Επιστροφή στη δραχμή ή σε ζώνη νομισμάτων της ευρωπαϊκής περιφέρειας

Και συνέβη ακριβώς το αντίθετο. Ενώ με τη δραχμή τα τελευταία εκατό χρόνια, αν εξαιρέσουμε περιόδους πολέμων και εμφυλίων, ουδέποτε ζήσαμε παρόμοια τραγωδία. Με τις σημερινές ισοτιμίες του σκληρού ευρώ, που ευνοεί τις βοειοευρωπαϊκές χώρες οι οποίες παράγουν ολιγοπωλιακά προϊόντα της υψηλής τεχνολογίας, με τη χώρα μας να έχει εισέλθει στον φαύλο κύκλο της ύφεσης, με βουνά από χρέη δεν υπάρχει περίπτωση να βγούμε από την κρίση, όσες θυσίες και αν κάνει ο ελληνικός λαός. Οι εκάστοτε λύσεις είναι παρηγοριά στον άρρωστο που απλώς μεταθέτουν χρονικά το πρόβλημα. Το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού χρέους οφείλεται στις καθυστερήσεις για τη λήψη μέτρων, στα υψηλά επιτόκια και στις αμυντικές δαπάνες. Οι δανειστές μας απλώς κερδίζουν χρόνο. Και μετατρέπουν τα χρέη της χώρας σε ενυπόθηκα δάνεια, υποθηκεύοντάς την. Αν δεχτούμε ότι μέρος της ευθύνης για το οικονομικό μας αδιέξοδο φέρουν οι πολιτικοί και το πελατειακό σύστημα, ας μην ξεχνάμε ότι αυτό προϋπήρχε και απλώς διογκώθηκε τα τελευταία χρόνια. Επί πλέον, η κρίση αφορά όχι μόνο την Ελλάδα, αλλά και άλλες περιφερειακές χώρες όπως η Ιταλία, η Ισπανία, η Πορτογαλία, η Ιρλανδία.

Το πρόβλημα έχει πολιτική διάσταση
Το σκληρό ευρώ, που στην πραγματικότητα είναι ένα συγκεκαλυμμένο μάρκο, σε συνδυασμό με την ασυδοσία των ανεξέλεγκτων διεθνών κερδοσκόπων του σύγχρονου καζινοκαπιταλισμού, έχει την κύρια ευθύνη για τα οικονομικά αδιέξοδα και την κρίση της Ευρωζώνης. Το όλο πρόβλημα έχει πολιτική διάσταση. Η Κίνα διατηρεί υπερβολικά χαμηλή την ισοτιμία του γουάν έναντι του δολαρίου και του ευρώ, παρʼ όλες τις εκκλήσεις και τις απειλές των δυτικών. Αλλά έχει τη δύναμη και την ανεξαρτησία να κάνει αυτό που πρέπει προς ίδιον όφελος. Έτσι έφτασε σήμερα να έχει σωρευτικό συναλλαγματικό πλεόνασμα άνω των 3,5 τρισ. δολαρίων. Στην περίπτωση της υποτελούς Ελλάδας, οι δυτικοί μάς απαγορεύουν να αναζητήσουμε ευνοϊκούς όρους ρύθμισης του χρέους έξω από τη Δύση. Τα ελληνικά ναυπηγεία, τα μεγαλύτερα της Μεσογείου, έχουν τιμωρηθεί και μπορούν να αναλάβουν εργασίες μόνο για πολεμικές κατασκευές. Έχουν δηλαδή καταδικαστεί σε μαρασμό. Ακόμα και μέσα στην κρίση, προωθήθηκε το μέτρο της απόσυρσης παλαιών αυτοκινήτων για να ενισχύσουμε τις εισαγωγές από τη Γερμανία. Ενενήντα δισ. ευρώ μας έχουν κοστίσει οι εισαγωγές αμυντικού εξοπλισμού από χώρες της ΕΕ και τις ΗΠΑ τα τελευταία δέκα χρόνια, αλλά η απειλή από τα ανατολικά σύνορα παραμένει, προς δόξαν των αφεντικών της Δύσης. Η οποία μας έχει επιπλέον μεταβάλει σε χωματερή εισαγωγής λαθρομεταναστών, με προφανή προοπτική τη λιβανοποίησή μας, την ίδια ώρα που τα καλύτερα παιδιά μας παίρνουν τον δρόμο της ξενιτιάς.

Οι συνέπειες
Η έξοδος από την Ευρωζώνη πρέπει να μπει στο τραπέζι των συζητήσεων, χωρίς αστήρικτες κινδυνολογίες. Τι περισσότερο μπορεί άλλωστε να μας συμβεί από την υπαγωγή μας στην κατηγορία «σκουπίδια» από τους «οίκους ανοχής» του ασύδοτου νεοκαπιταλισμού; Σε μια τέτοια περίπτωση, στους 2-3 πρώτους μήνες θα έχουμε ελλείψεις αγαθών, υψηλό πληθωρισμό, στάσεις πληρωμών, μεγάλες ζημίες τραπεζών, έναν γενικότερο πανικό. Θα δημιουργηθεί πρόβλημα νέου δανεισμού και κρίση εμπιστοσύνης, ενώ τα διαθέσιμα σε ευρώ των ελλήνων καταναλωτών θα υποτιμηθούν. (Θα μπορούσαν να εξαιρεθούν καταθέσεις μέχρι 70-100.000 ευρώ). Αλλά και οι δανειακές υποχρεώσεις των ιδιωτών και επιχειρηματιών προς τις τράπεζες δεν μπορεί παρά να υποτιμηθούν, επίσης ανάλογα. Λογικά, θα μειωθούν οι τιμές των εγχώριων προϊόντων, ώστε η αγοραστική δύναμη να έρθει περίπου στα ίδια επίπεδα όπως λίγο πριν υιοθετήσουμε το ευρώ. Θα υπάρξει αύξηση της εσωτερικής ζήτησης με ευνοϊκές συνέπειες για την αγορά και την απασχόληση.

Ο παραγωγικός ιστός θα αρχίσει να κινείται, οι εξαγωγές θα αυξηθούν και θα μειωθούν οι εισαγωγές. Αφού περάσει ο πρώτος καιρός του πανικού και επέλθει ορισμένη σταθερότητα, θα έρθουν από το εξωτερικό καταθέσεις σε ξένα νομίσματα που θα επωφεληθούν από την υποτίμηση της δραχμής. Με προϋπόθεση την πάταξη της γραφειοκρατίας, της διαφθοράς, τη μείωση των φορολογικών συντελεστών, την επιβολή της αξιοκρατίας, μπορεί να γίνουμε ανταγωνιστικοί, να δούμε επιτέλους το φως ξένων επενδύσεων και να βγούμε σταδιακά από την κρίση. Το παράδειγμα της Αργεντινής, όπως και άλλων χωρών, μιλά από μόνο του. Πρόκειται για μια εναλλακτική πρόταση, που αν μη τι άλλο, οφείλουμε να την περιφέρουμε στους εταίρους μας. Οι οποίοι περιέργως κόπτονται για να παραμείνουμε στην Ευρωζώνη, γιατί προφανώς αυτό λειτουργεί προς όφελός τους.


Σχολιάστε εδώ