Στόχος μια «βελούδινη»… επιλεκτική χρεοκοπία
Η Γερμανία κρατά σκληρή στάση και αφήνει στο τραπέζι την πρόταση για «κούρεμα» χρέους, ενώ κυβερνητικά στελέχη που μίλησαν στο «Π» αργά το βράδυ της Παρασκευής, μετά την ξαφνική πρωτοβουλία Ρομπάι για τη σύγκληση της Συνόδου, ομολογούσαν ότι η τελική μορφή της λύσης δεν έχει βρεθεί και το μεγάλο πρόβλημα μέχρι τέλους θα είναι ο βαθμός συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα.
Το τριήμερο από την Τετάρτη μέχρι το βράδυ της Παρασκευής ήταν συνεχείς οι ανατροπές στις διαβουλεύσεις κυβερνήσεων και τραπεζιτών για το μοντέλο «βελούδινης» αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους. Οι τραπεζίτες, που συναντήθηκαν στη Ρώμη με την ειδική ομάδα τεχνοκρατών που έχει ορίσει το Eurogroup για τη διαπραγμάτευση με τους ιδιώτες, δεν κατάφεραν την Τετάρτη και την Πέμπτη να καταλήξουν σε συμφωνία για το μοντέλο συμμετοχής των ιδιωτών στην αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους.
Μέχρι το μεσημέρι της Παρασκευής οι εκπρόσωποι της γερμανικής κυβέρνησης δήλωναν ότι η καγκελάριος Μέρκελ δεν θα δεχθεί τη σύγκληση Συνόδου Κορυφής, αν δεν καταλήξουν πρώτα σε συμφωνία οι ευρωπαίοι τεχνοκράτες με τους τραπεζίτες. Μια συμφωνία, που όπως διευκρίνισε την Παρασκευή ο υπουργός Οικονομικών, Β. Σόιμπλε, θα πρέπει να διασφαλίζει τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, κάτι που, όπως συμφωνούν όλοι οι αναλυτές, δεν μπορεί να επιτευχθεί χωρίς ένα σημαντικό «κούρεμα» της αξίας του.
Αιφνιδίως, το βράδυ της Παρασκευής, και παρότι πηγές στην Αθήνα έλεγαν ότι ακόμη δεν έχει βρεθεί το μοντέλο της αναδιάρθρωσης, ο προεδρεύων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Χέρμαν Φαν Ρομπάι, ανακοίνωσε μέσω της σελίδας του στο… Twitter ότι αποφάσισε να συναινέσει (;) σε μια συνάντηση των ηγετών της Ευρωζώνης το μεσημέρι της Πέμπτης, με θέματα ημερήσιας διάταξης την οικονομική σταθερότητα του συνόλου της Ευρωζώνης και τη μελλοντική χρηματοδότηση του ελληνικού προγράμματος. Την Τετάρτη θα συναντηθούν εκτάκτως οι υπουργοί Οικονομικών για τις τελικές προετοιμασίες της Συνόδου, ανέφερε ο Ρομπάι, προδιαγράφοντας τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων με τους ιδιώτες πιστωτές μέχρι το «παρά πέντε» της Συνόδου.
Εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης υποδέχθηκε μάλλον χλιαρά την πρωτοβουλία του κ. Ρομπάι, δηλώνοντας ότι η κ. Μέρκελ θα παραστεί στη Σύνοδο. «Υποθέτουμε ότι ο κ. Ρομπάι συγκαλεί τη Σύνοδο επειδή θεωρεί ότι μέχρι τότε θα έχει βρεθεί συμφωνία για την υποστήριξη της Ελλάδας», δήλωσε ο γερμανός εκπρόσωπος, αφήνοντας σαφώς να εννοηθεί ότι δεν έχει εκπληρωθεί ακόμη ο όρος της Γερμανίας να υπάρξει συμφωνία πριν από τη σύγκληση της Συνόδου.
Όλα στο τραπέζι
Κυβερνητικά στελέχη εξέφραζαν την ελπίδα ότι η λύση που θα βρεθεί θα χρηματοδοτηθεί κατά το μεγαλύτερο ποσοστό (60%) από τις κυβερνήσεις και το ΔΝΤ, ενώ το 30% της χρηματοδότησης θα καλυφθεί από έσοδα ιδιωτικοποιήσεων, ώστε μόνο το 10% να προέλθει από συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα. Και υπενθύμιζαν με νόημα ότι, όπως έδειξαν και τα αποτελέσματα των τελευταίων τεστ αντοχής των τραπεζών, το μεγαλύτερο ποσοστό πλέον του χρέους που κατέχουν οι ευρωπαϊκές τράπεζες (συνολικά 98,2 δισ. ευρώ), δηλαδή περίπου 67%, βρίσκεται στα χαρτοφυλάκια των ελληνικών τραπεζών, οι οποίες θα υποστούν το σοβαρότερο πλήγμα, αν είναι αυξημένο το ποσοστό συμμετοχής των ιδιωτών.
Προς το παρόν, το μόνο που είναι βέβαιο είναι ότι οι ιδιώτες θα χρειασθεί να προχωρήσουν σε μια ανταλλαγή των ομολόγων που λήγουν μέχρι τα μέσα του 2014 και αυτό θα τοποθετήσει την Ελλάδα στη βαθμίδα «επιλεκτικής χρεοκοπίας» των οίκων αξιολόγησης, για μια περίοδο λίγων εβδομάδων, στην καλύτερη περίπτωση. Σʼ αυτό το σημείο, όμως, υπεισέρχεται η γερμανική πρόταση, για ένα σημαντικό «κούρεμα» χρέους μέσω αυτής της ανταλλαγής.
