Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΒΑΡΒΑΡΟΤΗΤΑ ΦΟΥΝΤΩΝΕΙ ΤΗ ΦΤΩΧΕΙΑ
Ο κ. Σαμαράς, μιλώντας στη συνεδρίαση της Βουλής για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση, επεσήμανε ότι το ΠΑΣΟΚ κατάφερε να συνενώσει τον σοσιαλισμό με τη βαρβαρότητα. Κάνει λάθος, όμως, ο κ. Σαμαράς. Αυτό δεν το κατάφερε το ΠΑΣΟΚ. Σε όλη την Ευρώπη ο σοσιαλισμός έχει συνενωθεί με τη βαρβαρότητα, λόγω έντονης διαπλοκής της οικονομικής δύναμης με την εξουσία.
Aποτέλεσμα και απόδειξη της βαρβαρότητας είναι και το γεγονός ότι η φτώχεια αυξάνεται ραγδαία σε όλα τα κράτη. Και φυσικά αυξήθηκε την τελευταία διετία και στην Ελλάδα. Και δεν είναι η μείωση της παραγωγής αγαθών που προκαλεί την έξαρση της φτώχειας. Είναι κυρίως η εκμετάλλευση της παραγωγής από τον ένα μόνο συντελεστή της, δηλαδή το κεφάλαιο.
Εάν δεν υπήρχε η βαρβαρότητα, θα είχαμε μείωση της φτώχειας και άνοδο του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων και γενικά των οικονομικά αδυνάτων. Διαπιστώνεται όμως ότι συμβαίνει το αντίθετο.
Στην Ελλάδα το ποσοστό της φτώχειας έχει προσμετρηθεί στο 16,1% για την τελευταία δεκαετία του 20ού αιώνα. Σήμερα, παρόλο που δεν υπάρχουν στοιχεία επίσημα, το ποσοστό στη χώρα μας προσεγγίζει το 25% και είναι το υψηλότερο, ενώ, με εξαίρεση την Ισπανία, έχουμε το υψηλότερο ποσοστό από τα 15 παλαιότερα κράτη της ΕΕ. Επιπλέον αναφέρουμε ότι το 20% των νοικοκυριών που μπορούν να αποκληθούν ευημερούντα, έχει μερίδιο εισοδήματος 5,8 φορές υψηλότερο από το μερίδιο του εισοδήματος των φτωχών συμπολιτών μας. Ένα άλλο αξιοσημείωτο είναι ότι σήμερα το 60,3% του ελληνικού πληθυσμού έχει οικονομική δυσκολία να αντιμετωπίσει αναγκαίες δαπάνες της τάξης των 500 ευρώ. Και ένα ποσοστό 77% δηλώνει στις δημοσκοπήσεις ότι δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τις δαπάνες για μία εβδομάδα διακοπών. Με βάση τα πρόσθετα στοιχεία μιας έρευνας της Κομισιόν, ο κίνδυνος της φτώχειας για την ομάδα των εργαζομένων στην Ελλάδα έφτασε στο 13,8% έναντι μέσου όρου των 27 κρατών – μελών της ΕΕ που φτάνει 8,4%. Η Ελλάδα έχει τον υψηλότερο δείκτη κινδύνου φτώχειας μετά τη Ρουμανία, στην ΕΕ-27. Η μείωση των πραγματικών αποδοχών το 2010 και η δυνατότητα πρόσληψης νέων εργαζομένων με αποδοχές χαμηλότερες από τις κατώτατες αποδοχές που όριζε η γενική συλλογική σύμβαση είναι οι βασικές αιτίες που οδηγούν σε υψηλότερο επίπεδο φτώχειας τους εργαζόμενους. Αυτό επισημαίνει στην έκθεσή του για το 2010 και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος κ. Προβόπουλος (σελίς έκθεσης 107). Και επίσης επισημαίνει ότι η ύπαρξη και ενός μόνο εργαζομένου μέλους στην οικογένεια, όταν μάλιστα συνδυάζεται με κατάσταση μερικής ή προσωρινής απασχόλησης και φυσικά και με τις ανάλογες χαμηλές αποδοχές, είναι προφανές ότι δεν μπορεί να αποτρέψει έξαρση των υφισταμένων καταστάσεων φτώχειας.
Η φτώχεια και το υψηλό ποσοστό της είναι που χαρακτηρίζει σήμερα τον πολιτισμό μας στον οικονομικό τομέα. Όσο ανεβαίνει το ποσοστό της φτώχειας, τόσο το πολιτισμικό μας επίπεδο κατεβαίνει και εξαφανίζεται. Και έτσι δημιουργείται η βαρβαρότητα που και σε άλλες εποχές βρισκόταν σε έξαρση, αλλά εκείνες ήταν εποχές που οι λαοί δεν υπερηφανεύονταν για το επίπεδο του πολιτισμού τους. Ήταν οι εποχές του 18ου και 19ου αιώνα, που γέννησαν τον σοσιαλισμό. Και την κοινωνικοποίηση της οικονομικής πολιτικής των κρατών. Όμως αυτές οι εποχές πέρασαν, χτυπημένες από την παγκοσμιοποίηση και τη νέα τάξη πραγμάτων. Και βιώνουμε σήμερα τη θεοποίηση του κέρδους.
