Η ΑΛΛΑΓΗ «ΤΣΑΡΟΥ» ΕΦΕΡΕ ΧΑΜΟΓΕΛΑ!
Σε γενικές γραμμές στη διοικούσα Εκκλησία υπάρχει ικανοποίηση για την απομάκρυνση του Γ. Παπακωνσταντίνου από ένα τόσο νευραλγικό υπουργείο και την έλευση ενός πολιτικού που παραδοσιακά διατηρεί πολύ καλές σχέσεις μέσα στην ιεραρχία. Σε καμία περίπτωση δεν περιμένουν θεαματική αλλαγή της κυβερνητικής πολιτικής και στροφή στα θέματα της Εκκλησίας, όμως, σημειώνουν, τουλάχιστον με τον Ευ. Βενιζέλο υπάρχει θετική διάθεση και κλίμα συνεννόησης. Ο προκάτοχός του, λένε οι Μητροπολίτες, αντιμετώπιζε την Εκκλησία τεχνοκρατικά. «Σαν να είναι η Εκκλησία ένα σωματείο επαγγελματιών», όπως έλεγε γηραιός Μητροπολίτης. Και όταν επιχειρούσε να τραβήξει το σκοινί -κυρίως με τη φορολόγηση των εκκλησιαστικών ακινήτων- αναλάμβανε πυροσβεστικό ρόλο ο Γ. Παπανδρέου και επανερχόταν στην τάξη…
Στην ιεραρχία πιστεύουν πως μόλις περάσει η μπόρα του Μεσοπρόθεσμου και τα άμεσης προτεραιότητας ζητήματα που απασχολούν τον νέο υπουργό θα έρθει και η σειρά της Εκκλησίας. «Από το φθινόπωρο θα γίνουν βήματα για να ξεκαθαριστούν πολλά θέματα που αφορούν την Εκκλησία», εκτιμά κληρικός της Συνόδου που παρακολουθεί από πολύ κοντά τις εξελίξεις. «Μισθοδοσία κληρικών, φορολόγηση εκκλησιαστικής περιουσίας, αποδέσμευση εκκλησιαστικών ακινήτων και διαχείριση των αποθεματικών των ναών και των εκκλησιαστικών ιδρυμάτων από την Τράπεζα της Ελλάδος θα τεθούν στο τραπέζι της συζήτησης από μηδενική βάση», δηλώνει.
Το αν θα γείρει η πλάστιγγα υπέρ των συμφερόντων της Εκκλησίας ή της τεχνοκρατικής άποψης που εξέφραζε μέχρι πρόσφατα και ο Γ. Παπακωνσταντίνου θα εξαρτηθεί από τις διαπραγματεύσεις.
Αυτό που θεωρείται πάντως δεδομένο είναι πως η κοινή Επιτροπή Εκκλησίας – Πολιτείας που συστάθηκε με απόφαση του πρωθυπουργού θα ασχοληθεί με τις επιμέρους λεπτομέρειες αφού δοθούν οι κατευθύνσεις για τα μεγάλα θέματα.
Η «καυτή» ατζέντα θα θιγεί πιθανώς στην Ολομέλεια της ιεραρχίας τον Οκτώβριο, θα χαραχθούν οι γενικές γραμμές και θα ακολουθήσουν οι επαφές του Αρχιεπισκόπου και των αρμόδιων Μητροπολιτών κυρίως με τον Ευ. Βενιζέλο, με τον οποίο υπήρχε πάντοτε δίαυλος επικοινωνίας.
Άλλωστε, αυτό που χαροποιεί περισσότερο τους αρχιερείς είναι πως τον θεωρούν ικανό και εν πολλοίς φαίνεται να μιλούν «την ίδια γλώσσα». Ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης με δηλώσεις του έδωσε το στίγμα. «Έχω πάρα πολύ μεγάλη εμπιστοσύνη στις ικανότητες του κ. Βενιζέλου, αλλά και στην όλη του ιδεολογία και δομή για τα πράγματα της πατρίδας.
Νομίζω ότι μπορούμε να έχουμε μεγαλύτερες ελπίδες για τα πράγματα απ’ ό,τι πριν», είπε ο κ. Άνθιμος.
Όχι πως και εκείνος δεν έχει εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις με πολλούς Μητροπολίτες για κάποια θέματα που αφορούν την Εκκλησία. Όμως, αν μη τι άλλο, είναι υπέρ του διαλόγου και μπορεί να βρεθεί κοινή συνισταμένη.
Δεν λησμονούν πως σε ανύποπτο χρόνο, επί κυβέρνησης Κ. Καραμανλή, ο κ. Βενιζέλος είχε χαρακτηρίσει τον χωρισμό Εκκλησίας – κράτους «αμοιβαία επωφελή». Κι αν πράγματι προχωρήσει μια αναθεώρηση του Συντάγματος όπως συζητείται (και στην προηγούμενη ο κ. Βενιζέλος ήταν εισηγητής εκ μέρους του ΠΑΣΟΚ), οι συνθήκες, λένε πολλοί, ίσως είναι ώριμες για πολλές και ουσιαστικές αλλαγές στις σχέσεις των δύο πλευρών.
Στα άλλα μεγάλα θέματα ο κ. Βενιζέλος παραμένει σταθερός στην άποψή του πως πρέπει να βγουν από τα δικαστήρια και τα σχολεία οι εικόνες και τα σύμβολα της θρησκείας.
Είναι υπέρ της αλλαγής της νομικής φύσης της Εκκλησίας και έχει προτείνει να γίνει «νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου» από «δημοσίου δικαίου». Η πάγια θέση του όμως παραμένει πως πρέπει να δοθούν στην Εκκλησία κίνητρα για την αξιοποίηση της περιουσίας της και τη δημιουργία ανάλογων αποθεματικών, ώστε κάποια στιγμή μελλοντικά η Πολιτεία να απεξαρτηθεί ακόμη και από την υποχρέωση της μισθοδοσίας των κληρικών. Κάτι που βεβαίως επ’ ουδενί δεν συζητούν οι ιεράρχες, υπογραμμίζοντας πως παραμένει συμβατική υποχρέωση του κράτους ως αντάλλαγμα για την παραχώρηση μεγάλου μέρους της περιουσίας της.
Εντός της ιεραρχίας πάντως εκτός από τα οικονομικά -που είναι άμεσης προτεραιότητας λόγω των ειδικών συνθηκών που αντιμετωπίζει η χώρα- πληθαίνουν οι φωνές που δεν απορρίπτουν το ενδεχόμενο να συζητηθεί από το φθινόπωρο η ιδέα μιας «ειδικής» σχέσης της Εκκλησίας με την Πολιτεία. Με αυτόν τον τρόπο, λένε οι υποστηρικτές αυτής της άποψης, θα μπορέσει και η Εκκλησία να φροντίσει καλύτερα τα του οίκου της χωρίς να προσκρούει, π.χ., στους νόμους του κράτους όσον αφορά τους ιερούς κανόνες ή στα πολιτικά δικαστήρια όταν πρόκειται για πειθαρχικά παραπτώματα που κινούνται στη σφαίρα του εκκλησιαστικού «δικαίου».