ΜΗΠΩΣ ΠΡΕΠΕΙ Η ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ ΝΑ ΔΕΙ ΑΛΛΙΩΣ ΤΟ ΠΡΑΓΜΑ;
Η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να σέρνεται ως εκεί που πάει ή, πιο σωστά, έως ότου δεν θα πηγαίνει άλλο. Και τότε θα συρθεί σε εκλογές, τις οποίες θα χάσει με συντριβή, κατά πάσα πιθανότητα. Όπως συνέβη με τη ΝΔ πριν από δύο χρόνια. Δεν είναι πιθανό να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση η Νέα Δημοκρατία (αν και ποτέ δεν ξέρει κανείς) και μάλλον θα οδηγηθούμε σε εκδοχές συμμαχικής κυβέρνησης, σε σχήματα συνεργασίας. Η (αναγκαστική) επιλογή του πρωθυπουργού να τοποθετήσει σε θέση αντιπροέδρου τον Ευάγγ. Βενιζέλο αναθέτοντάς του την ευθύνη των Οικονομικών, μπορεί να έδωσε πρόσκαιρη ανάσα στην κυβέρνηση, αλλά το ουσιαστικό πρόβλημα παραμένει:
• Τελεί ή όχι η Ελλάδα υπό ξένη εξάρτηση ποικιλώνυμων συμφερόντων;
• Μπορεί να ασκήσει αυτοδύναμη και αυτόνομη πολιτική ή οι κινήσεις υπάγονται στις απαιτήσεις των εταίρων προκειμένου να εκταμιεύονται οι δόσεις των επαχθών δανείων «για να πληρώνονται μισθοί και συντάξεις»;
Αν και στην πραγματικότητα δεν πρόκειται περί αυτού, μια και μισθοί/συντάξεις πληρώνονται από τον κρατικό προϋπολογισμό: Πρόκειται περί καταβολής τόκων και ληξιπρόθεσμων οφειλών προς τους δανειστές, κάτι που δεν ομολογεί δημόσια η κυβέρνηση, αλλά περιέργως (;) ούτε η αξιωματική αντιπολίτευση. Στα παραπάνω ερωτήματα ξέρει την απάντηση, αλλά δεν μπορεί να την πει και ο πρωθυπουργός και ο Ευάγγ. Βενιζέλος. Ο οποίος ασφαλώς χειρίζεται με πιο πολιτικό και έξυπνο τρόπο το κεφάλαιο χρεών και δανεισμού απ’ ό,τι ο προκάτοχός του Γ. Παπακωνσταντίνου, κάτι που όμως δεν είναι αρκετό για τη χάραξη και την εφαρμογή μιας μεσοπρόθεσμης στρατηγικής εξόδου από την κρίση. Είναι αλήθεια ότι ο κ. Παπακωνσταντίνου ενώ ήταν ένας πολύ καλός εκπρόσωπος Τύπου προεκλογικά (έως και τον Σεπτέμβριο του 2009), μεταβλήθηκε σε έναν απολύτως ψυχρό υπουργό Οικονομικών που έμοιαζε να μεταφέρει στη χώρα τις επιθυμίες και τις αποφάσεις των εταίρων και της «τρόικας».
Κι αυτό ενόχλησε πολύ κόσμο εντός και εκτός ΠΑΣΟΚ.
Επί της ουσίας όμως, οι παρεμβάσεις και οι εξαρτήσεις παραμένουν. Η γραμμή της «τρόικας» δεν άλλαξε επειδή έφυγε ο κ. Παπακωνσταντίνου ούτε θα φοβηθούν και πολύ το -συχνά αποτελεσματικό σε άλλες περιπτώσεις- βλοσυρό ύφος του καθηγητή Βενιζέλου. Έτσι, στην πραγματικότητα αυτό που έχει να επιλύσει η κυβέρνηση είναι το πρόβλημα της μεταβολής ή μη των σχέσεων εξάρτησης από την «τρόικα»: Σχέσεων που παραπέμπουν ευθέως σε εξάρτηση, κάτι πολύ πιο σημαντικό και ουσιαστικό από το ελληνικό χρέος (όσο κι αν είναι αυτό) και την αναγκαιότητα (που ήδη αμφισβητείται έντονα και από πολλούς) συνεχών δανεισμών. Με ανάταση και ηθικό μπορεί η χώρα πολύ πιο εύκολα να ξεπεράσει προβλήματα και σκοπέλους απ’ ό,τι υποταγμένη και βαθύτατα προσβεβλημένη από τη συνολική συμπεριφορά των δυτικών εταίρων προς τον λαό και την κυβέρνηση της Ελλάδας. Είναι σε αυτήν την κατεύθυνση που πρέπει να κινηθεί η κυβέρνηση και όχι στη συνεχή διαπραγμάτευση με τους ίδιους εταίρους των οποίων οι τράπεζες κερδοσκοπούν σε βάρος της χώρας μας.
Και μαζί, είναι καιρός να ξαναδεί η κυβέρνηση και ο πολιτικός κόσμος στο σύνολό του το θέμα του πραγματικού χρέους και πώς αυτό μπορεί να διαμορφωθεί στις πραγματικές του διαστάσεις. Για να μπουν μερικά πράγματα στη θέση τους.