Η ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΗ ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΦΡΕΝΑΡΕΙ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ
Το δημόσιο χρέος έφτασε περίπου στα 360 δισ. ευρώ. Και το έλλειμμα, το πραγματικό όμως, έχει υπερβεί το 15% και ίσως μέχρι τέλος του χρόνου θα φτάσει ακόμα υψηλότερα. Ασφαλώς πρόκειται για δημοσιονομικό εκτροχιασμό, γιʼ αυτό άλλωστε κρίθηκε αναγκαίο να εφαρμοστεί και δεύτερη δέσμη δημοσιονομικών μέτρων βάρβαρης λιτότητας. Οι μέχρι τώρα θυσίες για τη δημοσιονομική εξυγίανση πήγαν χαμένες. Ας δούμε όμως πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα από τον Οκτώβριο του 2009 μέχρι και το α΄ εξάμηνο του 2011.
Η σημερινή κυβέρνηση παρέλαβε τον Οκτώβριο του 2009 έλλειμμα στο 10% του ΑΕΠ. Μέχρι τέλος του έτους το έλλειμμα αυτό φούσκωσε και έφτασε περίπου στο 15%. Στη συνέχεια το 2010 εφαρμόστηκε ένα ισοπεδωτικό πρόγραμμα λιτότητας, με οριζόντιες και κάθετες μειώσεις μισθών του δημόσιου τομέα και συντάξεων με κατάργηση του 13ου και 14ου μισθού και με εφαρμογή εκ μέρους του κράτους του συνθήματος «δεν πληρώνω».
Τελικά και παρά την αύξηση των φορολογικών βαρών και τη συσσώρευση εσωτερικών χρεών του Δημοσίου, το έλλειμμα έφτασε το 2010 στο 10% του ΑΕΠ και πάλι. Και αν προσθέσουμε και τα μη πληρωθέντα εσωτερικά χρέη του Δημοσίου, τα ληξιπρόθεσμα φυσικά, το έλλειμμα υπερβαίνει το 10%. Και προχωρούμε στο 2011. Όλα δείχνουν στην αρχή της χρονιάς μια βελτίωση του δημοσιονομικού τομέα. Ήταν η αρχή της χρονιάς και υπήρχε ακόμη η αισιοδοξία. Τώρα που έχουμε τα στοιχεία της πορείας εκτέλεσης του προϋπολογισμού, όλα δείχνουν ότι απέτυχε η προσπάθεια δημοσιονομικής εξυγίανσης. Και τώρα η κυβέρνηση εναποθέτει την πάσα ελπίδα της στην επιτυχία των μέτρων που θεσπίζονται με τον εφαρμοστικό νόμο του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος. Στο σκέλος των εσόδων έχουμε μια υστέρηση ύψους 3 δισ. ευρώ. Καθόσον αφορά τις δαπάνες υπάρχει κάποια συγκράτηση, καθώς εμφανίστηκαν δύο σημεία στα οποία οφείλεται αυτή η συγκράτηση. Το ένα σημείο είναι ο περιορισμός των δαπανών κατά 40% του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων. Αυτό το είδος περιορισμού της συγκεκριμένης δαπάνης είναι που θα φέρει και καθυστέρηση στην ανάκαμψη της οικονομίας, θα αυξήσει περισσότερο την ανεργία και θα κάνει την ύφεση ακόμη εντονότερη. Τώρα επιλέγονται πολύ λίγα έργα μικρής σημασίας, που χρηματοδοτούνται κυρίως από το ΕΣΠΑ. Βέβαια και στο παρελθόν ο περιορισμός των πιστώσεων του ΠΔΕ ήταν η εύκολη λύση για τη συγκράτηση του δημοσιονομικού ελλείμματος. Ο περιορισμός των δαπανών που προέκυψε από το «κούρεμα» των αποδοχών των μισθών και των συντάξεων, από τον περιορισμό των πιστώσεων για επιχορηγήσεις και από την εφαρμογή εκ μέρους του κράτους του «δεν πληρώνω» κάλυψε διάφορες άλλες δαπάνες που η κυβέρνηση δημιούργησε. Έτσι το σπάταλο κράτος εξακολουθεί να βασιλεύει. Αυτό είναι το δεύτερο σημείο που θα θέλαμε να επισημάνουμε για το σκέλος των δημοσίων δαπανών.
