Σανιδάς: Άφρων η συμπεριφορά των δύο Αντεισαγγελέων Εφετών

Την άλλη πλευρά αποκαλύπτει ο κ. Σανιδάς για τις καταχρήσεις στις προβληματικές επιχειρήσεις, για τις απάτες με τις επενδύσεις του βαμβακιού από την ΕΟΚ, για τα επεισόδια και τις συλλήψεις στον εορτασμό του Πολυτεχνείου τον Νοέμβριο του 1995, για τις πυρκαγιές του 2007, για τα ομόλογα, τα Ζωνιανά, το σκάνδαλο του Χρηματιστηρίου, τους γάμους ομοφυλοφίλων, την ιστορία Ζήμενς – Ζαχόπουλου, το απόρρητο των επικοινωνιών και άλλες πολλές κρίσιμες υποθέσεις.

Ο ίδιος βρέθηκε πολλές φορές στο στόχαστρο κομμάτων, κυρίως του ΠΑΣΟΚ, όταν ήταν αξιωματική αντιπολίτευση, κατηγορώντας τον ότι κινείται από πολιτικούς λόγους…

Απαντώντας σήμερα, που δεν έχει τα (αυτονόητα και όχι μόνο) δεσμά τού εν ενεργεία δικαστή, ο κ. Σανιδάς στον πρόλογο του βιβλίου του χαρακτηρίζει «βάναυσες και άδικες τις επιθέσεις και ύβρεις που δέχτηκε». Τονίζει:

«Επιθέσεις που, βεβαίως, δεν οφείλονταν μόνο στα οξυμμένα πολιτικά πάθη και στη συνεχή προσπάθεια κάποιων, ιδίως πολιτικών, να απαξιώνουν τη Δικαιοσύνη και τους λειτουργούς της, με στόχο τα πολιτικά οφέλη, αδιαφορώντας αν, με την πτώση του δένδρου που πριόνιζαν και στο οποίο και αυτοί κάθονταν, θα τσακίζονταν και οι ίδιοι.

Οφείλονταν και στο γεγονός ότι, όπως σε όλη τη μέχρι τότε δικαστική μου πορεία έτσι και όταν το 2006 η τότε κυβέρνηση με επέλεξε στη θέση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, δεν προσπάθησα να είμαι ευχάριστος και αρεστός. Θέλησα, ως υπηρέτης της Δικαιοσύνης αλλά και των πολιτών, να είμαι χρήσιμος και ωφέλιμος για τους πολίτες και την κοινωνία.

Αυτός ήταν ο λόγος που δεν δίσταζα να παίρνω θέσεις σε ζέοντα ζητήματα, που απασχολούσαν όχι μόνο τη Δικαιοσύνη αλλά και την κοινωνία, πηγαίνοντας κόντρα στο ρεύμα και εν γνώσει ότι θα δεχόμουν επιθέσεις από ετερόκλητους πολιτικούς και μη παράγοντες και για λόγους άσχετους προς την ορθότητα ή μη των θέσεών μου.

Θεωρώ, εξάλλου, τον εαυτό μου ευτυχή όχι μόνο γιατί επιτέλεσα πάντοτε το καθήκον μου κατά συνείδηση, αλλά και γιατί οι θέσεις, που έλαβα στα διάφορα ζητήματα, άρχισαν ήδη να δικαιώνονται, όπως τούτο συνέβη με τα ζητήματα των συμβασιούχων, των καμερών, της ποινικής ευθύνης υπουργών και των γάμων μεταξύ ομοφυλόφιλων».

Παρεμβάσεις…

Ένα περιστατικό, που έχει σχέση με τον δικό μας χώρο, καταγράφει ο πρώην Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, που συνέβη με τις συλλήψεις στον γιορτασμό του Πολυτεχνείου το 1995. Σημειώνει συγκεκριμένα:

