΙΜΑΣΤΕ ΣΟΒΑΡΟΙ;

Και με τους Γερμανούς φίλους μας να του απλώνουν τα χέρια, έτοιμοι να του δώσουν τόσα κι άλλα τόσα, χωρίς ούτε Μνημόνια, ούτε ομόλογα. Και είχαν κάθε λόγο να είναι ανοιχτοχέρηδες μαζί μας τότε οι Γερμαναράδες, επειδή κάθε βράδυ τα τρένα άδειαζαν τους Έλληνες εργάτες στους γερμανικούς σταθμούς για να δουλέψουν για το «γερμανικό θαύμα» και, από την άλλη, ήταν και όλα εκείνα τα λεφτά που άρπαξαν οι συμμορίες του Χίτλερ από τις ελληνικές τράπεζες στη διάρκεια της Κατοχής που έκαναν την πάπια για την επιστροφή τους. Στη βούβα λοιπόν και οι μεν και οι δε, επειδή έτσι τους βόλευε και δικαιολογημένα τα γλέντια και τα οργώματα στα Φάληρα, αφού υπήρχαν ζωντανά και φρέσκα-φρέσκα τα 600 εκατομμύρια μάρκα από τα δάνεια και ποιος θα τα πρωτοαρπάξει…
Εκείνο όμως που δεν μπορώ να καταλάβω είναι οι χαρές και τα πανηγύρια του σημερινού μας πρωθυπουργού, που έχοντας βγάλει και το σακάκι του, προφανώς από την έξαψη, στήθηκε μπροστά στα μικρόφωνα για να μας αναγγείλει ότι, εκτός από εμάς, θα είναι και τα παιδιά μας, καθώς και τα εγγόνια μας, για σαράντα χρόνια, μπορεί και περισσότερα, όχι απλώς χρεωμένα, αλλά ουσιαστικά «χρεοκοπημένα» στους ξένους τοκογλύφους μας. Και για να μην ακούγεται άσχημα εκείνο το «χρεοκοπημένοι», θα το λέμε και «επιλεκτικά» για να δείχνει πιο κομψό, όπως και για ένα παγωτό, για να μην το λέμε έτσι φτηνιάρικα σκέτο «παγωτό», όπως εκείνο του περιφερόμενου παγωτατζή με το χωνάκι, το βαφτίζουμε και «κρέμα παγωτό» και «παγωτό παρφέ» και «μόκα παγωτό» και «παγωτό προφιτερόλ».
«Χρεοκοπημένοι προφιτερόλ» λοιπόν αν το προτιμάτε, για να έχετε και τη δροσιά του.
Είμαστε σοβαροί, κύριε Γιώργο Παπανδρέου, εγγονέ του ζωηρού παππού Γεωργίου Παπανδρέου και του ζωηρότερου πατρός Ανδρέα Παπανδρέου;
Σας άκουσα να μας πληροφορείτε ότι επιτύχατε την τακτοποίηση των «σφαλμάτων του παρελθόντος».
Πιστεύετε, έτσι απροσδιόριστα όπως το είπατε, ότι δεν έχετε το μερίδιό σας σ’ αυτά τα σφάλματα; Εκτός αν πιστεύετε ότι οι κληρονόμοι των θρόνων δεν κληρονομούν και τα σφάλματα των θρόνων.
(Να μην το ξεχάσω. Με τη σύνταξη του Ιουλίου, έλαβα και το κουτσουρεμένο επίδομα αδείας της σύνταξής μου με 171 ευρώ. Μήπως μπορείτε να με συμβουλέψετε πού να την επενδύσω;).