Δυστυχώς και στο δεύτερο εξάμηνο της φετινής χρονιάς, οι δημόσιες δαπάνες θα τραβήξουν τον ανήφορο. Όλες οι πληροφορίες συγκλίνουν σε ένα γεγονός. Τα ελλείμματα του ΙΚΑ και των άλλων ασφαλιστικών ταμείων φαίνεται να είναι αρκετά υψηλά. Γιʼ αυτό και το ΙΚΑ απεφάσισε τη λήψη σκληρών μέτρων για τον περιορισμό της εισφοροδιαφυγής, σε μια προσπάθεια αύξησης των εσόδων του για την κάλυψη των ελλειμμάτων του. Ας ελπίσουμε να επιτύχει η προσπάθεια αυτή, αλλά το βλέπουμε πάρα πολύ δύσκολο. Η ύφεση, την οποία θα βαθύνει η εφαρμογή της δεύτερης δέσμης μέτρων του εφαρμοστικού νόμου, και η άνοδος της ανεργίας επόμενο είναι να προκαλέσουν περιορισμό των εσόδων και στο ΙΚΑ και στα άλλα ασφαλιστικά ταμεία. Το τελικό αποτέλεσμα θα είναι ότι ο κρατικός προϋπολογισμός θα κληθεί τελικά να καλύψει όλα αυτά τα ελλείμματα της κοινωνικής ασφάλισης. Άλλωστε για τον λόγο αυτό και η νέα τάξη πραγμάτων έχει κηρύξει τον πόλεμο στις δαπάνες άσκησης κοινωνικής πολιτικής, τις οποίες (κακώς βεβαίως) χαρακτηρίζει αντιπαραγωγικές, ενώ είναι αυτές που εξασφαλίζουν ηρεμία στους εργαζόμενους και ψυχική διάθεση για αυξημένη παραγωγικότητα.
Πάντως η μέχρι τώρα εμπειρία διδάσκει ότι το δεύτερο εξάμηνο κάθε έτους από δημοσιονομική άποψη είναι δυσκολότερο, καθώς παρουσιάζει πάντα αύξηση δημοσίων δαπανών. Όμως το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης ελπίζει ότι η φετινή χρονιά θα αποτελέσει εξαίρεση, καθώς από τον Σεπτέμβριο θα αρχίσει η εφαρμογή της δεύτερης δέσμης των φορολογικών μέτρων, που θα προκαλέσει αύξηση των εσόδων του κράτους. Παράλληλα, η εφαρμογή του νέου ενιαίου μισθολογίου και γενικά του «κουρέματος» για δεύτερη φορά των μισθών και των συντάξεων, θα προκαλέσουν μείωση των κρατικών δαπανών. Και αυτό ευελπιστούν ότι θα προκαλέσει την έναρξη της δημοσιονομικής εξυγίανσης, με τη συγκράτηση του ελλείμματος. Όμως η ύφεση, που θα βαθύνει με την εφαρμογή της δεύτερης δέσμης των μισθολογικών και φορολογικών μέτρων, είναι ένας αστάθμητος παράγων, που μπορεί να ανατρέψει όλες τις παραπάνω αισιόδοξες προβλέψεις. Όπως ακριβώς συνέβη και με τις προβλέψεις του ΔΝΤ.
Η ύφεση θα μπορούσε να αντιμετωπισθεί μόνο με την εφαρμογή μιας αναπτυξιακής πολιτικής, που θα μπορούσε να σχεδιαστεί από την κυβέρνηση σε συνεργασία με τις τράπεζες. Οι τράπεζες διαθέτουν ρευστότητα και κεφαλαιακή επάρκεια, όπως απέδειξε το πρόσφατο τεστ των ελληνικών τραπεζών. Και επιπλέον θα πρέπει να συνειδητοποιήσουν οι τράπεζες, ότι είναι ο αιμοδότης της οικονομίας. Θα πρέπει, κατά τη γνώμη μας, οι τράπεζες να ενισχύσουν την οικονομική τους επιφάνεια με αυξήσεις κεφαλαίων, ασφαλώς με την αποφασιστική συμμετοχή των μετόχων. Ειδικά θα πρέπει ο ρόλος της Εθνικής Τράπεζας, η οποία βρέθηκε να έχει την ισχυρότερη θέση μέσα στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα, να ενισχυθεί με την παρότρυνση του κράτους για αύξηση της πιστωτικής επέκτασης στον ιδιωτικό τομέα και κυρίως στις επιχειρήσεις. Και νομίζουμε ότι είναι σφάλμα να μην κρατήσει το κράτος το ποσοστό που διαθέτει σήμερα στην Post Bank (τράπεζα Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου). Η οποία στο test αντοχής κατετάγη τρίτη στη βαθμολογία, μετά την Εθνική και την Alpha.
