ΤΟ ΒΥΘΙΣΜΑ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ ΜΕ ΑΜΕΙΩΤΟΥΣ ΡΥΘΜΟΥΣ
Η εικόνα της χώρας γίνεται όλο και χειρότερη, τόσο για όσους κατοικούμε σε αυτήν όσο και για όσους απ’ έξω μας βλέπουν. Μια αδόκιμη, σχεδόν ερασιτεχνική κυβέρνηση με μερικούς λάτρεις του Μνημονίου, όψιμους νεοφιλελεύθερους και μερικούς άλλους που δεν τους αρέσει καθόλου αυτό που συμβαίνει, αλλά αδυνατούν να κάνουν οτιδήποτε, υποδύεται πως κυβερνά και οδηγεί τη χώρα σε αλλεπάλληλους δανεισμούς, εκλιπαρώντας μάλιστα για τη γρήγορη υλοποίηση/εκταμίευσή τους «αλλιώς δεν θα έχουμε λεφτά να πληρώσουμε μισθούς και συντάξεις». Φυσικά δεν συμβαίνει καθόλου αυτό, διότι τα λεφτά χρειάζονται όχι για μισθούς και συντάξεις, αλλά για να πληρώνουν οι δανειζόμενες κυβερνήσεις ληξιπρόθεσμες οφειλές, τοκοχρεωλύσια και δόσεις στους τοκογλύφους δανειστές, που έχουν ως θυγατρικές τους τους περίφημους οίκους αξιολόγησης: Οι ίδιοι που δανείζουν, βάζουν λίγο νωρίτερα τους υπαλλήλους τους «οίκους αξιολόγησης» να κατηγοριοποιήσουν σε A, B, C.D ή σε three B, three C, C plus, κ.λπ. διάφορες ταλαίπωρες χώρες ώστε να τις απαξιώσουν τόσο που να δανείζονται σε υψηλότατα τοκογλυφικά επιτόκια και να βυθίζονται όλο και περισσότερο στην κρίση και το χρέος. Το βύθισμα και η απελπισία των χωρών αυτών (Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία στη συγκεκριμένη φάση, Αργεντινή, Τουρκία, Ρουμανία παλιότερα, Ιταλία, Ισπανία αύριο) οδηγεί στην εκποίηση περιουσιακών τους στοιχείων υπό τη λογική της εμπράγματης εγγύησης: Σε δανείζω αλλά θέλω κάτι ως υποθήκη, αυτό δηλαδή που κάνουν οι τράπεζες με τα στεγαστικά δάνεια. Βεβαίως, στην περίπτωση των χωρών τα πράγματα είναι κάπως διαφορετικά, μια και η ένταξη δημόσιας επιχείρησης ή δημόσιας γης (νησιών π.χ., αεροδρομίων, γεφυρών, λιμανιών κ.λπ.) σε καθεστώς ενεχύρου-υποθήκης, υπονομεύει ευθέως την εθνική ανεξαρτησία κάθε χώρας. Εν μέρει αυτό εννοούσε ο «μεγάλος φιλέλληνας» (κατά τον αντιπρόεδρο Βενιζέλο) Γιούνγκερ όταν προ ημερών μιλούσε για «περιορισμένη κυριαρχία των Ελλήνων» μετά το Μεσοπρόθεσμο και τον νέο δανεισμό.
Ενώ όλα αυτά τα απίστευτα συμβαίνουν στη χώρα και η κυβέρνηση τελεί σε καταφανή ανεπάρκεια να ασκήσει τα καθήκοντά της, απουσιάζει ένα συγκεκριμένο και συγκροτημένο πρόγραμμα από την αντιπολίτευση που θα αποτελεί την άλλη πρόταση. Με δεδομένο ότι η κυβέρνηση δηλώνει συχνά πως δεν υπάρχει άλλη λύση (τουλάχιστον η ίδια αδυνατεί να βρει και να δει άλλη λύση) εκτός από το Μνημόνιο και τους συνεχείς δανεισμούς που οδηγούν σε ευθεία εξάρτηση της χώρας από πολλά κέντρα αποφάσεων, είναι περισσότερο από αναγκαίο να υπάρξει η άλλη πρόταση. Έχουμε φύγει πια από τη φάση του προβληματισμού και της διαφωνίας: Τα κόμματα της αντιπολίτευσης (ακόμα κι αυτά που δεν έχουν στο εγγύς μέλλον προπτική να κυβερνήσουν) υποχρεούνται να πουν «τι γίνεται τώρα», όχι απλώς πόσο κακή και ανίκανη είναι αυτή η κυβέρνηση: Αυτό είναι το προφανές και αποτελεί σχεδόν ταυτολογία.
Όμως η συγκεκριμένη πρόταση απουσιάζει. Τόσο επειδή κανείς δεν είναι πραγματικά έτοιμος να την καταθέσει, όσο και επειδή φοβούνται πως αν το κάνουν θα κληθούν σύντομα -μονοκομματικά ή συνεργασιακά- να εφαρμόσουν αυτό που θα πουν. Μήπως δεν είναι έτοιμοι να κυβερνήσουν; Μα (επίσης εδώ έχουμε και πάλι ταυτολογία) ο ρόλος των κομμάτων στις δημοκρατίες είναι να κυβερνούν και να εναλλάσσονται στην εξουσία. Όταν η ΝΔ είδε πως δεν μπορούσε υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες του Σεπτεμβρίου 2009 να κυβερνήσει άλλο, προκήρυξε εκλογές που κέρδισε το ΠΑΣΟΚ με πάνω απο 10 ποσοστιαίες μονάδες διαφορά. Τώρα που μάλλον θα συμβεί κάτι ανάλογο, δύο χρόνια μετά τις εκλογές του 2009, ένα ή περισσότερα κόμματα θα κληθούν να κυβερνήσουν ανατρέποντας την αδιέξοδη πολιτική που ακολούθησε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Μήπως μπορούμε να μάθουμε ποια (θα) είναι αυτή;
Μέσα προς τέλος Ιουλίου, δεν συνηθίζεται να τίθενται τέτοιοι προβληματισμοί, μια και το θέρος και όσα το συνοδεύουν έχουν τον πρώτο λόγο. Αυτό το καλοκαίρι όμως, επιτρέπει δυστυχώς τέτοιες σκέψεις και ερωτήσεις. Ακόμα χειρότερα, οι συνθήκες επιβάλλουν και απαντήσεις.