«ΣΚΗΝΟΒΑΤΕΣ»
ΚΑΙ… ΣΚΟΙΝΟΒΑΣΙΕΣ!
Σίγουρα θα διαφωνήσουν φίλοι αναγνώστες που συχνά κουβεντιάζουμε τις θέσεις μας σε θέματα συνήθως κοινού θεατρικού ενδιαφέροντος. Δηλώνω όμως από την αρχή ότι το σημείωμα που ακολουθεί δεν είναι κριτική για την παράσταση των «Σκηνοβατών» που οργάνωσε ο Σταμάτης Φασουλής για την Κρατική μας Σκηνή, απλούστατα επειδή για λόγους προσωπικού κωλύματος δεν την έχω δει ακόμα, αποτελεί όμως άποψη για τον δυσμενέστατο τρόπο που την αντιμετώπισαν οι περισσότεροι κριτικοί -και όχι μόνο- αλλά και ορισμένα «νυμφίδια» του θεατρικού σχολιασμού, που απορείς από πότε απέκτησαν τόσες θεατρικές γνώσεις για να διατυπώνουν τόσο κάθετες καταδικαστικές γνώμες.
Και μάλιστα για έναν ακούραστο θεατρικό δημιουργό που το ιστορικό του θα απαιτούσε περισσότερο σεβασμό και επιτιμητική συγκράτηση για μια θεατρική του παράσταση που δεν ξέρω, όπως το είπα, αν είναι τόσο καταδικαστέα ή αν αυτή η άρνηση αποτελεί και μια μισαλλόδοξη εκδίκηση για την πολυπραγμοσύνη του, που καμιά φορά γίνεται και βλαπτική για τον ίδιο.
Τον παρακολουθώ από τις πρώτες θεατρικές του παρουσίες στις επιθεωρήσεις της Ελεύθερης Σκηνής στο θεατράκι του «Άλσους» στο Παγκράτι, από τους πρώτους που ξεχώρισαν, όπως και πολλά από τα κορίτσια εκείνης της ομάδας που είναι σήμερα επιτυχημένες και εκλεκτές κυρίες του θεάτρου μας. Μετά το Παγκράτι άλλαξε πολλές θεατρικές γειτονιές, χτίζοντας σταθερά και με επιτυχία τη διπλή ερμηνευτική και σκηνοθετική του ταυτότητα, επιβεβαιώνοντας τη θεατρική του αίσθηση και την εφερευτική του ικανότητα, που στη θεατρική γλώσσα τη λέμε «τσαγανό». Και αυτό που ο Σταμάτης Φασουλής το διαθέτει πλουσιοπάροχα είναι το «θεατρικό τσαγανό» και μη μου ζητήσετε περισσότερες εξηγήσεις, ο θεατρικά «νοών νοείτω».
Φέτος λοιπόν στην πληθωρική του παραγωγή, με το «Τρίτο στεφάνι» στην επιτυχημένη θεατρική του μεταφορά, το «Κόκκινο» με την εντελώς προσωπική του παρουσία, παράλληλα με τη μιουζικαλοποίηση της Μαρινέλας (παιχνιδάκι στα χέρια του) είχε την έμπνευση για μια «βαθιά βουτιά» σε θεατρικούς βυθούς, χωρίς να ξέρω αν υπήρξαν πραγματικά ιστορικά δεδομένα ή αν ήταν εντελώς αυθαίρετη και δημιούργημα της φαντασίας του αυτή η «ιστορική» συνάντηση, στο τέλος του 2ου μ.Χ. αιώνα στην Επίδαυρο, των τριών περιπλανώμενων θιάσων για να διαγωνισθούν ο καθένας με την ειδικότητά του και συγκεκριμένα ένας προερχόμενος από την Αθήνα κουβαλώντας τα κουρέλια ενός δοξασμένου παρελθόντος, ο δεύτερος, καθαρά γυναικείος, στηριζόμενος περισσότερο στις ερωτικές ικανότητες που διαθέτουν οι θεατρίνες τους, δηλαδή ο πιο «ελαφρός» των τριών και ο τρίτος ο προερχόμενος από τη Σικελία και ειδικευμένος στις φάρσες και τους «φλύακες», που αυτούς τους τελευταίους τα θεατρολογικά νυμφίδια, που είπαμε προηγουμένως, πιθανόν να τους έχουν ξανακούσει αν έχουν περάσει από το… Χαλάνδρι!
Και μέσα σ’ αυτό το γοητευτικό, αλλά και πιθανόν χαοτικό συνοθύλευμα με «όπλα» αρχαίες τραγωδίες, αττικές κωμωδίες, διαλόγους και ό,τι αποτελεί την πολυμορφία του αρχαίου θεάτρου, όπου θα πρέπει να ήταν πολύτιμη η συνεργασία στην έρευνα και την αναζήτηση από την κ. Ειρήνη Μουντράκη, και όλα αυτά μαζί να δίνουν τη μάχη τους, με την προϋπόθεση βέβαια ότι και οι θεατές, για να καταλαβαίνουν τι βλέπουν και για το πώς δένουν μεταξύ τους, θα πρέπει να ξέρουν το περιεχόμενο των έργων, πέρα από ένα απλό πασάλειμμα γνώσεων για το καθένα από αυτά, όπως και πολλά από τα παρασκηνιακά μυστικά τους. Και κάπου εκεί, χωρίς να το ξέρω -επειδή το ξαναθυμίζω, δεν το έχω δει-, θα πρέπει να χάλασε η μαγιονέζα του έργου, με αποτέλεσμα με μια μονοκονδυλιά να καταλήγουν στον χαρακτηρισμό της «αποτυχίας», του «φιάσκου» και του «μίξερ κακογουστιάς» και που ειδικά το γιαούρτωμα περί «κακογουστιάς» δεν το δέχομαι σε καμία περίπτωση για τον Σταμάτη Φασουλή. Και όλα αυτά, χωρίς να σέβονται τίποτα, με μια ελευθερογραφία, όπου και η επαγγελματική μισαλλοδοξία που επίσης την προαναφέραμε, δίνει συνήθως, με αφορμή τα στραβοπατήματα μιας πολυσυζητημένης πρεμιέρας, τροφή στο επόμενο πρωινό για μια υπερκατανάλωση φλυαρίας «θαψίματος» στα κινητά…
Και να επιχειρήσω εδώ την πρόβλεψη ενός ανύπαρκτου θεατή, όπως ο υποφαινόμενος, αν δηλαδή ο Σταμάτης Φασουλής, ξεχνώντας ή έστω παραβλέποντας τις δυσμενείς κριτικές για το έργο του, το κλειδώσει για μερικά χρόνια σε ένα συρτάρι και κάποτε το ξανανοίξει, αναθεωρώντας τις όποιες αδυναμίες του, θα διαπιστώσει το πόσο σπουδαία και αποτελεσματική είναι η «μεγάλη βουτιά» στα βάθη των χρόνων και πόσους ανυπολόγιστους θησαυρούς κρύβουν αυτές οι θεατρικές «Ατλαντίδες».
Και μόνο γι’ αυτή του την απόπειρα, σεβασμός, όσο κι αν μερικοί θα διαφωνήσουν.
(Όσο για το πού να επενδύσω τα 171 ευρώ που μου έστειλε το ΙΚΑ ως επίδομα για τη σύνταξη του Ιουλίου, δύσκολη, πολύ δύσκολη η επιλογή. Είναι τόσες οι προτάσεις…).