Αυτός ο κατήφορος προς τη βαρβαρότητα είναι αποτέλεσμα και της ιδεολογικής φτώχειας των σοσιαλιστικών κομμάτων, κυρίως του ευρωπαϊκού χώρου. Τα σοσιαλιστικά κόμματα της Ευρώπης, αφού δεν είχαν να προσφέρουν όραμα στους λαούς, αγκάλιασαν τη βαρβαρότητα και πέτυχαν τη συνένωση του σοσιαλισμού με αυτήν. Με τον τρόπο αυτό κατάφεραν να αναρριχηθούν στην εξουσία και να εφαρμόσουν την πολιτική που εξυπηρετεί τα συμφέροντα εκείνων που διαθέτουν την κυριαρχία στο οικονομικό πεδίο. Αν ρίξετε μια ματιά γύρω σας, θα δείτε ότι η λιτότητα και η κατάργηση των κεκτημένων δικαιωμάτων των εργαζομένων δεν εμφανίζεται μόνο στην Ελλάδα της σοσιαλιστικής κυβέρνησης, αλλά αποτελεί γενικευμένη πρακτική των κυβερνήσεων σχεδόν όλων των ευρωπαϊκών χωρών. Και οι μεν χώρες που διαθέτουν κυβερνήσεις κεντροδεξιές ή αμιγώς δεξιές καλώς εφαρμόζουν προγράμματα βαρβαρότητας (λιτότητα για τους εργαζομένους, κατεδάφιση εργασιακών σχέσεων, άρνηση κεκτημένων δικαιωμάτων, περιορισμό της κοινωνικής πολιτικής και εκποίηση της δημόσιας περιουσίας) καθώς αυτή είναι η πολιτική τους και επομένως είναι γνωστά τα μέτρα που θα λαβαίνουν. Όμως οι σοσιαλιστικές κυβερνήσεις, που ανήλθαν στην εξουσία με πρόγραμμα την τόνωση της κοινωνικότητας της κρατικής εξουσίας, έχουν μεγάλο πρόβλημα να πείσουν ότι πράγματι ακολουθούν σοσιαλιστική πολιτική. Γι’ αυτό και η ευρωπαϊκή Σοσιαλδημοκρατία έχει περιπέσει σε βαθύ ιδεολογικό λήθαργο. Και ως παράδειγμα πρέπει να αναφέρουμε την ιδεολογική υποβάθμιση της σύναξης της Σοσιαλιστικής Διεθνούς που πραγματοποιήθηκε προ ημερών στην Αθήνα. Τα περασμένα χρόνια αυτή η ετήσια σύνοδος ήταν συνδεδεμένη με την παρουσία σοσιαλιστών ηγετών και πρωθυπουργών. Στη φετινή σύνοδο όλα τα σοσιαλιστικά κόμματα εκπροσωπήθηκαν με κατώτερα κομματικά στελέχη, εκτός από το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Γαλλίας. Ο Θαπατέρο και ο Σόκρατες αγνόησαν παντελώς την πρόσκλησή τους, ενώ οι ηγέτες άλλων σοσιαλιστικών κομμάτων απλώς πρόβαλαν διάφορες δικαιολογίες για την απουσία τους. Ένα γεγονός που πάντα έκλεβε την επικαιρότητα, φέτος πέρασε απαρατήρητο. Οι ευρωπαίοι σοσιαλιστές φαίνεται να ντρέπονται πλέον για την ιδεολογική κατάντια του σοσιαλισμού. Και δεν επιθυμούν να προκαλούν τους λαούς με συνθήματα που είναι εντελώς αντίθετα με την πολιτική που ακολουθούν. Έχουν πλέον εγκαταλείψει το όραμα των σοσιαλιστών του προηγούμενου αιώνα, για τη δημιουργία της υπέρ των αδυνάτων πολιτείας.