«Μεταξύ των συλληφθέντων περιλαμβανόταν και μια δημοσιογράφος της εφημερίδας ”Ελευθεροτυπία”, η οποία με την ανωμοτί κατάθεσή της ταυτιζόταν ψυχικά απολύτως με όλους τους λοιπούς συλληφθέντες και δεν επεκαλείτο ότι στον χώρο βρισκόταν για δημοσιογραφικούς λόγους. Κάποιος από την ηγεσία της Αστυνομίας μου είπε ότι υπήρχαν οχλήσεις για τη δημοσιογράφο. Του απάντησα όμως ότι, εκτός από τους ανηλίκους, ουδείς άλλος θα αφεθεί ελεύθερος. Περί την 24η ώραν της 18.11.1995, μετά από παράκληση κάποιου από την ηγεσία της Αστυνομίας (νομίζω ήταν ο Αστυνομικός Διευθυντής Αθηνών), ανέβηκα στο γραφείο του, στο οποίο βρισκόταν και ο τότε Διευθυντής της εφημερίδας ”Ελευθεροτυπία”. Ο τελευταίος μου είπε ότι η δημοσιογράφος βρισκόταν στον χώρο του Πολυτεχνείου για δημοσιογραφικούς λόγους και δεν θα πρέπει να κρατηθεί. Του απάντησα ότι αυτό που είπε δεν το ισχυρίζεται η ίδια. Και όχι μόνο τούτο. Με την κατάθεσή της ταυτίζεται και συνδέεται ψυχικά με όλους τους συλληφθέντες. Συνεπώς, δεν θα αφεθεί ελεύθερη. Κάτι προσπάθησε να μου πει περαιτέρω ο Διευθυντής της εφημερίδας, αλλά και πάλι ήμουν αρνητικός και του είπα στη συνέχεια τα ακόλουθα: ”Θα ήθελα να σας παρακαλέσω, εάν δεν θέλετε ή δεν μπορείτε να μας βοηθήσετε στην προσπάθεια που γίνεται να σταματήσει, ή έστω να περιορισθεί, το φαινόμενο των εκτρόπων από τους αναρχικούς, τουλάχιστον μη μας παρεμποδίζετε στην προσπάθεια αυτή”. Και αναχώρησα. Από την επομένη ή μεθεπομένη ημέρα, τόσο η ίδια η δημοσιογράφος, όσο και ολόκληρη η εφημερίδα ”Ελευθεροτυπία” άρχισε να με ”περιποιείται”!»

Μάστιγα και κατάρα
η λαθρομετανάστευση

Από τις υποθέσεις που χειρίστηκε ο κ. Σανιδάς είναι και η αποκατάσταση της ευνομίας στο κέντρο της Αθήνας και στην Πάτρα. Καταθέτοντας τα συμπεράσματά του επισημαίνει:

«Προσωπικά πάντως, έκανα ό,τι περνούσε από το χέρι μου. Συμμεριζόμουν πλήρως το πρόβλημα των κατοίκων και επαγγελματιών του κέντρου της Αθήνας και αισθανόμουνα άσχημα, για να μην πω ότι αγανακτούσα, όταν έβλεπα κάποιους να υπεραμύνονται των δικαιωμάτων των λαθρομεταναστών και να αδιαφορούν για το δικαίωμα των κατοίκων και επαγγελματιών του κέντρου των Αθηνών να ζουν και να εργάζονται ελεύθερα στον τόπο τους».

Αναφερόμενος στην ανεξέλεγκτη μετανάστευση, υπογραμμίζει: «Αποτελεί τον υπ’ αριθμόν ένα κίνδυνο για τη χώρα μας, αφ’ ενός λόγω της βιαίας, και σε μεγάλη έκταση, αλλοιώσεως του πληθυσμού που επιφέρει και θα επιφέρει και, αφ’ ετέρου, λόγω της αδυναμίας να απορροφηθούν, ως εργατικό δυναμικό, όλοι οι λαθρομετανάστες, πολλοί μάλιστα από τους οποίους, κυρίως Αφρικανοί, επιδίδονται σε εγκληματική δραστηριότητα και ιδία σε διακίνηση ναρκωτικών και πορνεία. Τα ανωτέρω ισχύουν πολύ περισσότερα, αν ληφθεί υπόψη ότι οι μέσω Τουρκίας και με τη βοήθεια ”δουλεμπόρων” εισερχόμενοι στην Ελλάδα πολυπληθείς μουσουλμάνοι λαθρομετανάστες (υπολογίζονται τελευταία σε 250.000 ετησίως) λόγω της ισχυρής πολιτισμικής και θρησκευτικής τους ιδιαιτερότητας δεν είναι ευχερώς ενσωματώσιμοι σε διαφορετικές κοινωνίες, όπως η ελληνική. Βεβαίως, όλα αυτά δεν αποκλείεται να αποτελούν συνειδητή επιλογή της Τουρκίας και εφαρμογή του δόγματος Οζάλ, σύμφωνα με το οποίο ”δεν χρειάζεται να κάνουμε πόλεμο με τους Έλληνες, αφού αρκεί να τους στείλουμε μερικά εκατομμύρια από την εδώ μεριά και να τελειώνουμε με αυτούς”». Και καταλήγει ως εξής: «Είναι προφανές ότι η ανεξέλεγκτη λαθρομετανάστευση υπάρχει κίνδυνος, για να μην πω βεβαιότητα, να καταστεί για τη χώρα μας, αλλά και για τους ίδιους τους λαθρομετανάστες, μάστιγα και κατάρα και όχι ευλογία, όπως ισχύει στις περιπτώσεις της νόμιμης και ελεγχόμενης μετανάστευσης σε μια χώρα».