Ειδικότερα, οι Γερμανοί προτείνουν να είναι «κουρεμένη» η αξία των νέων ομολόγων κατά 30%, ώστε να μειωθεί άμεσα η αξία του ελληνικού χρέους. Σε αντάλλαγμα γιʼ αυτήν την «υποχώρηση» από πλευράς των τραπεζιτών, οι κυβερνήσεις θα προσφέρουν εγγυήσεις ότι θα αποπληρώσουν στο σύνολό τους τα νέα ομόλογα, αν υπάρξει στο μέλλον αδυναμία της Ελλάδας. Η γερμανική πρόταση, τονίζουν κυβερνητικά στελέχη στην Αθήνα, θα προκαλέσει ζημιές όχι μεγαλύτερες των 10 δισ. ευρώ στις ελληνικές τράπεζες, που θα καλυφθούν στη χειρότερη περίπτωση από το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, αν οι τράπεζες δεν καταφέρουν να συγκεντρώσουν τα κεφάλαια από την αγορά.
Οι τραπεζίτες, από την άλλη, αντιπροτείνουν το «κούρεμα» του χρέους να γίνει με ευνοϊκότερο τρόπο για τις τράπεζες, δηλαδή να προχωρήσει ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Οικονομικής Σταθερότητας (EFSF) σε απευθείας αγορές ομολόγων από τη δευτερογενή αγορά σε χαμηλές τιμές, ή να δανείσει την ελληνική κυβέρνηση για να το κάνει, αν υπάρχει δυσκολία στην αλλαγή του σκοπού του EFSF, για την οποία απαιτείται έγκριση και από το γερμανικό Κοινοβούλιο.
Το μόνο που θεωρείται βέβαιο για τη σύνθεση του νέου «πακέτου» είναι ότι το νέο δάνειο των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και του ΔΝΤ (αν τελικά το Ταμείο παραμείνει στο σχήμα χρηματοδότησης της Ελλάδας, καθώς αυτήν την εβδομάδα άφησε όλα τα ενδεχόμενα ανοικτά) θα «πακεταριστεί» μαζί με τα παλαιά ευρωπαϊκά δάνεια (μένουν περίπου 45 δισ. ευρώ από το αρχικό δάνειο των 110 δισ. ευρώ). Το σύνολο αυτών των δανείων, δηλαδή περί τα 100 δισ. ευρώ, θα δοθούν με νέα, μειωμένα επιτόκια, χωρίς μάλιστα να αποκλείεται το ενδεχόμενο επιμήκυνσης της διάρκειάς τους ακόμη και στα 30 χρόνια.
Υποχωρήσεις και προσδοκίες από την κυβέρνηση
Η κυβέρνηση, που συμμετέχει στη διαπραγμάτευση με ειδικούς νομικούς και οικονομικούς συμβούλους, όπως αποκάλυψε το ΔΝΤ στην τελευταία του έκθεση, έχει θέσει δύο στόχους: να επιτευχθεί μια σημαντική ελάφρυνση του κόστους εξυπηρέτησης του χρέους και να εξασφαλισθεί ότι θα υπάρχει μηχανισμός (από την ΕΚΤ, την Τράπεζα της Ελλάδος, ή ακόμη και από το EFSF), για να χρηματοδοτηθούν απρόσκοπτα οι ελληνικές τράπεζες, ώστε να μην εμφανισθούν προβλήματα με τις καταθέσεις. Η ΕΚΤ προς το παρόν κρατά σκληρή στάση, επιμένοντας στη θέση της ότι δεν θα χρηματοδοτήσει τις τράπεζες με ενέχυρο ελληνικά ομόλογα, όσο αυτά θα έχουν αξιολόγηση «επιλεκτικής χρεοκοπίας».
Ο στρατηγικός στόχος, τονίζουν κυβερνητικά στελέχη, είναι η χρηματοδοτική λύση που θα δοθεί μέσω της αναδιάρθρωσης να μην προκαλέσει προβλήματα που θα γίνουν αισθητά στην καθημερινότητα της οικονομικής ζωής (δυσκολίες πληρωμών από το Δημόσιο, προβλήματα στις καταθέσεις κ.λπ.). Προς χάρη της επίτευξης αυτού του στόχου, η κυβέρνηση υποχώρησε στην αρχική της άρνηση να προσφέρει εξασφαλίσεις (υποθήκευση περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου ή μελλοντικών εσόδων από ιδιωτικοποιήσεις) και αποδέχθηκε ακόμη και την κατάταξη των ομολόγων στη βαθμίδα της «επιλεκτικής χρεοκοπίας».
Το ζητούμενο τώρα είναι να πάρει σε αντάλλαγμα ένα ικανοποιητικό «πακέτο» χρηματοδότησης και να ελαφρυνθεί το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους αρκετά, ώστε να δικαιολογούνται και αυτές οι νέες υποχωρήσεις, που ήλθαν να προστεθούν στο σκληρό Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα και τη μαζική εκποίηση δημόσιας περιουσίας. Το βράδυ της Πέμπτης θα ξέρουμε αν το «ταμείο» που θα κάνει η κυβέρνηση μετά τη διαπραγμάτευση θα καταλήγει σε θετικό αποτέλεσμα.