Είναι γεγονός και πρέπει να γίνει κατανοητό ότι οι οικονομικά και κοινωνικά ισχυροί μπορούν να πετύχουν την εξυπηρέτηση και τη λύση των όποιων προβλημάτων τους, με τη δύναμη που διαθέτουν. Εκείνοι που έχουν ανάγκη προστασίας από τους θεσμούς που έχει δημιουργήσει το σύγχρονο δημοκρατικό πολίτευμα είναι οι κοινωνικά και οικονομικά ανίσχυροι. Όταν το κράτος χρησιμοποιεί την κρατική εξουσία για να εξυπηρετεί τους ισχυρούς μόνον, τότε το πολίτευμα αυτό ξεφεύγει από τα δημοκρατικά ιδεώδη, παύει να είναι δημοκρατία και μεταπίπτει στην κατηγορία των ολιγαρχικών πολιτευμάτων. Αυτά τα πολιτεύματα γίνονται λαομίσητα γιατί προσφέρουν υπηρεσίες και εξυπηρετήσεις στους λίγους και βαρβαρότητα στους πολλούς. Και τώρα βιώνουμε το εξής παράδοξο. Τον αγώνα κατά της βαρβαρότητας τον έχουν υιοθετήσει τα κόμματα της ευρωπαϊκής Κεντροδεξιάς. Αν θέλει ο κ. Σαμαράς να οδηγήσει τη ΝΔ στον χώρο της σύγχρονης ιδεολογικής και πολιτικής θέσης της ευρωπαϊκής Κεντροδεξιάς, θα πρέπει να προσφέρει ανάλογο όραμα στον ελληνικό λαό, με συγκεκριμένα και εφαρμόσιμα μέτρα. Και το όραμα αυτό θα πρέπει να είναι η δημιουργία της υπέρ των αδυνάτων πολιτείας, με όλους τους αναγκαίους θεσμούς για την εξυπηρέτηση και υλοποίηση των σκοπών της. Ένα τέτοιο πρόγραμμα θα φέρει τη ΝΔ κοντά στον πάσχοντα ελληνικό λαό. Ας καταρτίσει ένα επιτελείο που θα μελετήσει όλες τις παραμέτρους αυτού του εγχειρήματος. Ο λαός είναι αγανακτισμένος γιατί διαισθάνεται ότι βαδίζουμε σε ολιγαρχικά συστήματα. Και επιθυμεί κάποτε κάποιοι να αναλάβουν την πρωτοβουλία για την εφαρμογή μιας πολιτικής που θα προστατεύει τον αδύναμο πολίτη και θα επιμερίζει δίκαια τα βάρη, ώστε να υπάρχει μια εξουσία με κοινωνική ευαισθησία.
Αυτή η ιδεολογική στειρότητα και η βαρβαρότητα της ασκούμενης πολιτικής που χαρακτηρίζει τα πολιτικά δρώμενα σε όλα σχεδόν τα αναπτυγμένα και αναπτυσσόμενα κράτη είναι το αποτέλεσμα του ισχυρού συμπλέγματος που έχει αναπτυχθεί μεταξύ πολιτικής εξουσίας και οικονομικής δύναμης. Όλες οι κυβερνήσεις, οποιασδήποτε ιδεολογικής προέλευσης, αποφεύγουν να κοντραριστούν ευθέως με τους ελεεινούς κερδοσκόπους που κυριαρχούν στις αγορές. Εδώ οφείλεται ασφαλώς η ατολμία, η αναβλητικότητα και το τρομερό έλλειμμα πολιτικής βούλησης που χαρακτηρίζει και την πορεία της ΕΕ. Είδατε τι συνέβη στη συνεδρίαση του Eurogroup το περασμένο Σαββατοκύριακο. Η κρίση χρέους που αντιμετωπίζει η χώρα μας είναι σήμερα το σοβαρότερο πρόβλημα της ΕΕ που μπορεί να προκαλέσει ακόμη και κίνδυνο διάλυσής της. Και ενώ κανείς από τους ανώτατους αξιωματούχους της ΕΕ, της Ευρωζώνης και της ΕΚΤ δεν αμφισβητεί την σοβαρότητα του ελληνικού προβλήματος, όπως το διέπλασαν οι «αξιοσέβαστοι» κερδοσκόποι της χρηματοπιστωτικής αγοράς (φυσικά και με τις δικές μας πράξεις και παραλείψεις), όλοι αυτοί οι αξιωματούχοι μήνες τώρα κοσκινίζουν χωρίς να ζυμώνουν. Σχέδια και σενάρια επίλυσης και απόφαση καμία. Μόνον σκέψεις, λόγια, διαπιστώσεις και δηλώσεις. Αποφάσεις πουθενά! Έχουμε σχέδια επί σχεδίων και σενάρια επί σεναρίων. Γαλλικό σχέδιο, γερμανικό σχέδιο, ιταλικό, γαλλογερμανικό, εισηγήσεις Μπαρόζο, Όλι Ρεν, Γιούνκερ, Τρισέ, Σόιμπλε και πάει λέγοντας, χωρίς τελειωμό! Το περασμένο Σαββατοκύριακο όλα έδειχναν ότι θα υπήρχε οριστική απόφαση. Όμως η έλλειψη πολιτικής βούλησης εκδηλώθηκε πανηγυρικά. Το θέμα παραπέμφθηκε σε επιτροπή «εμπειρογνωμόνων» και η απόφαση θα ληφθεί τον προσεχή Σεπτέμβρη. Άλλη μια βαρβαρότητα. Να μη γνωρίζουμε πού τελικά θα μας οδηγήσουν. Άγρια Δύση!