Έτρωσαν το κύρος
της Δικαιοσύνης

Για την υπόθεση των δύο Αντεισαγγελέων Εφετών κ. Κολιούση και Ελ. Σωτηροπούλου που είχαν παραιτηθεί γιατί ο τότε Εισαγγελέας Εφετών, Κυρ. Καρούτσος, τους αφαίρεσε τη δικογραφία για το Βατοπέδι, ο κ. Σανιδάς υποστηρίζει:

«Ελάχιστα λεπτά μετά την παράδοση του εγγράφου της παραιτήσεως, για να μην πω ότι ίσως και πριν από την παράδοση, το γεγονός ήταν γνωστό σε όλο τον πολιτικό και δημοσιογραφικό κόσμο. Το τι επακολούθησε δεν είναι δύσκολο να το φανταστεί κάποιος. Τα κόμματα της αντιπολίτευσης επιτίθεντο με σφοδρότητα κατά της κυβερνήσεως για χειραγώγηση της Δικαιοσύνης με σκοπό να συγκαλυφθούν ευθύνες υπουργών, ενώ ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Γ. Παπανδρέου έκανε λόγο για ”πραξικόπημα στη Δικαιοσύνη”. Και, όμως, η απόλυτη αλήθεια είναι ότι η κυβέρνηση ουδέν εγνώριζε και ουδεμία ανάμειξη είχε στις ενέργειες του Διευθύνοντα την Εισαγγελία Εφετών, όπως και στις προηγηθείσες δικές μου. Τα ΜΜΕ, έντυπα και ηλεκτρονικά, χωρίς να έχουν γνώση των λαβόντων χώραν γεγονότων, αχαλίνωτα, σε συνέχεια επιθέσεων των προηγούμενων ημερών, για αφαίρεση δήθεν της δικογραφίας από τους δύο Αντιεισαγγελείς Εφετών, που ήταν ανακριβές, επιτίθεντο με σφοδρότητα κατά του Διευθύνοντος την Εισαγγελία Εφετών Κυρ. Καρούτσου, αλλά και εναντίον μου. Οι πάντες (πολιτικοί και ΜΜΕ), την παραίτηση των δύο Αντιεισαγγελέων Εφετών τη συνδύαζαν με την άσκηση πιέσεων και απειλών εναντίον τους, μολονότι γνώριζαν ότι αυτό είναι ψευδέστατο. Άλλωστε, οι ίδιοι οι Αντιεισαγγελείς Εφετών στη δήλωση παραιτήσεως δεν έκαναν ούτε υπαινιγμό για απειλές και πιέσεις (και πώς να κάνουν, αφού αυτό θα ήταν ψευδές), ούτε όμως, προέβησαν σε κάποια δήλωση περί αυτού. Εάν αυτό ήταν αληθές, αναμφιβόλως, θα το είχαν διαλάβει στο έγγραφο της παραιτήσεώς τους.

Η απλή λογική λέγει ότι όταν οδηγείσαι στο μείζον, δηλαδή στην παραίτηση, θα πρέπει να δικαιολογήσεις την ενέργειά σου αυτή. Και ποια ήταν η δικαιολογία; Απλώς, τη δήλωση παραιτήσεως τη στήριξαν σε σύγκρουση, δήθεν, καθηκόντων, που όμως ήταν και αυτή φενάκη. Η αλήθεια είναι ότι, για λόγους που εκείνοι και ο Θεός γνωρίζουν, είχαν πολλαπλώς παρανομήσει.

Είχαν αρνηθεί να εκτελέσουν νόμιμη κατά πάντα παραγγελία του Διευθύνοντα την Εισαγγελία Εφετών και είχαν, με την, κατ’ επιεική χαρακτηρισμό, άφρονα συμπεριφορά τους, τρώσει βαναύσως το κύρος της Δικαιοσύνης. Η Δικαιοσύνη για μία άλλη φορά σταυρωνόταν. Και σταυρωνόταν όχι μόνο από τρίτους (πολιτικούς και δημοσιογράφους) αλλά και από τους δύο λειτουργούς της».


Σχολιάστε εδώ