ΠΕΡΙ «ΚΑΘΑΡΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ»…
Σιγά-σιγά, θα ξεχάσουμε και τις λαϊκές παροιμίες μας με τη γνωστή τους σοφία, όπως εκείνη που έλεγε ότι «ο καθαρός ουρανός αστραπές δεν φοβάται» και γιατί να τις φοβηθεί, όταν καμιά αστραπή δεν απειλεί την αιθριοσύνη τους, εκτός αν βουερά αστροπελέκια αναγκάζουν τον ουρανό σε αναδίπλωση για να προστατέψουν την αξιοπιστία τους.
Όπως αυτοί οι δύο βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας Χρήστος Μαρκογιαννάκης και Γιώργος Αλογοσκούφης, που δεν χρειάζεται να πω, ούτε και να φανταστώ, πόσο θα πρέπει να κουράστηκαν για να αποφύγουν το «ναι» για την παραπομπή τους από το σύνολο των βουλευτών που εκλήθησαν να ψηφίσουν για τη σύσταση του τριμελούς γνωμοδοτικού συμβουλίου δικαστικών λειτουργών, το οποίο θα εξέταζε την κατηγορία για τη συμμετοχή τους στο σκάνδαλο της Ζήμενς. Διότι αν ο ουρανός είναι όντως καθαρός και δεν έχουν παρά να το αποδείξουν, αν βέβαια έχουν εμπιστοσύνη στην Ελληνική Δικαιοσύνη, που κι αυτή τελευταίως παρουσιάζει σοβαρά προβλήματα με την υγεία της. Ενώ αν ο ουρανός τους είναι «λαδιάρης», τότε η προσπάθειά τους να αναμετρηθούν μαζί της παρουσιάζει όντως προβλήματα.
Τι πιο ωραίο, εντιμότερο και περισσότερο ανταποκρινόμενο στις ευθύνες που τους έχουν αναθέσει κάποιοι ευκολόπιστοι ψηφοφόροι, όταν τους έστειλαν για να υπερασπίσουν τη διαφάνεια και την ομαλή λειτουργία της Δημοκρατίας, αντί να απλώνουν μελοδραματικά τα χέρια, άλλοτε απειλητικά και συχνά ικετευτικά για να μας πείσουν ότι είναι αθώοι κάθε αμαρτήματος, να βγουν και να μας πουν: «Όχι ένα τριμελές γνωμοδοτικό συμβούλιο δικαστικών λειτουργών, αλλά χίλια να στήσετε, δεν έχουμε τίποτα να φοβηθούμε, διότι καθαρός ουρανός αστραπές δεν φοβάται». Να προσέξουν μόνο, μήπως και επάνω στην παραζάλη τους κάνουν και το μοιραίο λάθος και φωνάξουν «καθαρός αστραπός ουρανές δεν φοβάται».
Οι παιδαριώδεις δηλώσεις του εκπροσώπου της Νέας Δημοκρατίας κ. Γιάννη Μιχελάκη ότι η πρόταση των βουλευτών του ΠΑΣΟΚ για τη σύσταση της εν λόγω επιτροπής γίνεται μόνο για να ριφθούν ευθύνες του σκανδάλου της Ζήμενς στη Νέα Δημοκρατία, όπως και η ομόφωνη αποχώρηση της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε ένδειξη διαμαρτυρίας (ποιας «διαμαρτυρίας») το λιγότερο που κάνει είναι να αυτοενοχοποιεί ακόμα κι αυτούς που δεν φάγανε ούτε «φοντανάκι» από τον πλούσιο μπουφέ της γερμανικής Κίρκης, ότι κάποιοι, κάπου, άπλωσαν κι αυτοί το χεράκι τους. Κι αν έχει ταΐσει και ντουνιά, όχι μόνο τώρα και χθες και προχθές, αλλά δεκαετίες ολόκληρες που προηγήθηκαν.
(Στο μεταξύ, εγώ συνεχίζω να μελετάω πώς να επενδύσω τα 171 ευρώ που μου έστειλε το ΙΚΑ με τη σύνταξη του Ιουλίου).

ΓΙΩΡΓΟΣ ΛΑΖΑΡΙΔΗΣ


Σχολιάστε εδώ