Έχουμε τη γνώμη ότι η ιδιωτικοποίηση της Post Bank θα την οδηγήσει σε μαρασμό και δεν θα μπορέσει να παίξει πρωτεύοντα αναπτυξιακό ρόλο. Γενικά θα θέλαμε να τονίσουμε την ανάγκη, το κράτος να διατηρήσει εξ ολοκλήρου την ιδιοκτησία μιας υγιούς τράπεζας, για να μπορεί να επηρεάζει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα προς την εκάστοτε επωφελή δραστηριότητα για το κράτος, αλλά και για το κοινωνικό σύνολο.
Σήμερα η πορεία που ακολουθεί η ελληνική οικονομία είναι σε λάθος κατεύθυνση. Ενώ υπάρχει ύφεση, δηλαδή μείωση του ΑΕΠ, το κράτος επιμένει να αφαιρεί πόρους από την οικονομία, για να πετύχει δημοσιονομική εξυγίανση. Όμως αυτή η φορολογική επέκταση του κράτους, όπως είναι επόμενο, προκαλεί περιορισμό της εσωτερικής ζήτησης. Ο οποίος περιορισμός αποτελεί ανυπέρβλητο φραγμό στην ανάπτυξη. Πολλοί ξένοι αξιωματούχοι διεθνών οικονομικών οργανισμών, με δηλώσεις τους προβλέπουν ότι η ελληνική οικονομία θα μπει σε φάση ανάπτυξης από το β΄ εξάμηνο του 2012. Και το 2013 θα βγούμε και πάλι στις αγορές για δανεισμό. Αυτές οι προβλέψεις δείχνουν ότι δεν έχουν σωστή ενημέρωση γύρω από την ελληνική πραγματικότητα.
Πέρα από τον περιορισμό της ζήτησης και τη συνεχή αφαίρεση πόρων από την οικονομία, υπάρχουν και άλλοι φραγμοί στην αναπτυξιακή προσπάθεια. Εκτός από τους διοικητικούς φραγμούς που έχει στήσει η γραφειοκρατία και ο πολυδαίδαλος διοικητικός μηχανισμός εδώ και πολλά χρόνια, υπάρχουν με καθαρά οικονομικά κριτήρια και φραγμοί στην ανάπτυξη, όπως για παράδειγμα είναι το φαινόμενο της αναπτυξιακής αδράνειας των τραπεζών. Οι ελληνικές τράπεζες, που θα μπορούσαν να βοηθήσουν αποτελεσματικά στην ανάπτυξη, έχουν κλείσει τις στρόφιγγες και δεν υπάρχει καθόλου πιστωτική επέκταση των τραπεζών στον ιδιωτικό τομέα και στα νοικοκυριά.
Και οι αποκρατικοποιήσεις, στις οποίες στηρίζει η κυβέρνηση κάποιες ελπίδες για την προσέγγιση επενδύσεων, δεν φαίνεται ότι θα επιβεβαιώσουν αυτές τις προσδοκίες.
Για παράδειγμα αναφέρουμε ότι η πώληση της Εμπορικής Τράπεζας στη γαλλική Agricole Group προκάλεσε τον μαρασμό της Εμπορικής, η οποία πλέον θεωρείται η περισσότερο παθητική τράπεζα της χώρας μας. Οι αποκρατικοποιήσεις δεν βοηθούν πάντα την ανάπτυξη, καθώς το ιδιωτικό κεφάλαιο προτάσσει την εξυπηρέτηση των δικών του συμφερόντων.